Τη στιγμή που γράφεται αυτό το άρθρο, βγαίνουν τα διάφορα προγνωστικά των εκλογών και η μεγάλη φαμίλια στο πατρικό μου υστεριάζει με τον δικό της πλέον χαριτωμένο τρόπο. Μέχρι την Τετάρτη που θα δημοσιευτεί δεν ξέρω τι ακριβώς θα παίζει στην Βουλή και στη χώρα, αν και οι αλλαγές αναμένεται να είναι επιφανειακές — “Εν ολίγοις: Άλλαξε ο Μανωλιός και έβαλε τα ρούχα του αλλιώς“.
Και αφού κάναμε το σχόλιο μας περί “επικαιρότητας” (μην πούνε και ότι ζούμε στην κοσμάρα μας), ας περάσουμε στα “τα της στήλης”. Σήμερα αγάπη μου, σου έχω βιογραφία δύο σε ένα, με πιστολίδι, έρωτες και ονοματάκια που ηχούν γνωστά στα αυτιά σου: Bonnie and Clyde (ελληνικά: Μπόνι και Κλάιντ).
Παράδειγμα προς θαυμασμό για τα outlaw ζεύγη που σέβονται τον εαυτό τους, αν και η καριέρα τους ήταν λίαν βραχύβια. Δύο μόλις χρόνια στο κουρμπέτι και ένα άδοξο τέλος, αλλά η φήμη και το notoriority τους επιβίωσε και μετά τον θάνατό τους, πράγμα για το οποίο ευθύνονται καταρχάς τα πολυαγαπημένα αμερικάνικα media και το πιπίλισμα τους και μετέπειτα όσοι αποφάσισαν πως η ιστορία τους μπορεί να γίνει βιβλίο, τραγούδι, ταινία ή κόμικ.
Ladies first, γι’ αυτό θα ξεκινήσουμε με την Bonnie, η οποία δεν ήταν το αλάνι που κάπνιζε και πυροβολούσε όποιον της την έμπαινε. Αυτά είναι μεντιο-θολούρες. Λόγω καψούρας ακολουθούσε τον άντρα της, όπως κάθε καλό μη χειραφετημένο θηλυκό της εποχής της.
Το πλήρες της όνομα ήταν Bonnie Eliza Parker (ελληνικά: Μπόνι Ελίζαμπεθ Πάρκερ) και γεννήθηκε την 1η Οκτωβρίου του 1910. Έχασε τον πατέρα της όταν ήταν 4 ετών και μετέπειτα η μάνα της, Emma Krause, πήρε την μικρή Bonnie και τα δύο αδέρφια της και πήγαν να μείνουν στο Dallas.
Η μικρή Bonnie στο σχολείο ήταν άψογη μαθήτρια με διακρίσεις σε διαγωνισμούς ορθογραφίας, γραψίματος και άλλα τέτοια φανφάρικα και μάλλον άχρηστα Άχρηστα, γιατί στην δευτέρα λυκείου η δικιά μας γνώρισε και παντρεύτηκε έναν νεαρό ονόματι Roy Thorton. Μάλλον το είχε χούι να ερωτοχτυπιέται άγρια από μικρή.
Όπως όλες οι σχέσεις που έχουν το στοιχείο της έντονης ανεγκέφαλης και ανώριμης καψούρας δεν κράτησε για πολύ: έλα λίγο οι εγκληματικές τάσεις του Roy, άντε η χαζομάρα της νεαρής ηλικίας, στα τρία χρόνια έβαλαν ένα μεγάλο “Χ” ο ένας στον άλλον (1926 παντρεύτηκαν, 1929 το διέλυσαν). Η πλάκα είναι πως στα χαρτιά δεν χώρισαν ποτέ και η Bonnie φορούσε την βέρα της μέχρι τέλους. Human nonsense I guess. Αφού χώρισε, γύρισε στην μάνα της και δούλευε ως σερβιτόρα μέχρι το 1930 που γνώρισε τον Clyde.
Από την άλλη, ο Clyde Chestnut Barrow (ελληνικά: Κλάιντ Μπάροου) γεννήθηκε στις 24 Μαρτίου σε μια πόλη λίγο πιο νότια από το Dallas, στο Ellis County και ήταν το πέμπτο κουτσούβελο μιας φτωχής οικογένειας αγροτών.
Στα 20s πήγαν όλοι μαζί στο Dallas μήπως και τους φέξει, αλλά τζίφος. Σε σκηνή έμεναν, κάτι σαν το ελεύθερο κάμπινγκ που κάνεις και εσύ αλλά χωρίς το κωλοβάρεμα και το χόρτο. Από το 1926 ο Clyde άρχισε τα μπες βγες στη φυλακή του Dallas, αρχικά για παρακράτηση νοικιασμένου αυτοκινήτου και μετέπειτα για διάφορες κλοπές — όλα τα κλέβω, όλα τα καβατζώνω, από γαλοπούλες μέχρι οχήματα.
Το 1930 τον έστειλαν στις αγροτικές φυλακές του Eastham. Εκεί έβαψε για πρώτη φορά τα καβατζόχερα του με αίμα, αφού ξυλοκόπησε μέχρι θανάτου έναν συγκρατούμενο που επιχείρησε να του κάνει γλυκό έρωτα. Μετά την ψυρρού στο Eastham, παραέγινε δύστροπος και πιο εγκληματικός απ’ ότι ήταν. Αλλά αυτό είναι άλλο καπέλο.
Πάμε να δούμε λίγο τι έπαιξε με τα πιτσούνια μας. Γνωρίστηκαν το 1930 τον Ιανουάριο πριν μπει ο Clyde στο Eastham. Η γνωριμία έγινε στο σπίτι μιας κοινής γνωστής και η έλξη ήταν άμεση (κεραυνοβόλο έρωτα δεν το λένε αυτό οι θνητοί;). Αφού ο Clyde μπήκε στην στενή, η Bonnie τον περίμενε και όταν αυτός βγήκε, “μπαντούμ“!
Φεβρουάριο του 1932 ξεκίνησαν τα μεγάλα ψυρίσματα μαζί με μια παρέα με άλλα καλόπαιδα. Κύριοι στόχοι βενζινάδικα, και διάφορα μικρομάγαζα. Στόχος τους δεν ήταν απλά να πιάσουν την καλή, αλλά να μαζέψουν αρκετά χρήματα και πολεμοφόδια για να κάνουν “ντου” στην φυλακή του Eastham και να ξεσηκώσουν τους κρατούμενους — βαβουριάριδες! Γουστάρω!
Στις 19 Απριλίου μπουζούριασαν την Bonnie, μαζί με έναν άλλο τυπά, τον Ralph Fults. Την Bonnie την αμόλυσαν λίγο μετέπειτα, ο Fults έμεινε μέσα για καιρό και δεν έμπλεξε με το παρεάκι του Clyde ποτέ ξανά.
Στις 30 του ίδιου μήνα, κατά την διάρκεια ενός πλιάτσικου σκότωσαν τον πρώτο άτυχο της καριέρας τους. Η γυναίκα του θύματος -όπου ήταν ο ιδιοκτήτης του μαγαζιού-αναγνώρισε τον Clyde. Υπέροχα! Εξαιτίας αυτού οι αρχές ξεκίνησαν να ψαχουλεύουν το gang του Clyde πιο συστηματικά.
Στις 5 Αυγούστου που η Bonnie είχε πάει να δει την μάνα της στο Dallas, ενώ ο Clyde ήταν στην Oklahoma με κάποια από τα παλικάρια του και τα έπιναν. Όταν τελείωσαν με τα ξίδια και βγήκαν έξω, τους περίμενε ο τοπικός σερίφης με τον βοηθό του. Οι δικοί μας -ελαφρώς τύφλα- κύριοι, αντέδρασαν όπως θα περίμενε κανείς: ουγκάνικα. Άνοιξαν πυρά, σκότωσαν τον βοηθό και τραυμάτισαν σοβαρά τον σερίφη. Ήταν οι πρώτοι μπατσάνθρωποι που έπεσαν από τις σφαίρες του Clyde και της παρέας του, ενώ συνολικά σκότωσαν άλλους εννέα σε διαφορετικά χρονικά διαστήματα.
Ακολούθησαν και άλλα τέτοια όμορφα καφριλίκια, αλλά εμείς θα πάμε στις 22 Μαρτίου του 1933 που άφησαν χύμα τον Buck Barrow, το αδέρφι του Clyde. Αυτός μαζί με την γυναίκα του καβατζώθηκαν στο κρησφύγετο του Clyde, αρχικά για να τον πείσουν να παραδοθεί στις αρχές, αλλά τελικά έκαναν join στο παρεάκι, μιας και η αμαρτία είναι γλυκιά σαν τη merenda (ή έστω την nutella, αναλόγως τα γούστα) και το αίμα νερό δεν γίνεται.
Μόνο που κάπου μέσα σε εκείνη την περίοδο, ο Clyde ενώ καθάριζε το αυτόματο του εκείνο εκπυρσοκρότησε και αυτό το χαριτωμένο “μπαμ” τράβηξε την προσοχή της αστυνομίας. Σκάνε μύτη λοιπόν τα στρουμφ, πέντε στον αριθμό με δύο περιπολικά, νομίζοντας πως θα έχουν να κάνουν με άμπαλους bootleggers. E, οι δικοί μας έριξαν τους δύο από αυτούς και μετά φορτώθηκαν όλοι στο τουτού και αποχώρισαν ατάκτως.
Το κακό είναι πως στην “γιάφκα” τους είχαν αφήσει όλη τους την προίκα, που πέρα από όπλα ήταν γραφειοκρατικές χαρτούρες, χρησιμοποιημένα φιλμ και ποιήματα της Bonnie. Όλα τα άπλυτα στη φόρα! Φυσικά οι τύποι στο τμήμα τύπωσαν τις φωτογραφίες και τα media έκαναν ένα πολύ μεγάλο σούσουρο για το gang του Clyde. Οι δικοί μας πάλι έτρεχαν να σώσουν το κωλί τους στην παγωμένη Minnesota.
Δύο μήνες αργότερα επιχείρησαν να κάνουν μια ληστεία σε τράπεζα της Indiana, η οποία δεν τους έκατσε, αλλά κατάφεραν να μακελέψουν μια τράπεζα στην Okabena της Minnesota. Παράλληλα είχαν κάνει και μια διπλή απαγωγή. Γενικά μάζευαν μαζί τους κόσμο, αλλά μετά τους άφηναν και αν ήταν στις καλές τους, τους έδιναν και χρήματα για να γυρίσουν σπίτι.
Οι φωτογραφίες στα χέρια των αρχών, μαζί με τις απαγωγές και το συνήθειο τους να καθαρίζουν οποιονδήποτε τους έμπαινε εμπόδιο, τους έκανε ιδιαίτερα αναγνωρίσιμους, πράγμα που τους δυσκόλευε την ζωή. Δεν μπορούσαν να μείνουν σε motel, απέφευγαν όσο μπορούσαν τον πολιτισμό, είχαν καταλήξει να την βγάζουν στην ύπαιθρο, με σκηνές και campfire (παλιά μου τέχνη κόσκινο, ε Clyde;).
Από το σκηνικό με τα πυροβολίδια στο κρησφύγετο τους, μέχρι τα ξεφτιλίκια με την ελεύθερη κατασκήνωση, να σε ενημερώσω ότι η συμμορία αποτελούνταν από 5 άτομα. Τον Clyde, την Bonnie, τον Buck, την σύζυγο του Blanche και τον W. D. Jones. Να σε ενημερώσω επίσης ότι λόγω της εξαθλίωσης, του τρεξίματος και του “δεν έχουμε χρόνο για εμάς τα δύο” τα ζευγάρια ήταν συνέχεια στην τσίτα. Μιλάμε για τόση τσίτα που ο Jones για μια περίοδο έγινε μπουχός, μην αντέχοντας άλλες υστερίες και ξαναγύρισε στην ομάδα τον Ιούνιο του 1933.
Ένα μήνα αργότερα ο Buck Barrow σκοτώθηκε μετά από ένα ανθρωποκυνηγητό στην Iowa και η Blanche πιάστηκε από τις αρχές, ενώ οι άλλοι τρεις κατάφεραν να διαφύγουν.
Για ενάμισι μήνα περίπου ο Clyde, η Bonnie και ο Jones κυκλοφορούσαν σε πολιτείες της Αμερικής στις οποίες δεν ήταν ιδιαίτερα γνωστοί και κρατούσαν χαμηλό προφίλ, πλιατσικολογώντας απλά για να επιβιώσουν. Πήραν τα πάνω τους και άρχισαν πάλι τις μαγκιές, αφού λήστεψαν ένα οπλοστάσιο στο Illinois — μέσα στα λάφυρα ήταν τρία αυτόματα τύπου BAR, μερικά όπλα χειρός και πολλές (πολλές!) σφαίρες.
Μετά από αυτό είπαν να το διαλύσουν για λίγο και να πάνε να δούνε τις φαμίλιες τους. Οι αρχές έπιασαν τον Jones κάπου πριν από το Houston και το ζεύγος μέσα στην περίοδο Σεπτέμβρη με Νοέμβρη του 1933, γλύτωσε δύο φορές από τα χέρια του νόμου.
Με αυτά και με εκείνα έφτασε η πολυπόθητη στιγμή. 16 Ιανουαρίου 1934, πήρε χώρα το περίφημο Eastham Breakout, όπου με την βοήθεια του Clyde το έσκασαν από εκεί πολλοί κακούργοι της εποχής και η φυλακή έγινε ρεζίλι σε όλες τις ΗΠΑ για αυτό.
Οι αρχές για να το σώσουν ζήτησαν από τον Frank A. Hamer, παλαίμαχο Texas Ranger να κυνηγήσει τον Clyde και την συμμορία του — η οποία επανδρώθηκε με νέα μέλη, μετά τον χαμούλη στο Eastham. Λέγεται πως ο τύπος είχε “balls of steel” και γενικώς γαμούσε και έδερνε με τον δικό του “I’m the law and order” τρόπο.
Όπως και να ‘χει τα πράγματα παρά την επιτυχία, δυσκόλευαν κι άλλο για το ζεύγος, κυρίως μετά από μια συμπλοκή που έγινε μεταξύ της συμμορίας του Clyde και δύο αστυνόμων την 1η Απριλίου του 1934. Φαντάσου πως και οι 4 εφημερίδες του Dallas προσπαθούσαν να βγάλουν από την μύγα ξίγκι μετά από αυτό αναπαράγοντας συχνά ψευδείς ή έστω παραμορφωμένες μαρτυρίες ατόμων που είδαν τον Clyde και την Bonnie εν δράσει.
Το αστείο της υπόθεσης είναι πως όλη η αρνητική προσοχή έπεσε στην Bonnie, η οποία απεικονιζόταν από τα media ως μια ψυχρόαιμη ψύχισσα που γούσταρε να καθαρίζει κόσμο.
Άλλος ένας φόνος ήταν αρκετός για να τους ρίξει η κοινή γνώμη στο πυρ το εξώτερον και να κάνει λόγο για ηλεκτρικές καρέκλες και άλλα τέτοια θριλερικά. Ο Hamer από την άλλη, έβαλε μπρος την επιχείρηση “βρείτε τους ρέμπελους” στις 10 Φεβρουαρίου του 1934, και μετά από 4 μήνες ψάξιμο η υπόθεση έκλεισε μια και καλή.
Στις 21 Μαϊού οι αρχές έμαθαν πως το ζεύγος μαζί με τον Henry Methvin -τον οποίο είχαν μαζέψει από το Eastham – κατευθύνονταν προς το Bienville Parish της Louisiana. Τους την έστησαν καθ’ οδόν στις 23 Μαϊού και τους γάζωσαν γενναιόδωρα. Ο Clyde χτυπήθηκε ακαριαία στο κεφάλι από το πρώτο κύμα πυροβολισμών. Μετέπειτα ακούστηκε η τσιρίδα της Bonnie που συνειδητοποίησε πως ο Clyde ήταν νεκρός και μετά από αυτό, δώστου πάλι οι μπάτσοι “ratatatatat” έγινε και η Bonnie σουρωτήρι. Και κάπως έτσι τελείωσε η ζωή και η καριέρα του ζεύγους.
Τώρα στα μεταθανάτια, η πιο έγκυρη πηγή λέει πως βρέθηκαν 17 πληγές από σφαίρες στο σώμα του Clyde και 26 στης Bonnie. Μετά το σούσουρο μαζεύτηκε κόσμος ο οποίος θα μακέλευε τα πτώματα αν δεν τα φυλούσσαν ένστολοι. Βέβαια, μια μανιασμένη τύπισσα κατάφερε να περάσει τον κλοιό τους και να κόψει μπούκλες και κομμάτια από το φόρεμα της Bonnie τα οποία μετέπειτα πούλησε ως σουβενίρ.
Εκείνη την περίοδο πρέπει να ήταν όλοι μισογύνηδες στο Αμέρικα, ακόμα και οι γυναίκες. Γενικά έπαιξε μια κατάσταση τσίρκου με το πόπολο που μαζεύτηκε γύρω από το σκηνικό: λέγεται πως μάζευαν ότι έβρισκαν εύκαιρο για σουβενίρ, γυαλιά από το αμάξι, κάλικες, μέχρι και το αυτί του Clyde πήγε να κόψει ένας μπάρμπας. Έπρεπε να σκάσει μύτη ο Hamer για να βάλει όλους τους παλαβούς στην θέση τους.
Μετά τα κόψε ράψε που ακολούθησαν για να σουλουπωθούν λίγο οι ζημιές από τις σφαίρες, τα πτώματα δόθηκαν στις οικογένειες τους. Από την μία οικογένεια της Bonnie δεν δέχτηκε να θαφτεί δίπλα στον Clyde, όπως είχαν ζητήσει και οι δύο, αλλά πραγματοποίησαν την άλλη της τελευταία επιθυμία, να περάσουν το πτώμα της από το πατρικό της. Βέβαια ο κοσμάκης που είχε μαζευτεί -haters gonna hate- έκανε το όλο εγχείρημα, καθώς και την ταφή της δύσκολη υπόθεση. Από την άλλη η κηδεία του Clyde έγινε σε κλειστό κύκλο συγγενών, χωρίς τράβαλα και το πτώμα του θάφτηκε μαζί με αυτό του αδερφού του, Marvin.
Δυνατή ιστορία, αν και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης φρόντισαν να την ενδυναμώσουν με νοθείες και υπερβολές, όπως συνηθίζεται άλλωστε. Ένα ερωτικό πάθος που δεν υπολόγιζε τίποτα, ούτε καν τον νόμο, το τέλος του κάθε άλλο παρά ευχάριστο, αλλά ο απόηχος του παραήταν έντονος.
Η λαϊκή κουλτούρα είναι γεμάτη με αναφορές στα ονόματα και την ιστορία τους: Σκέψου πως η hybristophilia (δεν βρήκα κάποια αντίστοιχη ελληνική ονομασία), το φετίχ που έχει να κάνει με την έλξη προς εκείνα τα άτομα που έχουν διαπράξει εγκληματικές πράξεις, ονομάζεται επίσης και “Bonnie and Clyde Syndrome“.