Η Κύπρος είναι ένα ανεπτυγμένο οικονομικά κράτος της Ανατολικής Μεσογείου και μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Πολίτευμα – κρατική διάρθρωση
Το Κυπριακό κράτος, που εγκαθιδρύθηκε το 1960 με τις συμφωνίες Ζυρίχης και Λονδίνου, είναι ανεξάρτητη κυρίαρχη Δημοκρατία με προεδρικό σύστημα διακυβέρνησης. Η λεγόμενη ‘Τουρκική Δημοκρατία της Βορείου Κύπρου’ (TRNC) κήρυξε την ανεξαρτησία της το 1983 και παραμένει de facto ανεξάρτητη και de jure ενιαίο τμήμα της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Εκτελεστική εξουσία
Σύμφωνα με το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, την εκτελεστική εξουσία ασκούν ο πρόεδρος και ο αντιπρόεδρος της Δημοκρατίας μέσω Υπουργικού Συμβουλίου που διορίζουν οι ίδιοι. Και οι δύο εκλέγονται για πενταετή θητεία, ο πρόεδρος από την ελληνική κοινότητα και ο αντιπρόεδρος από την τουρκική κοινότητα. Ο Τούρκος αντιπρόεδρος εγκατέλειψε τα καθήκοντά του το 1964 μετά τα τραγικά γεγονότα το 1963 όταν μεγάλο τμήμα των Τουρκο-Κυπρίων δημιούργησαν δικές τους ζώνες ασφαλείας.
Το Υπουργικό Συμβούλιο αποτελείται, βάσει του Συντάγματος, από 7 Έλληνες και 3 Τούρκους. Οι Τουρκο-Κύπριοι υπουργοί αποχώρησαν το 1964 και τα υπουργεία τους ανέλαβαν Eλληνo-Κύπριοι. Το Υπουργικό Συμβούλιο, του οποίου προεδρεύει ο πρόεδρος της Δημοκρατίας, απαρτίζεται σήμερα από τους ακόλουθους υπουργούς:
- Αμύνης
- Γεωργίας και Φυσικών Πόρων
- Δικαιοσύνης
- Eμπορίου και Βιομηχανίας
- Εξωτερικών
- Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων
- Εσωτερικών
- Οικονομικών
- Παιδείας
- Συγκοινωνιών και Έργων
- Υγείας
Νομοθετική εξουσία
Ασκείται από τη Βουλή των Αντιπροσώπων, της οποίας τα μέλη εκλέγονται για πενταετή θητεία.Βάσει του Συντάγματος, ο πρόεδρός της είναι Έλληνας και ο αντιπρόεδρος Τούρκος. Οι Τούρκοι βουλευτές (15 βάσει του Συντάγματος) αποχώρησαν το 1964. Οι τρεις μειονότητες (Αρμένιοι, Μαρωνίτες, Λατίνοι) εκλέγουν το δικό τους αντιπρόσωπο στη Βουλή αλλά χωρίς δικαίωμα ψήφου.Με απόφαση της Βουλής το 1985, τα μέλη της (ελληνική κοινότητα) αυξήθηκαν από 35 σε 56.
Δικαστική εξουσία
Ανεξάρτητη εξουσία που έχει αρμοδιότητα για την απονομή δικαιοσύνης. Το Δικαστικό Σώμα απαρτίζουν:
- Το Ανώτατο Δικαστήριο
- Τα κακουργιοδικεία
- Τα επαρχιακά δικαστήρια
- Τα εκκλησιαστικά δικαστήρια (για την ελληνοκυπριακή κοινότητα)
- Τα τουρκικά δικαστήρια οικογενειακών υποθέσεων (για την τουρκοκυπριακή κοινότητα).
Ανεξάρτητες υπηρεσίες
Οι ανεξάρτητες υπηρεσίες της Δημοκρατίας, που δεν υπάγονται σε οποιοδήποτε υπουργείο, είναι:
- Το Γραφείο του γενικού εισαγγελέα
- Το Γραφείο του γενικού ελεγκτή
- Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας
- Η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας
Ημικρατικοί Οργανισμοί
Είναι οργανισμοί κοινής ωφελείας που παρέχουν ουσιώδεις υπηρεσίες και στους οποίους κυριότερος μέτοχος είναι το κράτος.
Σημαντικότεροι από αυτούς είναι:
- Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου (ΑΗΚ)
- Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου (ΑΤΗΚ, το CYTA είναι στα Αγγλικά)
- Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου (ΡΙΚ)
- Κυπριακές Αερογραμμές (ΚΑ)
- Κυπριακός Οργανισμός Τουρισμού (ΚΟΤ)
- Θεατρικός Οργανισμός Κύπρου (ΘΟΚ)
- Κυπριακός Οργανισμός Αθλητισμού (ΚΟΑ)
- Αρχή Κρατικών Εκθέσεων
- Αρχή Λιμένων Κύπρου
- Αρχή Βιομηχανικής Καταρτίσεως
- Συμβούλιο Αμπελουργικών Προϊόντων (ΣΑΠ)
- Κυπριακά Διυλιστήρια Πετρελαιοειδών
- Επιτροπή Σιτηρών Κύπρου.
Εθνική Φρουρά
Από το 1964 η Εθνική Φρουρά αποτελεί το στρατό της Κυπριακής Δημοκρατίας. Σύμφωνα με το Σύνταγμα, η Δημοκρατία έχει στρατό από 2.000 άνδρες (60% Ελληνοκυπρίους και 40% Τουρκοκυπρίους) χωρίς υποχρεωτική θητεία. Από το 1964 οι Τουρκοκύπριοι εγκατέλειψαν το νόμιμο στρατό στα πλαίσια της ανταρσίας τους εναντίον του κράτους. Για αντιμετώπιση της ανταρσίας δημιουργήθηκε το 1964 η Εθνική Φρουρά και η θητεία έγινε υποχρεωτική.
Αστυνομία – Πυροσβεστική Υπηρεσία – Πολιτική Άμυνα
Η κυπριακή Αστυνομία είναι υπεύθυνη για την τήρηση του νόμου και της τάξης, την παροχή βοήθειας και προστασίας στο κοινό, και γενικά για την προστασία των ηθών και αξιών του λαού. Η Πυροσβεστική Υπηρεσία είναι υπεύθυνη για την κατάσβεση πυρκαγιών και την παροχή υπηρεσιών ανθρωπιστικής φύσεως. Η Δύναμη Πολιτικής Άμυνας είναι υπεύθυνη για την προστασία των πολιτών και της περιουσίας τους σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης είτε εξαιτίας εχθροπραξιών είτε εξαιτίας άλλης συμπεριφοράς
Άλλα στοιχεία
Η σημαία της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι άσπρη και παρουσιάζει το νησί της Κύπρου σε κίτρινο χρώμα και δύο σταυρωτά φύλλα δάφνης σε πράσινο χρώμα κάτω από αυτό.Νομισματική μονάδα της Κύπρου είναι η κυπριακή λίρα, που εισάχθηκε από τους Βρετανούς, και, αρχικά διαιρούνταν σε 20 σελίνια. Αργότερα (1955 κ.ε.), υποδιαιρέθηκε σε 1.000 μιλς. Πρόσφατα η υποδιαίρεση της κυπριακής λίρας άλλαξε, και σήμερα υποδιαιρείται σε 100 σεντ.Στα μέτρα και σταθμά χρησιμοποιείται το δεκαδικό μετρικό σύστημα.
Η Κυπριακή Δημοκρατία, από τότε που εγκαθιδρύθηκε, είναι μέλος των εξής διεθνών σωμάτων:
- Του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών
- Του Κινήματος των Αδεσμεύτων
- Της Κοινοπολιτείας
- Του Συμβουλίου της Ευρώπης.
Συνδέεται επίσης με την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα μέσω συμφωνίας σύνδεσης η οποία αποσκοπεί σε τελωνειακή ένωση.
Τοπική αυτοδιοίκηση
Θέματα τοπικής αυτοδιοίκησης χειρίζονται οι δήμοι, που υπάρχουν στις έξι μεγάλες πόλεις του νησιού καθώς και σε μεγάλες αγροτικές κοινότητες και περιοχές που γειτνιάζουν με αστικές περιοχές και έχουν πληθυσμό άνω των 5.000 κατοίκων.Στα χωριά τα θέματα τοπικής αυτοδιοίκησης αποτελούν αρμοδιότητα των συμβουλίων βελτιώσεως και των χωριτικών αρχών.Οι υφιστάμενοι σήμερα στην Κύπρο δήμοι, κατά αλφαβητική σειρά, είναι:
- Αγίου Αθανασίου
- Αγίου Δομετίου
- Αγλαντζιάς
- Αθηένου
- Ακανθούς
- Αμμοχώστου
- Αραδίππου
- Έγκωμης
- Καραβά
- Κερύνειας
- Κυθρέας
- Λακατάμιας Πάνω και Κάτω Λαπήθου
- Λάρνακας
- Λατσιών
- Λεμεσού
- Λευκάρων
- Λευκονοίκου
- Λευκωσίας
- Μέσα Γειτονιάς
- Μόρφου
- Παραλιμνίου
- Πάφου
- Πολεμιδιών Κάτω
- Πόλης Χρυσοχούς
- Στροβόλου
Όσοι δήμοι είναι σημειωμένοι με κόκκινο βρίσκονται σήμερα κάτω από την τουρκική κατοχή.
Πολιτικά κόμματα
Η δημιουργία κομμάτων στην Κύπρο άρχισε την εποχή της Αγγλοκρατίας. Το πρώτο κόμμα που ιδρύθηκε (1926) ήταν το Κομμουνιστικό Κόμμα Κύπρου που συγχωνεύτηκε το 1942 με το Ανορθωτικό Κόμμα Εργαζομένου Λαού (Α.Κ.Ε.Λ.) που ιδρύθηκε το 1941. Ως αντίποδας του Α.Κ.Ε.Λ., δημιουργήθηκε, το 1943, το δεξιό Κυπριακόν Εθνικόν Κόμμα. Στα χρόνια που ακολούθησαν ιδρύθηκαν και άλλα κόμματα, ως επί το πλείστον βραχύβια.Σήμερα υπάρχουν στην Κύπρο τέσσερα κοινοβουλευτικά κόμματα και μερικά άλλα με πολύ μικρό εκτόπισμα.Τα κοινοβουλευτικά κόμματα, με βάση την εκλογική τους δύναμη του 1985, είναι:
- Δημοκρατικός Συναγερμός (ΔΗ.ΣΥ.)
- Δημοκρατικό Κόμμα (ΔΗ.ΚΟ.)
- Ανορθωτικό Κόμμα Εργαζομένου Λαού (Α.Κ.Ε.Λ.)
- Σοσιαλιστικό Κόμμα Ε.Δ.Ε.Κ.
Ο θεσμός του προέδρου και του αντιπροέδρου
Ο θεσμός του προέδρου και του αντιπροέδρου υφίσταται στην Κύπρο από την περίοδο της ανακήρυξης της σε ανεξάρτητο κράτος, τόσο για την εκτελεστική εξουσία (πρόεδρος της Δημοκρατίας και αντιπρόεδρος) όσο και για το σώμα της νομοθετικής εξουσίας (πρόεδρος της Βουλής). Τόσο οι συμφωνίες Ζυρίχης και Λονδίνου όσο και το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας προνοούν για Έλληνα Κύπριο πρόεδρο και για Τούρκο Κύπριο αντιπρόεδρο, καθώς και για Έλληνα Κύπριο πρόεδρο της Βουλής και για Τούρκο Κύπριο αντιπρόεδρο της Βουλής.
Πρόεδρος της Δημοκρατίας
Η Κυπριακή Πολιτεία είναι (όπως καθορίζεται στο πρώτο άρθρο του Συντάγματός της) ανεξάρτητος και κυρίαρχος Δημοκρατία προεδρικού συστήματος, της οποίας ο πρόεδρος είναι Έλλην και ο αντιπρόεδρος Τούρκος, εκλεγόμενοι αντιστοίχως υπό της ελληνικής και της τουρκικής κοινότητος της Κύπρου.Οι διατάξεις που αναφέρονται στον πρόεδρο και στον αντιπρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας αποτελούν το τρίτο μέρος του Συντάγματος της Κύπρου (άρθρα 36-60). Σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 36, ο πρόεδρος της Δημοκρατίας είναι ο αρχηγός της Πολιτείας και προηγείται πάντων εν τη Δημοκρατία.
Σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματός του, αντικαθίσταται από τον (επίσης Έλληνα Κύπριο) πρόεδρο της Βουλής.Η εκλογή του προέδρου της Δημοκρατίας είναι άμεση, δια καθολικής και μυστικής ψηφοφορίας (προεδρικές εκλογές). Εκλέγεται ο υποψήφιος εκείνος που εξασφαλίζει το μεγαλύτερο ποσοστό ψήφων, και εν πάση περιπτώσει πάνω από 50%.
Αν κανένας από τους υποψηφίους δεν εξασφαλίσει ποσοστό μεγαλύτερο από 50%, η εκλογή επαναλαμβάνεται την επόμενη εβδομάδα με συμμετοχή των δυο υποψηφίων που εξασφάλισαν μεγαλύτερο ποσοστό ψήφων κατά την πρώτη εκλογή. Κατά την επαναληπτική εκλογή εκλέγεται ο υποψήφιος που εξασφαλίζει το μεγαλύτερο ποσοστό ψήφων. Η θητεία του προέδρου, όπως και του αντιπρόεδρου, είναι 5ετής.Δικαίωμα υποψηφιότητας για το αξίωμα του προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας έχει ο κάθε Έλληνας Κύπριος, ο οποίος:
- είναι πολίτης της Δημοκρατίας
- συμπλήρωσε το 35ο έτος της ηλικίας του
- δεν έχει καταδικαστεί
- δεν πάσχει διανοητικά.
Η εγκατάσταση του εκλεγέντος προέδρου της Δημοκρατίας γίνεται με διαβεβαίωση που δίνει ενώπιον της Βουλής, για πίστη και σεβασμό στο Σύνταγμα και τους νόμους της Δημοκρατίας της Κύπρου.Ο πρόεδρος της Δημοκρατίας, ως αρχηγός της Κυπριακής Πολιτείας:
Αντιπροσωπεύει το κράτος σε όλες τις επίσημες εκδηλώσεις.
Υπογράφει τα διαπιστευτήρια Κυπρίων διπλωματικών απεσταλμένων και δέχεται τα διαπιστευτήρια των ξένων διπλωματικών απεσταλμένων στην Κύπρο.
Υπογράφει τα διαπιστευτήρια των Κυπρίων αντιπροσώπων σε διεθνείς αποστολές και τις πράξεις επικύρωσης διεθνών συνθηκών, συμβάσεων και συμφωνιών.
Απονέμει τιμητικές διακρίσεις και παράσημα της Δημοκρατίας της Κύπρου.
Το άρθρο 41 του Συντάγματος ορίζει ότι το λειτούργημα του προέδρου της Δημοκρατίας, όπως και εκείνο του αντιπροέδρου, είναι ασυμβίβαστο με το αξίωμα υπουργού, βουλευτή, δημάρχου ή με άλλα δημόσια αξιώματα ή την ιδιότητα του μέλους των ενόπλων δυνάμεων ή των δυνάμεων ασφαλείας.
Επίσης, σε όλη τη διάρκεια της θητείας τους, δεν έχουν το δικαίωμα να ασκούν οποιοδήποτε επάγγελμα ή έμμισθη εργασία.Το λειτούργημα του προέδρου της Δημοκρατίας, όπως και εκείνο του αντιπροέδρου, παραμένει χωρίς φορέα είτε εξαιτίας του θανάτου τους, είτε ύστερα από έγγραφη παραίτησή τους, είτε λόγω καταδίκης τους για έσχατη προδοσία ή άλλο ατιμωτικό αδίκημα, είτε λόγω διαρκούς σωματικής ή διανοητικής ανικανότητας, είτε λόγω μη προσωρινής απουσίας.
Το 1964 ο τότε πρώτος Τούρκος αντιπρόεδρος της Δημοκρατίας δρ. Φαζιλ Κουτσιούκ αποχώρησε από τη θέση και το λειτούργημά του ύστερα από την ανταρσία των Τουρκοκυπρίων. Από τότε ο θεσμός του αντιπροέδρου της Δημοκρατίας δε λειτούργησε ομαλά.
Η εκτελεστική εξουσία διασφαλίζεται από τον πρόεδρο της Δημοκρατίας που καταρτίζει, προς τούτο, το υπουργικό του συμβούλιο. Σύμφωνα με το άρθρο 46 του Συντάγματος, του υπουργικό συμβούλιο καταρτίζεται από τον πρόεδρο και τον αντιπρόεδρο, που διορίζουν, αντίστοιχα, 7 Έλληνες Κυπρίους και 3 Τούρκους Κυπρίους υπουργούς. Η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται μετά την ανταρσία των Τουρκοκυπρίων, οπότε μόνος ο πρόεδρος διορίζει υπουργικό συμβούλιο από Έλληνες Κυπρίους, λόγω μη συνεργασίας των Τουρκοκυπρίων.
Το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας ορίζει ότι ο πρόεδρος της Κύπρου είναι πάντοτε Έλληνας Κύπριος (εκλεγόμενος από τον ελληνικό πληθυσμό του νησιού) και ο αντιπρόεδρος πάντοτε Τούρκος Κύπριος (εκλεγόμενος από τον τουρκικό πληθυσμό του νησιού).Από τότε που η Κύπρος ανακηρύχτηκε ανεξάρτητη Δημοκρατία, το λειτούργημα του προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας κατέλαβαν τέσσερα άτομα:
Ο αρχιεπίσκοπος Κύπρου Μακάριος Γ’
Εκλέχτηκε πρώτος πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας κατά τις πρώτες προεδρικές εκλογές που έγιναν στις 13.12.1959. Κατ’ αυτές εξασφάλισε ποσοστό 67% των ψήφων, ενώ ο αντίπαλός του Ιωάννης Κληρίδης εξασφάλισε ποσοστό 33%. Ο πρόεδρος Μακάριος εγκαταστάθηκε επίσημα ως πρόεδρος στις 16.8.1960. Ξαναεκλέχτηκε στο λειτούργημα του προέδρου της Δημοκρατίας κατά τις δεύτερες προεδρικές εκλογές που έγιναν στις 25.2.1968, οπότε εξασφάλισε το 95,5% των ψήφων.
Ο αντίπαλός του Τάκης Ευδόκας εξασφάλισε ποσοστό 3,7%. Οι εκλογές αυτές καθυστέρησαν εξαιτίας της ανώμαλης κατάστασης που ακολούθησε την ανταρσία των Τουρκοκυπρίων. Για τρίτη φορά ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος εκλέχτηκε πρόεδρος της Δημοκρατίας, χωρίς ανθυποψήφιο τώρα, στις 8.2.1973. Διατήρησε το λειτούργημα του προέδρου με μια 5μηνη διακοπή ύστερα από το πραξικόπημα του 1974, μέχρι το θάνατό του στις 3.8.1977.
Σπύρος Κυπριανού
Ανέλαβε την προεδρία, ως πρόεδρος της Βουλής που ήταν τότε μετά το θάνατο του αρχιεπισκόπου Μακαρίου, στις 3.8.1977. Λίγο αργότερα, στις 3.9.1977, εκλέχτηκε χωρίς ανθυποψήφιο πρόεδρος της Δημοκρατίας για το υπόλοιπο της θητείας του προηγούμενου προέδρου (με βάση τις σχετικές πρόνοιες του Συντάγματος) που έληγε στις 27.2.1978. Στις 28.2.1978 εκλέχτηκε για δεύτερη φορά, πάλι χωρίς ανθυποψήφιο, πρόεδρος για κανονική 5ετή θητεία. Στις προεδρικές εκλογές που έγιναν στις 13.2.1983 ο Σπύρος Κυπριανού εκλέχτηκε για τρίτη φορά πρόεδρος, εξασφαλίζοντας ποσοστό 56,54% των ψήφων, με αντιπάλους του τους Γλαύκο Κληρίδη και Βάσο Λυσσαρίδη.
Γεώργιος Βασιλείου
Εκλέχτηκε πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας το Φεβρουάριο του 1988. Αντίπαλοι στις εκλογές αυτές ήταν οι Γ. Βασιλείου, Γλ. Κληρίδης, Σπ. Κυπριανού και Β. Λυσσαρίδης, από τους οποίους κανένας δε συγκέντρωσε ποσοστό πάνω από 50% κατά την πρώτη εκλογή. Ήταν η πρώτη φορά κατά την οποία οι εκλογές επαναλήφθηκαν, με ανθυποψήφιους τους δυο επικρατέστερους, τους Γ. Βασιλείου και Γλ. Κληρίδη. Ο Γ. Βασιλείου υπερίσχυσε ελαφρά του αντιπάλου του, εξασφαλίζοντας περίπου το 51% των ψήφων.
Γλαύκος Κληρίδης
Στις προεδρικές εκλογές του 1993 αναδείχθηκε Πρόεδρος της Kυπριακής Δημοκρατίας λαμβάνοντας επί των ψήφων ποσοστό 50,28 % έναντι του πρώην προέδρου Γιώργου Βασιλείου που έλαβε 49,72% σε σύνολο 758 εκλογικών κέντρων.Κατά τη διάρκεια του πραξικοπήματος της ελληνικής χούντας κατά του προέδρου Μακαρίου (15.7.1974), ο Μακάριος παρέμεινε στο εξωτερικό, σε αναγκαστική εξορία 5 περίπου μηνών (16.7.74 μέχρι 7.12.74). Οι πραξικοπηματίες διόρισαν ως “πρόεδρο” της Κύπρου το Νίκο Σαμψών, που παρέμεινε για 8 μέρες μόνο.
Αμέσως μετά την πτώση της ελληνικής χούντας, την προεδρία ανέλαβε ο Γλαύκος Κληρίδης, τότε πρόεδρος της Βουλής.Ως πρώτος αντιπρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας εκλέχτηκε, χωρίς ανθυποψήφιο, ο Φαζίλ Κουτσιούκ κατά τις πρώτες εκλογές που έγιναν στις 13.12.1959. Από το 1964 δε συνεργαζόταν στη διακυβέρνηση της Κύπρου, αλλά συνέχισε να αναγνωρίζεται ως αντιπρόεδρος, μέχρι το 1973.
Αντικαταστάθηκε από το Ραούφ Ντενκτάς που εκλέχτηκε τότε στο αξίωμα του αντιπρόεδρου, ενώ από το 1968 διεξήγαγε διακοινοτικό διάλογο με τον εκπρόσωπο της ελληνικής κοινότητας Γλαύκο Κληρίδη, με σκοπό τη λύση του Κυπριακού. Ο διάλογος συνεχιζόταν, με διακοπές, μέχρι την τουρκική εισβολή του 1974.
Με τις νέες συνθήκες που δημιουργήθηκαν, οι Τούρκοι προχώρησαν μετά το 1974 σε περαιτέρω χωριστικές ενέργειες. Ανακήρυξαν το παράνομο “κράτος” τους στις κατεχόμενες περιοχές της Κύπρου, που το αναγνώρισε μόνη η Τουρκία, ο δε Ραούφ Ντενκτάς έγινε “πρόεδρος” του “κράτους” αυτού.
Πρόεδρος της Βουλής
Όπως ορίζει το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, πρόεδρος της Βουλής είναι πάντοτε Έλληνας Κύπριος και αντιπρόεδρος Τουρκοκύπριος. Όσον αφορά τη Βουλή των Αντιπροσώπων υπάρχουν οι σχετικές πρόνοιες που καλύπτουν το τέταρτο μέρος του Συντάγματος της Δημοκρατίας (άρθρα 61-85). Υπήρχε παράλληλα, και ο θεσμός των Κοινοτικών Συνελεύσεων (ελληνοκυπριακή και τουρκοκυπριακή) που όμως καταργήθηκε μετά την ανταρσία και μη συνεργασία των Τουρκοκυπρίων, οπότε ιδρύθηκε και υπουργείο Παιδείας.
Η Βουλή των Αντιπροσώπων σχηματίζεται ύστερα από βουλευτικές εκλογές που γίνονται κάθε 5 χρόνια. Ο αριθμός των βουλευτών ορίστηκε αρχικά σε 50, αλλά είναι μεταβλητός ύστερα από σχετική απόφαση που μπορεί να πάρει η Βουλή.
Προνοείται πάντως αναλογία 70% προς 30% μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων βουλευτών αντίστοιχα. Το 1964, ύστερα από την τουρκοκυπριακή ανταρσία, οι Τουρκοκύπριοι αποχώρησαν και από τότε δε συνεργάζονται.
Έτσι, η Βουλή αναγκαστικά λειτουργεί με μόνο Ελληνοκυπρίους βουλευτές, των οποίων ο αριθμός αυξήθηκε σε 56 το 1985 (από 35 που ήταν μέχρι τότε).Ο πρόεδρος της Βουλής εκλέγεται από τους Ελληνοκυπρίους βουλευτές και ο αντιπρόεδρος από τους Τουρκοκυπρίους, σε χωριστές εκλογές.
Κάθε ένας από τους εκλεγέντες ως βουλευτές, έχει δικαίωμα να διεκδικήσει την προεδρία της Βουλής (αν είναι Ελληνοκύπριος) ή την αντιπροεδρία (αν είναι Τουρκοκύπριος).
Ο πρόεδρος της Βουλής προεδρεύει των συνεδρίων του Σώματος που ασκεί τη νομοθετική εξουσία στη Δημοκρατία. Επίσης αντικαθιστά τον πρόεδρο της Δημοκρατίας σε περιπτώσεις απουσίας του ή άλλου κωλύματος.Από την ανακήρυξη της Κύπρου σε ανεξάρτητη Δημοκρατία το λειτούργημα του προέδρου της Κυπριακής Βουλής κατέλαβαν:
- Γλαύκος Κληρίδης (1960-1976).
- Σπύρος Κυπριανού (1976-1977).
- Αλέκος Μιχαηλίδης (1977-1981).
- Γιώργιος Λαδάς (1981 -1985).
- Βάσος Λυσσαρίδης.
Γεωγραφία, βιομηχανία, βιοτεχνία και εμπόριο Κύπρου
Από την αυγή της ιστορίας της η Κύπρος ήταν χώρα βασικά αγροτική. Οι προϊστορικοί κάτοικοί της ασχολούνταν με τη γεωργία, την κτηνοτροφία, το κυνήγι κ.ά., αργότερα, με το εμπόριο επίσης. Οι βασικές καλλιέργειες κατά την αρχαιότητα ήταν τα δημητριακά, κατά κύριο λόγο, τα αμπέλια, τα ελαιόδεντρα, τα όσπρια, τα φρουτόδεντρα.
Υπήρχαν όμως και πολλά άλλα προϊόντα, μέχρι και όπιον, που εξαγόταν στην Αίγυπτο και αλλού σε ειδικά δοχεία.Γεωργική παρέμεινε η Κύπρος και στα μετέπειτα χρόνια, μέχρι και σήμερα. Κατά το Μεσαίωνα και αργότερα, ήταν γνωστή και για την καλλιέργεια του ζαχαροκάλαμου, του βαμβακιού, και του λιναριού κ.ά. ειδών, επίσης για την παραγωγή μεταξιού.Σήμερα ο γεωργικός τομέας αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους τομείς οικονομικής δραστηριότητας.
Στα χρόνια από την ανεξαρτησία (1960) μέχρι την τουρκική εισβολή (1974) η ετήσια συμβολή του τομέα στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν ήταν γύρω στο 20% κατά μέσον όρο και πρόσφερε απασχόληση σε 97.000 άτομα περίπου.
Μετά την εισβολή και κατοχή σημαντικών παραγωγικών γεωργικών περιοχών, η συνεισφορά μειώθηκε στο 10% περίπου και η άμεση απασχόληση στα 43.000 άτομα.Η φυτική παραγωγή κατέχει γενικά πρωτεύουσα θέση στον ευρύ γεωργικό τομέα. Η κτηνοτροφική παραγωγή αποτελεί το 33% περίπου της συνολικής γεωργικής παραγωγής.
Η αλιεία, παρόλο που δεν έχει μεγάλη συμβολή στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν, συνεισφέρει σημαντικά στην ικανοποίηση των εγχώριων αναγκών σε φρέσκα ψάρια.Οι καλλιέργειες έχουν τοποθετηθεί, από το 1960 και ύστερα, πάνω σε σύγχρονη βάση και καλύπτουν μια πολύ μεγάλη ποικιλία ειδών. Βασικότερες καλλιέργειες είναι σήμερα τα δημητριακά (κυρίως σιτάρι και κριθάρι), τα αμπέλια (επιτραπέζιων και οινοποιήσιμων ποικιλιών), οι πατάτες, τα λαχανικά, τα όσπρια και τα φρουτόδεντρα (κυρίως μηλιές, αχλαδιές, κερασιές, εσπεριδοειδή, ακόμη και εξωτικά είδη όπως μπανάνες, αβοκάντο, ακτινίδια, λωτοί κ.ά.). Επίσης καλλιεργούνται σε αρκετά μεγάλο βαθμό οι αμυγδαλιές στα ημιορεινά και ορεινά.
Η γεωργική παραγωγή συμπληρώνεται με καρπούζια, πεπόνια, χρυσόμηλα, αχλάδια και αρκετά άλλα είδη.Η αμπελουργία ιδίως είναι αρκετά αναπτυγμένη αλλά και προβληματική ως προς την έγκαιρη διάθεση του προϊόντος. Τέσσερις μεγάλες οινοβιομηχανίες και αρκετές μικρότερες, απορροφούν τη μεγαλύτερη παραγωγή οινοποιησίμων σταφυλιών. Τα κυπριακά κρασιά εξακολουθούν από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα να χαίρουν μεγάλης φήμης διεθνώς και αποτελούν ένα από τα κύρια εξαγωγικά είδη του νησιού.
Μεταξύ των άλλων εξαγωγικών γεωργικών προϊόντων είναι τα επιτραπέζια σταφύλια τα εσπεριδοειδή, τα μήλα, οι πατάτες κ.ά., ενώ τα σιτηρά δεν επαρκούν για την τοπική κατανάλωση και συμπληρώνονται με εισαγωγές.Οι υδάτινοι πόροι είναι περιορισμένοι. Γι’ αυτό κι από το 1960 και εξής καταβάλλονται συνεχώς προσπάθειες ορθολογικής εκμετάλλευσης και διαχείρισής τους.
Ένας μεγάλος αριθμός από υδατοφράκτες διαφόρων μεγεθών έχει ανεγερθεί επί όλων σχεδόν των ποταμών της Κύπρου, έχουν δε εκτελεστεί ή και βρίσκονται υπό εκτέλεση κι άλλα μεγάλα αρδευτικά έργα. Μεταξύ αυτών, είναι και το Σχέδιο Νοτίου Αγωγού, το μεγαλύτερο απ’ όλα τα αναπτυξιακά έργα που αναλήφτηκαν ποτέ στην Κύπρο.Η Κύπρος ανάπτυξε εμπορικές σχέσεις με τους γειτονικούς λαούς από τα αρχαιότατα χρόνια, λόγω της θέσεώς της αλλά και του πλούτου της σε χαλκό, ξυλεία κ.ά.
Οι αλλεπάλληλοι κατακτητές της Κύπρου εκμεταλλεύτηκαν το εμπόριο του νησιού, όπως και τους άλλους τομείς οικονομικής δραστηριότητας, για δικό τους όφελος.Μετά την ανακήρυξη της Κύπρου σε ανεξάρτητο κράτος, το 1960, οι εμπορικές σχέσεις της νεοσύστατης Δημοκρατίας με τον έξω κόσμο γνώρισαν κατακόρυφη άνοδο, που υποβοηθήθηκε και από την ανάπτυξη της γεωργίας και της βιομηχανίας.
Στην τελευταία εικοσιπενταετία το ύψος των εμπορικών συναλλαγών σημείωσε τεράστια αύξηση, κατά 1.800% και πλέον. Υπάρχει όμως συνεχές έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο, το οποίο καλύπτεται βασικά από τον τουρισμό, τις δαπάνες των βρετανικών βάσεων και της διεθνούς ειρηνευτικής δυνάμεως, εξωτερική βοήθεια, εισροή ξένου κεφαλαίου κ.ά.
Τα κυριότερα είδη των κυπριακών εξαγωγών είναι πατάτες, εσπεριδοειδή και οινικά προϊόντα όσον αφορά τη γεωργική παραγωγή, και είδη ένδυσης και υπόδησης όσον αφορά τη βιομηχανική παραγωγή.Η Κύπρος έχει υπογράψει συμφωνία σύνδεσης με την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, που έχει ως στόχο την τελωνειακή ένωση. Παράλληλα έχει συνάψει διμερείς εμπορικές συμφωνίες με πολλές χώρες, περιλαμβανομένων των σοσιαλιστικών και αραβικών.
Σχετικά με το εμπόριο και το έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο, παρατίθενται στον πιο κάτω πίνακα τα τελευταία υπάρχοντα επίσημα στοιχεία (του 1984), που είναι χαρακτηριστικά:Οι εισαγωγές της Κύπρου από τις διάφορες ευρωπαϊκές αλλά και άλλες χώρες με ανεπτυγμένη βιομηχανία (όπως η Ιαπωνία) περιλαμβάνουν αυτοκίνητα, άλλα σχήματα και γεωργικά άλλα μηχανήματα, είδη προηγμένης τεχνολογίας, οικιακές συσκευές και είδη εξοπλισμού, είδη διατροφής και είδη βαριάς βιομηχανίας.
Η πρώτη υποτυπώδης βιομηχανική ανάπτυξη της Κύπρου, με τη σύγχρονη έννοια του όρου, έγινε την εποχή της Αγγλοκρατίας, με πρώτους τομείς βιομηχανικής δραστηριότητας την οινοποιία, τη βαμβακουργία και την καπνοβιομηχανία.
Η βιομηχανική δραστηριότητα διατηρήθηκε σε πολύ χαμηλά επίπεδα μέχρι την ανακήρυξη της Κύπρου σε ανεξάρτητο κράτος, οπότε δόθηκε ώθηση στη βιομηχανική ανάπτυξη με τη δημιουργία βιομηχανικών περιοχών και την παροχή διαφόρων κινήτρων. Ο τομέας της μεταποίησης στην περίοδο από την ανεξαρτησία μέχρι την τουρκική εισβολή σημείωσε μέσο ρυθμό αύξησης 9%.
Η εισβολή έφερε την απώλεια του 50% της δυναμικότητας της βιομηχανίας. Με τη λήψη διαφόρων μέτρων στην περίοδο μετά την εισβολή, το ύψος της βιομηχανικής παραγωγής ξεπέρασε τα προ της εισβολής επίπεδα ήδη από το 1977.
Οι κυριότερες βιομηχανικές μονάδες είναι: βιομηχανίες οινοπνευματωδών ποτών, τσιμεντοποιεία, καπνοβιομηχανίες, βιομηχανίες ένδυσης και υπόδησης, εργοστάσια αναψυκτικών, βιομηχανίες πλαστικών, κονσερβοποιεία, βιομηχανίες μεταλλικών σωλήνων, επίπλων κλπ.
Υπάρχουν επίσης τα διυλιστήρια πετρελαιοειδών και οι Δασικές Βιομηχανίες Κύπρου.Μέσα σε μια δεκαετία μετά την εισβολή, ο τομέας της μεταποίησης σημείωσε ετήσια αύξηση 7,8% σε πραγματικούς αριθμούς, η απασχόληση στη βιομηχανία έφτασε σε ποσοστό 20% περίπου του εργατικού δυναμικού και οι εξαγωγές βιομηχανικών προϊόντων δεκαπλασιάστηκαν.Τα μεταλλεία είναι μια από τις πιο παλαιές βιομηχανίες στην Κύπρο, που χρονολογείται από τα Προϊστορικά χρόνια. Σύμφωνα με την υπάρχουσα νομοθεσία, η ιδιοκτησία και ο έλεγχος όλων των ορυκτών ανήκει στην Κυπριακή Δημοκρατία.
Εξαιτίας της εξάντλησης των κοιτασμάτων μετάλλου, τα οποία σε παλαιότερες εποχές διαδραμάτισαν σημαντικότατο ρόλο στην οικονομία, μειώνεται συνεχώς η σημασία του μεταλλευτικού τομέα στις κυπριακές εξαγωγές. Παράλληλα σημειώνεται άνοδος στην εκμετάλλευση των λατομείων, εξαιτίας της αυξημένης δραστηριότητας στον οικοδομικό τομέα.Ο ηλεκτρισμός στην Κύπρο πρωτοεμφανίστηκε το 1903, όμως η δημόσια παροχή ρεύματος άρχισε το 1912 σε μικρή κλίμακα. Το 1952 ιδρύθηκε η Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου κι ένα χρόνο αργότερα λειτούργησε ο πρώτος μεγάλος ηλεκτροπαραγωγός σταθμός της Δεκέλειας. Η ραγδαία, ωστόσο, ανάπτυξη του εξηλεκτρισμού στην Κύπρο σημειώθηκε μετά την ανεξαρτησία το 1960.
Από το 1980 κανένα χωριό, ακόμη και το πιο απομακρυσμένο, δε στερείται ηλεκτρικού ρεύματος. Το 1966 δημιουργήθηκε και δεύτερος ηλεκτροπαραγωγός σταθμός, εκείνος της Μονής, ενώ το 1982 λειτούργησε ο νέος ηλεκτροπαραγωγός σταθμός της Δεκέλειας.Ο τομέας της βιοτεχνίας εξακολουθεί σήμερα να είναι αρκετά σημαντικός στην Κύπρο, της οποίας το μέγεθος, οι φυσικοί πόροι και η θέση δεν επιτρέπουν την ανάπτυξη βαριάς βιομηχανίας.
Πολλές είναι οι βιοτεχνικές μονάδες που εξακολουθούν να λειτουργούν στο νησί, με κυριότερα είδη την υφαντική, την κεντητική, την αγγειοπλαστική, την ξυλογλυπτική, την καλαθοπλεκτική, τη μεταλλοτεχνία κ.ά.Ιδιαίτερα γνωστά διεθνώς είναι τα κυπριακά είδη υφαντικής και κεντητικής. Τα υφαντά είναι πραγματικά έργα παραδοσιακής λαϊκής τέχνης, που χαρακτηρίζονται από τον πλούτο και το έντονο των χρωμάτων τους, όπως και των σχεδίων τους.
Υπάρχουν διάφορες κατηγορίες υφαντών, ανάλογα με τα μέρη όπου η τέχνη αυτή αναπτύχθηκε, με κυριότερες και γνωστότερες τα φυδκιώτικα (με επίκεντρο το χωριό Φύτη της Πάφου), τα λευκονοιτζιάτικα (με επίκεντρο το χωριό Λευκόνοικο, κατεχόμενο από το 1974 από τα τουρκικά στρατεύματα, εισβολής, του οποίου όμως οι γυναίκες συνεχίζουν την παράδοση της υφαντικής στην προσφυγιά), τα καρπασίτικα (της επίσης κατεχόμενης χερσονήσου της Καρπασίας) κ.ά.
Μεταξύ των ειδών κεντητικής, εξάλλου, γνωστότερα είναι τα λευκαρίτικα (με επίκεντρο το χωριό Λεύκαρα όπου η παράδοση συνεχίζεται από τα Μεσαιωνικά χρόνια στα Λεύκαρα είναι αναπτυγμένη, και η χρυσοχοαργυροχοΐα).
Η αγγειοπλαστική, επίσης, έχει μια μακρότατη παράδοση στην Κύπρο, που ακόμη συνεχίζεται. Κατά τα τελευταία μάλιστα χρόνια, οι Κύπριοι αγγειοπλάστες επανήλθαν σε είδη αγγειοπλαστικής εμπνευσμένα από αρχαία ευρήματα, με ιδιαίτερη επιτυχία.
Άλλες αξιοσημείωτες γενικές πληροφορίες
Εργατικές σχέσεις
Οι εργατικές σχέσεις στην Κύπρο, από την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας μέχρι σήμερα βρίσκονται σε ικανοποιητικό επίπεδο. Οι ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις έχουν καθιερωθεί ως ο βασικός τρόπος καθορισμού των μισθών και των άλλων όρων απασχόλησης, και έχουν γίνει θεσμός αποδεκτός και σεβαστός από τους κοινωνικούς εταίρους (συντεχνίες, εργοδότες, κυβέρνηση).
Με βάση διεθνείς στατιστικές, το μέσο ετήσιο ποσοστό των χαμένων εργασίμων ημερών από απεργίες κατά τη διάρκεια της ζωής της Κυπριακής Δημοκρατίας, είναι χαμηλό σε σύγκριση με άλλες χώρες.
Απασχόληση
Η ραγδαία οικονομική ανάπτυξη που ακολούθησε την ανακήρυξη της Κυπριακής Δημοκρατίας οδήγησε σε συνθήκες πλήρους απασχόλησης στην περίοδο μέχρι την τουρκική εισβολή του 1974. Η εισβολή και η προσφυγοποίηση του ενός τρίτου περίπου του πληθυσμού δημιούργησαν συνθήκες μαζικής ανεργίας.
Στο τέλος του 1974 το ποσοστό ανέργων ανήλθε στο 25% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού, ενώ σημειώθηκε και μαζικό ρεύμα μετανάστευσης σε χώρες του εξωτερικού. Με τη γρήγορη ανάκαμψη της κυπριακής οικονομίας μετά την εισβολή η απασχόληση αυξήθηκε με πολύ γρήγορους ρυθμούς και μέχρι το 1977 είχαν επαναδημιουργηθεί συνθήκες πλήρους απασχόλησης. Η επιβράδυνση των ρυθμών ανάπτυξης που σημειώθηκε μετά το 1980, σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες, οδήγησε σε σταδιακή αύξηση της ανεργίας η οποία όμως εξακολουθεί να διατηρείται σε σχετικά χαμηλά επίπεδα, γύρω στο 3-4%.
Κοινωνικές Ασφαλίσεις
Όλα τα άτομα που απασχολούνται με αμοιβή στην Κύπρο, με μερικές εξαιρέσεις, είναι υποχρεωμένα να ασφαλίζονται ως εργοδοτούμενοι ή αυτοεργοδοτούμενοι στο Κρατικό Σχέδιο Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Το Σχέδιο χρηματοδοτείται από εβδομαδιαίες συνεισφορές. Στην περίπτωση των εργοδοτουμένων το Σχέδιο χρηματοδοτείται από τρεις ίσες συνεισφορές: του εργοδότη, του εργοδοτουμένου και της κυβέρνησης.
Στην περίπτωση των αυτοεργοδοτουμένων το Σχέδιο χρηματοδοτείται από τους ίδιους τους ασφαλισμένους και την κυβέρνηση, της οποίας η συνεισφορά φτάνει το 50% της συνεισφοράς του ασφαλισμένου. Πάνω από 50.000 άτομα (που μαζί με τους εξαρτωμένους τους φτάνουν τις 100.000) εξαρτούν κατά κανόνα την επιβίωσή τους από τις συντάξεις του Σχεδίου. Επιπρόσθετα γίνονται διάφορες παροχές για ασθένεια, ανεργία, μητρότητα, χηρεία, γήρας κλπ.
Οδικό δίκτυο
Όταν η Κύπρος γινόταν ανεξάρτητη, το 1960, το Τμήμα Δημοσίων Έργων παραλάμβανε για συντήρηση από την αποικιοκρατική διοίκηση ασφαλτοστρωμένους δρόμους μήκους 1.422 χιλιομέτρων, τους περισσότερους με μια λωρίδα κυκλοφορίας. Στα πρώτα χρόνια της ανεξαρτησίας δόθηκε προτεραιότητα στη βελτίωση και διαπλάτυνση των κυρίων οδικών αρτηριών, ενώ κατασκευάστηκαν και νέοι δρόμοι, με κυριότερο το νέο δρόμο Λευκωσίας-Αμμοχώστου, που ήταν και το πρώτο μεγάλο οδικό έργο στη νεοσύστατη Δημοκρατία.
Η οδική ανάπτυξη παρουσίαζε συνεχή άνοδο, και λίγο πριν από την τουρκική εισβολή του 1974 άρχισε η εφαρμογή του Πρώτου Σχεδίου Οδικής Ανάπτυξης που περιλάμβανε την κατασκευή νέου δρόμου Λευκωσίας-Μόρφου. Το έργο διακόπηκε με την εισβολή.
Στα χρόνια που ακολούθησαν η οδική ανάπτυξη πήρε νέα ώθηση, με σημαντικότερο έργο το νέο δρόμο Λευκωσίας-Λεμεσού. Επίσης έχουν αρχίσει οι εργασίες για τον παρακαμπτήριο δρόμο της Λεμεσού, ενώ σύντομα τελειώνει ο νέος δρόμος Λευκωσίας-Λάρνακας. Συνολικά σήμερα το Τμήμα Δημοσίων Έργων συντηρεί πάνω από 2.000 χιλιόμετρα ασφαλτοστρωμένων δρόμων.
Αεροπορικές συγκοινωνίες
Η Κύπρος διαθέτει τρία διεθνή αεροδρόμια: εκείνα της Λευκωσίας, της Λάρνακας και της Πάφου. Μέχρι την τουρκική εισβολή του 1974 λειτουργούσε μόνο το αεροδρόμιο της Λευκωσίας, το οποίο από τότε που έγινε η εισβολή παραμένει στην “ουδέτερη ζώνη” κάτω από τον έλεγχο της ειρηνευτικής δύναμης των Ηνωμένων Εθνών. Το αεροδρόμιο της Λάρνακας, που αντικατέστησε εκείνο της Λευκωσίας, λειτούργησε το 1975, και εκείνο της Πάφου το 1983.
Η αεροπορική επιβατική κίνηση παρουσιάζει συνεχή άνοδο, όπως και η διακίνηση φορτίων. Εθνικός αεροπορικός μεταφορέας της Κύπρου είναι οι Κυπριακές Αερογραμμές.Από το 1975 οι Τούρκοι λειτουργούν στις κατεχόμενες περιοχές της Κύπρου ένα παράνομο αεροδρόμιο για πτήσεις της πολιτικής αεροπορίας. Κατασκεύασαν επίσης μεγάλο αεροδρόμιο στην περιοχή Λευκονοίκου (Μεσαορία) για στρατιωτικούς σκοπούς. Δυο άλλα μικρά αεροδρόμια, επίσης στρατιωτικά, κατασκεύασαν ανατολικά της Κερύνειας και μεταξύ Λευκωσίας και Κερύνειας.
Θαλάσσιες συγκοινωνίες
Η γεωγραφική θέση της Κύπρου ανάμεσα σε τρεις ηπείρους, την καθιστά προνομιούχα σ’ ότι αφορά στη ναυτιλιακή ανάπτυξη. Από τα αρχαιότατα χρόνια οι θαλάσσιες επικοινωνίες έδωσαν την ευκαιρία στην Κύπρο να αναπτύξει σχέσεις με άλλους λαούς αλλά και να υποστεί αλλεπάλληλες κατακτήσεις από επιδρομείς που έφταναν από τη θάλασσα.Το κυριότερο λιμάνι της Κύπρου πριν από την τουρκική εισβολή του 1974 ήταν εκείνο της Αμμοχώστου, που χειριζόταν το 83% του γενικού φορτίου.
Μετά την κατάληψη της Αμμοχώστου από τους Τούρκους, το γενικό εμπόριο και η διακίνηση επιβατών γίνεται μέσω του λιμανιού της Λεμεσού, κατά κύριο λόγο, και μέσω του λιμανιού της Λάρνακας, κατά δεύτερο λόγο. Τα λιμάνια της Λάρνακας και της Λεμεσού είναι σύγχρονα και κατασκευάστηκαν το 1973 και το 1974 αντιστοίχως. Η αύξηση στη διακίνηση πλοίων, φορτίων, επιβατών και εμπορευματοκιβωτίων υπήρξε ραγδαία.Εξάλλου από το 1963 άρχισε η εγγραφή πλοίων στο κυπριακό νηολόγιο, στο οποίο ήταν εγγεγραμμένα 876 σκάφη το 1973. Σήμερα είναι εγγεγραμμένα 1.879 πλοία.
Άλλα μικρότερα λιμάνια, για φορτώσεις εξαγωγικών ειδών αποκλειστικά, λειτουργούσαν στο Βασιλικό (μεταξύ Λάρνακας και Λεμεσού) και στο Καραβοστάσι. Το δεύτερο, κατεχόμενο από το 1974, μετατράπηκε από τους Τούρκους σε ναυτική στρατιωτική βάση. Οι Τούρκοι λειτουργούν παράνομα το λιμάνι της Αμμοχώστου από το 1975, ενώ κατασκεύασαν και δεύτερο λιμάνι στην Κερύνεια.Διάφορα άλλα μικρά λιμάνια στην Κύπρο λειτουργούν ως αλιευτικά καταφύγια.
Τηλεπικοινωνίες
Κατά τη διάρκεια της Αγγλοκρατίας παρέχονταν σε περιορισμένη κλίμακα εσωτερικές και εξωτερικές τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες. Κατά τα πρώτα χρόνια της ανεξαρτησίας της Κύπρου υπήρχε αυτόματη τηλεπικοινωνία μέσα στις πόλεις, ενώ η επικοινωνία μεταξύ των πόλεων διεκπεραιωνόταν μέσω τηλεφωνήτριας. Στην ύπαιθρο η κατάσταση ήταν πολύ χειρότερη.
Σήμερα η Κύπρος περιλαμβάνεται μεταξύ των πρώτων χωρών του κόσμου σε ότι αφορά στην αυτόματη διεθνή τηλεφωνία και άλλες τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες. Ο αυτοματισμός στις εσωτερικές τηλεπικοινωνίες συμπληρώθηκε το 1972, οι δε τηλεπικοινωνίες με το εξωτερικό αυτοματοποιήθηκαν το 1975. Από το 1960 μέχρι σήμερα ο αριθμός των τηλεφώνων στις αστικές περιοχές έχει αυξηθεί στο δωδεκαπλάσιο και στις αγροτικές περιοχές στο εικοσαπλάσιο. Φορέας της τηλεπικοινωνιακής ανάπτυξης είναι η Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου.
Ταχυδρομικές υπηρεσίες
Η οργάνωση και λειτουργία των ταχυδρομικών υπηρεσιών στην Κύπρο αποτελούν ευθύνη του Τμήματος Ταχυδρομικών Υπηρεσιών που είναι αυτόνομη διοικητική υπηρεσία. Το Τμήμα παρέχει τις εξής υπηρεσίες:
Συλλογή και αποστολή εγχώριου και διεθνούς ταχυδρομείου και διανομή του στους δικαιούχους στην Κύπρο.
Αποστολή εσωτερικών και εξωτερικών εμβασμάτων με χρηματικές ή ταχυδρομικές επιταγές.
Τραπεζικό σύστημα
Η Κύπρος διαθέτει ένα οργανωμένο και αποδοτικό τραπεζικό σύστημα που αποτελείται από την Κεντρική Τράπεζα (η οποία ασκεί νομισματική και τραπεζική-επίβλεψη), καθώς και εμπορικές τράπεζες, συνεργατικές κεντρικές τράπεζες και άλλους εξειδικευμένους χρηματοδοτικούς οργανισμούς. Λειτουργούν επίσης υπεράκτιες τραπεζικές μονάδες που συναλλάσσονται μόνο σε ξένο συνάλλαγμα και εξυπηρετούν μόνο αλλοδαπούς.
Υπεράκτιες εταιρείες
Κατά τα τελευταία χρόνια η Κύπρος προσπάθησε να προσελκύσει υπεράκτιες εταιρείες για εγκατάσταση στο έδαφός της. Τραγικά γεγονότα στην περιοχή (όπως λ.χ. ο πόλεμος στο Λίβανο) βοήθησαν την κυπριακή προσπάθεια. Οι εταιρείες αυτές είναι ξένες, με κύκλους εργασιών σε πολλές χώρες, που χρησιμοποιούν την Κύπρο ως έδρα / βάση τους. Σήμερα (1989) ο αριθμός τους υπερβαίνει τις 4.000. Τα οφέλη της Κύπρου είναι αρκετά από τις εταιρείες αυτές, γιατί χρησιμοποιούν κυπριακές εγκαταστάσεις και εργοδοτούν και πολλούς Κυπρίους.
Υγεία
Η ιατρική στην Κύπρο ασκούνταν από την αρχαιότητα, όπως μαρτυρούν αρχαιολογικά ευρήματα, είναι δε γνωστοί διάφοροι αρχαίοι Κύπριοι γιατροί. Μετά την αρχαιότητα η ιατρική άρχισε να παρακμάζει, για να διαφοροποιηθεί η κατάσταση στα νεότερα χρόνια.Μετά την ανακήρυξη της Κύπρου σε ανεξάρτητο κράτος, δόθηκε μεγάλη προτεραιότητα στην υγεία του λαού, και σήμερα το επίπεδο υγείας των κατοίκων του νησιού συγκρίνεται ευνοϊκά με αυτό των ανεπτυγμένων χωρών.
Η αναλογία γιατρών προς κατοίκους είναι 1 γιατρός / 700 περίπου κατοίκους. Ο μέσος όρος θανάτων είναι 8 σε χίλιους κατοίκους και η παιδική θνησιμότητα 12 σε χίλιες γεννήσεις.
Εκπαίδευση
Κατά τους Νεότερους χρόνους, η στοιχειώδης εκπαίδευση άρχισε στην Κύπρο από τα μέσα του 19ου αιώνα, με πρωτοβουλία βασικά της Εκκλησίας. Η σκοτεινή περίοδος της τουρκοκρατίας είχε καταστήσει ολόκληρο σχεδόν τον πληθυσμό σε αναλφάβητους. Τεράστια ώθηση δόθηκε στην εκπαίδευση ιδιαίτερα μετά την ανεξαρτησία. Σήμερα δεν υπάρχει αναλφαβητισμός.Στην Κύπρο παρέχεται από το κράτος δημόσια εκπαίδευση σε όλες τις βαθμίδες, πλην της ανωτάτης.
Ανώτατη βαθμίδα εκπαίδευσης δεν υπάρχει ακόμη, έχει όμως ληφτεί από το Υπουργικό Συμβούλιο απόφαση για την ίδρυση Πανεπιστημίου.Στην Κύπρο λειτουργεί Πανεπιστήμιο από το 1994, με κύριο προσανατολισμό τις Οικονομικές Επιστήμες και τη Διοίκηση.Ιδρύματα ανώτερης εκπαίδευσης στην Κύπρο είναι:
- Η Παιδαγωγική Ακαδημία
- Το Ανώτερο Τεχνολογικό Ινστιτούτο
- Το Δασικό Κολέγιο
- Η Σχολή Νοσοκόμων και Μαιών
- Το Ινστιτούτο Ξενοδοχειακών και Επισιτιστικών Τεχνών
- Το Μεσογειακό Ινστιτούτο Διεύθυνσης
Υπάρχουν επίσης άλλα προγράμματα που παρέχουν επαγγελματική κατάρτιση ή επανεκπαίδευση σε διάφορα επίπεδα.Παράλληλα με τη δημόσια εκπαίδευση λειτουργεί και η ιδιωτική σε ευρεία κλίμακα, και σε όλες τις βαθμίδες πλην της ανωτάτης.
Πρέπει, εξάλλου, να αναφερθεί ότι ένας πολύ μεγάλος αριθμός Κυπρίων φοιτούν σε ανώτατες σχολές του εξωτερικού. Οι περισσότεροι από αυτούς φοιτούν σε ελληνικά Πανεπιστήμια και άλλες σχολές της Ελλάδας. Κατά δεύτερο λόγο, φοιτούν αρκετοί στην Αγγλία και κατά ποσοστό ακολουθούν οι φοιτητές σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες και στις Η.Π.Α.
Αθλητισμός
Kατά την αρχαιότητα Κύπριοι αθλητές συμμετείχαν με επιτυχία σε πανελλήνιους αγώνες. Στην ίδια την Κύπρο, σε όλες τις πόλεις υπήρχαν γυμνάσια όπου οι νέοι επιδίδονταν στον αθλητισμό παράλληλα με άλλες δραστηριότητες. Κατά το Μεσαίωνα και την τουρκοκρατία δεν μπορεί να γίνει λόγος για ανάπτυξη του αθλητισμού. Επί Αγγλοκρατίας ιδρύθηκε ο πρώτος Γυμναστικός Σύλλογος του νησιού (ΓΣΔ, 1892).
Ακολούθησε η δημιουργία Γυμναστικών Συλλόγων και στις άλλες πόλεις. Σήμερα έχουν αναπτυχθεί στην Κύπρο όλα σχεδόν τα είδη αθλητικής δραστηριότητας, όπως ποδόσφαιρο (που είναι και το πιο δημοφιλές), καλαθόσφαιρα, πετόσφαιρα, αντισφαίριση, ιστιοπλοΐα, αυτοκινητοδρομίες (διεθνές Ράλι Κύπρος), σκοποβολή, χειροσφαίριση, και φυσικά ο στίβος.Αθλητικά σωματεία υπάρχουν σε όλες τις πόλεις και σχεδόν σε όλα τα χωριά, εκτός από εκείνα που έχουν κτυπηθεί ανεπανόρθωτα από την αστυφιλία.
Τα σωματεία των κατεχομένων από τους Τούρκους πόλεων και χωριών εξακολουθούν να δρουν στην προσφυγιά. Υπάρχουν επίσης έξι ναυτικοί όμιλοι που ασχολούνται με το ναυταθλητισμό. Παράλληλα, στις ελεύθερες πόλεις και σε μεγάλα χωριά λειτουργούν και πολλά ιδιωτικά γυμναστήρια.
Χλωρίδα
Το θαυμάσιο κλίμα της Κύπρου ευνοεί την ανάπτυξη της χλωρίδας, η σχετικά χαμηλή βροχόπτωση όμως, επενεργεί ως ανασταλτικός παράγοντας. Η Κύπρος διαθέτει μια μεγάλη ποικιλία αγριολούλουδων, μερικά από τα οποία είναι μοναδικά και σπάνια.
Τα δασικά δέντρα του νησιού, εξάλλου, μαζί με τη δασική βλάστηση, περιλαμβάνουν κυρίως τα εξής είδη: Πεύκο, κυπαρίσσι, κέδρος, αόρατος, πλάτανος, αγριοελιά, σκλήδρος, λατζιά, αντρουκλιά, σφένδαμνος, αγριοτρεμιθιά, σχίνος, πικροδάφνη, δάφνη, ξισταρκά κ.ά.
Ο νησιώτικος χαρακτήρας της Κύπρου επέδρασε, επίσης, έτσι ώστε να αναπτυχθούν διάφορα ενδημικά είδη, δηλαδή είδη βλάστησης που απαντώνται μόνο στην Κύπρο και σε κανένα άλλο μέρος του κόσμου (λ.χ. η λατζιά, που είναι είδος χαμηλής δρυός, ο αόρατος, είδος άγριου κυπαρισσιού, δυο από τα πολλά είδη άγριων ορχιδέων, ένα είδος κρόκου κλπ. ).
Ο αριθμός αυτών των ενδημικών ειδών είναι, τηρουμένων των αναλογιών, πολύ μεγάλος (πάνω από 40 είδη βλάστησης είναι ενδημικά της Κύπρου).Τα δάση της Κύπρου, που διαδραμάτισαν σημαντικότατο οικονομικό ρόλο κατά την αρχαιότητα, καλύπτουν σήμερα έκταση γύρω στο 19% της συνολικής έκτασης της Κύπρου.
Η συνεισφορά τους στο εθνικό εισόδημα είναι μόνο 1% περίπου, αλλά η ευρύτερη σημασία τους είναι πολύ σπουδαία. Κατά την τελευταία 15ετία (από την τουρκική εισβολή και εξής), εφαρμόστηκε με επιτυχία ευρύτατο σχέδιο αναδασώσεων και εκατομμύρια νέα δένδρα έχουν φυτευτεί.
Πανίδα
Υπάρχουν διάφορα ενδημικά είδη κυπριακής πανίδας. Το αγρινό, είδος αγριοπροβάτου που βρίσκεται μόνο στην Κύπρο, είναι το μεγαλύτερο από τα θηλαστικά της άγριας ζωής του νησιού.Άλλα είδη είναι ο λαγός, ο αλουπός (αλεπού), ο κατσόσοιρος (σκαντζόχοιρος) κ.ά.
Υπάρχουν επίσης διάφορα είδη ερπετών, που σε παλαιότερες εποχές αφθονούσαν στην Κύπρο η οποία για το λόγο αυτό ονομάστηκε Οφιούσα. Ανάμεσα στα ερπετά αυτά είναι η κουφή, το φίδιν, ο δρόπης, το θερκόν, το μοναδικό στο είδος του σαυροειδές κουρκουτάς κ.ά.
Όσον αφορά τα πουλιά, εκτός από αυτά που είναι ενδημικά είδη, ένας μεγάλος αριθμός μεταναστευτικών πουλιών επισκέπτονται κάθε χρόνο την Κύπρο. Ο συνολικός αριθμός των ενδημικών και των μεταναστευτικών πουλιών που έχουν μέχρι σήμερα παρατηρηθεί και καταγραφεί στο νησί, είναι 357 είδη.Υπάρχει, εξάλλου, μεγάλη ποικιλία εντόμων, ενώ υπάρχουν και 54 συνολικά είδη πεταλούδων.
Στις κυπριακές θάλασσες απαντώνται τα γνωστά είδη ψαριών και άλλα είδη θαλάσσιας ζωής της Μεσογείου. Έχουν καταγραφεί συνολικά 217 είδη ψαριών. Επίσης, δύο είδη χελώνας αναπαράγονται στις κυπριακές ακτές.
Τουρισμός
Ο τουρισμός άρχισε να αναπτύσσεται δειλά στην Κύπρο από τις αρχές του 20ου αιώνα. Κατά τη περίοδο του Μεσοπολέμου είχαν εξελιχτεί σε διεθνώς γνωστά κοσμοπολίτικα θέρετρα μερικά χωριά του Τροόδους, που άκμασαν και στα λίγα χρόνια που ακολούθησαν. Ιδίως οι Πλάτρες, πνιγμένες στο πράσινο, ήταν χώρος αγαπητός σε κυβερνήτες, εστεμμένους, μονάρχες όπως ο βασιλιάς της Αιγύπτου Φαρούκ.
Μετά την ανακήρυξη της Κύπρου σε ανεξάρτητη Δημοκρατία (1960), καταβλήθηκε τεράστια προσπάθεια για την ανάπτυξη της τουριστικής βιομηχανίας, που συνδυάστηκε με τις νέες τουριστικές προτιμήσεις οι οποίες εγκατέλειπαν το βουνό και στρέφονταν προς τη θάλασσα.
Η Αμμόχωστος , πρόσφερε τις θαυμάσιες όσο και εκτεταμένες αμμουδιές της και γνώρισε αλματώδη ανάπτυξη. Κατά δεύτερο λόγο η Κερύνεια και η περιοχή της, που συνδυάζει το καταγάλανο της θάλασσας με το καταπράσινο των εντυπωσιακών βορείων πλαγιών της οροσειράς του Πενταδακτύλου, αφοσιώθηκε επίσης στην τουριστική βιομηχανία. Και οι δύο πόλεις συνδύαζαν, εκτός από τη θάλασσα, το ειδυλλιακό περιβάλλον γενικότερα και τις αρχαιότητες. Και οι δυο χάθηκαν με την τουρκική εισβολή του 1974.Στα χρόνια μετά την εισβολή, η προσπάθεια έγινε με αξιοποίηση των ελευθέρων περιοχών της Κύπρου.
Έτσι, το τεράστιο τουριστικό ρεύμα προς την Κύπρο άρχισε από το 1976 και ύστερα να διοχετεύεται προς την Πάφο, τη Λεμεσό, τη Λάρνακα, και την περιοχή Αγίας Νάπας-Παραλιμνίου. Η τελευταία αυτή περιοχή, που βρίσκεται πολύ κοντά στην κατεχόμενη Αμμόχωστο, έχει σήμερα εξελιχτεί στην κατεξοχήν τουριστική περιοχή της Κύπρου. Τεράστιες επενδύσεις έγιναν σε αυτή, όπως και στα παραλιακά μέτωπα της Πάφου της Λεμεσού και της Λάρνακας. Ένας μεγάλος αριθμός πολυτελών ξενοδοχειακών μονάδων και οργανωμένων διαμερισμάτων έχει ανεγερθεί στις πιο πάνω περιοχές, που έχουν γίνει αγνώριστες κατά την τελευταία δεκαετία.
Εκτός από τα μεγάλα ξενοδοχεία και τα συγκροτήματα οργανωμένων διαμερισμάτων, ο οικοδομικός οργασμός κάλυψε και όλους τους άλλους τομείς τους σχετικούς με την τουριστική ανάπτυξη. Σχετική ήταν και η πρόοδος που έγινε στη κατασκευή έργων υποδομής.
Σήμερα η τουριστική βιομηχανία είναι η σημαντικότερη της Κύπρου, η δε συμβολή της στην οικονομική ανάπτυξη είναι τεράστια. Οι τουρίστες ξεπερνούν το ένα εκατομμύριο κάθε χρόνο (αριθμός τεράστιος συγκριτικά, αφού είναι περίπου διπλάσιος από το συνολικό πληθυσμό του νησιού). Κυριότερες χώρες προέλευσης είναι η Ελλάδα και η Αγγλία, ακολουθούν δε η Γερμανία, οι Σκανδιναβικές χώρες και άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Η γεωγραφική θέση της Κύπρου, οι φυσικές της καλλονές, το θαυμάσιο κλίμα της, ο πλούτος των αρχαιολογικών της χώρων, οι υψηλής στάθμης τουριστικές εγκαταστάσεις, οι χαμηλές (σχετικά) τιμές και η πατροπαράδοτη φιλοξενία των Κυπρίων, είναι παράγοντες που κατέστησαν την Κύπρο ένα από τα κύρια τουριστικά κέντρα της Μεσογείου.
Ο ήπιος χειμώνας του νησιού συνέβαλε επίσης στην αύξηση του χειμερινού τουρισμού και πολλοί Ευρωπαίοι (βασικά συνταξιούχοι) διαχειμάζουν στην Κύπρο.Βέβαια η αλματώδης τουριστική ανάπτυξη δεν έγινε χωρίς προβλήματα. Ένα από αυτά, το κυριότερο, είναι η αρνητική μεγάλη πίεση την οποία δέχτηκε και δέχεται το φυσικό περιβάλλον.Οι ίδιοι οι Ελληνοκύπριοι αρέσκονται επίσης στα ταξίδια και πολλές χιλιάδες από αυτούς κάνουν τουρισμό κάθε χρόνο, ιδίως κατά του καλοκαιρινούς μήνες.
Κυριότερες χώρες προτίμησής τους είναι η Ελλάδα κατά κύριο λόγο, η Αγγλία, οι χώρες της Δυτικής και της Ανατολικής Ευρώπης και οι Ηνωμένες Πολιτείες.Η Κύπρος εξελίσσεται επίσης, σε ιδεώδη χώρο για διεθνείς συναντήσεις και εκδηλώσεις. Πάνω από 80 διεθνή συνέδρια διαφόρων κατηγοριών γίνονται κάθε χρόνο στην Κύπρο, ενώ μεγάλης εμπορικής και οικονομικής σημασίας είναι και η Διεθνής (Κρατική) Έκθεση Κύπρου που διοργανώνεται στη Λευκωσία κάθε Μάη, από το 1976, με συμμετοχή της Ελλάδας και πολλών άλλων χωρών.
Πολιτιστικά δρώμενα της Κύπρου
Η μακρά περίοδος κατά την οποία η Κύπρος κατεχόταν από την Οθωμανική αυτοκρατορία, δηλαδή από το 1570-71 μέχρι το 1878, σώρευσε πλήθος κακών. Η ανικανότητα αλλά και οι αυθαιρεσίες μέχρι και τα εγκλήματα, της διοίκησης και η άγρια εκμετάλλευση σε συνδυασμό με την πλήρη αδιαφορία για οποιαδήποτε ανάπτυξη του τόπου, οδήγησαν την Κύπρο σε πλήρη παρακμή και εξαθλίωση: οικονομική, κοινωνική, πολιτιστική.
Ένα από τα μεγαλύτερα κακά της περιόδου της τουρκοκρατίας ήταν η σχεδόν πλήρης αποκοπή της Κύπρου από την Ευρώπη. Έτσι, το μεγαλύτερο καλό από την κατάκτηση του νησιού από τους Άγγλους το 1878 ήταν η – εξαιτίας της κατάκτησης αυτής – επανένωσή του με την Ευρώπη. Μέσα στις νέες συνθήκες, ευνοήθηκε ο πληθυσμός του νησιού εμπορικά, οικονομικά, αλλά πρώτα από όλα πνευματικά.
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι αμέσως μετά την αγγλική κατοχή του 1878 εισάχθηκε στην Κύπρο το πρώτο τυπογραφείο και εκδόθηκε η πρώτη εφημερίδα. Σύντομα, και πάντως πριν το τέλος του 19ου αιώνα, σχηματίστηκαν οι πρώτες πνευματικές ομάδες και δόθηκαν οι πρώτες – ερασιτεχνικές βέβαια – θεατρικές παραστάσεις.Ο 20ος αιώνας ήταν εποχή πνευματικής αφύπνισης και πορείας των Κυπρίων.
Μαζί με την οικονομική πρόοδο, συμβάδιζε και η πνευματική. Γιατί περισσότερα σχολεία ιδρύονταν όταν χρόνο με το χρόνο, περισσότεροι νέοι άνθρωποι μπορούσαν να φεύγουν για την Ελλάδα ή και για άλλες χώρες για ανώτερες σπουδές, επιστήμονες (γιατροί, δικηγόροι κ.ά.) εμφανίζονταν, και, σύντομα, άρχισαν να παρουσιάζονται συγγραφείς (πεζογράφοι, ποιητές, σατιρικοί ποιητές, κυρίως), ως συνέχεια κάποιων μεμονωμένων πρωτοπόρων. Παράλληλα ανθούσε, κατά το πρώτο μισό του 20ου αιώνα, και η κυπριακή παροικία της Αιγύπτου.
Εκεί έζησε και ένας μικρός αλλά πολύ αξιόλογος κύκλος Κυπρίων συγγραφέων. Αναφέρουμε ενδεικτικά το Γλαύκο Αλιθέρση (1897-1965), το Γιάγκο Πιερίδη (1897-1970), τη Μαρία Ρουσσιά (1894-1957), το Νίκο Νικολαΐδη (1884-1956), για να αναφέρουμε λίγους μόνο από τους Κυπρίους πνευματικούς δημιουργούς του κύκλου της Αλεξάνδρειας.
Στην ίδια την Κύπρο πρωτοπόροι δημιουργοί ήταν οι πεζογράφοι: Δημοσθένης Σταυρινίδης (1878-1957), Γιάννης Σταυρινός Οικονομίδης (1894-1987), στην Αθήνα εγκατεστημένος ο Μελής Νικολαΐδης (1898-1979), στη Λάρνακα ο Παύλος Βαλδασερίδης (1892-1972), στη Λευκωσία ο Αχιλλέας Διμιγιανίδης (1903-(1978), στην Αθήνα επίσης, ο Λουκής Ακρίτας (1909-1965, υπηρέτησε κι ως υφυπουργός Παιδείας σε κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου το 1964), ο ποιητής και πεζογράφος Κώστας Μόντης (1914-) στην Κύπρο, ο Νίκος Βραχίμης (1914-1961) επίσης στην Αθήνα και αλλού ο ποιητής Θεοδόσης Πιερίδης (1908-1968), στο Λονδίνο και αλλού ο ποιητής Τεύκρος Ανθίας (1903-1968).Η ζωγραφική αντιπροσωπεύεται από μερικούς (ελάχιστους) πρωτοπόρους καλλιτέχνες όπως ο Ιωάννης Κισσονέργης και λίγο αργότερα οι δάσκαλοι Αδαμάντιος Διαμαντής και Τηλέμαχος Κάνθος.
Στη συνέχεια, ιδίως δε μετά την ανεξαρτησία, η ζωγραφική και γενικότερα οι εικαστικές τέχνες θα γνωρίσουν μια πρωτοφανή ακμή, με μια πλειάδα νέων δημιουργών, σπουδασμένων τόσο στην Ελλάδα όσο και σε διάφορες άλλες ευρωπαϊκές και ανατολικοευρωπαϊκές χώρες. Αναφέρουμε χαρακτηριστικά ότι στην Κύπρο λειτουργούν σήμερα, επί μονίμου βάσεως, γύρω στις 20 γκαλερί τέχνης, που δεν αρκούν με αποτέλεσμα πολλές άλλες εκθέσεις να γίνονται σε αίθουσες ξενοδοχείων, πολιτιστικών κέντρων, συλλόγων, ακόμη δε και σε αίθουσες υπεραγορών!
Το θέατρο ήταν από τα είδη της τέχνης που καλλιεργήθηκαν από νωρίς ήδη από την αρχή της αγγλικής κατοχής σε ερασιτεχνική βάση. Γνώρισε ιδιαίτερη ακμή κατά τα χρόνια του δεύτερου Παγκοσμίου πολέμου, ιδίως με επιθεωρήσεις και οπερέτες οπότε μετατράπηκε και σε ημιεπαγγελματικό.
Ο επαγγελματισμός στο θέατρο ήρθε αργότερα οπότε ιδρύθηκαν (βασικά μετά την ανεξαρτησία) τα πρώτα επαγγελματικά συγκροτήματα. Το κράτος ενίσχυσε τον Ο.Θ.Α.Κ. (Οργανισμός Θεατρικής Αναπτύξεως Κύπρου) το 1963- 1965, ενώ το 1970-71 λειτούργησε το θέατρο του Ρ.Ι.Κ. Το 1971 ιδρύθηκε από το κράτος ο Θ.Ο.Κ.(Θεατρικός Οργανισμός Κύπρου) που συνέστησε δικούς του (επιχορηγούμενους) θιάσους κύριας και παιδικής σκηνής και ανέλαβε ταυτόχρονα τη γενικότερη θεατρική ανέλιξη στον τόπο.
Σήμερα, εκτός από το Θ.Ο.Κ., λειτουργούν μόνιμα και άλλα 6 θεατρικά σχήματα, από τα οποία τα 3 είναι επιθεωρησιακοί – μουσικοί θίασοι. Η Κυπριακή λογοτεχνία σήμερα, αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της ευρύτερης ελληνικής λογοτεχνίας, οι δε Κύπριοι συγγραφείς (πεζογράφοι, ποιητές, δοκιμιογράφοι, θεατρικοί κλπ. ) εντάσσονται στους εργάτες των ελληνικών γραμμάτων. Το Ρ.Ι.Κ. (Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου), είχε σημαντική συμβολή και στον τομέα της μουσικής.
Παλαιότερα ίδρυσε και συντηρούσε δική του ορχήστρα σοβαρής μουσικής, ενώ κυκλοφόρησε και δίσκους. Πρόσφατα, το κράτος ίδρυσε κρατική ορχήστρα και ορχήστρα νέων. Παράλληλα, η πρωτοβουλία συλλόγων και σωματείων ήταν σημαντική στον τομέα της μουσικής, με ίδρυση χορωδιών και ορχηστρών (λ.χ. χορωδία του σωματείου Άρης Λεμεσού, χορωδία Πνευματικής Στέγης στη Λευκωσία κ.ά.). Το Ρ.Ι.Κ. εκπέμπει καθημερινά σε ένα μόνο τηλεοπτικό κανάλι, ενώ τώρα (1989) γίνονται προεργασίες για δημιουργία και δεύτερου.
Το ραδιόφωνο του ιδίου ιδρύματος έχει δύο προγράμματα σε καθημερινή βάση, καθώς και ξενόγλωσσα. Η συμβολή του Ρ.Ι.Κ. στην πολιτιστική ζωή του τόπου είναι συνεχής, όσο και πρωταγωνιστική.Διάφορες πνευματικές οργανώσεις υπάρχουν και λειτουργούν στην Κύπρο. Εκδίδονται επίσης μηνιαία λογοτεχνικά περιοδικά, ενώ κυκλοφορούν πάνω από 10 καθημερινές πρωινές εφημερίδες και μία ημερήσια απογευματινή. Υπάρχουν και άλλες εφημερίδες που είναι εβδομαδιαίες, ή δεκαπενθήμερες, ή και μηνιαίες. Κυκλοφορούν, επίσης, 5 ή 6 εβδομαδιαία περιοδικά ποικίλης ύλης, και άλλα μηνιαία, διμηνιαία ή και τριμηνιαία.
Στην Κύπρο κυκλοφορούν επίσης καθημερινά όλα τα ελλαδικά έντυπα, όπως και τα περιοδικά, καθώς και πολλά ξένα έντυπα από ευρωπαϊκές χώρες και τις Η.Π.Α.Το ελληνικό βιβλίο καταφτάνει, επίσης, ανελλιπώς στην Κύπρο. Από την Ελλάδα συχνές είναι και οι επισκέψεις θεατρικών συγκροτημάτων, τραγουδιστών, λογοτεχνών και επιστημόνων. Ακόμη, οι διάφορες κυπριακές οργανώσεις (καλλιτεχνικές, λογοτεχνικές, επιστημονικές, εκπαιδευτικές κλπ. ) συνεργάζονται στενά με τις αντίστοιχες ελλαδικές.