Μικρό τρίπτυχο του νόστου

Απάντηση
seriani
Δημοσιεύσεις: 237
Εγγραφή: Κυρ Ιαν 17, 2021 9:41 pm

Μικρό τρίπτυχο του νόστου

Δημοσίευση από seriani »

Πριν αρκετά χρόνια, είχα την τύχη να πω δυο κουβέντες δημόσια για τον δάσκαλο μου και φίλο, Παναγιώτη Κουσαθανά. Αφορμή ήταν το τελευταίο του πόνημα Μικρό τρίπτυχο του νόστου, εκδόσεις Ινδικτος, σελίδα 120. Μου ζήτησε να κάνω μια εισήγηση στην παρουσίαση του βιβλίου, μαζί με τον Αλέξανδρο και τον ίδιο. Τρομοκρατήθηκα στην αρχή αλλά δέχτηκα με χαρά και εξήγησα γιατί:

Από τη μια ήταν δύσκολο, γιατί δεν έχω την ιδιότητα να μιλώ για λογοτεχνία, από την άλλη πανεύκολο, γιατί γνωρίζω τον Παναγιώτη.

Και τον αγαπώ.
Πολύ.
Ακούστε πως:

καταρχήν σαν δάσκαλο κατά τα χρόνια που πήγαινα στο Γυμνάσιο. Ακολούθως απ’ τη μεριά της αναγνώστριας. Στη συνέχεια σα συνεργάτη στην εφημερίδα Η ΜΥΚΟΝΙΑΤΙΚΗ.

Τώρα όλα μαζί κι, επιπλέον, σαν φίλο, που συμβαίνει να παρακολουθούμε ο ένας τον άλλο και να γερνάμε μαζί.

Χθες, πληροφορήθηκα, ότι το Μικρό τρίπτυχο του νόστου, είναι ένα από τα έξι προκριθέντα για την κατηγορία του διηγήματος, των βραβείων του λογοτεχνικού περιοδικού Διαβάζω.

Τα άλλα πέντε υποψήφια, είναι τα εξής:

Βασίλη Γκουρογιάννη, Από την άλλη γωνία, Μεταίχμιο
Μένη Κουμανταρέα, Η γυναίκα που πετάει, Κέδρος
Κώστα Μαυρουδή, Στενογραφία, Κέδρος
Μαρίας Στεφανοπούλου, Βράχος στα σύννεφα, Εστία
Αργύρη Χιόνη, Όντα και μη όντα, Γαβριηλίδης

Ο Παναγιώτης, δεν βρέθηκε σήμερα στα γράμματα. Είναι αφοσιωμένος από όσο τον θυμάμαι και μάλλον αρκετά πριν. Για το έργο του και τον ίδιο, μπορεί κανείς να ρίξει μια σύντομη ματιά εδώ και για το βιβλίο εδώ.

Εγώ θα σας παραθέσω αυτούσιο το απόσπασμα από την εισήγησή μου που αφορά στο Τρίπτυχο και γιατί μου άρεσε, με κριτήρια αυστηρώς υποκειμενικά…

Το Τρίπτυχο το διάβασα εν πλω.Βρέθηκε στα χέρια μου ,στο κατάστρωμα του καραβιού, με πολλά μποφόρ, και νόστιμες τις σελίδες του απ’ το κύμα που μας πιτσιλούσε και τους δυο. Για να είμαι ειλικρινής την πρώτη ιστορία, που έχει το εξωτικό όνομα «Ακόλλ χομ μπελουάχντα» την είχα ακούσει σε μια πρώτη της μορφή απ τον ίδιο τον Π. Τη διάβασα λοιπόν τελευταία. Κάπου ανάμεσα στη Σύρο και την Τήνο. Έτσι, καθώς αχνοφαίνονταν η Μύκονος, άκουγα το Βάκα και το Ράκα αυτά τα καλοσυνάτα φαντάσματα της παιδικής ηλικίας του συγγραφέα, να συνδιαλέγονται με την δική μου, μες στη φουρτούνα, αλλά όπως και κείνος λέει: καλοσυνάτα και άκακα πια. Όταν τη διαβάσετε και σεις, θα δείτε που θα κάνουν όλα μαζί μια ωραία νοσταλγική παρέλαση...

Ξεκίνησα το διάβασμα λοιπόν από τη δεύτερη ιστορία, ανοιχτά του Σουνίου, που λέγεται «Καρβέλι απ’ την πατρίδα». Ένα καρβέλι ζυμωμένο απ την μάνα, αλλάζει ηπέιρους κρατημένο γερά στην αγκαλιά του πατέρα, για να φτάσει στον ξενιτεμένο γυιο, Από αυτό το ψωμί, που λιγώνει το συγγραφέα, τον αφηγητή, τον αναγνώστη, δεν μας αναλογεί στην παραγματικότητα, περισσότερο από ένα μεγάλο ψίχουλο. Περίπου όσο και η μπουκίτσα της θείας κοινωνίας. Όμως η προσμονή και η σημειολογία της προέλευσής του, το καθιστά πολύτιμο δώρο για το γυιο. Δώρο από την πατρίδα: δηλαδή από την αυλή του, ζυμωμένο με τον αέρα και το χρόνο που ρόζιασε και γέρασε τα χέρια των αγαπημένων του.

Στον Καβοντόρο, στη μέση του ταξιδιού, διάβασα τη «‘Λαφίνα», που είναι το τελευταίο στη σειρά διήγημα. Εκρηκτικό! Προσωπικά σπαράγματα, εξαίσιες περιγραφές των συναισθημάτων, των χώρων, των προσώπων.

Σε αυτό το διήγημα ζωντανεύουν όλα: η ελαφίνα της μπάντας του κρεββατιού, η ξανθιά γυμνή «ελαφίνα», της Μεγάλης Νάμμου, η πονηριά του εντεκάχρονου που διηγείται στην ταβέρνα τα κάλλη της μιας, έχοντας στο νου την άλλη. Η φαντασία, η επιθυμία, ο εφηβικός ίλιγγος, τα ανείπωτα που λέγονται με τη συγκατάθεση και τη λιγωμάρα των μεγαλύτερων σε ηλικία.

Κάποιον θα χρησιμοποιήσουμε – από κάποιον θέλουμε να χρησιμοποιηθούμε. Αυτό το ανομολόγητο δίπολο που ταλαιπωρεί όλη τη ζωή μας, το βασισμένο σε απλές ανθρώπινες ανάγκες, εξελίσσεται και εκτινάσσεται σ’ αυτήν την ιστορία με τρόπο εκπληκτικό.

Γιατί μου άρεσε τόσο αυτό το διήγημα; Γιατί η λογική δεν χωράει ολοκληρη στο μυαλό ενός εντεκάχρονου κι έτσι είναι ανίκανη να ποδηγετήσει το ηθικό πεδίο. Κι αυτό σημαίνει πως αρχίζει το πανηγύρι: η φαντασία χορεύει με την επιθυμία. Μ’ αυτό το εξαιρετικό κόλπο, δομημένο όμως σε μια γλώσσα καθαρά λογοτεχνική και δουλεμένη με τον τρόπο του Π., έχουμε ένα συναρπαστικό αποτέλεσμα.

Αυτά, για να σας ιντριγκάρω – και τελειώνω εδώ:

Στο οπισθόφυλλο του νέου του βιβλίου γράφει, συστήνοντας μας στα γρήγορα, με το περιεχόμενο:

«Νόστος, είναι ο γυρισμός στη πατρίδα, αλλά πατρίδα δεν είναι μόνο ο τόπος που γεννηθήκαμε και μεγαλώσαμε. Είναι προπαντός η κρυφή θάλασσα της μνήμης, ατομικής και συλλογικής, όπου άλλοτε παίζουμε με τα πρόσχαρα νερά της κι άλλοτε μας κατακλύζει και βουλιάζουμε».

Για μένα, πατρίδα είναι και ο Παναγιώτης. Εννοώ τόσο ο ίδιος, με την φυσική του υπόσταση αλλά περισσότερο το έργο του. Το συνολικό του έργο. Κι αυτό, γιατί αποτελεί και θα αποτελέσει στο μέλλον –είμαι σίγουρη γι αυτό- μεγάλο κομμάτι της συλλογικής μας μνήμης.
Απάντηση

Επιστροφή στο “Βιβλία”