Σαν τα μπουλούκια (παλιό καλό θέατρο)…

Απάντηση
seriani
Δημοσιεύσεις: 237
Εγγραφή: Κυρ Ιαν 17, 2021 9:41 pm

Σαν τα μπουλούκια (παλιό καλό θέατρο)…

Δημοσίευση από seriani »

Στρίβω μέσα στη στοά. Εμμανουήλ Μπενάκη 24. Στο βάθος βλέπω τη γυάλινη βιτρίνα. Ικαριώτικο καφενείο «Χαλ…αρά». Η ώρα δέκα και μισή το πρωί. Απορώ που δεν έχει κόσμο. «Έχουν τα δικά τους ωράρια εδώ. Από το μεσημέρι και μετά γεμίζει.» μου εξηγεί η Ειρήνη Μαργαρίτη, που επέλεξε αυτό το καφενείο για να σκηνοθετήσει τον Χρήστο Σαπουντζή σε δύο ιστορίες από τη βραβευμένη συλλογή του Χρήστου Οικονόμου «Κάτι θα γίνει, θα δεις». Το ξανασκέφτομαι. Λογικό. Δεν είναι ένα όποιο καφενείο. Είναι ένα ικαριώτικο καφενείο.

Από τα ηχεία ακούγεται το «Κάγκελα» του Πανούση. Χαμογελώ. Είναι ένα ικαριώτικο καφενείο, ξαναλέω στον εαυτό μου. Ένας ηλικιωμένος θαμώνας κάθεται σε ένα τραπέζι. «Καλημέρα. Τι κάνετε; Καλά;» του λέει η Ειρήνη. «Αν ήμουν καλά εδώ θα ήμουν;» της απαντά αφοπλιστικά. «Στην Ικαρία θα ήμουν».

«Στην Ικαρία οι άνθρωποι είναι ποιητές με τον χρόνο. Καταφέρνουν μέσα από τη φαινομενική τους νωθρότητα να υψώνονται. Σκύβοντας να υψώνονται. Έχουν μία επικοινωνία με το θείο. Και στους χορούς τους μπορείς να το δεις αυτό. Είναι όλα στον αέρα. Όλα σε ένα μετέωρο πράγμα μεταξύ γης και ουρανού», μου λέει ο Χρήστος.

«Μας λέει κάποιος φίλος. Δεν σας ακούνε όταν κάνετε πρόβα. Και του λέμε… Μας έχουν όμως εδώ μέσα. Και με πολλή αγάπη. Δεν ξέρω αν το ακούω είναι μόνο με τα αυτιά, μας ακούνε με την καρδιά τους», παρεμβαίνει η Ειρήνη και συνεχίζει: «Για εμάς το ζητούμενο είναι πάντα η επικοινωνία. Γι’ αυτό και ήρθαμε σε ένα καφενείο, βάλαμε τα τραπέζια δίπλα δίπλα και δημιουργούμε αυτή τη μη απόσταση. Μιλάμε γι’ αυτό που νιώθουμε και είμαστε μαζί με κάποιο τρόπο. Ο καθένας με τα δικά του, αλλά και μαζί».

Black out (μια μικρή διαμαρτυρία). Έτσι λέγεται η παράσταση. Δύο μονόλογοι. «Και τα δύο κείμενα πραγματεύονται το θέμα της απώλειας. Της προσωπικής απώλειας. Ο ένας ήρωας έχει χάσει την γυναίκα του και ο άλλος τον καλύτερό του φίλο. Είναι σαν να συντονίζονται όμως με ένα αίσθημα γενικότερης απώλειας. Κι αυτή αίσθηση δημιουργεί κι αυτό το black out με κάποιο τρόπο. Δεν ξέρεις πια πού βρίσκεσαι ακριβώς… Πού είμαστε; Τι διεκδικούμε; Τι να ονειρευτούμε για το μέλλον μας;» μου εξηγεί η Ειρήνη.

«Με πιάνει φόβος όταν βλέπω έτσι σκοτεινό τον κόσμο, σα να ’ναι πόλεμος ή κατοχή, σα να ’χει γίνει κακό μεγάλο. Κι ύστερα, για λίγο, για μια στιγμή, ο φόβος γίνεται γαλήνη όταν σκέφτομαι πως έξω είναι σκοτάδι και παγωνιά, αλλά εγώ είμαι μέσα στα ζεστά, φυλαγμένος, με φως, φαϊ και τσίπουρο, με τον Τάκη να μιλάει, να μιλάει…» μονολογεί ο ένας ήρωας. «Όσο περνάει ο καιρός, η σχέση μας με τον χρόνο αντί να γίνεται φιλική γίνεται όλο και πιο δυσκοίλια. Οπότε όποιες στιγμές καταφέρνουμε να κλέψουμε μοιάζουν με διαμάντια. Μια τέτοια στιγμή κλέβει ο ήρωας. Μία στιγμή ζεστασιάς και θαλπωρής. Και ίσως και να κοιμηθεί εκείνη τη μέρα πιο ήσυχος. Είναι μια στιγμή που ο χρόνος αμβλύνεται», επισημαίνει ο Χρήστος.

«Φως; Υπάρχει φως στα δύο κείμενα;» τους ρωτάω. «Ο ίδιος ο συγγραφέας λέει ότι είναι τρομερά αισιόδοξο ότι μιλάμε για ανθρώπους που παλεύουν να μην το βάλουν κάτω, ενώ όλες οι συνθήκες τους λένε να το βάλουν κάτω», σπεύδει να απαντήσει η Ειρήνη. «Η ζωή είναι πιο δυνατή από εμάς. Πρέπει να πάμε μπροστά. Να το πενθήσουμε, να το θάψουμε και να πάμε μπροστά. Εκεί κρύβεται η αισιοδοξία», σχολιάζει ο Χρήστος. «Στο δεύτερο κείμενο έχουμε να κάνουμε με μία πράξη αγάπης φίλου προς φίλο. Κι επειδή είναι πολύ σπάνιες αυτές οι πράξεις, δεν μπορεί παρά να είναι αισιόδοξο».

Σκέφτομαι ότι το μόνο καταφύγιο σε όλο αυτό που βιώνουμε είναι η αγάπη. Ο Χρήστος δεν μοιάζει να συμφωνεί. «Η αγάπη είναι μια μικρή λέξη γι’ αυτό που περνάει ο κόσμος. Αυτό που έχει χαθεί δια παντός είναι η εμπιστοσύνη. Με όλα αυτά που κάνουμε στον πλανήτη, με όλα αυτά που μας κάνουν οι πολιτικοί, οι τραπεζίτες – που είναι άνθρωποι και αυτοί, δεν είναι τέρατα! – χάσαμε το στοίχημα, που είναι η εμπιστοσύνη στον ίδιο τον άνθρωπο. Σε ποιον έχεις εμπιστοσύνη ότι θα σου πει κάτι κι αυτό θα ισχύει; Ο Μανού Τσάο είχε πει: ‘Δεν μπορώ να αλλάξω τον κόσμο. Αυτό που μπορώ να αλλάξω είναι τη γειτονιά μου!’ Ας κάνουμε μία προσπάθεια στις σχέσεις μας με τους ανθρώπους γύρω μας».

Είναι δύο εξαιρετικά ταλαντούχα πλάσματα. Εκτός από συνεργάτες είναι και φίλοι. Είναι πολύ δικό τους πράγμα το “Black out”. Το νιώθω. Έχουν μια ησυχία, που σπάνια συναντάς λίγο πριν την πρεμιέρα. Κανένας πανικός. Λες και το ικαριώτικο καφενείο έκανε το θαύμα του. «Εδώ σε αυτόν τον χώρο θυμήθηκα ξαφνικά τους συγγενείς μου στην τέχνη, τα μπουλούκια. Σε τέτοιους χώρους γυρίζανε και παίζανε. Και αίφνης ο ενθουσιασμός μου έγινε πολύ μεγαλύτερος από το να παίξω σε οποιοδήποτε Μέγαρο!» μου λέει ο Χρήστος και καταλήγει: «Σε αυτές τις δύσκολες εποχές που ζούμε με ενδιαφέρει πάρα πολύ να παίξω ένα σύγχρονο κείμενο και να το κοινωνήσω με τέτοιους ανθρώπους εδώ. Γι’ αυτούς τους ανθρώπους μιλάμε. Ούτε για βασιλιάδες, ούτε για πλούσιους και πετυχημένους. Δεν είναι ούτε Σαίξπηρ, ούτε Ίψεν. Είναι μικρές ιστορίες για μικρούς ανθρώπους, που δεν τις μαθαίνουμε ποτέ».
Απάντηση

Επιστροφή στο “Τέχνες”