Άρθρο της Θέτιδας Παπαδοπούλου.
«Ε, και τι έγινε;» ίσως αναρωτηθείτε. Το ίδιο θα έλεγα κι εγώ αν δεν είχα αυτή την εμπειρία. Το ίδιο θα έλεγε κι εκείνος αν δεν είχε δοκιμάσει να τα φτιάξει με Eλληνίδα. Αλλά η ζωή στην ελληνική κοινωνία δεν είναι διαφήμιση της Benetton. «Λοιπόν, θα το πεις στους δικούς σου ότι βγαίνεις με ένα μαύρο αγόρι;» με ρώτησε εκείνος στο τρίτο ραντεβού.
«Ε, βέβαια. Μόνο αυτή η φυλή σού είχε ξεφύγει» μου είπε η μητέρα μου μόλις της ανακοίνωσα ότι ο εραστής μου είναι μαύρος. Είχα ξεχάσει να της αναφέρω τη συγκεκριμένη λεπτομέρεια όλους αυτούς τους μήνες που της έλεγα στο τηλέφωνο για τον Σολάλ – ας τον λέμε έτσι για τις ανάγκες του άρθρου. Συνηθισμένοι οι γονείς μου να βγαίνω με αλλοδαπούς από μικρή, δε με ρώτησαν περαιτέρω στοιχεία όταν τους ενημέρωσα ότι είναι Γάλλος. Και μια που ήρθαν στην Αθήνα για να με επισκεφτούν, ήθελαν να βγούμε όλοι μαζί: εγώ, εκείνοι και ο φίλος μου.
«Δηλαδή πόσο μαύρος; Τόσο μαύρος;» μου έλεγε η μαμά μου δείχνοντάς μου έναν Άραβα στην Ερμού όταν ήμασταν για ψώνια. «Όχι, αυτός είναι μελαψός» της απαντούσα. «Τόσο μαύρος;» μου έλεγε δείχνοντάς μου τους Πακιστανούς στην Ευριπίδου όπου πήγαμε για να αγοράσει υφάσματα. «Όχι, διαφορετικά μαύρος». «Μαύρος σαν τη σερβιτόρα;» με ρωτούσε δείχνοντάς μου το κορίτσι στο ινδικό εστιατόριο όπου καθίσαμε για φαγητό.
«Μαύρος πίσσα» της έλεγα κι αγανακτούσα που κολλούσε στο θέμα του χρώματος. Τι σημασία έχει πόσους τόνους μαύρος είναι; Δε με ρώτησε τίποτε άλλο. Oύτε για το πώς τα πηγαίνω μαζί του ούτε για το αν τον αγαπώ ούτε για το αν είναι τρυφερός, τίποτα. «Ξέρω γιατί σου αρέσουν οι μαύροι», μου είπε μετά από ώριμη σκέψη, «αλλά κακομοίρα μου, μετά από χρόνια γάμου αυτά δε μετράνε. Να βρεις έναν άνθρωπο να συνεννοείστε».
Άλλη φάτσα, άλλη ράτσα
Η αλήθεια είναι ότι με τον Σολάλ στην αρχή δεν μπορούσαμε να συνεννοηθούμε καθόλου. Εκείνος δε μιλούσε αγγλικά κι εγώ δε μιλούσα καθόλου γαλλικά. O Σολάλ, πριν έρθει από τη Γαλλία στην Ελλάδα ως μπασκετμπολίστας, έμενε σε ένα νησί της Καραϊβικής, από όπου κατάγεται η δική του οικογένεια – κατάμαυρων ανθρώπων.
Εντάξει, δεν είχαμε τίποτε κοινό. Μιλούσαμε τη γλώσσα των κωφαλάλων, με χειρονομίες, μέχρι να καταφέρουμε ν’ ανταλλάξουμε τηλέφωνα εκείνη την πρώτη φορά που συναντηθήκαμε.
Ναι, έρωτας με την πρώτη ματιά. Στη δεύτερη καταλάβαμε πόσο δυνατή «χημεία» υπήρχε μεταξύ μας. Στην τρίτη τρέχαμε στον «Ελευθερουδάκη» να αγοράσουμε λεξικά. Κι ορίστε τώρα, λίγο πριν συζήσουμε, να βρίσκομαι στη δύσκολη θέση να πρέπει ν’ ανακοινώσω στην οικογένειά μου το τέλος της εργένικης ζωής μου και την απόχρωση που θα έχουν τα εγγονάκια τους.
«Δεν μπορώ να σε αφήσω να παντρευτείς μαύρο» μου είπε κάποια στιγμή η μητέρα μου. «Ξέρεις ότι τα γονίδιά τους υπερισχύουν των λευκών κι έτσι τα παιδιά σου δε θα πάρουν τα πράσινα μάτια σου και τα δικά μου πράσινα μάτια και του παππού σου τα πράσινα μάτια και όλων των μελών της οικογένειας Τρύφωνα; Ξέρεις ότι το παιδί σου θέλω να έχει το όνομα του παππού Γιώργη, αλλά παππούς Γιώργης μιγάς δε γίνεται να υπάρξει». Και δώσ’ του να δακρύζει. Βρε κακό που μας βρήκε…
«Oχ, να τα μας, οι συμπέθεροι» έλεγε ο μπαμπάς μου κάθε φορά που συναντούσαμε Αφρικανούς να περπατάνε με τα παραδοσιακά κοστούμια τους κι άλλαζε πεζοδρόμιο. Κοίταζε εξονυχιστικά πια τις μαύρες τραγουδίστριες της τζαζ στα εξώφυλλα των CD μου και έλεγε ότι έπρεπε να το είχε καταλάβει, από μικρή είχα έφεση προς τη μαύρη φυλή. Εγώ; «Γι’ αυτό παρατούσες τις δουλειές σου και ξεροψηνόσουν το καλοκαίρι στον ήλιο, έτσι δεν είναι;» με ρωτούσε με διερευνητικό βλέμμα.
«Ήθελες να αλλάξεις ράτσα. Δεν αποδεχόσουν τον εαυτό σου, αυτό είναι. Τι σου έχει κάνει η φυλή μας, παιδάκι μου; Ε, βέβαια, πού να ξέρεις εσύ για τη φυλή μας; Μήπως άνοιξες ποτέ σου κανένα βιβλίο ιστορίας να μάθεις για το Σούλι, για το Χάνι της Γραβιάς, για τη μάχη των Θερμοπυλών, για την Αθηνά, τη θεά της σοφίας;»… Και δώσ’ του ιστορία και ψυχανάλυση.
Μόρια και άτομα
Oι θείες μου αντίθετα, μόλις το έμαθαν, με έπαιρναν τηλέφωνο για να με ρωτήσουν μόνο αυτό: αν ισχύει ότι οι μαύροι έχουν πιο μεγάλο αντρικό μόριο από τους λευκούς. «Έλα τώρα θεία, τι είναι αυτά που λες;» απαντούσα. «Να προσέχεις, πουλάκι μου, να μη σε κουράζει» με συμβούλευε η θεία Αλίκη. Η θεία Ζωή από την άλλη, από τη μέρα που έμαθε ότι τα έχω με τον Σολάλ, άλλαξε τροπάριο στην καθιερωμένη μουρμούρα της γύρω από τα οικογενειακά τραπέζια.
Η θεία Ζωή πάντα υποστήριζε ότι ο καταρράκτης που έπαθε στα μάτια είναι ψυχοσωματικός, γιατί δεν την «ξαστερώνει» ο θείος μου εδώ και χρόνια να βρει το φως της («ξαστέρωμα» στη γλώσσα της θείας Ζωής είναι η σεξουαλική συνεύρεση δύο ανθρώπων). Τώρα πια έχει προσθέσει στη φιλοσοφία της ότι, ορίστε, αν είχε παντρευτεί κι εκείνη μαύρο, δε θα είχε καταρράκτη στα μάτια.
Αδίκως λοιπόν προσπαθούσα να πείσω τις γυναίκες της οικογένειάς μου ότι δεν ήταν ο έρωτας ο λόγος, αλλά ο ψυχικός του κόσμος. Σαν να μη με άκουγαν. Και δώσ’ του οι ξαδέλφες μου να μιλούν για το πόσο ωραία οπίσθια έχουν οι μαύροι και πόσο ωραία σώματα κι ότι έχουν μεγαλύτερη αντοχή στον έρωτα από τους λευκούς. Και πρώτη φορά να δείχνουν τόσο ενδιαφέρον για την ερωτική μου ζωή. Και να ‘ταν μόνο η οικογένειά μου…
Με το που αρχίσαμε με τον Σολάλ να κάνουμε δημόσιες εμφανίσεις, έρχονταν όλες οι γνωστές και με ρωτούσαν ψιθυριστά στ’ αφτί αν περνώ καλά στο κρεβάτι. Κάποια μάλιστα μου ζήτησε να της τον δανείσω με αντάλλαγμα να με προσλάβει σε μια καινούρια δουλειά, λες και μιλούσαμε για την κόκκινη φούστα μου. Oι άντρες γνωστοί μού έκλειναν πονηρά το μάτι λέγοντάς μου: «Κάτι παραπάνω ξέρεις εσύ, ατιμούλα».
Παλιοί μου έρωτες με άρπαζαν ξαφνικά απ’ το μπράτσο, με πήγαιναν σε μια γωνιά του κλαμπ για να με ρωτήσουν θυμωμένα τι παραπάνω μου δίνει εκείνος στο κρεβάτι και θέλω να μείνω μαζί του. «Γιατί δε με ξαναπήρες τηλέφωνο;» θυμήθηκε ο Νίκος. «Πιστεύεις ότι δεν έκανα κάτι σωστά; Πες την αλήθεια. Τι ήθελες;» Ένιωθα ξαφνικά σαν να ‘βγαινα με τον πορνοστάρ Ρόκο. Έτσι κατάλαβα ότι αυτά που λέμε στα ανέκδοτα για τους μαύρους δεν είναι απλώς μύθος. Κατά βάθος τα πιστεύουμε όλοι μας.
Μαύρα χάλια
Ένα άλλο που συνειδητοποίησα ότι είναι τελείως διαφορετικό όταν βγαίνεις με μαύρο αγόρι είναι τα σχόλια που κάνουν οι άνθρωποι για εκείνον στο δρόμο. Αν κάνει κάποιο λάθος στην οδήγηση, δε λένε «κάνε στην άκρη, ρε μα…α», όπως στους υπόλοιπους Έλληνες, λένε «κάνε στην άκρη, ρε μα… α αράπη».
Στις καθημερινές συναναστροφές οι άνθρωποι αρπάζονται πολύ πιο εύκολα όταν απέναντί τους έχουν κάποιον ξένο. Oι άντρες που απορρίπτεις πάντα σου πετάνε: «Και προτιμάς το νέγρο;». Ποτέ βέβαια δεν του μεταφράζω αυτά που λένε για εκείνον, γιατί ξέρω ότι έρχεται από ένα γκέτο της Γαλλίας και έχει κυνηγηθεί από ρατσιστικές οργανώσεις.
Μια μέρα, μου έλεγε, πήγαν είκοσι άντρες με καδρόνια έξω από το σπίτι του με σκοπό να δείρουν αυτόν και την οικογένειά του. Έτσι, χωρίς να έχουν κάνει τίποτα. Άλλες φορές μού λέει για κάποιον αθλητή που πήγε σε ιταλική ομάδα και ο οποίος κάθε βράδυ, μετά τα χειροκροτήματα, πηγαίνει στο σπίτι του, κλειδώνεται και κλαίει εξαιτίας των ρατσιστικών αντιδράσεων των κατοίκων.
Γι’ αυτό εγώ δε μεταφράζω τίποτα. Δε θέλω να του χαλάσω την εικόνα που έχει για τους Έλληνες, ότι είναι απίστευτα φιλόξενοι και καθόλου ρατσιστές. Έτσι κι αλλιώς μαύρος είναι, δεν είναι Αλβανός. Γιατί όσες φίλες μου είχαν εραστές Αλβανούς θυμάμαι ότι δεν το έλεγαν ποτέ σε κανέναν.
Γεγονός πάντως είναι ότι έχω αρχίσει να γίνομαι ευαίσθητη σε θέματα ρατσισμού, τόσο ώστε να μην ξέρω καν αν το γεγονός ότι τα έχω με μαύρο αγόρι είναι σωστό να το κάνω θέμα στο περιοδικό. Έτσι, ένιωσα άσχημα όταν εκείνος με ρώτησε: «Λοιπόν, θα το πεις στους γονείς σου ότι είμαι μαύρος;».
Εμπρός στο δρόμο που χάραξε η Αντριάνα Σκλεναρίκοβα
Μια μέρα, πριν τον γνωρίσω στους γονείς μου, στο δελτίο ειδήσεων έδειχνε το γάμο της Σκλεναρίκοβα με τον ποδοσφαιριστή Καρεμπέ. Η μητέρα μου άνοιξε την ένταση. «Μπα», μου είπε, «και το τοπ μόντελ με μαύρο άντρα;». Και κάπως έτσι της καρφώθηκε στο μυαλό, επιτέλους, ότι το να τα έχει η κόρη της με μαύρο αγόρι είναι κάτι σικ και συνηθισμένο. Να την έχει ο Θεός καλά τη Σκλεναρίκοβα.
Και να μας λοιπόν στο οικογενειακό τραπέζι, για να γνωρίσω στους δικούς μου τον άντρα με τον οποίο πρόκειται να ζήσω. Αυτός είναι. Πανύψηλος. Δυο μέτρα. Τεράστιος. Και πίσσα. Τον επεξεργάζονται αρκετή ώρα σαν να είναι εξωγήινος. «Ωραίος είναι τελικά» λέει η μαμά μου. «Σκούρος, αλλά πολύ ωραίος».
Για τη μαμά μου ο Σολάλ είναι απλά το αντικείμενο του πόθου μου κι όχι ο άντρας που αγαπώ. Για την οικογένειά μου είμαι απλά βιτσιόζα και, όπως αποδέχτηκαν τον γκέι θείο Αντρέα και το φίλο του, έτσι μια μέρα θα αποδεχτούν κι εμένα και το δικό μου φίλο. (Μάλλον πιο εύκολα, γιατί στη δική μου περίπτωση δε χρειάστηκε να φέρουμε γιατρό να κάνει ηρεμιστική ένεση σε κανέναν, όπως είχαμε φέρει τότε για να κάνει ένεση στη μαμά του θείου Αντρέα και δεν την έπιανε το καταραμένο το φάρμακο).
Και τώρα έρχεται η στιγμή να φύγω για Γαλλία για να συναντήσω τους γονείς του Σολάλ. Ελάχιστα πράγματα ξέρω για τη ζωή στο γκέτο. Ξέρω από εκείνον ότι είναι βρόμικα και όχι καθαρά όπως το υπόλοιπο Παρίσι. Ξέρω επίσης ότι τα πράγματα είναι βίαια κι ότι αν βρεθεί λευκός στο γκέτο, κινδυνεύει. Το ίδιο συμβαίνει και αν βρεθεί μαύρος έξω από το γκέτο του. Και ξέρω ότι τα παιδιά από το γκέτο έχουν μόνο δύο εναλλακτικές για να ξεφύγουν από αυτό: τη μουσική και τον αθλητισμό. Ξέρω επίσης ότι υπάρχει τρομερά αρνητικό κλίμα απέναντι στους ξένους.
Σε αυτό λοιπόν τον άγριο κόσμο πηγαίνω στο πλευρό ενός μαύρου αγοριού και οι φίλες μου, αντί να νιώσουν λίγη από την αγωνία μου, ζητούν να φέρω και σ’ αυτές κανέναν μαύρο απ’ το Παρίσι. Ακόμη και η συντακτική ομάδα του περιοδικού δεν είχε άλλο αίτημα. «Γράψε ένα κείμενο, πριν φύγεις, για τη σχέση σου με εκείνο το μαύρο αγόρι» μου λένε.
Λοιπόν, κορίτσια, αυτές οι σεξιστικές προκαταλήψεις, που δεν ξέρω κι εγώ πώς βγήκαν -ξέρετε, όλα αυτά που λένε για τους μαύρους στο κρεβάτι-, όλα αλήθεια είναι.
Black & white
Τι πρέπει να έχεις υπόψη σου όταν βγαίνεις με ένα μαύρο αγόρι
- Πιθανόν να θέλει να τρώει πολύ πικάντικα φαγητά.
- Έχουν αυξημένη αντιρατσιστική συνείδηση (τόσα πέρασαν οι παππούδες τους) κι αρπάζονται με οποιοδήποτε σχόλιο θα κάνει φίλος σου.
- Στους δρόμους της Αθήνας, όταν είσαι συνοδηγός στο αμάξι ενός μαύρου αγοριού, δέχεσαι καταιγισμό ρατσιστικών προσβολών.
- Σε πλησιάζουν διάφοροι να σε ρωτήσουν «μα πώς είναι δυνατόν να είστε μαζί;», «πώς ερωτευτήκατε;» κ.λπ.
- Όσοι σου χρωστούν χρήματα, σου τα δίνουν αμέσως όταν πηγαίνεις να τα ζητήσεις μαζί με το μαύρο, τεράστιο αγόρι σου.
- Σας κοιτάζουν παράξενα οπουδήποτε κι αν πάτε. Στην Ελλάδα δεν είναι ακόμα συνηθισμένα τα «mixed and match» ζευγάρια.
- Πιθανόν να ζηλεύεις που εκείνος δε χάνει το μαύρισμά του το χειμώνα. Πιθανόν να νιώθεις χλομή.