Το ύψος του φτάνει μόλις και μετά βίας το 1,65, είναι προκλητικά λεπτοκαμωμένος και πάνω στη σχετικά κακοβαλμένη μύτη του ισορροπεί ένα τεράστιο ζευγάρι γυαλιά με χοντρούς μυωπικούς φακούς. Φοράει πάντα ρούχα ένα – δύο μεγέθη πάνω από το δικό του, και βαδίζει μονίμως με το κεφάλι στραμμένο προς τα κάτω, για να μην επιτρέπει στη φτωχή πραγματικότητα να εισβάλλει στην ανεξάντλητη φαντασία του.
Ο Γούντι Άλεν, ο σκηνοθέτης φαινόμενο του σύγχρονου αμερικάνικου κινηματογράφου, με πάνω από 45 τίτλους ταινιών στο ενεργητικό του, πρωταγωνιστεί, γράφει, σκηνοθετεί και παίζει κλαρινέτο με την ίδια φυσική άνεση, που ξυπνάει το πρωί. Γεννημένος την 1η Δεκεμβρίου του 1935, σε μια φτωχική γειτονιά του Μπρούκλιν από Αμερικανοεβραίους γονείς, δεν αργεί να μετατρέψει τον συνοικιακό κινηματογράφο σε προσωπικό του καταφύγιο. Ο Χάμφρει Μπόγγκαρτ, ο Γκάρι Κούπερ και οι αδερφοί Μαρξ, αντικαθιστούν τους συντρόφους του στο παιχνίδι.
Στην αρχή με την συνοδεία μιας μεγαλύτερης ξαδέρφης και στη συνέχεια με την παρέα των συμμαθητών του από το σχολείο, επισκέπτεται το σινεμά σχεδόν σε καθημερινή βάση. Στα δεκάξι του χρόνια, όντας ακόμα μαθητής, κερδίζει το χαρτζιλίκι του γράφοντας κωμικές ιστορίες και ανέκδοτα. Αμέσως μετά αρχίζει να δουλεύει σαν κειμενογράφος πρώτα για το ραδιόφωνο και κατόπιν για την τηλεόραση.
Η επαγγελματική του σχέση με τον κινηματογράφο ξεκινάει την ίδια εποχή που τον βρίσκουμε να γεμίζει με τις παραστάσεις του ως stand up comedian, κάποια από τα διασημότερα καμπαρέ της Νέας Υόρκης. Το γεγονός ότι ερμηνεύει και συνάμα γράφει μόνος του τα νούμερα του είναι το στοιχείο που θα προσελκύσει ένα ζευγάρι παραγωγών οι οποίοι θα του αναθέσουν τη συγγραφή του πρώτου του σεναρίου για τον κινηματογράφο.
Η ταινία που θα γεννηθεί, είναι το “Τι νέα ψιψίνα;”, που μέσα σε όλα τα υπόλοιπα σηματοδότησε το ντεμπούτο του ως κινηματογραφικoύ ηθοποιού. Πολλά χρόνια αργότερα, αναφερόμενος στη συγκεκριμένη εμπειρία, θα δηλώσει ότι η γεύση που του άφησε ήταν μάλλον γλυκόπικρη, εξαιτίας του ασφυκτικού ελέγχου που δέχονταν από την παραγωγή τόσο ο ίδιος όσο και ο Κλαιβ Ντόνερ που είχε αναλάβει να κάνει την σκηνοθεσία.
Το επόμενο κινηματογραφικό του τόλμημα είναι αυτό που θα τον βάλει για τα καλά στα πράγματα. Το “Πάρε τα λεφτά και τρέχα” το σενάριο του οποίου υπογράφει από κοινού με τον παιδικό του φίλο Μίκι Ρόουζ, κάνει πρεμιέρα το 1969. Αρχικά ο Άλεν προόριζε για σκηνοθέτη της ταινίας του τον Τζέρι Λούις, οι υπεύθυνοι του στούντιο όμως δεν δέχονταν επ’ ουδενί να διαπραγματευτούν μια συνεργασία με τον δύστροπο σταρ, κι έτσι μετά από μια σειρά χρονοβόρων συζητήσεων, κι αφού ο σεναριογράφος αρνούνταν πεισματικά να εμπιστευτεί ξανά σενάριο του σε σκηνοθέτη που δεν εγκρίνει προσωπικά, μοιραία ο κλήρος έπεσε στον ίδιο.
Πάρε τα λεφτά και τρέχα (1969), Μπανάνες (1971), Τα πάντα γύρω απο το σεξ (1972).
Στη πρώτη του δημιουργική περίοδο, είδαμε να τίθενται οι βάσεις πάνω στις οποίες εξελίχτηκε το σκηνοθετικό μα και υποκριτικό ύφος που καθόρισε τη μοναδική σχολή του Γούντι Άλεν. Πυκνή δράση, αβανταδόρικοι διάλογοι, παραπομπές σε δουλειές άλλων σκηνοθετών, μπόλικη σάτιρα και σκηνές δανεισμένες από την ευρωπαϊκή λογοτεχνία. Ας σημειώσουμε εδώ ότι ο “Υπναράς” είναι η πρώτη ταινία στην οποία ο Γούντι Άλεν καθοδηγεί σκηνοθετικά τη μετέπειτα σύντροφο και μούσα του, Νταϊαν Κίτον.
Νευρικός εραστής (1977), Μανχάταν (1979), Το πορφυρό ρόδο του Καΐρου (1985) Η Χάνα και οι αδελφές της (1986), το ημι-αυτοβιογραφικό Μέρες ραδιοφώνου (1987)
Για να κάνει το επόμενο βήμα και να περάσει στο είδος των κομεντί με το οποίο αποθεώθηκε, αναγκάστηκε να θυσιάσει μέρος της ασφάλειας που του προσέφερε η καθαρόαιμη κωμωδία. Εκείνη την εποχή εγκαινιάζει και την μακρόχρονη συνεργασία του με την πολυτάλαντη Μια Φάροου, την έτερη πρωταγωνίστρια των ταινιών και της ζωής του.
Ο Γούντι Άλεν οδηγεί την δουλειά του σε ωριμότερα μονοπάτια. Το χιούμορ του γίνεται πιο εκλεπτυσμένο, περισσότερο εγκεφαλικό. Η θρησκεία και η επιστήμη της ψυχανάλυσης που τον έχει απασχολήσει και σε προσωπικό επίπεδο, προστίθενται σαν κομμάτι της ζωής των ηρώων του άλλοτε για να περιπλέξουν και άλλοτε για διακωμωδήσουν τις επιλογές τους.
Στα θέματα του εντάσσονται οι σχέσεις των δύο φύλων, η εξιδανίκευση που προηγείται της κατάκτησης, η φυσική φθορά, η ενοχή και η αθωότητα. Η αυτοπεποίθηση που ενισχύει την τόλμη του είναι εμφανής και σε επίπεδο τεχνικής. Τα μεγάλα μονοπλάνα και τα απόμακρα ζενεράλ, που στη συνέχεια θα γίνουν κομμάτι της σκηνοθετικής του ταυτότητας, εναρμονίζονται πλήρως με τα νοήματα που θέλει να επικοινωνήσει.
Ζωντανές αναμνήσεις (1980), Σεπτέμβρης (1987), Μια άλλη γυναίκα (1988), Άλις (1990), Παντρεμένα ζευγάρια (1992).
Το 1978 είναι η χρονιά που ο Γούντι Άλεν γυρίζει την πρώτη του ταινία με κοινωνικό – δραματική πλοκή. Κι ενώ η εξοικειωμένη, με αυτού του είδους το σινεμά, Ευρώπη, είδε από την αρχή με θετική ματιά το νέο εγχείρημα του Αμερικανού σκηνοθέτη, το κοινό της πατρίδας του το μετέφρασε σαν ασυγχώρητη παρέκκλιση και τον τιμώρησε αφήνοντας τις αίθουσες άδειες.
Οι “Εσωτερικές σχέσεις” κινούνται γύρω από τις ζωές τριών αδελφών, και τον τρόπο που αυτές εξελίσσονται μετά το ξαφνικό διαζύγιο των γονιών τους. Η απεραντοσύνη της ανθρώπινης ψυχής μπαίνει γι’ ακόμη μια φορά κάτω από το μικροσκόπιο του σκηνοθέτη, ιδωμένη μέσα από ένα εντελώς διαφορετικό πρίσμα από αυτό που μας είχε συνηθίσει.
Τα ίδια ερωτήματα που προηγουμένως εκτονώνονταν μέσα από το γέλιο, πλέον επενδύονται με τρυφερότητα και προσεγγίζονται μέσα από διακριτικότερες αποχρώσεις. Ο τρόπος που η απειλή του τέλους επηρεάζει τη ζωή μας, τα οικογενειακά πάθη, ο έρωτας και τα δυσδιάκριτα όρια του. Τα κοντινά στα πρόσωπα των ηρώων του αποτυπώνουν ανεξίτηλο στο μυαλό του θεατή, από το εντονότερο βλέμμα μέχρι τον παραμικρό σπασμό.
Μυστηριώδεις φόνοι στο Μανχάταν (1993), Σφαίρες πάνω απο το Μπροντγουεϊ (1994), Η κατάρα του πράσινου σκορπιού (2001).
Οι αστυνομικές κωμωδίες είναι ένα ακόμα είδος στο οποίο άφησε την σφραγίδα του. Ντελικάτα, ατμοσφαιρικά φιλμ που πολύ συχνά φλερτάρουν με το νουάρ άλλων εποχών, και διανθίζονται με το αξεπέραστο χιούμορ του συγγραφέα τους. Ιδιοφυής ξεκαρδιστικές σκηνές αντιπαρατίθενται με τα μυστήρια που ψάχνουν λύση, κάνοντας την εξιχνίαση του εγκλήματος να μοιάζει με το κυνήγι του χαμένου θησαυρού.
Παίζοντας στα τυφλά (2002), Μελίντα και Μελίντα (2004), Match Point (2005), Το όνειρο της Κασσάνδρας (2007), Μεσάνυχτα στο Παρίσι (2011).
Τα τελευταία δώδεκα χρόνια έχοντας πραγματοποιήσει κάθε καλλιτεχνικό του απωθημένο αλλά και την όποια εμπορική του υποχρέωση, καθοδηγείται από τις δικές του επιθυμίες κάνοντας διαρκώς περάσματα από το ένα είδος στο άλλο. Η θεματολογία του παραμένει διαχρονική, η μοίρα και τα ανεξάντλητα παιχνίδια που παίζει στις πλάτες των θνητών, ο έρωτας κι ο θάνατος, η ηθική σε αντιπαράθεση με τα ένστικτα. Ο κοσμαγάπητος υποχόνδριος που κάποτε δεν εγκατέλειπε το Μανχάταν για κανένα λόγο, άλλαξε.
Οι διαφορές του με τις γυναίκες δεν έχουν πια και τόση σημασία, τα τελευταία δεκατέσσερα χρόνια παραμένει σταθερά με την ίδια. Οι αμέτρητες φοβίες του που κάποτε γέμιζαν το πρόσωπο του ρυτίδες, τώρα μάλλον τον γλυκαίνουν. Αυτό που δεν άλλαξε ποτέ είναι η σχέση του με το σινεμά. Ο Γούντι Άλεν ζει για να κάνει ταινίες ή ζει επειδή κάνει ταινίες… Μικρή η διαφορά, εμείς όμως πάντα θα χαρίζουμε στον εαυτό μας, μια ακόμα προβολή καινούριας ταινίας του.
Φιλμογραφία
- 2011 Midnight in Paris
- 2010 You Will Meet a Tall Dark Stranger
- 2009 Whatever Works
- 2008 Vicky Cristina Barcelona
- 2007 Cassandra’s Dream
- 2006 Scoop
- 2005 Match Point
- 2004 Melinda and Melinda
- 2003 Anything Else
- 2002 Hollywood Ending
- 2001 The Curse of the Jade Scorpion
- 2000 Small Time Crooks
- 1999 Sweet and Lowdown
- 1998 Celebrity
- 1997 Deconstructing Harry
- 1996 Everyone Says I Love You
- 1995 Mighty Aphrodite
- 1994 Bullets Over Broadway
- 1993 Manhattan Murder Mystery
- 1992 Husbands and Wives
- 1991 Shadows and Fog
- 1990 Alice
- 1989 Crimes and Misdemeanors
- 1988 Another Woman
- 1987 September
- 1987 Radio Days
- 1986 Hannah and Her Sisters
- 1985 The Purple Rose of Cairo
- 1984 Broadway Danny Rose
- 1983 Zelig
- 1982 A Midsummer Night’s Sex Comedy
- 1980 Stardust Memories
- 1979 Manhattan
- 1978 Interiors
- 1977 Annie Hall
- 1975 Love and Death
- 1973 Sleeper
- 1972 Every Thing You Always Wanted to Know About Sex * But Were Afraid to Ask
- 1971 Bananas
- 1969 Take the Money and Run
- 1966 What’s Up, Tiger Lily?
Γούντι Άλεν: Ο άνθρωπος της τέχνης
Ο Γούντι Άλεν ίσως ανήκει στους ανθρώπους της Τέχνης, αφού έχει τελειοποιήσει το προφίλ του αγχωμένου Εβραίου. Ίσως πάλι και να μην ανήκει. Το στυλ του όμως είναι σίγουρα μοναδικό, αν και δύσκολα αρέσει στους Έλληνες. Έχει γυρίσει μερικές θαυμάσιες ταινίες και άλλες όχι και τόσο θαυμάσιες. Επίσης, έχει σκεφτεί ορισμένα υπέροχα αστεία, αλλά και κάποια όχι και τόσο υπέροχα, που οι περισσότεροι από εμάς τα βρίσκουμε κρύα. Παρόλο που πηγαίνω συχνά στο Elaine’s (ένα νεοϋορκέζικο εστιατόριο όπου συχνάζει ο Γούντι Άλεν και το οποίο αποτελεί στέκι συγγραφέων και ηθοποιών), δεν τον έχω γνωρίσει ποτέ. Ωστόσο, κάποτε μίλησε σε έναν άγνωστο, εμένα, και τον συνεχάρη για μια ατάκα του. Κατέβαινα την 76η και περνούσα μπροστά από το ξενοδοχείο Carlyle.
Ένας φίλος μου, ο Λοντοβίκο Αντινόρι, μου έκανε κομπλιμέντο επειδή είχα χάσει μερικά κιλά. «Στην ηλικία μας, Λοντοβίκο, ο μόνος τρόπος να χάσεις βάρος είναι από τον ανεκπλήρωτο έρωτα», του απάντησα. «Ωραίο!», άκουσα να λέει ένας μικρόσωμος άντρας πίσω μας, ο οποίος περνούσε εντελώς απαρατήρητος. Στη φιγούρα του αναγνώρισα αμέσως τον «μάστορα» της υπαρξιακής αγωνίας, τον Γούντι Άλεν. Δεν είπαμε τίποτα άλλο. Ο Λοντοβίκο τον θεώρησε θρασύτατο, μέχρι που του υπέδειξα ποιος ήταν.
Πίσω όμως στο στυλ του Γούντι. Κατά την όχι και τόσο ταπεινή μου άποψη, βλέπει τον κόσμο πολύ πιο σοβαρά απ’ όσο πρέπει, πράγμα που κάνει μερικές φορές τη δουλειά του κάπως επίπεδη. Κάποιος μπορεί να είναι πολύ σοβαρός και ταυτόχρονα πολύ αστείος. Όπως οι αδερφοί Μαρξ ή ο Φιλντς. Ο Άλεν έγραψε πρόσφατα ένα εγκώμιο με αφορμή το θάνατο του ήρωά του, Ίνγκμαρ Μπέργκμαν, ενός ανθρώπου που μπορούσε να κοιμίσει ακόμα και μελλοθάνατο. «Ακόμα και όταν δραματοποιούσε τις ιδέες του Νίτσε ή του Κίρκεγκααρντ, ήταν διασκεδαστικός», έγραψε ο Γούντι. Το μόνο που μπορώ να πω εγώ είναι ότι ο Μπέργκμαν μου θύμιζε τον Κίρκεγκααρντ κάθε φορά που κάποιος φίλος πρότεινε να δούμε μια ταινία του, επειδή έφερνα στο μυαλό μου το βιβλίο του μεγάλου Δανού φιλοσόφου «Φόβος και Τρόμος» – και φυσικά άρχιζα να φοβάμαι και να τρέμω. Τα ίδια ισχύουν και για τον καημένο τον Νίτσε, ο οποίος έχασε τα λογικά του όχι από τη σύφιλη, αλλά επειδή είδε μια «μπεργκμανίστικη» ταινία.
Οι μεγαλύτερες επιτυχίες του Γούντι Άλεν ήταν εκείνες οι υπέροχες, ανορθόδοξες και νοσταλγικές ελεγείες στα χαμένα νιάτα και τον έρωτα: «Η Χάνα και οι αδελφές της», «Ζωντανές Αναμνήσεις», «Μέρες Ραδιοφώνου», «Μανχάταν», «Άνι Χολ» κ.ά. Πριν από αυτές, είχε κάνει και μερικές φαρσοκωμωδίες: «Μπανάνες», «Ο Υπναράς», «Παίξ’ το πάλι, Σαμ»… Μετά την καταπληκτική του περίοδο 1975-1987, στράφηκε ξανά στην υπερβολική σοβαρότητα και έκτοτε δεν έχει βγάλει τίποτα αξιόλογο. Πάρτε για παράδειγμα το «Match Point». Πρόκειται για μια ευγενική εξέταση της τύχης που «πλήττει» τη ζωή ενός βετεράνου επαγγελματία τενίστα. Ο Γούντι τη θεωρεί μια από τις καλύτερες ταινίες του. Εγώ έχω να πω μόνο το εξής: Ξέρει κανείς κάποιον επαγγελματία τενίστα που να διαβάζει Ντοστογιέφσκι και να είναι φανατικός της όπερας; Ο τενίστας-δολοφόνος ήταν από την αρχή της ταινίας ένας χαρακτήρας καρτούν – για μένα, τουλάχιστον, που γνωρίζω αρκετούς. Ο Γούντι γυρίζει αυτή την εποχή μια ταινία στη Βαρκελώνη και του εύχομαι καλή τύχη. Δεν πιστεύω όμως ότι μπορεί να ξαναβρεί τη χαμένη μαγεία.
Ο Χέμινγουεϊ συμβούλευε τους νεαρούς συγγραφείς να γράφουν μονάχα για πράγματα που γνωρίζουν. Την ίδια συμβουλή θα έπρεπε να ακολουθούν και όσοι φτιάχνουν ταινίες, παραμένοντας στα θέματα που ξέρουν καλύτερα. Ο Γούντι ξέρει να μιλά για τη Νέα Υόρκη. Όχι για το Λονδίνο ούτε για τη Βαρκελώνη – στο παρελθόν, βέβαια, τα πήγε μια χαρά σε ό,τι αφορούσε στο Παρίσι. Θα έπρεπε να μείνει σταθερός σε ιστορίες αγάπης που διαδραματίζονται στη Νέα Υόρκη, σε νεαρά εβραιόπουλα με σεξουαλικές ανησυχίες ή σε όμορφες νυχτερινές βόλτες με ταξί μέσα στο πάρκο. Αυτός είναι ο Γούντι Άλεν που όλοι αγαπάμε και δεν χορταίνουμε να βλέπουμε. Στα τσακίδια η σοβαρότητα! Η κωμωδία είναι όλα τα λεφτά!
Ο Γούντι Άλεν μόλις εξέδωσε το πρώτο του βιβλίο, με τίτλο «Σκέτη Αναρχία». Καλό, αλλά κάπως κουραστικό. Το κείμενο είναι φλύαρο και τετριμμένο. «Η επιστημολογία φιμώνει τη διαιτολογία. Αν δεν υπάρχει τίποτα παρά μόνο στο μυαλό μου, όχι μόνο δεν θα μπορώ να παραγγείλω κάτι, αλλά επιπλέον το σέρβις θα είναι άψογο». Βλέπετε τι εννοώ κουραστικό; Ο Άλεν αποφάσισε πριν από πολύ καιρό ότι η κωμωδία είναι κατώτερή του, αλλά έκανε λάθος. Ο Αριστοφάνης είναι εξίσου σημαντικός με τον Σοφοκλή και τον Αισχύλο, και πιο ευκολοδιάβαστος στο κρεβάτι. Ο Γούντι Άλεν είναι όσο ιδιοφυΐα είναι και ο Φελίνι, και πολύ καλύτερος δημιουργός από τον Αντονιόνι ή τον γελοίο τον Μπέργκμαν. Πρέπει όμως να μείνει πιστός σε αυτά που γνωρίζει: στο Μανχάταν, τα εβραϊκά άγχη και τη Νέα Υόρκη, όσο κι αν αυτά τα θέματα στερούνται στυλ.