Όσον αφορά την αντίληψη του ήχου, ένα φαινόμενο που συναντάμε απο την γέννησή μας και είμαστε θαρρώ τυχεροί που μπορούμε και το νιώθουμε, οι Ευρωπαίοι βρίσκονται στην… αντίθετη πλευρά του ποταμού. Αρχαίος ποταμός ο ήχος μεν, αλλά ο καθένας μπορεί να τον κοιτάει απ’ όποια πλευρά θέλει. Ακούγοντας και ψάχνοντας τις δυο διαφορετικές αντιλήψεις, πείστηκα πως η πιο σοφή είναι αυτή των Αφρικάνικων φυλών. Η παρατήρηση πάντα μας έβγαζε σε σωστά αποτελέσματα και σκέψεις, γιατί έτσι κι αλλιώς είναι το κύριο εργαλείο για την φιλοσοφία, την μητέρα όλων των επιστημών, έτσι όπως μας διδάσκουν τα βιβλία.
Οι Ευρωπαίοι έχουν την πεποίθηση ότι τα μάτια μας είναι το χρυσό αισθητήριο όργανο, ικανό να οδηγήσει έθνη στο να ανθήσουν, να κρίνουν σωστά και να αποφασίσουν τι είναι σωστό ή λάθος, όμορφο ή άσχημο, ικανό ή ανίκανο. Οι Αφρικανοί από την άλλη -και θα συμφωνήσω- αναγνωρίζουν τα μάτια λιγότερο ως εργαλείο λήψης εικόνων και περισσότερο ως όργανο προσωπικής κρίσης.
Ως όντα, επιλεκτικά, εκλεκτικά, ισχυρογνώμονα και εγωκεντρικά, που αυτό στην ουσία μας ορίζει ως υλικές οντότητες, ανθρώπους, έχουμε δημιουργήσει ένα νοητό φίλτρο που επιλέγει το τι είναι σωστό και τι λάθος με βάση την αντιληπτική ικανότητά μας και τις γνώσεις μας. Κάτι σαν ένα δίχτυ που αφήνει να περάσουν στο μυαλό μας μόνο αυτά που μας ενδιαφέρουν. Για τον Ευρωπαίο ή καλύτερα για τον Δυτικό πολιτισμό, κύριος κριτής είναι το μάτι — ενώ για τον Αφρικάνικο πολιτισμό το αυτί, η ακοή.
Εκεί που συμφωνώ για τα λεγόμενα της ορθότητας της κρίσης της όρασης, είναι τα αντιληπτικά τεστ που εμφανίζονται ανά καιρούς. Μας μιλάνε για την ορθότητα με την οποία ένας κοινός άνθρωπος μπορεί να συγκρατήσει στο μυαλό του ένα συμβάν και να αποφασίσει για το τι απο αυτά που είδε ήταν σωστό, ενδιαφέρον, λάθος ή περιττό. Το πείραμα που θυμάμαι περισσότερο είχε να κάνει με μια δολοφονία. Τα μόνο δυσάρεστο ήταν οτι η δολοφονία ήταν αληθινή, οι μάρτυρες αθώοι, όπως και οι θήτες. Το πείραμα έγινε μιας και όλοι όσοι είχαν παραβρεθεί εκείνη την στιγμή στον τόπο του περιστατικού έπρεπε να γράψουν σε κατάθεση αυτά που είχαν δει.
Το αποτέλεσμα ήταν μη-αναμενόμενο, αναπάντεχο. Κανείς δεν είχε γράψει κάτι που θα μπορούσε να συμβαδίζει με λεγόμενα κάποιου άλλου μάρτυρα. Το μάτι φίλτραρε, με το δικό του τρόπο, κάθε δεδομένο εκείνης της στιγμής, απέρριψε αυτό που δεν του χρειαζόταν και έφτιαξε μια «λογική» ιστορία για να μπορέσει να εξηγήσει το φαινόμενο. Την δολοφονία. Ο κάθε ένας με την δικιά του αντίληψη και κρίση συγκράτησε μόνο αυτά που τον ενδιέφεραν.
Το αυτί απο την άλλη, ως ένα διαφορετικό όργανο μπορεί και είναι αρκετά πιο ακριβές και λιγότερο απαιτητικό για να δεχθεί ερεθίσματα σε σχέση με το μάτι. Μπορεί να λειτουργήσει, και μάλιστα καλύτερα, την νύχτα. Δεν χρειάζεται το φως για να δράσει. Kαι με απόλυτο σκοτάδι, μπορεί να μας αποκαλύψει έναν νεο κόσμο που αδυνατούσαμε να αντιληφθούμε υπό άλλες συνθήκες. Το κυρίως ερώτημα εξακολουθεί όμως να ηχεί στα αυτιά μου: αν διαχωρίσουμε τον ήχο και κατ’ επέκταση την μουσική σε δυο διαφορετικά μέρη, πώς καταλαβαίνει ο κάθε άνθρωπος αυτό το αρμονικό συνονθύλευμα ήχων; Τι σημαίνει μουσική και γιατί συνειδητά καταλαμβάνει μεγάλο χώρο στην καθημερινότητά μας;
Χωρίς να μπορώ να αποδεχτώ απολύτως και τις δυο απόψεις, μπορούμε να γνωρίσουμε στην αρχαία Ελλάδα τις δυο αντιληπτικές σχολές της μουσικής. Του Απόλλωνα και του Διόνυσου. Στον μύθο του Διονύσου ανακαλύπτουμε πως η μουσική πηγάζει και γεννιέται μέσα απο τα στήθια του ανθρώπου, ενώ στον μύθο του Απόλλωνα μαθαίνουμε πως η μουσική είναι ένας εξωγενής ήχος, ή μια συστάδα ήχων, προερχόμενοι απο το σύμπαν ως θείο δώρο.
Η αλήθεια βρίσκεται κάπου στο ενδιάμεσο και κάπου οι μύθοι περνάνε ξυστά από πιο ανεπτυγμένες θεωρίες και πεποιθήσεις που θα έπρεπε να ειπωθούν. Βέβαια, η όλη μυθολογία έχει σκοπό, και όπως ανακαλύπτουμε έχει τεράστιες διαφορές από αυτό που αποκαλούμε παραμύθι — μας παρουσιάζει μεσώ υπερβολών, που θα μπορούσαν να στέκουν στην πραγματικότητα υπό συγκεκριμένες συνθήκες, και με μια μεγάλη δόση αληθοφάνειας, μια αλήθεια που θα ήταν δύσκολο μέσω επιστημονικών όρων να γίνει αντιληπτή από τον μέσο άνθρωπο, αφήνοντάς μας και κάποιο ηθικό δίδαγμα ή κάποιο «δώρο» τέλος πάντων στο τέλος.
Εκεί ίσως που θα συμφωνήσουν οι πιο λογικοί, είναι ότι η μουσική είναι από τις πιο δυνατές και περίπλοκες γλώσσες και καταλαμβάνει θέση παρόμοια με αυτή άλλων «γλωσσών» που θα μπορούσαν να έχουν συμπαντική χρήση και να είναι αντιληπτές από οποιοδήποτε νοήμον ον διαθέτει κάποιο υποτυπόδες όργανο ακοής και κάποιου είδους αντίληψη.
Εκεί που επίσης μπορούν -κάποιοι- να συμφωνήσουν είναι ότι συνέχεια εξελίσσεται, σαν μια πολύπλοκη γλώσσα που συνεχώς αυξάνει το λεξιλόγιό της, σε συνδυασμό με την σταθερή εξέλιξη του ανθρώπου.
Η όλη ανακάλυψη της μουσικής προήλθε από την παρατήρηση, την απορία, τον πειραματισμό και την ανάγκη για έκφραση — και κάποιες φορές για χειραγώγηση. Από την παρατήρηση των φυσικών ήχων, στον πειραματισμό με αντικείμενα που μπορούσαν απο μόνα τους να παράγουν μέσω κρούσης μερικές τονικότητες, στην αντιγραφή αυτών των αντικειμένων, στον πρωτόγονο πειραματισμό, στην καταγραφή αυτού του φαινομένου, στον διαχωρισμό των ήχων και στην δημιουργία μελωδιών με βάση το αποτέλεσμά τους στους ανθρώπου.
Αν σταματήσουμε στο θέμα χειραγώγησης μέσω μουσικής ή στην κατά παραγγελία μουσική, μπορούμε να συναντήσουμε αρκετούς λαούς αρχαίους και νέους, που δημιουργούσαν και δημιουργούν μουσική, με βάση τα θέλω των πολιτών. Εκεί βέβαια συναντούμε και μία από τις αρετές της συμβίωσης ανθρώπων, που ονομάζεται πολιτεία και είναι η ανάπτυξη αγαθών για το καλό των πολλών.
Ένα από αυτά ήταν και είναι η μουσική που αναφέραμε λίγο πιο πάνω. Μουσική για ιεροτελεστικούς σκοπούς όπως ιεροτελεστίες μετάβασης ενός παιδιού σε άντρα, για ιατρικούς σκοπούς όπως γινόταν κάποτε στα Ασκληπιεία, για την πρόκληση έκστασης (κάτι που συναντούμε σε όλους τους αρχαίους λαούς και έχει ξεχαστεί και υποβαθμιστεί, παρ’ όλο που υπάρχει ακόμα), για την χαρά, την μελαγχολία και για την ευχαρίστηση στα dancefloors ανά την υφήλιο.
Το φίλτρο αυτό (είτε οπτικό, είτε ακουστικό) που αναπτύσσουμε τρέφοντάς το με ιδέες και εμπειρίες, είναι ικανό να κρίνει το τι είναι σωστό και τι λάθος σε οτι μας παρουσιάζεται στην καθημερινότητα, μέσα απο τα αισθητήρια όργανα μας. Συνδυάζοντάς το με αυτό που θεωρούμε «λογικό», αποφασίζουμε για το πώς θα πράξουμε ή τι θα δεχθούμε ως δεδομένο.
Όπως το κάθε τι στο σώμα μας, κι αυτό χρειάζεται βελτίωση για να μπορεί να φιλτράρει πιο γρήγορα και πιο σωστά το τελικό αποτέλεσμα, αλλά και να δέχεται μεγαλύτερη ποσότητα δεδομένων έτσι ώστε το τελικό αποτέλεσμα να αποφασίζεται από όσο γίνεται περισσότερα κριτήρια.
Δοκιμάστε να βρεθείτε σε όσο γίνεται σε πιο ήσυχο περιβάλλον. Αφουγκραστείτε το κάθε τι που θα παρουσιαστεί και προσπαθήστε να σιωπήσετε όσο γίνεται τις άλλες αισθήσεις. Κλείστε τα μάτια και δημιουργήστε ενα φανταστικό περιβάλλον που προέρχεται μόνο από τα ηχητικά ερεθίσματα.
Όσο περνάει η ώρα, θα ανακαλύψετε οτι θα είστε ικανοί να αναγνωρίσετε περισσότερους ήχους, να νιώσετε πιο οικεία και να «δείτε» (ακούσετε) την πραγματικότητα κάπως διαφορετικά. Το φίλτρο που λέγαμε πιο πάνω θα αρχίσει να λειτουργεί με εντελώς διαφορετικά δεδομένα.
Με κύριο άξονα την ακοή και όχι την όραση. Βεβαίως, πιο ενδιαφέρον μπορεί να γίνει το όλο πείραμα και υποθαλάσσια. Εκεί απλώς θα πρέπει να βρείτε ένα τρόπο να μπορείτε να στεκόσαστε στον πάτο της θάλασσας, να μην επιπλέετε και να μπορείτε να έχετε συνεχή αναπνοή — όχι, για παράδειγμα, γρήγορες ανάσες που θα πρέπει να παίρνετε πριν βυθιστείτε.
Έτσι θα είναι πιο εύκολο με τον καιρό να εκπαιδεύσετε κατάλληλα την ακοή να μπορεί να αντιλαμβάνεται περισσότερους ήχους. Στην ουσία θα μάθετε να προσέχετε. Κάτι που δεν μπόρεσα να βρω στην ελληνική γλώσσα είναι το ακόλουθο απόφθεγμα στα αγγλικά: to hear is to listen, που κατα ένα μεγάλο ποσοστό αντικατοπτρίζει αυτά που γράφονται πιο πάνω.
Τι θεωρείται θόρυβος και τι μπορείτε να ακούσεις
Ηχητική μόλυνση ή θόρυβος μπορεί να προκληθεί όταν ο άνθρωπος αδυνατεί να αντιληφθεί το σύνολο των ήχων που ακούει. Δημιουργείται μια κατάσταση δυσφορίας, γιατί ο άνθρωπος δεν μπορεί να φιλτράρει σωστά τα ηχητικά σήματα με αποτέλεσμα να του φαίνονται όλα ως ένα… τερατώδες σύνολο. Φυσικά, η ηχομόλυνση αντιμετωπίζεται με την μείωση του θορύβου — κάτι που θεωρείται όμως ως μη-λύση του προβλήματος. Ποιους ήχους θέλουμε να συντηρήσουμε, να αναγνωρίσουμε και να μεγεθύνουμε; Σε αυτούς πρέπει να επενδύσουμε και αυτόματα το μυαλό μας θα χαμηλώσει αισθητά τους υπόλοιπους.
Υπάρχει ομορφιά στον θόρυβο, απλώς το ανθρώπινο μυαλό δεν είναι εξοικειωμένο με αυτή την κατάσταση και πολύ έυκολα βρίσκεται στην αντίθετη διαδικασία: αντί να τους διαχωρίσει, τους ενοποιεί και τους αναγνωρίζει ως κάτι επιβλαβές. Εκεί πάλι επιστρέφουμε στο θέμα του πόσο εξελιγμένο έχουμε το αντιληπτικό φίλτρο μας, για να βρισκόμαστε στην θέση του να αναγνωρίζουμε και να καταλαβαίνουμε την ομορφιά του θορύβου. Είναι και αυτό μέρος μιας εξάσκησης που μας δίνει πολύ ευχάριστα αποτελέσματα
Πως αντιλαμβάνεσαι τους εξωτερικούς ήχους
Θα σας θέσω μερικά ρητορικά ερωτήματα για να μπεις απευθείας στο νόημα, δηλαδή πως σου φαίνεται το πολύπλοκο σύμπλεγμα ήχων σε ένα ολοζώντανο δάσος; Επίσης πως καταλαβαίνεις τους ήχους που προβάλλονται επιθετικά από μία καταιγίδα ή από τα κύματα σε μία παραλία;
Εξελίσσοντας αρκετά την έννοια της μουσικής και της μελωδίας, θα μπορούσαμε να αρχίσουμε να αντιλαμβανόμαστε τις διάφορες περιοχές με το μουσικό τους περιεχόμενο, ορίζοντας νοητά τον βασικό τους τόνο — που αυτός θα ορίζεται από την γεωγραφία και το κλίμα του κάθε τόπου. Αρχίστε να εξηγείτε, δηλαδή, τοποθεσίες με βάση μουσικούς κανόνες και θα ανακαλύψετε πως μπορούν πολλοί βασικοί κανόνες να «δουλέψουν» έξω απο το πεντάγραμμο, στην ίδια την φύση. Άλλος βασικός τόνος θα υπάρχει σε ένα ξερό τοπίο, άλλος σε μια λίμνη, άλλος στην κορυφή ενός βουνού και άλλος στο κέντρο της Θεσσαλονίκης.
Επίσης, αρχίστε να δημιουργείτε ηχόσημα, μια λέξη που προέρχεται από το «ορόσημο» (landmark), στις περιοχές που επισκέπτεστε. Η ακουστική ιδιαιτερότητα είναι αυτή που ορίζει και το σημείο. Στην ουσία ηχόσημο είναι η γενική ηχητική εμπειρία που λαμβάνουμε από κάποιο σημείο και το συνονθύλευμα από ήχους που έρχεται στο μυαλό μας κάθε φορά που σκεφτόμαστε αυτό το μέρος.
Ο ήχος για να μας δώσει κάτι περισσότερο από αυτό που θεωρούμε δεδομένο, θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε το αυτί μας ως κύριο αισθητήριο όργανο – γιατί είναι κάτι παραπάνω από αυτό που θεωρείται στον δυτικό πολιτισμό. Ευκαιρίες για πειραματισμό νομίζω πως υπάρχουν πολλές, οπότε είναι θέμα του καθενός το πόσο θα θελήσει να εκπαιδεύσει μια ιδιαίτερη αίσθησή του, ανάμεσα σε κάποιες που λόγω ανθρώπινης εξέλιξης έχουν λάβει πιο κύριο ρόλο απ’ ό,τι είχαμε συνηθίσει σε προηγούμενους αιώνες.