Μία μελέτη έδειξε πως η ανθρώπινη γενναιοδωρία έχει ένα όριο, ακόμα και αν το να είναι κάποιος γενναιόδωρος ικανοποιεί τις εγωιστικές του τάσεις.
Σε ένα οικονομικό παιχνίδι, που η επένδυση όλων των διαθέσιμων πόρων σε συνεργασία με άλλους θα επέφερε τη μεγαλύτερη δυνατή επιβράβευση, οι παίκτες ήταν συγκρατημένοι στο να προσφέρουν όλα όσα είχαν, ενώ συνέχιζαν να βλέπουν τους συνεργάτες τους ως πιθανούς ανταγωνιστές.
Η ικανότητά μας να συνεργαζόμαστε φαίνεται πως έχει συγκεκριμένα όρια, όπως ακριβώς και ο εγωισμός μας.
Πολλοί επιστήμονες υποστήριζαν πως οι άνθρωποι συνεργαζόμαστε τόσο καλά λόγω της φυσικής επιλογής. Η συνεργασία και η ανταλλαγή αγαθών έδωσε στις ομάδες των ανθρώπων ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα έναντι των άλλων ειδών.
Παρατηρώντας αυτή την τάση, κάποιοι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι άνθρωποι έχουμε μία προδιάθεση να εμπλεκόμαστε σε μία συνεργασία μέχρι το βαθμό εκείνο που θα μας επιστραφεί. Η συγκεκριμένη μελέτη, όμως, δείχνει πως τα προηγούμενα μοντέλα ήταν λανθασμένα.
Στα παιχνίδια που χρησιμοποιούν οι επιστήμονες για να προσδιορίσουν τα όρια του εγωισμού συνήθως ζητούν από μία ομάδα ατόμων να συνεισφέρουν πόρους για ένα δημόσιο πρόγραμμα. Οι συνεισφορές τους προστίθενται, αυξάνονται ελαφρώς και στην συνέχεια μοιράζονται ισόποσα μεταξύ των ατόμων.
Οι περισσότεροι συνεισφέρουν εξ’ αρχής, αν και θα ήταν καλύτερο να κρατήσουν τα χρήματά τους και να αποκομίσουν από τις συνεισφορές των άλλων. Συνήθως, οι συμμετέχοντες καταλήγουν σε ένα μειούμενο ποσοστό συνεισφοράς, και λιγότεροι από το 10% των συμμετεχόντων συνεχίζουν να συνεισφέρουν στη συνέχεια του παιχνιδιού.
Η μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο PNAS, υποστηρίζει πως αυτού του είδους η μελέτη έχει κάποια προβλήματα. Ένα πρόβλημα είναι ότι μέσω της επιβραβευόμενης συνεργασίας, οι εγωιστικές και γενναιόδωρες τάσεις συγκρούονται μεταξύ τους, κάνοντας εξαιρετικά δύσκολη την απομόνωση των επιπτώσεων του καθενός. Άλλο ένα είναι πως οποιαδήποτε λάθη ή σφάλματα κάνουν οι συμμετέχοντες μπορούν να έχουν επιπτώσεις διαρκείας στη συνέχεια του παιχνιδιού.
Για παράδειγμα, εάν ένας παίκτης προσφέρει κατά λάθος «100» αντί για «10», τότε η υπόλοιπη ομάδα θα μοιραστεί ένα πολύ μεγαλύτερο ποσό, και έτσι οι υπόλοιποι θα χρειαστεί να συνεισφέρουν λιγότερο. Αυτό, κατά μία έννοια, μπορεί να παρατείνει το κομμάτι του παιχνιδιού όπου οι συμμετέχοντες είναι γενναιόδωροι.
Για να διορθωθεί αυτό, οι ερευνητές προχώρησαν σε κάποιες μεταβολές του παιχνιδιού, ώστε να υπάρξουν λιγότερες προστριβές μεταξύ του εγωισμού και της γενναιοδωρίας. Σε μία νέα έκδοση, οι συμμετέχοντες παρέλαβαν τουλάχιστον 1,25 φορές το ποσοστό της συνεισφοράς που είχαν κάνει στο δημόσιο πρόγραμμα, ασχέτως της συνεισφοράς που είχε κάνει η υπόλοιπη ομάδα. Η βέλτιστη κίνηση για τον κάθε συμμετέχοντα ήταν να προσφέρει όλα του τα χρήματα κάθε φορά.
Τα ποσοστά συνεισφοράς αυξήθηκαν από την κλασσική εκδοχή του παιχνιδιού, αλλά περιέργως παρέμεινε σταθερή περίπου στο 60% των διαθέσιμων πόρων. Επιπλέον, το 92% των παικτών δήλωσε πως δεν έβλεπε τα υπόλοιπα μέλη της ομάδας ως συνεργάτες, τονίζοντας πως ένιωθαν ακόμα ανταγωνιστικοί.
Έτσι, οι ερευνητές δοκίμασαν και κάποιες άλλες παραλλαγές. Πρόσθεσαν διάφορες επιβραβεύσεις για τις ομάδες που θα συνεισέφεραν συλλογικά τα περισσότερα χρήματα για το δημόσιο πρόγραμμα. Επιπλέον, δοκίμασαν διάφορες καταστάσεις όπου οι συμμετέχοντες έχασαν όλα τα χρήματα που δεν είχαν συνεισφέρει και έλαβαν υπόψη τους εάν οι συμμετέχοντες είχαν πληροφορηθεί τους κανόνες πριν την έναρξη του παιχνιδιού.
Ακόμα και στις περιπτώσεις όπου οι συμμετέχοντες ήταν πλήρως ενημερωμένοι ότι θα έχαναν όσα χρήματα δεν συνεισέφεραν και θα λάμβαναν μεγαλύτερη ανταμοιβή εάν συνεργάζονταν περισσότερο με την ομάδα τους, οι παίκτες φάνηκαν να συνεισφέρουν λιγότερο από το 100% των συνολικών τους πόρων.
Παρόλο που οι συνεισφορές παρέμειναν σε υψηλά επίπεδα, υποδεικνύοντας πως οι συμμετέχοντες είχαν κατανοήσει το παιχνίδι, εντούτοις συνέχισαν να κρατούν τμήμα των χρημάτων τους. Η τακτική αυτή δεν διαψεύδει τις προκοινωνικές μας τάσεις, αλλά δείχνει πως η γενναιοδωρία μας και η επιθυμία μας για συλλογική εργασία είναι περιορισμένη -κάτι μας κρατά από το να συνεργαστούμε πλήρως.
Οι συγγραφείς της μελέτης υποστηρίζουν πως η απροθυμία αυτή ενδεχομένως να είναι αποτέλεσμα μίας ψυχολογικής ανάπτυξης που μας κάνει αντίθετους σε οποιουδήποτε είδους ακραία συμπεριφορά, είτε εγωιστική είτε όχι, ακόμα και εάν οι κανόνες είναι τέτοιοι που επιβραβεύουν τα άκρα.
Η συμπεριφορά αυτή ενδεχομένως να είναι υπέρ μας, υπό την έννοια ότι οι ακραίες στρατηγικές κοστίζουν ακριβά σε περίπτωση παρανόησης των κανόνων ή στην περίπτωση που οι κανόνες αλλάξουν χωρίς προειδοποίηση. Οι συγγραφείς υποστηρίζουν ακόμα πως ο εγκέφαλός μας σκόπιμα ενεργοποιεί ένα είδος λάθος υπολογισμού σε ακραίες καταστάσεις, ώστε να αποτρέπει τις επικίνδυνες κινήσεις. Σε κάθε περίπτωση, οι προτιμήσεις μας σε καταστάσεις συνεργασίας είναι ξεκάθαρες και σε καμία περίπτωση απόλυτες.