Άρθρο της Μαρίας Παπαδοπούλου.
Σχεδόν 10 χρόνια μετά την έρευνα που δημοσιοποίησε τους κινδύνους της ορμονοθεραπείας, γυναίκες και ερευνητές επανεξετάζουν το θέμα αναζητώντας ανακούφιση των συμπτωμάτων της εμμηνόπαυσης.
Eίναι τρεις τα ξημερώματα και ξυπνάω μούσκεμα στον ιδρώτα. Βγάζω με λύσσα το φανελάκι που έχει κολλήσει πάνω μου, πετώντας το στο δωμάτιο σαν μπόξερ έτοιμος να αγωνιστεί. Μια τέτοια κλισέ εικόνα θα μπορούσε να φανεί αστεία σε μια μελοδραματική διαφήμιση για προϊόντα προσωπικής υγιεινής. Όμως δεν είναι, γιατί όλη την υπόλοιπη νύχτα θα μισοκοιμάμαι με τη θερμοκρασία του σώματός μου να ανεβοκατεβαίνει, ενώ αντιμετωπίζω τα συμπτώματα αυτά σε καθημερινή βάση.
Βρίσκομαι στο στάδιο της περιεμμηνόπαυσης, των ορμονικών διαταραχών που άρχισαν περίπου όταν άγγιξα τα 45 μου και προκαλούν αυτή την αλλαγή στον οργανισμό μου. Οι εφιδρώσεις κατά τη διάρκεια του βραδινού ύπνου, σε συνδυασμό με την απώλεια μνήμης, την κακή διάθεση, την αϋπνία και το άγχος είναι ορισμένα από τα συμπτώματα που αντιμετωπίζω και μια φίλη στην οποία εκμυστηρεύτηκα το πρόβλημά μου με προέτρεψε να δοκιμάσω την ορμονική θεραπεία (ΟΘ). Ως δημοσιογράφος για θέματα υγείας ήμουν ενήμερη για τους κινδύνους της βάσει των δεδομένων που κοινοποιήθηκαν το 2002, καθώς μέχρι τότε θεωρείτο ότι οι ορμόνες αποτελούσαν πανάκεια για όλα τα σχετικά με τη γήρανση προβλήματα – από εξάψεις και καρδιακές παθήσεις μέχρι απώλεια οστεϊκής μάζας και ψυχολογικές διακυμάνσεις.
Τότε τα νερά ήρθε να ταράξει μια έρευνα της Πρωτοβουλίας για την Υγεία των Γυναικών (WHI), τα αποτελέσματα της οποίας έδειξαν ότι ένα αρκετά υψηλό ποσοστό γυναικών υποφέρει σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από τα ανωτέρω συμπτώματα (καρδιακές παθήσεις, εγκεφαλικά επεισόδια και καρκίνο του μαστού) με τη λήψη ορμονών, παρά χαπιών placebo. Έκτοτε, οι ειδήσεις ήταν μεν πιο αισιόδοξες, το τοπίο όμως δεν είχε ξεκαθαρίσει. Πρόσφατη μελέτη αναφέρει δε ότι οι γυναίκες που υποφέρουν από σοβαρές εξάψεις εμφανίζουν μικρότερες πιθανότητες εμφάνισης καρκίνου του μαστού.
Με την προ δεκαετίας έρευνα της WHI στα πρόθυρα της κατάρρευσης, ήθελα να ξέρω μήπως έχω χάσει εντελώς τη λογική μου αφού δεν έχω σταματήσει να σκέφτομαι να συνεχίσω τις ορμόνες. Αποφάσισα λοιπόν να κλείσω ραντεβού με την Beth McDougall, M.D., διευθύντρια του Ιατρικού Κέντρου Clear, κλινικής ορμονών της πόλης του Marin στην Καλιφόρνια, όπου και διαμένω. «Εφόσον οι ορμόνες παραμένουν η πλέον αποτελεσματική θεραπεία για την εμμηνόπαυση, δεν υπάρχει λόγος οι γυναίκες με πληθώρα συμπτωμάτων να συνεχίζουν να υποφέρουν», μου επισήμανε με έμφαση αλλά και επιφύλαξη.
«Η χρυσή τομή βρίσκεται στην κατά το δυνατόν χαμηλότερη δόση στο συντομότερο χρονικό διάστημα. Σε καμία περίπτωση δεν προσπαθούμε να αυξήσουμε τα οιστρογόνα φέρνοντάς τα σε αντίστοιχο επίπεδο με αυτά της ηλικίας των 20 ή των 30».
Επιπλέον, γνώριζα ότι αρκετά χρόνια πριν αντίστοιχες μελέτες κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η χαμηλή δόση ορμονών συμβάλλει όχι μόνο στη μείωση των εξάψεων αλλά και στη διατήρηση της οστικής πυκνότητας στις γυναίκες μέσης ηλικίας. Σχετικά τώρα με τον κίνδυνο καρδιακής προσβολής, ο χρόνος είναι το παν. «Συγκριτικά με τα πρώτα αποτελέσματα της WHI, η ορμονοθεραπεία είναι πια ασφαλέστερη, ειδικά όταν τη ξεκινήσεις εντός χρονικού ορίου 10 ετών από την εμμηνόπαυση», με ενημέρωσε η McDougall.
Φαίνεται ότι τα αποτελέσματα της WHI ήταν λανθασμένα διότι οι ερευνητές επέλεξαν γυναίκες 63 χρόνων κατά μέσο όρο, γεγονός που τις καθιστά ατυχές δείγμα μιας και απέχουν πολύ από την ηλικιακή ομάδα στην οποία εμφανίζονται τα παραπάνω συμπτώματα και συνήθως χορηγείται η ορμονοθεραπεία.
H Michelle Warren, M.D., διευθύντρια του Κέντρου για την Εμμηνόπαυση, τις Ορμονικές Διαταραχές και την Υγεία των Γυναικών στη Νέα Υόρκη αναφέρει: «Δεν συνιστάται η χορήγηση ορμονών σε γυναίκες που παρουσιάζουν έλλειψη οιστρογόνων από δέκα έως δεκαπέντε χρόνια, διότι σε ορισμένες από αυτές έχουν ήδη εμφανιστεί σοβαρές καρδιακές παθήσεις. Πιθανόν αυτός να είναι και ο λόγος που η εφαρμογή της WHI εντόπισε μια αύξηση του κινδύνου για καρδιακές προσβολές και εγκεφαλικά επεισόδια».
Ωστόσο, υπάρχουν μελέτες που αποδεικνύουν ακριβώς το αντίθετο ερευνώντας περιπτώσεις γυναικών ηλικίας 40 και 50 ετών. Συγκεκριμένα, τα οιστρογόνα προστατεύουν την καρδιά ενώ η ορμονοθεραπεία δημιουργεί μια ασπίδα προστασίας για τα δυσάρεστα κενά μνήμης. Όταν οι ερευνητές του UCLA εξέτασαν τα δεδομένα σε 2.300 γυναίκες ηλικίας από 45 έως 57 χρόνων, διαπίστωσαν ότι τα 2/3 αυτών βίωσαν ορισμένες διαταραχές μνήμης, αλλά το ποσοστό που ξεκίνησε την ορμονοθεραπεία νωρίτερα, δηλαδή πριν την τελευταία φορά της περιόδου, παρουσίασε εμφανέστερη βελτίωση από εκείνο που την καθυστέρησε.
Τα νέα για τον καρκίνο του μαστού δεν είναι το ίδιο κατατοπιστικά. Με τη λήψη ορμονών οι πιθανότητες κινδύνου αυξάνονται, αλλά όχι με τόσο ανησυχητικό ρυθμό. Η McDougall τονίζει ότι «Πριν προβεί μια γυναίκα στη λήψη ορμονών πρέπει να προβληματιστεί γύρω από προσωπικά ερωτήματα που προϋποθέτουν απαντήσεις. Για παράδειγμα, αν υπάρχει οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του μαστού ή ιστορικό εξογκωμάτων του μαστού, πόσο σοβαρά είναι τα συμπτώματα που αντιμετωπίζει και αν επηρεάζουν τη ζωή της».
Ελέγχοντας τις πρόσφατες αναλύσεις αίματός μου δεν έδειξε να ανησυχεί, διότι μια τέτοια εξέταση δεν προσφέρει ολοκληρωμένη εικόνα του επιπέδου των ορμονών, αφού τα αποτελέσματά της παρουσιάζουν διακυμάνσεις κατά την περίοδο της μέσης ηλικίας. Η εξέτασή μου υπέδειξε ότι οι άλλοτε αυξητικές ορμόνες μου βρίσκονται πλέον σε χαμηλά επίπεδα, τα επίπεδα οιστραδιόλης (κύρια μορφή οιστρογόνων του σώματος) τείνουν να εξασθενήσουν, καθώς επίσης ότι έχει προκύψει μείωση της τεστοστερόνης και της προγεστερόνης.
Τα χαμηλά επίπεδα των τελευταίων προκαλούν αντίστοιχα έλλειψη σεξουαλικής επιθυμίας και αύξηση του άγχους. Όμως, το μεγαλύτερο μέρος των συμπτωμάτων μου οφείλεται στη μείωση των οιστρογόνων, και μολονότι οι επιστήμονες δεν είναι ακόμη σε θέση να το αιτιολογήσουν με ακρίβεια, γνωρίζουν πως οι υποδοχείς των οιστρογόνων στα τμήματα του εγκεφάλου που ρυθμίζουν τον ύπνο και τη θερμοκρασία επηρεάζονται από τα μεταβαλλόμενα επίπεδα της εν λόγω ορμόνης.
Επίσης, με δεδομένο ότι τα οιστρογόνα επηρεάζουν τους νευροδιαβιβαστές (σεροτονίνη και νορεπινεφρίνη) που παίζουν σημαντικό ρόλο στη διάθεση, πολλές είναι οι μελέτες που έχουν καταλήξει ότι τα ποσοστά κατάθλιψης των γυναικών σημειώνουν ραγδαία αύξηση κατά την χρονική περίοδο πριν την εμμηνόπαυση, γι’ αυτό και μια μικρή ώθηση στην παραγωγή των παραπάνω ουσιών θα μπορούσε να αποτελέσει ανάσα ανακούφισης για την πεσμένη ψυχολογία, παρόμοια με του αντικαταθλιπτικού.
«Πείστηκα», ήταν η απάντησή μου στην McDougall, και άρχισα να αναρωτιέμαι ποιο είδος ορμονών θα συνέβαλλε αποτελεσματικότερα στη θεραπεία των συμπτωμάτων μου. Μετά από έρευνα, το φάρμακο Premarin εμφανίστηκε ως το πλέον αξιόπιστο μιας και περιέχει αποκλειστικά οιστρογόνα συν προγεστίνη (συνθετική προγεστερόνη) Prempo.Ο συνδυασμός των εν λόγω ορμονών μου είναι αναγκαίος, αφού η μεμονωμένη λήψη οιστρογόνων αυξάνει τον κίνδυνο καρκίνου του ενδομητρίου ενώ η προγεστερόνη μειώνει αισθητά αυτές τις πιθανότητες.
Ο JoAnn Manson, M.D., καθηγητής στην ιατρική σχολή του Χάρβαρντ λέει ότι «Γνωρίζουμε με κάθε λεπτομέρεια τα φάρμακα Premarin και Prempo, καθώς μελετήθηκαν σε χιλιάδες γυναίκες σε διπλά τυφλή και ελεγχόμενη από εικονικό φάρμακο (placebo) δοκιμή, το πιο αυστηρό είδος ιατρικής μελέτης. Οι γυναίκες που λαμβάνουν χαμηλή δόση και σε σχετικά νεαρή ηλικία δεν διατρέχουν κανέναν κίνδυνο». Τα οιστρογόνα που περιέχονται στα εν λόγω χάπια προέρχονται από ούρα αλόγων και διαφέρουν ελαφρώς από αυτά που παράγονται στο ανθρώπινο σώμα. Αντιθέτως, η McDougall δείχνει την προτίμησή της στις φυτικές βιο-πανομοιότυπες ορμόνες διότι, όπως αναφέρει, μοιάζουν μ’ αυτές του ανθρώπινου οργανισμού.
Απεναντίας, ο Manson εκφράζει τις επιφυλάξεις του τονίζοντας ότι ακόμη κι αν πρόκειται για μια πιο ασφαλή επιλογή, πιθανόν να φέρει παρόμοιους κινδύνους με τη συμβατική θεραπεία ορμονών: «Εάν επιλέξεις το δεύτερο είδος ορμονών, θα ήταν προτιμότερο να πάρεις ένα εγκεκριμένο από την FDA φάρμακο ώστε να γνωρίζεις την ακριβή δοσολογία και να μην περιλαμβάνει προσμίξεις», είναι η άποψή του.
Φεύγοντας από το γραφείο της McDougall κρατούσα στα χέρια μου μια συνταγή για ένα χάπι προγεστερόνης κι ένα επίθεμα Vivelle-Dot που περιέχει βιο-πανομοιότυπη οιστραδιόλη.(Σύμφωνα με την McDougall τα διαδερμικά σκευάσματα είναι ασφαλέστερα διότι σε πρώτο στάδιο δεν μεταβολίζονται στο ήπαρ ενώ αντιθέτως η λήψη οιστρογόνων από του στόματος το επηρεάζει απευθείας και πιθανόν να προκαλέσει θρόμβους αίματος.) Την ίδια κιόλας νύχτα τοποθέτησα το μικρό, διαφανές έμπλαστρο χαμηλά στην κοιλιά μου και μια πολύ μικρή ποσότητα οιστραδιόλης (0,25mg) άρχισε να απορροφάται από το δέρμα μου. Αμέσως ένιωσα μικρούς σπασμούς αλλά κατά τη διάρκεια των επόμενων ημερών παρατήρησα μια ευχάριστη αλλαγή. Δεν ξυπνάω στη μέση της νύχτας στάζοντας ιδρώτα.
Δεν νιώθω τόσο άγχος. Δεν αποσπάται πλέον η προσοχή μου και συγκεντρώνομαι ευκολότερα. Ίσως μια πιο αυξημένη δόση να με βοηθούσε ακόμη περισσότερο, όμως ήδη νιώθω ασφαλής και ικανοποιημένη.
Επιπλέον, το ένα ευχάριστο διαδέχεται το άλλο μιας και τα αισθητά κενά μνήμης μου καλύπτονται, ενώ ο πρώην ασταθής μεταβολισμός μου έχει ομαλοποιηθεί και διατηρούμαι στα συνήθη κιλά μου τρώγοντας, ως συνήθως, με μέτρο μεν, λαίμαργα δε. Σίγουρα κάνω το σωστό; Δεν ξέρω. Αλλά σε καμία περίπτωση δε θα διαρκέσει πολύ, ένα χρόνο, ίσως δύο. Προς το παρόν νιώθω ικανοποιημένη απ’ αυτήν τη μικρή δόση ανακούφισης.