Νέα κατηγορία για απλήρωτο εξοπλισμό
Ο Ταϊβανέζος κατασκευαστής διακομιστών Wiwynn προχώρησε σε περαιτέρω νομική δράση επεκτείνοντας την αγωγή που έχει καταθέσει κατά του κοινωνικού δικτύου X του Έλον Μασκ, προσθέτοντας δύο ακόμη κατηγορίες.
Η Wiwynn ισχυρίζεται ότι το X, πρώην Twitter, δεν έχει καταβάλει πληρωμές για εξοπλισμό που είχε συμφωνηθεί να αγοραστεί, παραβιάζοντας έτσι τη συμφωνία.
Η αρχική καταγγελία υποβλήθηκε τον Αύγουστο, όπου η Wiwynn ισχυρίζεται ότι το 2014 είχε συνάψει σύμβαση με το Twitter για την παροχή «μοναδικών, προσαρμοσμένων προϊόντων υποδομής πληροφορικής, συμπεριλαμβανομένων των λύσεων rack».
Ο εξοπλισμός αυτός χρησιμοποιήθηκε στα κέντρα δεδομένων του Twitter, και όπως αναφέρεται στην καταγγελία, η παραγωγή του απαιτούσε την προμήθεια ειδικών εξαρτημάτων με μεγάλους χρόνους παράδοσης, γεγονός που καθιστούσε τη διαδικασία περίπλοκη και απαιτούσε έγκριση από το Twitter πριν από την κατασκευή.
Η συνεργασία με το Twitter πριν την εξαγορά από τον Μασκ
Για αρκετά χρόνια, η συνεργασία μεταξύ της Wiwynn και του Twitter κυλούσε ομαλά. Η Wiwynn λάμβανε τη γραπτή έγκριση που χρειαζόταν για να προμηθεύεται τα εξαρτήματα και να κατασκευάζει τον εξοπλισμό, ενώ το Twitter αναλάμβανε τις σχετικές πληρωμές. Η κατάσταση, όμως, άλλαξε όταν το Twitter εξαγοράστηκε από τον Έλον Μασκ στα τέλη του 2022 και μετονομάστηκε σε Χ.
Σύμφωνα με την καταγγελία, από τη στιγμή που ανέλαβε ο Μασκ, η νέα ηγεσία της X Corp. άρχισε να αθετεί τις υποχρεώσεις της, αρνούμενη να καταβάλει πληρωμές για τον εξοπλισμό που είχε παραγγείλει. Επίσης, δεν απαντούσε στις ερωτήσεις της Wiwynn σχετικά με τις ληξιπρόθεσμες πληρωμές.
Οι οικονομικές επιπτώσεις για τη Wiwynn
Η Wiwynn ισχυρίζεται ότι έχει παραδώσει προϊόντα συνολικής αξίας άνω των 32 εκατομμυρίων δολαρίων και έχει προμηθευτεί επιπλέον εξαρτήματα, για τα οποία η X Corp. είχε δεσμευτεί να καλύψει τα έξοδα. Αν και η Wiwynn κατάφερε να πουλήσει κάποια από τα αχρησιμοποίητα εξαρτήματα, εξακολουθεί να βρίσκεται σε οικονομική ζημία, εκτιμώντας ότι η X της οφείλει τουλάχιστον 61 εκατομμύρια δολάρια.
Νέες κατηγορίες στην αγωγή
Η Wiwynn έχει ήδη κατηγορήσει τη X για παραβίαση συμβολαίου, Promissory Estoppel και παραβίαση του συμφώνου καλής πίστης και δίκαιης συναλλαγής. Τώρα προσθέτει δύο ακόμη κατηγορίες, διεκδικώντας αποζημίωση για τα χρήματα που της οφείλονται. Επίσης, η εταιρεία ζητά δίκη από ενόρκους για να επιλύσει τη διαφορά.
Η απάντηση του X
Από την πλευρά της, η X Corp. προσπάθησε να απορρίψει την υπόθεση, ισχυριζόμενη ότι δεν υπήρξε παραβίαση των συμβολαίων. Υποστήριξε ότι η Wiwynn ενήργησε βάσει των προβλεπόμενων αναγκών της αγοράς και όχι μετά από σαφείς παραγγελίες εξοπλισμού από το Twitter. Ωστόσο, η Wiwynn επιμένει ότι η X είχε δεσμευτεί να πληρώσει για τον εξοπλισμό και τα εξαρτήματα που είχε παραγγελθεί και παραδοθεί.
Επιπτώσεις στη φήμη και το μέλλον της X Corp.
Η διαμάχη αυτή δεν είναι η πρώτη που σχετίζεται με τη νέα διοίκηση του X υπό την καθοδήγηση του Έλον Μασκ. Οι συχνές δικαστικές αντιπαραθέσεις και οι αναφορές για καθυστερημένες πληρωμές έχουν δημιουργήσει ένα αρνητικό κλίμα γύρω από την εταιρεία, κάτι που μπορεί να επηρεάσει τη φήμη της στην αγορά τεχνολογίας.
Η υπόθεση Wiwynn μπορεί να αποτελέσει προηγούμενο για άλλες εταιρείες που συνεργάστηκαν με το Twitter ή το X και αντιμετωπίζουν παρόμοια προβλήματα. Εάν η Wiwynn κερδίσει τη δίκη, θα μπορούσε να ανοίξει το δρόμο για επιπλέον αγωγές από άλλους προμηθευτές που δεν έχουν λάβει τις πληρωμές τους.
Εξελίξεις στην αγορά τεχνολογίας
Η σύγκρουση μεταξύ της Wiwynn και του X έρχεται σε μια περίοδο που η αγορά τεχνολογίας βρίσκεται υπό πίεση, με εταιρείες να αναζητούν νέες στρατηγικές για τη μείωση των δαπανών και την προσαρμογή τους σε ένα μεταβαλλόμενο επιχειρηματικό περιβάλλον. Οι προμηθευτές τεχνολογικών υποδομών, όπως η Wiwynn, παίζουν κρίσιμο ρόλο στη λειτουργία μεγάλων εταιρειών κοινωνικής δικτύωσης, γεγονός που καθιστά τις πληρωμές και τις συνεργασίες τους θεμελιώδεις για τη συνέχιση της λειτουργίας τους.
Η επίλυση της δικαστικής διαμάχης θα αποτελέσει σημαντικό ορόσημο για την X Corp., καθώς η έκβαση της υπόθεσης μπορεί να επηρεάσει την αξιοπιστία της εταιρείας στις σχέσεις της με μελλοντικούς συνεργάτες και προμηθευτές.