Μια ήπια δημιουργική δύναμη κρύβεται πίσω από τον Kevin Spacey. Αυτή που σταδιακά, από τα βάθη της ασημότητας, τον έφερε στο φημισμένο Julliard’s School, μετά στο Hollywood και σε κάθε οθόνη του δυτικοτραφέντος κόσμου. Πολλές απορίες εκφράστηκαν γύρω από το πρόσωπό του, απορίες που καλλιέργησε η τάση του να απομονώνει την προσωπική του ζωή, αλλά και ο τρόπος ερμηνείας των ρόλων που του ανατίθενται (μάλλον όμως και οι ρόλοι αυτοί καθ`εαυτοί).
Ο ίδιος αποκρούει την επιτηδευμένη μυστικοπάθεια λέγοντας απλά: «it`s not that I want to create some bullshit mystique by maintaining a silence about my personal life, it is just that the less you know about me, the easier it is to convince you that I am that character on screen. It allows an audience to come into a movie theatre and believe I am that person.»
Και βέβαια δεν μπορεί να πει κανείς ότι η προσέγγιση αυτή δεν έχει ένα μερίδιο αλήθειας. Όμως όταν αυτή ακριβώς η συμπεριφορά εγείρει απορίες για τη σεξουαλική του ταυτότητα και το μόνο που έχει να αντιτείνει είναι «does it make any difference?» τότε η Star ταμπλόιντ μπορεί να έχει και δίκιο.
Ο Spacey είναι κλασσικό παράδειγμα ηθοποιού που εξελίσσεται αργά. Έπαιξε πολύ στο θέατρο (για το οποίο λέει -όπως και κάθε ηθοποιός άλλωστε- ότι είναι η πραγματική του αγάπη) και ακόμη περισσότερο στην τηλεόραση (The Equalizer, Crime Story, Wiseguy) πριν βγει στον κινηματογράφο. Αλλά και όταν βγήκε, πέρασαν αρκετές ταινίες μέχρι να μπει δυναμικά και μόνιμα στο χώρο με το The Usual Suspects του Bryan Singer. Η ερμηνεία του ως αινιγματικού και δυσλειτουργικού (αλλά πανέξυπνου) εγκληματία του εξασφάλισε ένα Όσκαρ δεύτερου αντρικού ρόλου.
Την ίδια χρονιά αίσθηση δημιουργείται γύρω από το πρόσωπό του, όπου ερμηνεύει τον άρρωστο δολοφόνο στο Se7en. Καθώς η ταινία εκτοξεύεται στις κορυφαίες αστυνομικές ταινίες όλων των εποχών και καθώς αναπτύσσει μια ιδιαίτερη επίδραση πάνω στο κοινό και την κοινή γνώμη, συμπαρασύρονται προς τα πάνω όλοι οι συντελεστές της. Ειδικά όμως για τον Spacey η ταινία αποτέλεσε τομή.
Ο ρόλος κλειδί που κρατά στην ταινία ενσαρκώνεται αξεπέραστα από τον Spacey με απλότητα, σχεδόν ψυχρότητα, που δένει τόσο πολύ με το προφίλ του δολοφόνου, ώστε ο Spacey να έχει de facto δημιουργήσει μέσα από μια μόνο ταινία ένα νέο είδος δολοφόνου. Ένας ρόλος στο L.A. Confidential παγιώνει τη θέση του στην εκτίμηση των κριτικών. Τα Cahiers du cinema γράφουν ότι η αξιοσημείωτη κομψότητα στην ατμόσφαιρα της ταινίας είναι δημιούργημα των ηθοποιών του, ανάμεσά τους και ο Spacey.
Η ανατριχιαστική πραότητα του προσώπου του, οι απέριττες κινήσεις του, το μόνιμα αδιόρατο μειδίαμα ταυτίζονται με τον Spacey και πείθουν τον Sam Mendes ότι είναι ο κατάλληλος ψυχοπαθής για το American Beauty, την ταινία που του έδωσε το δεύτερο Όσκαρ του, αυτή τη φορά πρώτου αντρικού.
Σε μια συγκλονιστική ερμηνεία που από την αρχή προδιαγράφει μια πορεία από την παρακμή στην αυτοκτονία και που αυτεξούσια μέσα στην ταινία λειτουργεί προς εξυπηρέτηση του σκοπού της, ο Spacey ορίζει το είναι της ηθοποιίας βάθους. Στα τέλη της δεκαετίας του 90 ο Spacey είναι φανερό ότι δεν αποτελεί action hero, αλλά εκπροσωπεί τους ρόλους χαρακτήρα.
Συνεπής προς αυτό που ξέρει να κάνει καλά, ο Spacey εμφανίζεται στο ρόλο του Lex Luthor τον οποίο και πλάθει ως «evil» περισσότερο από τον Gene Hackman. Όσον αφορά τις περίεργες του αποφάσεις μακριά από τις συνηθισμένες επιλογές του έίναι η απόφαση του για συμμετοχή στην (περισσότερο παιδική) κωμωδία Fred Claus που θα βγει το 2007. Η ταινία, αν και φιλοξενεί ηχηρό καστ (Dench, Vaughn, Giamatti), επί της ουσίας αποτελεί το απαραίτητο διάλειμμα του Kevin Spacey, όπως κάθε μεγάλος ηθοποιός δικαιούται.