Δίνουµε καθηµερινά ραντεβού στο «γυαλί»µε την Κάτια, τον Μεχµέτ, τη Νόρα, και τον Ριτζ. Ξέρουµε τα µυστικά τους σαν να είµαστε κολλητοί κι ας µην έχουµε ειδωθεί ποτέ. Γιατί βλέπουµε σαπουνόπερες, ελληνικές, west, λάτιν ή µε άρωµα Ανατολής, σύµφωνα µε τη σηµερινή τηλεοπτική µόδα; Από συνήθεια, ελλείψει εναλλακτικής πρότασης ή µήπως για να ζήσουµε – όσο κρατάει ένα επεισόδιο – τις «ζωές των άλλων»;
Στο ερώτηµα «γιατί βλέπετε σαπουνόπερες» που έθεσε σε Αµερικανούς τηλεθεατές ερευνητής του Πανεπιστηµίου της Πολιτείας του Σαν Φρανσίσκο, οι πιο συχνές απαντήσεις ήταν: «µε ψυχαγωγούν, ζήτηµα ρουτίνας, αποφορτίζοµαι, χαλαρώνω, ξεχνιέµαι…». Σήµερα, µπορεί να µην ξέρουµε τι κάνει ο γείτονας, µπορεί να έχουµε µέρες να µιλήσουµε στους φίλους µας, αλλά γνωρίζουµε όλες τις εξελίξεις για τον (τηλεοπτικό) έρωτα της Γκιουµούς και του Μεχµέτ. Μήπως τελικά µας αρέσει να παρακολουθούµε από την «κλειδαρότρυπα» της TV τη ζωή των άλλων κι έχουν υποκαταστήσει οι σαπουνόπερες το άλλοτε κουτσοµπολιό στη γειτονιά;
«Για κάποιους µπορεί να ισχύει αυτό, όµως δεν είναι δυνατό να χαρακτηριστεί το σύνολο των ατόµων που παρακολουθούν σαπουνόπερες ως κουτσοµπόληδες. Μην ξεχνάτε πως πρακτικώς µόνιµοι τηλεθεατές είναι πολλοί ηλικιωµένοι και µοναχικοί άνθρωποι, οι οποίοι έχουν όλη την ηµέρα ανοιχτή την τηλεόραση και βλέπουν ό,τι προσφέρει. Αν προσφέρει σαπουνόπερες, σαπουνόπερες θα δουν», επισηµαίνει ο αναπληρωτής καθηγητής Πειραµατικής Κοινωνικής Ψυχολογίας στο τµήµα Ψυχολογίας του Παντείου Πανεπιστηµίου, κ. Γεράσιµος Προδροµίτης. «Είναι ένας τρόπος να γίνει η ζωή συναρπαστική, έστω και δι’ αντιπροσώπων», σχολιάζει.
Φίλοι της µικρής οθόνης
Οι ήρωες των καθηµερινών σειρών «µπαίνουν» καθηµερινά στο σπίτι µας µέσω του τηλεοπτικού δέκτη και γίνονται οικείοι. Ο τηλεθεατής µπορεί να αναπτύξει µαζί τους και συναισθηµατικό δέσιµο, να τους νιώσει «φίλους»; «Γενικά, δεν είναι παράλογο να γίνονται οικείοι οι τηλεοπτικοί ήρωες, όπως και να συµπάσχει ο τηλεθεατής µαζί τους, σε κάποιο βαθµό», εξηγεί ο κ. Προδροµίτης και συνεχίζει: «Όταν ένα τέτοιο “δέσιµο” φτάνει στο σηµείο να έχει επιπτώσεις στην κοινωνικότητα ενός ανθρώπου, τότε ενδεχοµένως υπάρχει πρόβληµα. Μπορεί να ήταν κάποτε φυσικό η τηλεόραση να αντιγράφει τη ζωή. Σήµερα, είναι µάλλον στοιχείο παθογένειας το ότι η ζωή αντιγράφει την τηλεόραση».
Ειδικά οι τούρκικες σαπουνόπερες προβάλλουν ένα πιο συντηρητικό µοντέλο κοινωνίας που υπήρχε παλαιότερα στην Ελλάδα, όχι σεξ, επιστροφή στις παραδοσιακές αξίες, σεβασµός των παιδιών προς τους γονείς. Είναι αυτός ο λόγος που τις κάνει πιο ελκυστικές στις µεγάλες ηλικίες, µε δεδοµένο ότι οι ηλικιωµένοι τηλεθεατές τις παρακολουθούν φανατικά;
«Αυτό µπορεί να ισχύει σε κάποιο βαθµό, µε δεδοµένο πως οι άνθρωποι τείνουν να παρακολουθούν και να ταυτίζονται µε ανθρώπους που τους είναι οικείοι, µέσα από τους οποίους µπορούν να αναγνωρίσουν κοµµάτια από τον εαυτό τους και τη ζωή τους. Συνολικά, θα έλεγα πως αυτό που κάνει δηµοφιλείς τις σαπουνόπερες είναι πως όλες, ανεξαιρέτως, παρουσιάζουν ευρέως αναγνωρίσιµα στερεότυπα: εξαιρετικός πλούτος, συχνά σε αντίθεση µε µεγάλη φτώχεια, µια ηρωίδα ή/και έναν ήρωα µε πολύ µεγάλη καλοσύνη, που πέφτει θύµα µεγάλου µίσους και κακίας, και στο τέλος, θρίαµβος του “καλού”, µε ταυτόχρονη τιµωρία-θεία δίκη όσων την αξίζουν.
Ουσιαστικά, δηλαδή-καταλήγει ο κ. Προδροµίτης-οι άνθρωποι παρακολουθούν µε πάθος ένα σενάριο που θα ήθελαν να συµβαίνει και στην κανονική ζωή, όπου, όµως, τα πράγµατα δεν είναι πάντα έτσι».
Χαµπέρ όπως χαµπάρια
Κοινές αναφορές στη γλώσσα (ίδιες λέξεις στην ελληνική και την τουρκική), οµοιότητες στην κουλτούρα και στη γαστρονοµία, πόσο παίζουν ρόλο ώστε να είναι οι τουρκικές σειρές ιδιαίτερα αγαπητές στο ελληνικό κοινό; «Παίζουν κι αυτά το ρόλο τους, όµως νοµίζω πως είναι δευτερεύουσας σηµασίας. Εξάλλου, κατά καιρούς, στην ελληνική τηλεοπτική πραγµατικότητα έχουν κάνει ιδιαίτερα µεγάλες τηλεθεάσεις σειρές προερχόµενες από την Αργεντινή, τη Κολοµβία, τη Βενεζουέλα, τη Βραζιλία, χώρες µε τις οποίες δεν έχουµε τα κοινά που αναφέρετε», παρατηρεί ο κ. Προδροµίτης.
Όσο για το πώς οι τουρκικές σειρές µπορούν να επιδράσουν στο συναισθηµατικό κόσµο των τηλεθεατών, φέρνοντας τους δυο λαούς πιο κοντά, «η ερώτηση άπτεται λεπτών θεµάτων διπλωµατίας, ιστορίας και πολιτικής, τα οποία είναι εξαιρετικά σύνθετα για να επιλυθούν µέσα από τις συναισθηµατικές εµπειρίες που δύναται να προκαλέσει το απλοϊκό σενάριο ενός σίριαλ».
Από την Αλέξις στη… Σεχραζάτ
Προϊόν της αµερικάνικης pop κουλτούρας, οι σαπουνόπερες κάνουν την εµφάνισή τους στη δεκαετία του ’30, στο ραδιόφωνο φυσικά, και µεταπηδούν στη µικρή οθόνη στα ‘50ς. «Σαπούνια» γιατί βασικοί χορηγοί ήταν εταιρείες παρασκευής απορρυπαντικών, µε εµπορικό στόχο τις νοικοκυρές-φαν των εκποµπών αυτών και «όπερες», για το µελοδραµατικό τους σενάριο.
Στην Ελλάδα, το φαινόµενο έρχεται τη δεκαετία του ’60, µε ραδιοφωνικές σειρές-προάγγελους των κατοπινών καθηµερινών σήριαλ «Μείνε κοντά µου αγαπηµένη» και «Πικρή, µικρή µου αγάπη» µε πρωταγωνιστές του ραδιο-ροµάντζου το Στέφανο Ληναίο και την Έλλη Φωτίου, κολλούν τους Έλληνες στο τρανζίστορ.
Τη δεκαετία του ’80 κάνουν την εµφάνισή τους οι σούπερ σαπουνόπερες «Ντάλας» και «Δυναστεία». Κάθε τηλεθεάτρια που σέβεται τον εαυτό της αντιγράφει την κουάφ της Κρύσταλ Κάριγκτον και τις βάτες της Αλέξις. Το 1980, περίπου 83 εκατοµµύρια φαν του «Ντάλας» σε όλο τον κόσµο, καθηλώνονται µπροστά στη µικρή οθόνη για να µάθουν «Ποιος πυροβόλησε τον Τζέι Αρ», στο cult επεισόδιο που έκλεισε στα σπίτια του και το πανελλήνιο.
Από τις πετρελαιοπηγές του Τέξας, τα ελληνικά νοικοκυριά µπαίνουν στους οίκους µόδας του Μπέβερλι Χιλς, όταν η σαπουνόπερα «Τόλµη και Γοητεία» κάνει πρεµιέρα το 1988 στην ΕΤ1 χωρίζοντας τις Ελληνίδες νοικοκυρές (και όχι µόνο) σε δύο στρατόπεδα: Μπρουκ ή Καρολάιν για την καρδιά του Ριτζ; Η συνέχεια της σαπουνόπερας µε τα πάθη του οίκου Φόρεστερ, δυο δεκαετίες µετά, ακόµα στη µικρή οθόνη…
Η Βίρνα και ο Γιάγκος µπαίνουν ξαφνικά στη ζωή µας το 1991, στον ANT1, και γεννηθήτω η πρώτη ελληνική σαπουνόπερα, σε σενάριο Νίκου Φώσκολου, µε το κοινό να παρακολουθεί φανατικά, επί 14 συναπτά έτη, τις ίντριγκες της οικογένειας Δράκου. Η ελληνική σαπουνόπερα γίνεται αγαπηµένη καθηµερινή συνήθεια των Ελλήνων που συντονίζουν τους δέκτες τους σε σειρές όπως «Καληµέρα Ζωή», «Μαρία η άσχηµη», «Μυστικά της Εδέµ», «Βέρα στο δεξί», «Η ζωή της άλλης».
Φαίνεται, όµως, πως υπάρχει χώρος για ακόµα περισσότερο «σαπούνι»-όπως αποκαλούνται οι σειρές αυτές στην αργκό: τέλη δεκαετίας του ’90, καλοδεχόµαστε τις µεξικάνικες σαπουνόπερες και συµπάσχουµε µε τα ερωτικά πάθη της Μιραµάρ, της Ροζαλίντα και της Μιλάγκρος. Κι εκεί που νοµίζαµε πως είχαµε χορτάσει µελόδραµα στη µικρή οθόνη, τo 2005 δεχόµαστε επίθεση εξ Ανατολών, µε τα «Σύνορα της Αγάπης» στο Mega.
O τηλεοπτικός έρωτας του Έλληνα Νίκου και της Τουρκάλας Ναζλί µε φόντο τη Σύµη κι ένα εργαστήρι µπακλαβά στο Γκαζιάντεπ έρχεται προποµπός της επέλασης από τούρκικες σαπουνόπερες µε ναυαρχίδα τις «Χίλιες και Μια Νύχτες». Η ανήθικη πρόταση του Ονούρ προς τη Σεχραζάτ ταράζει το περασµένο καλοκαίρι τη ραστώνη του Έλληνα, τρελαίνοντας τα µηχανάκια της AGB. Τουλάχιστον 1,1 εκατ. τηλεθεατές συντονίζονται καθηµερινά στον ANT1 για να παρακολουθήσουν τις εξελίξεις της τουρκικής σαπουνόπερας που γονατίζει ακόµα και το…Μουντιάλ! Το επεισόδιο που προβάλλεται απέναντι από τον αγώνα Ουρουγουάης-Γαλλίας νικά σε τηλεθέαση, 30,5% έναντι 28,2% του µατς. Τυχαίο ή «Κισµέτ»;
Μαρτυρία
«Παθαίνεις εθισµό, σε πιάνει αγωνία, να δεις τι θα γίνει», εξοµολογείται η 63χρονη κυρία Βιργινία που, το περασµένο καλοκαίρι στο εξοχικό της στην Εύβοια, δεν είχε αντίρρηση να κάνει κάθε βράδυ babysitting στα εγγονάκια της, αρκεί τα µικρά να ήταν στα κρεβάτια τους εννιά η ώρα που άρχιζαν οι «Χίλιες και Μια Νύχτες» στον ΑΝΤ1!
«Τους αγαπάς, τους συµπαθείς, παρόλο που είναι Τούρκοι», λέει για τους ήρωες στις σαπουνόπερες της γείτονος. «Ακόµα κι η γλώσσα τους είναι εύηχη, µελωδική. Πολλές λέξεις µοιάζουν µε τις δικές µας. Βάζουν τα ήθη και έθιµά τους µέσα, διαλέγουν τοποθεσίες ζηλευτές ενώ βρίσκουν ευκαιρίες να δείξουν ότι κατέχουν την τελευταία τεχνολογία, αναλαµβάνοντας π.χ. αρχιτεκτονικές δουλειές στο Ντουµπάι ή τα νοσοκοµεία τους είναι υπερσύγχρονα», παρατηρεί η τηλεθεάτρια. «Είναι και σαπουνόπερα, γιατί η υπόθεση εκτυλίσσεται σε πλούσια σπίτια ανώτερης τάξης. Υπάρχουν µηχανορραφίες, οικογενειακά πάθη, κακοποιά στοιχεία, δράση και έντονη, γρήγορη πλοκή. Είναι καλογυρισµένα τα τούρκικα, άψογα σε σκηνοθεσία και σκηνογραφία. Παρουσιάζουν την οικογένεια µε σεβασµό στους µεγαλύτερους, ηθικές αξίες, αλλά και µε συναισθήµατα στα άκρα, η πολύ κακή ηρωίδα από τη µια και η πολύ καλή από την άλλη».
Oι Σαπουνόπερες σε αριθµούς
- 50 εκατομμύρια δολάρια οι εξαγωγές τουρκικών σειρών
- 70 τουρκικές σειρές πουλήθηκαν σε 20 χώρες το 2010
- 15.700 επεισόδια και 72 χρόνια πορείας για τη µακροβιότερη αµερικανική σαπουνόπερα, «Guiding Light».
- 110 χώρες προβολής και 400 εκατ. τηλεθεατές ετησίως για την «Τόλµη και Γοητεία», την πιο δηµοφιλή σαπουνόπερα παγκοσµίως σύµφωνα µε το βιβλίο Γκίνες.
- 3.457 τα επεισόδια της «Λάµψης», τη µακροβιότερη καθηµερινή σειρά της ελληνικής TV.