Λίγα έως ελαχιστότατα βιβλία με έχουν φέρει στα αναγνωστικά μου όρια όλα αυτά τα χρόνια. Στα όρια της κατάρρευσης ο “Οδυσσέας“, στα όρια της απογοήτευσης το “Οχτώ” της Katherine Neville για το οποίο ευχαρίστως θα έγραφα την μοναδική μου αρνητικότατη κριτική για βιβλίο, στα όρια της φαντασίας ο “Άρχοντας των Δαχτυλιδιών” και ο “Σκοτεινός Πύργος“.
Τα «Βιβλία του Αίματος» με φέρανε στα όρια μου σχετικά με το πόσες ακραίες ιδέες μπορεί να αντέξει ένα μυαλό που ήταν συνηθισμένο μέχρι τότε στην επική φαντασία των μάγων και των καλογυαλισμένων ηρώων, στον μεταβικτωριανό τρόμο του Lovecraft και του κύκλου του και στην επιτυχημένη αστικοποίηση του είδους από τον Stephen King. Κάθε καινούργιο διήγημα των έξι τόμων των Βιβλίων του Αίματος υπήρξε μια αποκάλυψη. Μια απόδειξη πως η νοσηρότητα και η άρτια λογοτεχνική της απόδοση, δεν περιορίζονται, δεν εγκλωβίζονται και χρειάζεται μοναχά η σπίθα και η ικανότητα ενός συγγραφέα να επαναδιαπραγματευτεί τα σύνορα εκείνων που πρεσβεύει.
Ο Clive Barker έχει την τρομερή και τρομακτική συνάμα δύναμη, να σε κάνει να αισθάνεσαι βολικά. Ενοχλητικά βολικά, αντικρίζοντας κάτι το ανοίκειο. Αν ο King πήρε τον τρόμο από τις καταραμένες επαύλεις και τις πόλεις-φαντάσματα και τον τοποθέτησε στο σαλόνι της μέσης αμερικάνικης οικογένειας, ο Barker το πήγε λίιιιιγο παραπέρα εκτοξεύοντας αυτόν τον τρόμο στην σφαίρα της παράνοιας. Περισσότερο ένας παραμυθάς του αδιανόητου, παρά ένας συγγραφέας που μετεωρίζεται μεταξύ τρόμου και “σοβαρής” λογοτεχνίας, ο Clive Barker δεν έκανε ποτέ εκπτώσεις, ούτε αμφιταλαντεύτηκε στο έργο του. Αυτό που ζητούσες ως αναγνώστης, μία ακόμα δαγκωνιά από τον απαγορευμένο καρπό, αυτό έπαιρνες. Η μαγεία του έργου του είναι ότι ποτέ δεν ξέρεις με τι θα ασχοληθεί, και κυρίως με ποιον τρόπο, στην επόμενη δουλειά του.
Και σε κανένα άλλο έργο του δεν αποτυπώνεται αυτή η μαγεία τόσο τέλεια όσο στα 28 διηγήματα (+ μία εισαγωγή και ένα υστερόγραφο) των Βιβλίων του Αίματος.
Το ξεκίνημα σε πιάνει από τα μαλλιά. Ή μάλλον από τη σάρκα (που αποτελεί και το μεγάλο φετίχ του Barker). Οι ιστορίες που θα διαβάσουμε έχουν σκαλιστεί από δαίμονες πάνω στο δέρμα ενός κομπογιαννίτη ερευνητή του παράδοξου, που εγκλωβίζεται σε ένα στοιχειωμένο σπίτι.
Από κει και πέρα όμως τίποτα δεν θυμίζει καμία ιστορία από αυτές που έχετε διαβάσει μέχρι τώρα (καλά, για να μην είμαι υπερβολικός, καμία ιστορία που είχε διαβάσει έναν φανατικός αναγνώστης τρόμου μέχρι το 1984):
Ένας υπνάκος στο μετρό οδηγεί έναν νεαρό σε έναν μυστικό σταθμό που ένας serial killer μαζεύει τα πτώματα του, μια παράσταση της Δωδέκατης Νύχτας του Σαίξπηρ πηγαίνει πραγματικά άσχημα, οι κάτοικοι δύο χωριών στην πρώην ενωμένη Γιουγκοσλαβία δένονται κατά εκατοντάδες και σχηματίζουν γίγαντες που μονομαχούν μεταξύ τους (σε μία από τις πιο φρικιαστικές περιγραφές που έχω διαβάσει ποτέ), κάποιοι πολύ άτυχοι άνθρωποι αντιμετωπίζουν τους φόβους τους με έναν αναπάντεχα “άρρωστο” τρόπο, η προσπάθεια μιας νοικοκυράς να αυτοκτονήσει της αποκαλύπτει μια μοναδική της ικανότητα, ο καρκίνος ενός δραπέτη που πεθαίνει μέσα σε έναν κινηματογράφο αποφασίζει να πάρει την εγκληματική του μοίρα στα “χέρια” του, το φάντασμα ενός πορνογράφου παίρνει εκδίκηση από τους εχθρούς του, μία αρσενική πόρνη ακολουθείται από το άγαλμα ενός άντρα, τα χέρια ενός εργάτη επαναστατούν ενάντια στον ιδιοκτήτη τους και αναλαμβάνουν να πρωτοστατήσουν σε ένα κίνημα όλων των χεριών του κόσμου, μια συμμορία δέρνει έναν ταξιδιώτη και του κλέβει έναν περίεργο κύβο-παζλ που η λύση του θα οδηγήσει στην έλευση κάποιων απόκοσμων δαιμόνων (το διήγημα που οδήγησε στο διάσημο Hellraiser), κάποιος που αρνήθηκε το Θεό αποφασίζει να φτιάξει την δική του κόλαση στη Γη και να κάνει τον Σατανά κάτοικο της, μία φοιτήτρια μαγεύεται από το γκραφίτι ενός μυθολογικού άντρα που ακούει στο όνομα Candyman (και αυτό το διήγημα οδήγησε σε μια αρκετά γνωστή ταινία).
Τελικά δεν μπόρεσα να πω έστω μερικές λέξεις για όλα τα διηγήματα. Κρίμα κι άδικο. Όπως κρίμα κι άδικο θα είναι να μην ασχοληθείτε με το περιεχόμενο των βιβλίων. Σύμφωνοι. Δεν είναι για όλους. Κάποιοι θα ενοχληθούν από τις περιγραφές και την επιμονή του Barker στο σεξ, στην ηδονή και την αναζήτηση της με κάθε τρόπο. Άλλους ίσως δεν τους τραβήξουν οι ιστορίες. Δεν μπορεί ο καθένας να δεχθεί πως διαβάζει την ιστορία ενός ζωντανού καρκίνου που πάνω στο “σώμα” του προβάλλονται ήρωες του σελιλόιντ.
Η μεγαλύτερη όμως επιτυχία των διηγημάτων αυτών, η πραγματική κληρονομιά του συγγραφέα, είναι η απελευθέρωση όλων αυτών των στοιχείων στα πλαίσια μιας λογοτεχνίας που μπορεί να είναι εμπορική. Και το πιο περίεργο απ’ όλα είναι πως ο Barker δεν έκανε πίσω σε τίποτα: Δεν στρογγύλεψε τη γλώσσα, δεν αρνήθηκε τη φρίκη. Αντίθετα, σε κάθε επόμενο έργο του γινόταν όλο και πιο προκλητικός, όλο και πιο ρηξικέλευθος στη χρήση της γλώσσας και των ορίων της.
Το πέρασμα των χρόνων έκανε τον Barker αναζητητή ονείρων και κόσμων και δεν επέστρεψε ποτέ στον γνήσιο τρόμο των πρώτων χρόνων. Καλύτερα κατά τη γνώμη μου μιας και τον σπόρο του τον έριξε και ήρθαν άλλοι συγγραφείς, μιμούμενοι την αφεντιά του, να μετακινήσουν τα όρια λίιιιγο περισσότερο. Ο Barker παντρεύτηκε τον αγαπημένο του, η λογοτεχνία του άπλωσε δίχτυα για ανεξερεύνητα μέρη και ο ίδιος ασχολήθηκε και με άλλους τομείς της τέχνης (κινηματογράφο, κόμιξ, videogames).
Τα Βιβλία του Αίματος όμως θα είναι εκεί. Έτοιμα να ανοίξουν τις πύλες τους για έναν κόσμο που το παράδοξο και η νοσηρότητα, είναι βάσεις ενός κόσμου τόσο αλλόκοτου, που μοιάζει αλληγορία του δικού μας καθημερινού βασιλείου.