Αυτό είναι το τελευταίο μέρος του μεγάλου αφιερώματος που κάναμε στα Ιουλιανά. Αυτή τη φορά, μια και τα γεγονότα είναι γνωστά και πολυαναλυμένα, θελήσαμε να δώσουμε μεγαλύτερο βάρος σε ό,τι προηγήθηκε της Αποστασίας, αφού ναι μεν η ανατροπή της νόμιμης και λαοφιλούς κυβέρνησης Παπανδρέου έγινε τον Ιούλιο, αλλά είχε κριθεί πολλούς μήνες πριν. Σήμερα θα ασχοληθούμε με το ερώτημα που είχε θέσει ο Ανδρέας Παπανδρέου στο βιβλίο του «Η Δημοκρατία στο απόσπασμα», αλλά και το «Π» κάθε φορά που αναφερόταν στα γεγονότα: Πόσα;
Για το θέμα θα αφήσουμε να μιλήσουν σήμερα οι εμφανείς πρωταγωνιστές των γεγονότων, αλλά είμαστε σίγουροι ότι στο μέλλον θα μιλήσουν και οι αφανείς. Βλέπετε, το ότι ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης και ο Κοκός είναι οι μόνοι βασικοί πρωταγωνιστές των Ιουλιανών που βρίσκονταν στη ζωή μέχρι πρότινος κάτι που έχει ένα θετικό και ένα αρνητικό για αυτούς. Το θετικό είναι ότι μπορούσαν να υποστηρίζουν ό,τι θέλουν για τα γεγονότα, μια και αυτοί τους οποίους επικαλούνται είχαν φύγει προ πολλού από αυτό τον μάταιο κόσμο και δεν μπορούν να απαντήσουν. Το αρνητικό για αυτούς είναι ότι όσο πιο πολλά χρόνια περνούν, τόσο θα βγαίνουν στην επιφάνεια περισσότερα από τα άκρως απόρρητα έγγραφα αμερικάνων και εγγλέζων που θα αποκαλύπτουν τον παρασκηνιακό ρόλο τους στα γεγονότα.
Η οικονομική πλευρά της Αποστασίας δεν είναι μια πρακτική που άρχισε στα μέσα του Ιουλίου, αλλά μια μεθοδολογία που ξεκίνησε πολύ νωρίτερα και κορυφώθηκε τον Σεπτέμβριο του 1965 με την κυβέρνηση Στεφανόπουλου. Η διαδικασία είχε κινηθεί αρκετό καιρό πριν. Η εφημερίδα «Ημέρα» στα τέλη Ιουνίου με το προφητικό δημοσίευμά της το παρουσίαζε σαν κάτι δεδομένο: «Η ευθυγραμμισθείσα ηγετική ομάς της Ενώσεως Κέντρου διατηρεί επαφήν και συνεργασίαν με οικονομικήν προσωπικότητα της χώρας, διά την οποίαν ψιθυρίζεται ότι θα κληθή όπως προσφέρει τας υπηρεσίας της, όταν επιστή ο χρόνος».
Ποια ήταν η «οικονομική προσωπικότητα της χώρας» που θέλησε να γίνει ο «σπόνσορας» της Αποστασίας; Σίγουρα ξέρουμε ότι σε αυτή την προσπάθεια δεν ήταν μόνη της, αφού είχε «βοήθεια» από το εσωτερικό αλλά και από το εξωτερικό της χώρας. Στην ετήσια έκθεσή του για το 1965, ο άγγλος πρέσβης στην Αθήνα κατηγορεί την κυβέρνηση του Κέντρου για «…ελάττωση εμπιστοσύνης των ξένων επενδυτών εξαιτίας της υπόθεσης Τομ Πάππας και Πεσινέ». (Θυμηθείτε το όνομα του Τομ Πάππας, θα το συναντήσουμε και παρακάτω).
Κατ’ αρχήν η συναλλαγή δεν αμφισβητείται ούτε από τον ιστορικό ηγέτη της Δεξιάς Κωνσταντίνο Καραμανλή, που παρά τη διαχρονική του κόντρα με τον Γεώργιο Παπανδρέου έγραψε στο αρχείο του: «Μετά την παραίτησιν του Παπανδρέου εγένοντο επανειλημμέναι απόπειραι διά τον σχηματισμόν κυβερνήσεως εκ των αποστατών, διά την επιτυχίαν των οποίων κατεβάλλοντο συνεχείς προσπάθειες αποσπάσεως και άλλων βουλευτών εκ της Ε.Κ. και μάλιστα με μέσα πολιτικώς και ηθικώς απαράδεκτα».
Το ίδιο έκανε με επιστολή του – πάλι προς τον Καραμανλή – το 1966 ο τότε ηγέτης της ΕΡΕ Παναγιώτης Κανελλόπουλος, ξεχνώντας όμως ότι το κόμμα του στήριζε αυτές τις παραπολιτικές πρακτικές με την ψήφο του μέσα στη Βουλή: «Το χειρότερον – πολύ κακό μάθημα προς την νέαν ελληνικήν γενεάν, που η διαπαιδαγώγησίς της γίνεται κυρίως με το παράδειγμα της ηγέτιδος τάξεως – είναι ότι η απόσπασις των αναγκαίων βουλευτών από τον κ. Παπανδρέου, διά να φτάση η πλειοψηφία εις τον αριθμόν 152, έγινε με εξαγορά συνειδήσεων, με υπουργοποίησιν ανθρώπων που δεν θα εγίνοντο ποτέ υπό άλλας συνθήκας υπουργοί, ακόμη και με άλλα απαράδεχτα μέσα, που τα επληρωφορήθην εξωδίκως αργότερα».
O Κωνσταντίνος – αν και άμεσα ωφελημένος – όχι μόνο εμφανίζεται να έχει πλήρη άγνοια, αλλά «βγαίνει» και από τα αριστερά: «Δεν είχα απολύτως καμία ανάμειξη σε αυτό το ταπεινωτικό και εξευτελιστικό για τους θεσμούς παρασκήνιο». Και όταν ο Παπαχελάς τον ρωτάει αν υπάρχει περίπτωση κάποιος δικός του άνθρωπος να έκανε κάτι, αυτός απαντά ότι εδώ και 40 χρόνια δεν το έχει ψάξει…: «Δεν έχω ερευνήσει το θέμα αυτό. Δεν είχα ρωτήσει ποτέ τους Αρναούτη, Χοϊδά και Παπανικολάου αν είχανε επιχειρήσει να εξαγοράσουν βουλευτές. Δεν αμφιβάλλω όμως ότι θα μίλησαν σε κάποιους βουλευτές προκειμένου να τους πείσουν να στηρίξουν τις κυβερνήσεις Νόβα, Τσιριμώκου και Στεφανόπουλου».
Δηλαδή ο Κωνσταντίνος μας λέει ότι το πανίσχυρο τότε παλάτι δεν γνώριζε τι γινόταν εκείνο το διάστημα λίγα μέτρα από τα ανάκτορα. Γιατί οι δημοσιογράφοι που κάλυπταν νυχθημερόν τα γεγονότα μιλούσαν για συναντήσεις αποστατών – βουλευτών στο σπίτι του εφοπλιστή Ποταμιάνου στην οδό Στησιχόρου, μόλις εκατό μέτρα από τα τότε ανάκτορα. Όταν – όπως στην «κυβέρνηση Στεφανόπουλου – οι αποστάτες «πείθονταν» από τους Στεφανόπουλο, Μητσοτάκη, Γαρουφαλιά, Μπακατσέλο, τότε σχηματίζοντας φάλαγγα κατευθύνονταν προς το παλάτι, όπου οι Κωνσταντίνος και Φρειδερίκη τους έβλεπαν από τα παράθυρα να φτάνουν, έχοντας έτοιμο τον αρχιεπίσκοπο για την ορκωμοσία της «κυβέρνησης». Χαρακτηριστική για αυτό το περιστατικό είναι η περιγραφή του Γεώργιου Παπανδρέου: «Ενεκλείσθησαν εις μίαν οικίαν, γειτονική προς τα Ανάκτορα, διά να βεβαιωθή έκαστος ότι υπάρχουν και άλλοι πρόθυμοι προδόται. Και κατόπιν μετεφέρθησαν ομαδόν και πεζή εις τα Ανάκτορα υπό συνοδείαν, προς αποφυγήν δραπετεύσεως διά να ορκισθούν ως υπουργοί και κυβερνήται της χώρας. Αίσχος. Αυτό πλέον δεν είναι απλώς παραβίασις του Πολιτεύματος. Περίγελος του κόσμου κατέστη ο δημόσιος βίος μας».
Τα έχασε και ο Σάββας
Ακόμα και ο μετέπειτα θεωρητικός της χούντας και εκδότης της εφημερίδας «Ελεύθερος Κόσμος» Σάββας Κωνσταντόπουλος φαίνεται να ξαφνιάζεται από την αισχρή συναλλαγή: «Όσοι ηγωνίζοντο διά να συγκροτηθεί μια άλλη κυβέρνησις, χρησιμοποιούσαν και αυτοί μέσα κακής ποιότητος. Προσεφέροντο εις τους βουλευτάς χρήματα. Εδίδοντο χαρτοφυλάκια. Παρείχοντο ρουσφέτια στοιχίζοντα εις το δημόσιον ταμείον. Η πολιτική ατμόσφαιρα ανέδιδεν αποπνικτικάς αναθυμιάσεις ηθικής σήψεως».
Οι τρόποι που γινόταν η προσέγγιση των υποψηφίων αποστατών διαφέρει. Ο άμεσος ήταν ο πιο διαδεδομένος και ο πιο ωμός. Πέντε βουλευτές της Ε.Κ. (Τ. Κεφαλληνός, Α. Βαδαλούκος, Θ. Παπαναγιώτου, Α. Παπαδόπουλος, και Γ. Λαζαρίδης) τον είχαν καταγγείλει τότε στη Βουλή μιλώντας για «…απόπειρα εξαγοράς με υπουργικούς θώκους και οικονομικά ανταλλάγματα». Ο βουλευτής Πέλλας Πέτσος μάλιστα – πατέρας του Γιώργου Πέτσου – διώχνει από το σπίτι του κάποιον εφοπλιστή που μαζί με βουλευτή της Ε.Κ. του φέρνουν μια βαλίτσα λεφτά λέγοντάς του: «Και όλοι να φύγετε και ο ίδιος ο Γ. Παπανδρέου, εγώ θα παραμείνω στην Ε.Κ. γιατί έτσι πιστεύω ότι υπηρετώ τη Δημοκρατία». Ο Πέτσος, μην αντέχοντας προφανώς τη φόρτιση και την ωμότητα των στιγμών, πεθαίνει μόλις λίγες ημέρες μετά, στις 31 Αυγούστου, σε ηλικία μόλις 55 χρονών από την καρδιά του…
Άλλη μορφή προσέγγισης ήταν αυτή που γινόταν μέσω άλλου προσώπου. Μια τέτοια περιγράφει ο τότε διοικητής της Εθνικής Τράπεζας Γεώργιος Μαύρος, ο οποίος είχε καταγγείλει ότι στο γραφείο του τον είχε επισκεφθεί μια φορά ο Τομ Πάππας και κάποια άλλη ένας ελληνοαιγύπτιος «γνωστός πράκτορας της Ιντέλιντζενς Σέρβις», για να τον πείσουν να επηρεάσει τον αδελφό του Φίλιππο και τον γαμπρό του Αντωνίου – βουλευτές – ώστε να ψηφίσουν τον Τσιριμώκο.
Σίγουρα όμως το πιο ενδιαφέρον περιστατικό το αφηγείται ο Α. Βοδενάς, στενός συνεργάτης του εκδότη της εφημερίδας «Μακεδονία» Ι. Βελλίδη, ο οποίος θα πιάσει στα χέρια του αυτά τα περίφημα «πακέτα» ή «τούβλα», όπως θα περιγράφονταν κάποιες δεκαετίες αργότερα. Ο Βοδενάς έχει πει ότι πήρε ο ίδιος από τα γραφεία της ESSO PAPPAS κάποια καφέ δέματα και τα πήγε στα γραφεία της εφημερίδας «Μακεδονία» έναν όροφο πιο κάτω, όπου από εκεί περνούσαν βουλευτές και τα έπαιρναν. Κάποια ημέρα είδε στο γραφείο του Βελλίδη τους Τζώνη Σωσσίδη, Αχιλλέα Μπουντουβή, Κώστα Μητσοτάκη και Γιώργο Μπακατσέλο. Εκεί, άκουσε τον Τομ Πάππας να μπαίνει έξαλλος στη συνάντηση δείχνοντας με την παλάμη τα πέντε δάκτυλο του και να φωνάζει: «Φάιβ μίλιον, φάιβ μίλιον». Όταν ο δημοσιογράφος ρώτησε τον Βοδενά τι εννοούσε ο Πάππας, απάντησε : «Υποθέτω ότι μιλούσε για κάποιο ποσόν. Πέντε εκατομμύρια». Για να τονιστεί το θράσος των αποστατών, σημειώνουμε ότι αυτές οι συναντήσεις γίνονταν στο κέντρο της Αθήνας στην οδό Φιλελλήνων, ενώ γύρω η πόλη φλεγόταν από τις λαϊκές κινητοποιήσεις για την Αποστασία…
Βέβαια από αυτό το παρασκηνιακό πανηγύρι δεν θα μπορούσαν να λείπουν οι μυστικές υπηρεσίες των αμερικάνων, που μπορεί να μην έχουν δώσει ακόμη ονόματα, αλλά θεωρούν δεδομένο τον χρηματισμό. Έντεκα χρόνια από τα γεγονότα η «Washington Post» θα γράψει: «H CIA πάντα διέθετε χρήματα για να επηρεάζει τα αποτελέσματα όλων των εκλογών που είχαν διεξαχθεί στην Ελλάδα πριν από το πραξικόπημα του 1967». Ακόμα πιο συγκεκριμένοι ήταν οι «New York Times» με δημοσίευμά τους τον Αύγουστο του 1974 : «Ο John Maury, “σταθμάρχης” της CIA από το 1962 ώς το 1968, εργάστηκε για λογαριασμό των ανακτόρων το 1965. Βοήθησε τον βασιλιά Κωνσταντίνο να εξαγοράσει βουλευτές της Ενώσεως Κέντρου, ώστε να ανατραπεί η κυβέρνηση Παπανδρέου».
Ακόμα και ο επιλεγμένος από τον Νόβα διοικητής της ΚΥΠ κατά την επίμαχη περίοδο αντιστράτηγος Κυριάκος Παπαγεωργόπουλος αισθάνθηκε μαθητής μπροστά στους δασκάλους της συναλλαγής: «Μέσα σε αυτά τα δύο χρόνια που διηύθυνα την ΚΥΠ είδα συναλλαγές απίστευτες και πώληση αξιωμάτων, που αν δεν τις είχα ζήσει από κοντά δεν θα τις πίστευα».
Το καλοκαίρι του 1965 είναι πιθανότατα η περίοδος που έγινε η μεγαλύτερη ανακατανομή εισοδήματος βουλευτών στη χώρα μας. Η «Κίρκη» μεταμόρφωσε και απομυθοποίησε πολλούς. Νομίζουμε ότι τον καλύτερο χαρακτηρισμό για αυτούς τον είχε κάνει ένας πολιτικός αντίπαλος του Γεωργίου Παπανδρέου, ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, ο οποίος είχε χαρακτηρίσει τους αποστάτες ανθρώπους με «χαλασμένες συνειδήσεις»…