«Αν σε κυνηγάει ένα λιοντάρι και μπροστά σου βρίσκεται ένα ποτάμι με κροκόδειλους, θα πηδήξεις μέσα, καθώς έτσι αποκτάς έστω και μια ισχνή ελπίδα ότι θα καταφέρεις να περάσεις στην απέναντι όχθη».
Κάπως έτσι παρομοίαζε ο Κρίστιαν Μπάρναρντ την απόφαση των πρώτων ασθενών που προχώρησαν σε μεταμόσχευση καρδιάς. Σύμφωνα με τον Νοτιοαφρικανό καρδιοχειρουργό επρόκειτο για ανθρώπους οι οποίοι δεν είχαν καμιά ελπίδα. Έτσι διάλεγαν να περπατήσουν σε δρόμους άγνωστους και ανεξερεύνητους για την ιατρική επιστήμη. Δρόμους που ο ίδιος ο Μπάρναρντ άνοιξε, ίσως σε μια προσπάθεια να αποτινάξει από πάνω του ένα «φάντασμα» της παιδικής ηλικίας του.
Οικογενειακή τραγωδία
Ο Κρίστιαν Νίδλινγκ Μπάρναρντ, όπως ήταν το πλήρες όνομά του, γεννήθηκε στις 8 Νοεμβρίου του 1922 στο Μπίφορτ Ουέστ, μια μικρή κωμόπολη της Νότιας Αφρικής. Μεγάλωσε σε ένα περιβάλλον όπου η θρησκεία είχε καθοριστικό ρόλο, καθώς ο πατέρας του, Άνταμ Μπάρναρντ, ήταν πάστορας στην ολλανδική εκκλησία των Μεταρρυθμιστών και η μητέρα του, Μαρία, έπαιζε το εκκλησιαστικό όργανο στην ίδια εκκλησία. Συνολικά η οικογένεια είχε τέσσερα αδέλφια από τα οποία το ένα, ο Άμπραχαμ, πέθανε σε ηλικία μόλις πέντε ετών από καρδιακό νόσημα. Ήταν ένα συγκλονιστικό γεγονός για την οικογένεια και ίσως το ελατήριο που ώθησε τον Κρίστιαν στη μετέπειτα πορεία της ζωής του.
Τα πρώτα βήματα του Κρίστιαν Μπάρναρντ
Μετά το τέλος του σχολείου το 1940, ο Μπάρναρντ σπούδασε Ιατρική στο Πανεπιστήμιο του Κέιπ Τάουν από το οποίο και αποφοίτησε το 1945. Αφού έκανε την πρακτική του στο νοσοκομείο Γκρουτ Σουρ, συνέχισε με μεταπτυχιακές σπουδές και το 1956 κέρδισε μια διετή υποτροφία για σπουδές καρδιοχειρουργικής στο Πανεπιστήμιο της Μινεσότας στις ΗΠΑ. Όπως ο ίδιος ο Μπάρναρντ έλεγε αργότερα, «αυτή η διετία ήταν η πιο συναρπαστική περίοδος στη ζωή μου». Και δε θα μπορούσε να είναι διαφορετικά, αφού εκεί ο Μπάρναρντ ήρθε σε επαφή με τον Νόρμαν Σαμγουέι, έναν πρωτοπόρο χειρουργό ο οποίος ήδη ερευνούσε το ενδεχόμενο μεταμόσχευσης καρδιάς.
Επιστρέφοντας στη Νότια Αφρική το 1958 ο Μπάρναρντ διορίστηκε καρδιοχειρουργός στο νοσοκομείο Γκρουτ Σουρ. Επηρεασμένος βαθύτατα από την εκπαίδευση στις ΗΠΑ και βέβαιος ότι η μεταμόσχευση καρδιάς είναι εφικτή, ο Μπάρναρντ δε σταμάτησε ούτε στιγμή να πειραματίζεται. Συνολικά υπέβαλε πάνω από 50 σκύλους σε μεταμόσχευση καρδιάς, ενώ τελικά τον Οκτώβριο του 1967 πραγματοποίησε την πρώτη μεταμόσχευση νεφρού στη Νότια Αφρική, μια επέμβαση που είχε γίνει για πρώτη φορά το 1954 στις ΗΠΑ. Τον ίδιο καιρό αρκετές χειρουργικές ομάδες, με προεξάρχουσα εκείνη του Νόρμαν Σαμγουέι, ήταν έτοιμες να προχωρήσουν σε μεταμόσχευση καρδιάς. Το πρόβλημα όμως ήταν η έλλειψη δότη. Ένα τραγικό ατύχημα θα έδινε τη δυνατότητα στον Μπάρναρντ να δοκιμάσει πρώτος.
Το φαινόμενο της πεταλούδας
Στις 2 Δεκεμβρίου του 1967 η 24χρονη Ντενίζ Νταρβάλ περπατούσε με τη μητέρα της σε έναν κεντρικό δρόμο του Κέιπ Τάουν. Ένας μεθυσμένος οδηγός έπεσε πάνω στις δύο γυναίκες σκοτώνοντας ακαριαία τη μητέρα της και τραυματίζοντας σοβαρά στο κεφάλι την Ντενίζ. Στις 21.00 το βράδυ της ίδιας ημέρας οι γιατροί έκριναν ότι η κατάστασή της ήταν μη αναστρέψιμη και η Ντενίζ παρέμενε στη ζωή μόνο χάρη σε μηχανικά μέσα.
Ο Μπάρναρντ έπεισε τον πατέρα της να δωρίσει τα όργανα της κόρης του, ωστόσο βρέθηκε μπροστά σε ένα αδιέξοδο: εκείνη την εποχή δεν είχαν καθοριστεί επιστημονικά τα κριτήρια εγκεφαλικού θανάτου και κατά συνέπεια δεν μπορούσε να πάρει την καρδιά της Ντενίζ, παρά μόνο αν εκείνη σταματούσε από μόνη της. Αν περίμενε όμως, υπήρχε ο κίνδυνος να πεθάνει ο λήπτης, ο 54χρονος Λούις Γουασκάνσκι, ο οποίος έπασχε από διαβήτη και καρδιακή ανεπάρκεια.
Ηθικό ζήτημα
Για πάνω από 40 χρόνια υπήρχαν διάφορες εικασίες για το γεγονός ότι τελικά η καρδιά της Ντενίζ Νταρβάλ, αν και βρισκόταν σε άριστη κατάσταση, σταμάτησε τελικά την επόμενη ημέρα. Την αλήθεια αποκάλυψε μετά το θάνατο του Κρίστιαν Μπάρναρντ το 2001 ο αδελφός του, Μάριους, επίσης γιατρός και δεξί χέρι του. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του Μάριους, ο ίδιος προέτρεψε τον Κρίστιαν να κάνει ένεση καλίου στην Ντενίζ, ώστε να παραλύσει η καρδιά της και να θεωρηθεί νεκρή σύμφωνα με το νόμο. Έτσι και έγινε.
Μετά την ολοκλήρωση της μεταμόσχευσης και όπως περιέγραψε ο Μάριους τη σκηνή, «ο Κρις έμεινε ακίνητος για λίγο παρακολουθώντας την καρδιά να χτυπά στο στήθος του Γουασκάνσκι και στη συνέχεια έκανε ένα βήμα πίσω λέγοντας “Λειτουργεί”». Ο Γουασκάνσκι επέζησε της εγχείρησης και άντεξε για 18 ημέρες, πριν τελικά υποκύψει από πνευμονία εξαιτίας των ανοσοκατασταλτικών φαρμάκων. Ο Μπάρναρντ εν μία νυκτί έγινε παγκόσμια προσωπικότητα. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι άνοιξε ένα νέο κεφάλαιο στην ιατρική επιστήμη. Ένα κεφάλαιο που έχει σώσει τη ζωή εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων ως σήμερα.
Πάντα καινοτόμος
Ο Κρίστιαν Μπάρναρντ συνέχισε με ζήλο την εργασία. Πραγματοποίησε δεκάδες μεταμοσχεύσεις μέχρι και το 1984, οπότε και σταμάτησε να εργάζεται εξαιτίας της ρευματοειδούς αρθρίτιδας που εμφάνισε και η οποία επηρέασε τα χέρια του. Ανάμεσα στα επιτεύγματά του ήταν η πρώτη ετεροτοπική μεταμόσχευση καρδιάς, δηλαδή η μεταμόσχευση νέας καρδιάς χωρίς όμως να αφαιρεθεί η καρδιά του λήπτη ώστε να ανακάμψει ή να υποβοηθά τη νέα καρδιά, καθώς και η ξενομεταμόσχευση, δηλαδή η μεταμόσχευση ιστών από άλλο είδος (χοίρους, για παράδειγμα) σε άνθρωπο.
Ο Κρίστιαν Μπάρναρντ πέθανε το 2001 από κρίση άσθματος, ενώ βρισκόταν σε διακοπές στην Πάφο της Κύπρου.