Έχουν περάσει πάνω αρκετά χρόνια από την τελευταία φορά που η Ninja Theory προσπάθησε να κατακτήσει τις καρδιές των απανταχού gamers με τη δουλειά που έκανε στο Heavenly Sword. Μια επική δημιουργία με ασιατικό υπόβαθρο και τη Nariko, την κοκκινομάλλα πρωταγωνίστριά της, έφτασε στην αγορά ωθούμενο από μια μεγάλη διαφημιστική καμπάνια που έκανε η Sony αλλά και κουβαλώντας ταυτόχρονα τις πολύ υψηλές προσδοκίες που έφερναν μαζί τους οι πρώτες τρανταχτές αποκλειστικές κυκλοφορίες του PlayStation 3.
Το Heavenly Sword σημείωσε μια πολύ πετυχημένη εμπορική πορεία και ανέδειξε την ικανότητα της Ninja Theory να σχεδιάζει όμορφους κόσμους με κινηματογραφική ατμόσφαιρα, ωστόσο από πλευράς gameplay δεν έπεισε πως το βρετανικό στούντιο είναι ακόμη σε θέση να πρωταγωνιστήσει.
Τρία χρόνια μετά η προαναφερθείσα ομάδα ανάπτυξης επιστρέφει με το Enslaved: Odyssey to the West, έχοντας αφήσει πίσω το Heavenly Sword αλλά και την προσήλωση στο PlayStation 3, αφού η νέα της παραγωγή αναπτύχθηκε παράλληλα και για το Xbox 360. Με μια πολύ γρήγορη ματιά οι δύο τίτλοι μοιράζονται ένα κοινό στοιχείο, καθώς διαθέτουν εξίσου όμορφες ηρωίδες σε πρωταγωνιστικούς ρόλους. Στην πραγματικότητα ωστόσο, η περιπέτεια της Tripitaka είναι πολύ διαφορετική σε σχέση με εκείνη της Nariko.
Η υπόθεση του τίτλου διαδραματίζεται 150 χρόνια στο μέλλον, με το σύγχρονο πολιτισμό να έχει καταστραφεί εξαιτίας ενός παγκόσμιου πολέμου και τα απομεινάρια της ανθρώπινης φυλής να αγωνίζονται να επιβιώσουν ενάντια στις δύσκολες συνθήκες αλλά και στις ορδές πολεμικών ρομπότ που απέμειναν μετά την καταστροφή. Η περιπέτεια ξεκινά σε ένα σκάφος που μεταφέρει σκλάβους προς άγνωστο προορισμό και παραλήπτη. Ανάμεσα στους σκλάβους βρίσκεται η προαναφερθείσα Trip(itaka) και ο Monkey, ένας… θηριώδης άντρας με τρομερή δύναμη και ευλυγισία.
Οι δύο τους συναντιούνται τυχαία και μετά από ένα απροσδόκητο συμβάν, συνάπτουν μια εξαναγκαστική, συμβιωτική σχέση: η Trip τοποθετεί ένα μεταλλικό επίδεσμο στο κεφάλι του Monkey με τον οποίο μπορεί ως ένα βαθμό να τον ελέγχει, ενώ αν εκείνη πάθει κάτι θα σημάνει και το δικό του τέλος. Η «συμφωνία» είναι απλή: ο Monkey θα βοηθήσει την Trip να διασχίσει την επικίνδυνη Γη μέχρι να φτάσει πίσω στον προφυλαγμένο καταυλισμό της φυλής της, με αντάλλαγμα τη δική του ελευθερία.
Η σχέση που αναπτύσσεται σταδιακά μεταξύ του Monkey και της Trip είναι ουσιαστικά όλο το… «ζουμί» του παιχνιδιού. Το σενάριο επικεντρώνεται αποκλειστικά στους δύο μυστηριώδεις χαρακτήρες, αγνοώντας πολλές φορές την εξέλιξη της ιστορίας για μια νέα πτυχή στο δικό τους υπόβαθρο. Χαρακτηριστικό είναι πως καθ’ όλη τη διάρκεια της δράσης, ελάχιστα είναι τα νέα πρόσωπα που έρχονται στο προσκήνιο. Παρόλα αυτά, οι επιλογές της Ninja Theory σε αυτό τον τομέα είναι σωστές.
O Monkey και η Trip είναι από τα πιο ενδιαφέροντα δίδυμα που έχουν προκύψει ποτέ σε video game (ακόμη και αν δεν συμβαίνουν πολλά γύρω τους), ενώ σε επίπεδο σχεδιασμού και ηθοποιίας έχουν να αντιμετωπίσουν λιγοστούς αντίζηλους. Είναι κάτι που ίσχυε και με το Heavenly Sword αλλά αμβλύνεται με αυτό τον τίτλο, καθώς η Ninja Theory είναι πλέον πιο έμπειρη στην αξιοποίηση της τεχνολογίας performance capture, που αναλαμβάνει να μεταφέρει ψηφιακά τις κινήσεις των προσώπων των ηθοποιών με όσο το δυνατό λιγότερες απώλειες.
Φυσικά το βρετανικό στούντιο δεν είναι μόνο του σε αυτή την προσπάθεια, αφού τη σκηνοθεσία των κινηματογραφικών σκηνών (αλλά και δύο πρωταγωνιστικούς ρόλους μέσα στο παιχνίδι) αναλαμβάνει ξανά ο Andy Serkis, βετεράνος πλέον σε αυτό τον τομέα μετά το ρόλο του ως Γκόλουμ στον Άρχοντα των Δαχτυλιδιών. Το αποτέλεσμα είναι o Monkey και η Trip να είναι σχεδόν όσο εκφραστικοί όσο και δύο κανονικοί ηθοποιοί, ένα επίτευγμα που πολύ λίγοι τίτλοι κατάφεραν να προσεγγίσουν, τουλάχιστον για το 2010.
Η σχέση μεταξύ των δύο χαρακτήρων επεκτείνεται αναμενόμενα και στο gameplay. Αν και ο χρήστης αναλαμβάνει τον έλεγχο του Monkey, η πρόοδος στο παιχνίδι επιτυγχάνεται μέσα από τη συνεργασία (και αξιοποίηση) και των δύο. Από τη μεριά της η Trip έχει την ικανότητα να στέλνει ένα μεταλλικό έντομο να «σκανάρει» το περιβάλλον, δίνοντας πάντα στον παίκτη μια εικόνα για το τι έχει να αντιμετωπίσει σε κάθε νέο τμήμα μιας πίστας, ενώ μπορεί να προσφέρει μερικά δευτερόλεπτα αντιπερισπασμού στις μάχες με τα ρομπότ.
Στον αντίποδα, είναι εντελώς εκτεθειμένη απέναντι σε εχθρικές παρουσίες χρειάζεται την προστασία του Monkey, ενώ άλλοτε εκείνος πρέπει να χρησιμοποιήσει τη δύναμή του για να την πετάξει σε μέρη που δεν φτάνει από μόνη της. Ο παίκτης μάλιστα, μπορεί ακόμη και να την… κουβαλήσει στις πλάτες του συμπρωταγωνιστή, αν και ελάχιστες φορές αυτό θα κριθεί απαραίτητο.
Ο πραγματικός πρωταγωνιστής από πλευράς gameplay είναι πάντως ο Monkey – αυτός είναι ο χαρακτήρας που ελέγχει εξολοκλήρου ο χρήστης και γύρω από τις ικανότητές του έχει στηθεί και ο σχεδιασμός των επιπέδων. Το Enslaved: Odyssey to the West συνδυάζει ουσιαστικά δύο «σχολές» παιχνιδιών, το platforming και τη δράση: όσοι έχουν ασχοληθεί με το Uncharted και το God of War της Sony θα νιώσουν ένα πολύ οικείο συναίσθημα.
Αρχικά, το platforming είναι σχεδόν παρμένο απευθείας από το Uncharted, καθώς ο Monkey χρησιμοποιεί συγκεκριμένα σημεία στο περιβάλλον (χαλάσματα, σωλήνες που κρέμονται από κτίρια, κ.τ.λ.) για να σκαρφαλώσει στον προορισμό του, αν και η Ninja Theory καταφέρνει να ξεπεράσει τη Naughty Dog στο προσφερόμενο θέαμα, με τον ήρωα να σκαρφαλώνει πάνω σε εγκαταλειμμένους ουρανοξύστες και στα μέλη γιγάντιων χαλασμένων ρομπότ mecha.
Η απόφαση για περισσότερο θεαματικές κινήσεις έχει ωστόσο και αντίτιμο, καθώς η δράση του platforming είναι σχεδόν αυτοματοποιημένη, με το χρήστη να πηδά από σημείο σε σημείο χωρίς σχεδόν ποτέ να υπάρχει κάποιο εμπόδιο ή κίνδυνος. Πρόκειται για ένα από τα μεγάλα ελαττώματα του τίτλου, καθώς ο βαθμός πρόκλησης και ικανότητας απέναντι στα ακροβατικά του Monkey είναι πρακτικά μηδενικός.
Αξίζει να αναφερθεί επίσης πως σε ορισμένα σημεία του ο παίκτης έχει τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσει ένα είδος ιπτάμενου airboard για να περάσει πάνω από περιοχές με νερό, μια ευχάριστη αν και χωρίς ιδιαίτερη επίδραση προσθήκη στις δραστηριότητες του παιχνιδιού. Για τις μάχες ο χρήστης έχει στη διάθεσή του το ραβδί του Monkey, ενώ μπορεί να αποκρούσει μερικά χτυπήματα με μια ψηφιακή ασπίδα.
Ο τίτλος ακολουθεί ευλαβικά το μοντέλο του God of War χωρίς ωστόσο να διαθέτει το ίδιο βάθος ή ποικιλία κινήσεων, αν και ο χρήστης μπορεί να αναβαθμίσει τις δυνατότητες του οπλισμού. Η Ninja Theory σχεδίασε 3-4 διαφορετικά είδη ρομπότ που ανακυκλώνονται σε όλη την ιστορία και εμφανίζονται από τα μέσα του παιχνιδιού και μετά σε ομάδες. Λίγη περισσότερη ποικιλία θα ήταν προτιμότερη, αν και οι μάχες είναι αρκετά διασκεδαστικές για να κρατήσουν το ενδιαφέρον του χρήστη μέχρι το τέλος.
Τι καταφέρνει τελικά το Enslaved; H Ninja Theory συνεχίζει να δημιουργεί με τις ίδιες προτεραιότητες – η ιστορία, οι χαρακτήρες και ο κόσμος του παιχνιδιού συνθέτουν μια εμπειρία που συγκαταλέγεται ανάμεσα στις κορυφαίες της χρονιάς. Κάτι ανάλογο δεν ισχύει και για το gameplay, το οποίο δανείζεται στοιχεία από άλλους τίτλους χωρίς να φτάνει την ποιότητά τους και χωρίς να τολμά να παρουσιάσει κάτι διαφορετικό.
Αν δεν διέθετε ένα τόσο ενδιαφέρον σύμπαν ίσως και να άξιζε να το αγνοήσει κανείς, ωστόσο είναι τέτοια η ποιότητα του κόσμου του που υπερκαλύπτει τα υπόλοιπα μειονεκτήματα του, καθιστώντας το Enslaved μια από τις αξιοπρόσεκτες προτάσεις της χρονιάς που μας πέρασε, και μια απαραίτητη προσθήκη για τους οπαδούς της επιστημονικής φαντασίας.