- Είδος: Ιστορική ταινία, επικό δράμα
- Σκηνοθεσία: Martin Scorsese
- Ηθοποιοί: Leonardo DiCaprio, Cameron Diaz, Daniel Day-Lewis, Jim Broadbent, Liam Neeson, Pete Postlethwaite, John C. Reilly, Henry Thomas
- Διάρκεια: 166 λεπτά
- Ημερομηνία κυκλοφορίας: 20 Δεκεμβρίου 2002
- Ελληνικός τίτλος: Οι Συμμορίες της Νέας Υόρκης
- Παραγωγή: Miramax Films
- Προϋπολογισμός ταινίας: 100 εκατομμύρια δολάρια
- Ακαθάριστα έσοδα: 193 εκατομμύρια δολάρια
Οι Συμμορίες της Νέας Υόρκης είναι φαινομενικά το επικό δράμα του Martin Scorsese, μία ταινία που ο σκηνοθέτης ετοίμαζε να φέρει στην μεγάλη οθόνη εδώ και πολλά χρόνια. Προσωπικά η στιγμή δεν θα μπορούσε να είναι καλύτερη… και αυτό γιατί η ταινία δίνει μια ιστορική άποψη της πίσω πόρτας για την πληγείσα πια Νέα Υόρκη.
Η ταινία έχει χαρακτηριστεί ως μία σύνθεση από καρτ-ποστάλ την Αμερικανικής ιστορίας και ίσως όχι άδικα. Η Νέα Υόρκη, που παρουσιάζεται μεταξύ του 1840 και του Αμερικανικού εμφυλίου πολέμου, είναι ένα “καζάνι κόλασης”, όπου ο καθένας προσπαθεί με κάθε μέσω να επιβιώσει.
Η εισαγωγή αποτελείται από μια εντυπωσιακή αλληλουχία σκηνών ιεροτελεστίας. Ο σκηνοθέτης γνωρίζει σίγουρα να κάνει το κοινό να αδημονεί και όλοι εμείς στις θέσεις μας περιμένουμε με αγωνία αυτό που ξέρουμε ότι έρχεται… μια μεγάλη μάχη. Οι κατακόμβες στην εκκίνηση φτιάχνουν ένα κλειστοφοβικό κλίμα που απότομα σπάει με το άνοιγμα της πόρτας προς τον έξω κόσμο – το μέρος της μάχης μεταξύ δύο συμμοριών. Ο Ιρλανδο-Αμερικάνος Priest Vallon, ηγέτης της συμμορίας των Νεκρών Κουνελιών, ετοιμάζεται για την μάχη με την αντίπαλη συμμορία των Γηγενών, στην οποία ηγείται ο Bill “The Butcher”.
Άνδρες με μαχαίρια, σπαθιά και ξιφολόγχες ξεχύνονται στην μάχη, της οποίας η δύναμη είναι πραγματικά ζωώδης. Στο τέλος της, το χώμα είναι γεμάτο με πτώματα. Μεταξύ τους και αυτό του Vallon, ο οποίος κείτεται σφαγμένος από τον εχθρό του. Αυτή ήταν η τελευταία μεγάλη ένδοξη μάχη συμμοριών στο Five Points. Μάρτυρας των γεγονότων ένα μικρό παιδί, ο Amsterdam Vallon, γιος του σκοτωμένου ηγέτη των Νεκρών Κουνελιών, ορκισμένος για εκδίκηση…
Δεκαέξι χρόνια μετά ο Amsterdam αφήνει το ορφανοτροφείο στο οποίο μεγάλωσε, με ένα αντίτυπο της Καινής Διαθήκης στο χέρι. Η εικόνα με την οποία πετάει την Καινή Διαθήκη σίγουρα θα μείνει κλασική στο μέλλον (αντίθετα με άλλα πράγματα από την ταινία) για την δυναμικότητα της. Επιστρέφει στο Five Points και ετοιμάζει σιγά-σιγά την εκδίκηση για τον θάνατο του πατέρα του.
Αναμφισβήτητα το μεγαλύτερο κατόρθωμα του Scorsese είναι η αναβίωση της ιστορίας ενός τόπου και των ανθρώπων της. Πολλά από τα στοιχεία που εμπλουτίζουν την ταινία άλλωστε έχουν συμβεί στην πραγματικότητα. Τα ονόματα των συμμοριών και οι μεταξύ τους διαμάχες είναι πραγματικά, όπως και οι τοποθεσίες άλλωστε.
Η ιστορία είναι πλημμυρισμένη από ενδιαφέροντες χαρακτήρες, όπως η κλέφτρα Jenny Everdeane της Cameron Diaz, οι οποίοι συνυπάρχουν αρμονικά με ιστορικές φιγούρες, όπως ο William “Boss” Tweed του Jim Broadbent, αφέντη του διεφθαρμένου Tammany Hall. Η ταινία σίγουρα δεν βγήκε στους κινηματογράφους για να δώσει μαθήματα Αμερικανικής ιστορίας και αυτό ίσως είναι το καλό στην υπόθεση. Ορισμένα γεγονότα θεωρούνται συγκεκριμένα και για κάποιον που δεν την γνωρίζει καλά ίσως μπερδευτεί λίγο ως προς το τι συμβαίνει.
Από την δική μου πλευρά αυτό είναι καλό, καθώς δεν βλέπουμε ένα έργο για την Αμερική, αλλά μια ταινία χαρακτήρων και εκεί κερδίζει τον θεατή: με το να βάζει τους χαρακτήρες αυτούς σε ένα ευρύτερο πλαίσιο το οποίο θεωρείται κατεστημένο. Φυσικά υπάρχουν κάποιες ιστορικές αναφορές, όπως το μίσος κάποιων Αμερικανών για τον πρόεδρο Lincoln, ή η κακομεταχείριση των Ιρλανδών που έφταναν στις αντίπερα όχθες του Ατλαντικού, οι οποίες είναι καλοδεχούμενες και με το παραπάνω αφού παρουσιάζονται στον φόντο της κύριας πλοκής.
Ο ήρωας του Scorsese, ο Amsterdam, είναι ουσιαστικά αντι-ήρωας. Διαφέρει πολύ από τους ανθρώπους γύρω του, δεν είναι κακός, ούτε άγριος. Δεν διψά για αίμα και έρχεται πολλές φορές αντιμέτωπος με τον εαυτό του, ώσπου βρίσκει τον δρόμο του. Αυτό ίσως να ήταν το ατού του Leonardo DiCaprio. Η ερμηνεία του είναι προσιτή, αλλά αυτό το παιδικό δεν έχει φύγει ακόμη από πάνω του. Στα μάτια των περισσοτέρων θεατών είναι ακόμη ένα παιδί και η παρουσίαση εν μέρει του Amsterdam με αυτόν τον τρόπο τον βοηθάει να ξεφύγει από δύσκολες καταστάσεις. Χάνει πολύ στις σκηνές μάχης και σκληρότητας, και δυστυχώς παίρνει και την υπόλοιπη ταινία μαζί του.
Σωτήρας της κατάστασης είναι ο σίγουρα ο Day-Lewis. Η μεταμόρφωση του για τον χαρακτήρα του Bill “The Butcher” είναι μαγευτική και συνεπαίρνει το κοινό. Είναι από αυτούς τους κακούς που τους μισείς θανάσιμα, μέχρι να τους γνωρίσεις από κοντά. Τότε σε γοητεύουν. Η ερμηνεία του είναι πέρα από καταπληκτική και αξίζει πολλές αναφορές. Από τα πιο αδύναμα σημεία του χαρακτήρα του, του ανθρώπου Bill, μέχρι τα πιο δυνατά, του ηγέτη Bill, ο Day-Lewis δίνει μαθήματα ερμηνείας.
Ο χαρακτήρας της Diaz αλλάζει σημαντικά από την αρχή της ταινίας μέχρι το τέλος της. Μεταμορφώνεται από αδίσταχτη κλέφτρα, που κάνει το παν για να κερδίσει ό,τι μπορεί περισσότερο για τον εαυτό της, σε μια γυναίκα που φοβάται για την ίδια της την ζωή και ενδιαφέρεται πραγματικά για κάποιον. Η ερμηνεία της δεν είναι κακή, αλλά δεν μπορώ να την κρίνω και ως άριστη. Βοηθάει όμως πολύ στην πλοκή και αν μη τι άλλο ίσως είναι μια από τις λίγες φορές που την έχουμε δει σε ρόλο με χαρακτήρα. Έχει σίγουρα της στιγμές της.
Η ταινία είναι πραγματική, κυνική, δεν ντρέπεται να δείξει τον κόσμο της και δεν τον κρύβει πίσω από καμία πόρτα, παρά ορμά ευθέως στο ψητό. Κατακρίνει την Αμερικανική δημοκρατία της εποχής με πολύ γλαφυρό τρόπο και στηρίζει βάναυσα το σλόγκαν της “Η Αμερική γεννήθηκε στους δρόμους”.
Από την πλευρά του ο Scorsese είναι σίγουρα ένας από τους πιο ταλαντούχους σκηνοθέτες, αλλά νομίζω πως στα χέρια κάποιου άλλου θα είχαμε ένα θρίαμβο! Πολλές από τις εικόνες του είναι ρομαντικές και σε βγάζουν από το πνεύμα της βιαιότητας, ενώ άλλες είναι απλές με κλασικές γωνίες, που παρουσιάζουν με ανεπάρκεια συναισθήματα και καταστάσεις.
Σίγουρα ένα φιλμ σαν κι αυτό δεν είναι κάτι εύκολο, και αυτό μπορώ να του το καταλογίσω, αλλά δυστυχώς ή ευτυχώς το τελικό αποτέλεσμα είναι αυτό που μετράει, και εκεί το πολυαναμενόμενο έπος αποδεικνύεται ως ένα απλό πέρασμα των γεγονότων σε πολλά σημεία. Ίσως γιατί νοιώθω πως δεν έχει βρεθεί κάποιο κίνητρο, κάποια κινητήριος δύναμη για να μας βάλει όλους στο παιχνίδι.
Δεν έχω σχολιάσει κοστούμια, μακιγιάζ, φωτισμούς και σκηνικά και ούτε θα το κάνω. Δεν έχω βρει την λέξη απλά για να περιγράψω το μεγαλείο και την αληθοφάνεια τους. Εκεί φαίνεται περισσότερο η μαεστρία και η επιμονή του σκηνοθέτη στην τελειότητα. Η μουσική κάνει και αυτή τα μικρά θαύματα της, αλλά κινείται στα πλαίσια της σκηνοθεσίας αρνούμενη πεισματικά να βοηθήσει την κατάσταση εκεί που πρέπει.
Οσον αφορά την διάρκεια, δεν μου φάνηκε καθόλου μεγάλη. Οι παρά λίγο 3 ώρες είναι νομίζω ότι πρέπει και αν βρισκόμασταν μπροστά σε ένα πιο στενό μοντάζ τότε θα έλλειπε αρκετό από το βάθος των χαρακτήρων, ενώ οι ιστορικές ελλείψεις θα έμοιαζαν γιγαντιαίες.
Το τελικό αποτέλεσμά είναι άνευ κουβέντας ένα κατόρθωμα άξιο αναφοράς, πράγμα που δεν θα περάσει ασχολίαστο σίγουρα. Είναι μια επίσκεψη από άλλη οπτική γωνία των γεγονότων που έπλασαν εν μέρη μια ολόκληρη χώρα, που έπλασαν έναν ολόκληρο υπόγειο κόσμο για να στηρίξει την χώρα αυτή τότε. Από αυτήν την άποψη είναι ένας θρίαμβος για τον Scorsese, που όμως οπτικά δεν καταλογίζεται ανάμεσα στα αριστουργήματα του, είναι όμως σίγουρα κάτι περισσότερο από μια απλή ταινία.
Το βάθος της ιστορίας υπάρχει, οι χαρακτήρες της είναι στιβαροί, ενώ η σκληρότητα και η σκοτεινή πλευρά ενός ολόκληρου κόσμου αποτυπώνονται ρεαλιστικά βήμα προς βήμα. Εκεί που χάνει περισσότερο η ταινία είναι στον κώδικα επικοινωνίας της με το κοινό. Ξεκινάει μαγευτικά, αλλά αφήνοντας τον πρόλογο θα την βρείτε αλλαγμένη.
Δείτε παρακάτω το trailer της ταινίας Gangs of New York (2002). Οι Συμμορίες της Νέας Υόρκης.