Άρθρο της Μαρίας Παπαδοπούλου.
Υπήρχε μια εποχή όπου ο άντρας, πιστός στη φύση των αρσενικών, ντυνόταν πολύχρωμα και έντονα. Πλέον, τι του έχει απομείνει; Μια γραβάτα, αγαπητοί, να τι του έχει απομείνει…
Τα έχουμε ξαναπεί αυτά, παιδιά: Το αρσενικό λιοντάρι είναι αυτό που έχει χαίτη, τα αρσενικά παγόνια έχουν μεγαλύτερες ουρές και πιο έντονα χρώματα από τα θηλυκά. Δυστυχώς, ο δυτικός «πολιτισμός» ήρθε να επιβάλει στο αρσενικό του ανθρώπινου είδους όχι μόνον τον δίχως χάρη και χαρές ρόλο του εργάτη, κουβαλητή, γενικού διευθυντή, αλλά και μια ταιριαστή στολή: Τη σκούρα, ομοιόμορφη στολή του κοστουμιού. Ούτε καν η τελευταία αναλαμπή της extravaganza στο αντρικό ντύσιμο, η εμφάνιση του δανδή, δεν ήταν αρκετή για να παρεμποδιστεί το ρεύμα της «προόδου».
Θεωρώ, λοιπόν, πως η γραβάτα –και η pochette κατ’ επέκταση– είναι η τελευταία αναλαμπή της ένδοξης (άποψή μου, πάντα) παράδοσης του χρώματος και της πολυχρωμίας στην αντρική ένδυση. Και πόσο τραγική η εξαπάτηση, το χρώμα και η πολυχρωμία να φιγουράρουν επάνω στον ίδιον το βρόχο γύρω από το λαιμό του σύγχρονου άντρα (όπως ίσως έχετε ήδη καταλάβει, προτιμώ τους άντρες –και τις γυναίκες βεβαίως– γυμνούς, να παίζουν και να τρέχουν στα χωράφια της Εδέμ. Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία).
Την πρώτη εμφάνιση του καλοδεχούμενου αυτού βραχνά οφείλουμε, καθώς λέγεται, στη στρατιωτική στολή –από την οποία, εξάλλου, προέρχονται τόσες και τόσες μόδες. Συγκεκριμένα, στη στρατιωτική στολή κάποιων Κροατών μισθοφόρων που κατέφθασαν στο Παρίσι επί Λουδοβίκου ΙΓ´, τη δεκαετία του 1630. Γοητευμένοι από την curiosité, οι Παριζιάνοι υιοθέτησαν το κομμάτι υφάσματος γύρω από το λαιμό, ονομάζοντάς το «cravate» κατόπιν παράφρασης της λέξης «Croate».
Οι Γάλλοι, λοιπόν, έθεσαν τις βάσεις, αφήνοντας την ψυχολογία των χρωμάτων να αναλάβει τα υπόλοιπα μέχρι σήμερα. Στο σκούρο μοβ υπάρχουν πάντα τα ψήγματα της εξουσίας «παλαιάς σχολής», στο κόκκινο η εμφανής σύγχρονη ισχύς, στο γαλάζιο η «ήρεμη δύναμη», στο «βαρετό» καφέ προβάλλεται μια προφανής εικόνα αξιοπιστίας…
Στο πράσινο ανιχνεύεται ο συμβολισμός του χρώματος του δολαρίου, αλλά και της αναγέννησης και της ανάπτυξης –άρα, αν θέλεις να πείσεις ότι θα αναλάβεις ένα project που θα ξαναζωντανέψει την εταιρεία και θα (ξανα)φέρει το ρευστό, αυτή είναι η ενδεδειγμένη επιλογή. Αντίστοιχα, το πορτοκαλί εμπνέει, προκαλεί ενθουσιασμό, εμφανίζεται κοινωνικό, ενώ μεταδίδει και την εντύπωση ότι αυτό που προτείνουμε είναι κάτι προσιτό οικονομικά –οπότε, το προτιμούμε πάνω στη γραβάτα μας ως πανό υποστήριξης σε αντίστοιχα projects.
Μιλώντας, όμως, για χρωματιστές γραβάτες, είναι αδύνατον να μην αναφερθούμε στα μοτίβα και κατ’ επέκταση στις club ties, το συνεκτικό βρόχο μεταξύ μελών της ίδιας λέσχης του ίδιου στρατιωτικού συντάγματος ή μεταξύ αποφοίτων της ίδιας πανεπιστημιακής σχολής. Η χρήση τους υπό αυτήν την έννοια εδραιώθηκε τη δεκαετία του ’20 και θεωρείται μια εξέλιξη των μεσαιωνικών οικοσήμων και των χρωμάτων τους.
Φυσικά, οι club ties είναι αγγλική εφεύρεση (αν και η αμερικανική Brooks Brothers τις έκανε προσιτές προς τις μάζες, αποδυναμώνοντας τη συμβολική σημασία τους) και δεν είναι η μόνη σχετική με το προς εξέτασιν αντικείμενο. Στους Άγγλους οφείλουμε και την τελική πινελιά που ολοκληρώνει το classic μας, ήτοι την επιλογή του κόμπου ως ένδειξη γούστου. Περίπου δύο αιώνες αργότερα, ο David Bowie θα άρχιζε από ένα λευκό πουκάμισο και μια λεπτή εμπριμέ γραβάτα να αποποιείται την, πιο «άφυλη», persona του Ziggy Stardust.
Και ήταν πάντα η λεπτή, mod-like εμφάνιση και τα πιο «ανάλαφρα» εμπριμέ που καθάριζαν το μητρώο της γραβάτας από οποιονδήποτε υπαινιγμό περί ισχύος. Μαζί, φυσικά, με τους σταρ, που άνετα τους αναγνωρίζες ως δύναμη την ικανότητά τους να τηλεκινούν τα βλέφαρα ενός κοριτσιού μόλις με μία γραβατωμένη φωτογραφία.
Το χρώμα της εξουσίας
Ως Nucky Thompson, ο Steve Buscemi πρωταγωνιστεί στο Boardwalk Empire φορώντας την παραδοσιακή μοβ γραβάτα της εξουσίας, σε ένα θεσπέσιο κοντράστ με το κόκκινο γαρίφαλο μπουτονιέρα (που όντως φορούσε ο αληθινός Nucky).