Η υπερβολική εξάρτηση από τον κλιματισμό αυξάνει τις τιμές ενέργειας στην Αυστραλία.
Ένας ερευνητής της UniSA ζήτησε να υπάρξει τροποποιητική αλλαγή στις νέες κτιριακές υποδομές της Αυστραλίας μετά από μια μελέτη που δείχνει ότι τα νέα σπίτια μπορούν να είναι λιγότερο αποδοτικά στη διατήρηση θερμοκρασίας από ό, τι τα παλαιότερα χτίζονταν σπίτια που χτίζονταν με διπλά τούβλα.
Σε άρθρο που δημοσιεύθηκε αυτή την εβδομάδα στο διεθνές περιοδικό Energy and Buildings , ο Δρ. Gertrud Hatvani-Kovacs και οι συνεργάτες του συζητούν επίσης την υπευθυνότητα των Αυστραλών πολιτών απέναντι για τον κλιματισμό στις οικίες τους, αφού αυτού του είδους η ανευθυνότητα για αλόγιστη στη σπατάλη του ρεύματος ασκεί πίεση στα ενεργειακά δίκτυα γιατί επιπλέον ρεύμα σε καθημερινή βάση, που έχει ως αποτέλεσμα να αυξάνονται οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας. προκαλώντας συνάμα αρκετές διακοπές ρεύματος καθόλη τη διάρκεια της ημέρας.
Ο κ. Hatvani-Kovacs, ο οποίος είναι ερευνητικός συνεργάτης της Σχολής Πληροφορικής και Μαθηματικών Επιστημών του UniSA, λέει ότι η Αυστραλία πρέπει να αλλάξει την προσέγγισή της όσον αφορά την ψύξη των σπιτιών το καλοκαίρι.
Σε μια μελέτη που διεξήχθη σε τυπικές μονοκατοικίες από τούβλα στην Αδελαΐδα και το Σίδνεϊ κατά τη διάρκεια του καύσωνα, οι ερευνητές της UNSA διαπίστωσαν ότι ένα νεώτερο σπίτι με βαθμολογία ενέργειας 6 αστέρων χρησιμοποίησε την ίδια ποσότητα ενέργειας για να ψύξει το εσωτερικό του, όσο με ένα παλιό σπίτι με διπλά τούβλα με μόλις 2,6 αστέρια.
«Τα νεώτερα σπίτια μπορούν να είναι πιο επιρρεπή σε υπερθέρμανση το καλοκαίρι, λόγω των υψηλών επιπέδων μόνωσης και της αεροστεγανότητας σε συνδυασμό με την έλλειψη σκίασης και φυσικού αερισμού. Χρειαζόμαστε σχέδια κατοικιών που είναι τόσο ενεργειακά αποδοτικά, όσο και ανθεκτικά στην θερμική καταπόνηση.
«Μερικά νεώτερα σπίτια μπορούν να αποδώσουν καλύτερα από τα παλαιότερα,επειδή είναι πιο αποδοτικά ενεργειακά το χειμώνα, ωστόσο ισχύει το αντίστροφο την καλοκαιρινή περίοδο, δηλαδή τους καλοκαιρινούς μήνες είναι παντελώς ακατάλληλα για αυτή τη χρήση».
Ο Δρ Hatvani-Kovacs λέει ότι ένα άλλο σημαντικό πρόβλημα είναι ότι οι Αυστραλοί καθίστανται εξαρτημένοι από τον κλιματισμό και μάλιστα σε υπερβολικό βαθμό.
«Ο κλιματισμός αλλάζει τη συμπεριφορά μας και μπορεί να έχει αντίστροφη επίδραση από το αναμενόμενο, όπου οι άνθρωποι γίνονται ασυνείδητοι και ως εκ τούτου απαιτούν χαμηλότερες θερμοκρασίες το καλοκαίρι για να επιτύχουν άνεση» πρόσθεσε ο Kovacs.
«Με τη ρύθμιση των συστημάτων ψύξης του σπιτιού για ψυχρότερες θερμοκρασίες, προκύπτουν σοβαρά ενεργειακά ζητήματα από τα κλιματιστικά, θέτοντας επιπλέον ζήτηση στο δίκτυο, αναγκάζοντας τις τιμές να αυξηθούν προς τα πάνω. Αν υπάρξει διακοπή ρεύματος, θέτει σε κίνδυνο την υγεία των ανθρώπων, επειδή ορισμένοι ασθενείς (ιδίως οι ηλικιωμένοι άνθρωποι) που χρησιμοποιούν κλιματιστικές συσκευές για την ψύξη των σπιτιών, θα βρεθούν ξαφνικά ξαφνικά εκτεθειμένοι σε θερμοκρασίες 45 με 50 βαθμούς Κελσίου, κάτι που μπορεί να επιφέρει ακόμη και θάνατο, σε αυτές τις ευαίσθητες ηλικιακές ομάδες, πρόσθεσε ο ο Kovacs.
Η λύση στο πρόβλημα είναι να εφαρμοστούν μία σειρά από προληπτικά μέτρα σε νέα σπίτια για να εξαλειφθεί δραστικά η θερμότητα και να μειωθεί η εξάρτηση από τον κλιματισμό. Αυτά περιλαμβάνουν τον κατάλληλο προσανατολισμό που θα βλέπουν τα καινούργια σπίτια , τα χρώματα της στέγης και τα ανακλαστικά φύλλα πού θα τοποθετηθούν σε κοιλότητες της στέγης.
Επιπλέον είναι επιτακτική ανάγκη η φύτευση φυλλοβόλων δέντρων στην αυλή και στην ταράτσα για φυσική σκίαση, επίσης χρειάζεται η τοποθέτηση υπαίθριων περσίδων για να εμποδίσουν τη θερμότητα να εισέλθει στο εσωτερικό οι και ταυτόχρονα θα επιτρέψουν το συνεχές άνοιγμα των παραθύρων τη νύχτα όταν οι θερμοκρασίες θα είναι χαμηλότερες σε εξωτερικούς χώρους από ό, τι στο εσωτερικό, συμβάλλοντας έτσι στην ψύξη ενός σπιτιού και στην ελαχιστοποίηση της ανάγκης για κλιματισμό.
Περισσότερο από το 90% των κατοίκων της Νότιας Αυστραλίας και το 60% των κατοίκων της Νέας Νότιας Ουαλίας έχουν κλιματισμό, αλλά πολύ λίγοι διαθέτουν παράθυρα με διπλά τζάμια, τα οποία είναι αποτελεσματικά για τη διατήρηση των απαιτούμενων θερμοκρασιών το καλοκαίρι και το χειμώνα.