Αυτό το άρθρο γράφεται ως συνήθως τελευταία στιγμή, όμως να τονίσω για τους κακοπροαίρετους πως όχι απλά δεν έγινε με προχειρότητα, τουναντίον έγινε με αρκετό μεράκι και στη προκείμενη περίπτωση χρειάστηκα περίπου 48 ώρες για να ολοκληρώσω ετούτο το αφιέρωμα προς τιμήν της αυτής της σπουδαίας προσωπικότητας.
Να προσθέσω επίσης, πως δεν ξέρω αν θα κάτσεις καλοκαιριάτικα μέσα στον καύσωνα να μπεις στο Texnologia.Net και να διαβάσεις για έναν ακόμη σημαντικό άνθρωπο. Ωστόσο σε διαβεβαιώ πως αξίζει τον κόπο, και σίγουρα μόλις ολοκληρώσεις την ανάγνωση αυτού του άρθρου θα μου αποδώσεις τα εύσημα, γιατί σαφώς πρόσθεσες κάτι παραπάνω στην γνώση σου που πιθανόν να μην γνώριζες, ή ακόμη και να ήξερες ορισμένες πληροφορίες, αλλά απλά να τις αγνοούσες.
Ο λόγος γίνεται για την Χάριετ Τάμπμαν (αγγλικά: Harriet Tubman. Εδώ να σημειώσω πως όταν γεννήθηκε της είχαν δώσει το όνομα Araminta Ross). Αν δεν την έχεις στα υπόψιν σου μόλις τώρα σου δίνεται μια εξαιρετική ευκαιρία να έρθεις σε επαφή με τη ζωή και το έργο της.
Η Tubman υπήρξε μια από τις πιο freakin’ amazing αγωνίστριες για την απελευθέρωση των Αφρικανών σκλάβων και το τέλος της δουλείας στις Η.Π.Α. Ανεξάρτητα από τα κινήματα της εποχής τα οποία είχαν τέτοιες βλέψεις, ο προσωπικός της ακτιβισμός ευθύνεται για την απελευθέρωση περισσότερων από 300 σκλάβων. Εκτός αυτού πολέμησε στον Αμερικάνικο Εμφύλιο, ούσα η πρώτη -και μάλιστα έγχρωμη- γυναίκα που διεύθυνε στρατεύματα σε αμερικάνικο έδαφος. Αργότερα, στη ζωή της ασχολήθηκε και με τα δικαιώματα για ψήφο, ερχόμενη σε επαφή με τις φεμινίστριες του λεγόμενου “πρώτου κύματος“.
Ας τα πάρουμε όλα με τη σειρά όμως:
Η Χάριετ Τάμπμαν ήταν γεννημένη σε καθεστώς σκλαβιάς από σκλάβους γονείς, ενώ η χρονολογία γέννησης της παίζει μεταξύ 1820, 1822 ή 1825 — αν και επίσημα αναφέρεται πως είναι γεννημένη το 1822.
Όπως καταλαβαίνεις, μιας και ήταν παιδί σκλάβων, λίγο αφορούσε τους αφέντες της να καταγράψουν κάπου την ημερομηνία γέννησης της. Είχε επίσης άλλα 8 αδέρφια, τα οποία η μητέρα της πάσχιζε να κρατήσει κοντά της, μιας και οι αφέντες τους θεωρούσαν πιο προσοδοφόρο το να πουλούν κάποια από τα παιδιά των σκλάβων τους.
Εξάλλου γι’ αυτούς οι σκλάβοι δεν ήταν άνθρωποι, αντικείμενα προς εκμετάλλευση ήταν με ίσως όχι μεγαλύτερη αξία από τα ζούδια που είχαν στις φάρμες τους. Και εξαιτίας αυτής της απάνθρωπης νοοτροπίας τους, τρεις από τις αδερφές της Harriet πουλήθηκαν και έχασαν για πάντα την αρχική τους οικογένεια.
Αλλά και για τους υπόλοιπους που έμειναν στην ιδιοκτησία του Edward Brodess, όπου ήταν ο αφέντης των γονιών της Harriet, τα πράγματα ήταν δύσκολα. Ενδεικτικά η Harriet, της οποίας της είχε δοθεί η φύλαξη του μωρού κάποιας “Miss Susan” δεχόταν συχνά καμτσικώματα, στα οποία και έμαθε να αναπτύσσει άμυνες είτε φορώντας χοντρά ρούχα, είτε προβάλλοντας σωματική αντίσταση, ενώ κάποια στιγμή έκανε και μια αποτυχημένη απόπειρα διαφυγής.
Ένα ιδιαίτερα ζόρικο συμβάν από τα παιδικά της χρόνια ήταν και ένας άσχημος τραυματισμός που υπέστη στο κεφάλι της.
Αναφορικά με αυτόν the story goes like this: στάλθηκε να πάρει κάποια παστωμένα τρόφιμα και στο δρόμο της έπεσε πάνω σε έναν σκλάβο που ανήκε σε άλλη οικογένεια και ο οποίος είχε κακήν κακώς δραπετεύσει, ενώ στο κατόπι του βρισκόταν ο επιτηρητής των σκλάβων της οικογένειας. Ο τελευταίος άρχισε να φωνάζει στη Harriet να τον βοηθήσει να πιάσουν τον δραπέτη, αυτή φυσικά αρνήθηκε και τότε ο τύπος πέταξε ένα μεταλλικό βαράκι δύο κιλών προς το μέρος του σκλάβου που την έκανε.
Μόνο που το βαράκι βρήκε στόχο στο κεφάλι της δικιάς μας, δημιουργώντας θραύση στο κρανίο της. Έχοντας χάσει τις αισθήσεις της, την γύρισαν σηκωτή στο σπίτι των αφεντών της, όπου έμεινε δίχως ιατρική φροντίδα για δύο μέρες.
Έπειτα από αυτό στάλθηκε πίσω στα χωράφια ενός κτηματία που δούλευε εκείνο το καιρό, ο οποίος όμως την επέστρεψε στον Brodess λέγοντας πως “δεν αξίζει μία“. Ο τελευταίος επιχείρησε μάταια να την πουλήσει, λες και ήταν ελαττωματικό αντικείμενο.
Βλέπεις, παρόλο που επέζησε, ο τραυματισμός της άφησε γερά προβλήματα: άρχισε να έχει πονοκεφάλους, επιληπτικές κρίσεις, να πέφτει ξερή στα καλά του καθουμένου και να μη μπορεί να ξυπνήσει… και γενικά να ζορίζεται. Λέγεται πως μάλλον έπασχε από επιληψία του κροταφικού λοβού, εξαιτίας του τραυματισμού που υπέστη. Εκτός από αυτά τα προβλήματα, έπειτα από το τραυματισμό άρχισε να έχει οράματα και έντονα όνειρα, με αποτέλεσμα να γίνει έντονα θρησκευόμενη, αν και αποστρεφόταν τη Καινή Διαθήκη λόγω της αναφορές της σε δουλική υπακοή. Προτιμούσε – δικαιολογημένα – τη Παλαιά Διαθήκη με τα βίαια παραμυθάκια της περί απόδοσης δικαιοσύνης.
Το 1844 παντρεύτηκε έναν ελεύθερο έγχρωμο άντρα τον John Tubman. Γάμοι μεταξύ σκλαβωμένων και ελεύθερων ήταν σύνηθες φαινόμενο εκεί στην ανατολική ακτή του Maryland, αλλά είχαν επιπλοκές μιας και αν βρισκόταν η μητέρα σε καθεστώς σκλαβιάς, τα παιδιά από το γάμο ήταν από το νόμο σκλάβοι — ω τι καλά! Λέγεται βέβαια πως ο συγκεκριμένος γάμος έγινε για να εξαγοραστεί η ελευθερία της δικιάς μας, χωρίς όμως να υπάρχει το επιθυμητό αποτέλεσμα.
Η ευκαιρία απελευθέρωσης της Harriet ήρθε πέντε χρόνια αργότερα. Το 1849, ο ιδιοκτήτης της πέθανε και η σύζυγός του βάλθηκε να πουλήσει μεγάλο αριθμό των σκλάβων τους.
Τότε η Harriet πήρε την απόφαση για “ελευθερία ή θάνατο” και στις 17 Σεπτεμβρίου της ίδιας χρονιάς, όταν υποτίθεται πως πήγαινε μαζί με τους δυο της αδερφούς στις φυτείες του καινούριου τους ιδιοκτήτη, βρήκαν την ευκαιρία και την έκαναν με ελαφρά πηδηματάκια. Οι αδερφοί της στη συνέχεια κότεψαν, μιας και βγήκε επικήρυξη για τη πάρτη τους και γύρισαν πίσω, αναγκάζοντας και την Harriet να τους ακολουθήσει. Σύντομα η Harriet ξαναέφυγε, αυτή τη φορά δίχως τα αδέρφια της και ενημέρωσε με ένα κωδικοποιημένο τραγούδι τη μητέρα της πως θα γυρίσει πίσω να ελευθερώσει και την υπόλοιπη φαμίλια.
Κατά τη διαφυγή της ήρθε σε επαφή με ένα δίκτυο αποτελούμενο από σκλάβους, απελεύθερους αλλά και λευκούς ενάντιους στη σκλαβιά, γνωστό ως “Underground Railroad“. H πρώτη της στάση ήταν στο Preston Area της Carolina, μάλλον υπό την προστασία της κοινότητας των Κουακέρων. Από εκεί και έπειτα πήρε τον δρόμο που έπαιρναν όλοι οι φυγαδευμένοι σκλάβο,ι για να πάει στη Pennsylvania και από εκεί στη Philadelphia.
Εκεί έπιασε να δουλεύει όπου έβρισκε, ενώ παράλληλα τα πράγματα δυσκόλευαν, μιας και στη Philadelphia έσκασαν μύτη φτωχοί Ιρλανδοί μετανάστες όπου ανταγωνίζονταν τους μαύρους απελεύθερους για την εύρεση εργασίας και στα καπάκια το αμερικάνικο κογκρέσο πέρασε νόμους που υποχρέωναν τις αρχές να συλλαμβάνουν όσους σκλάβους είχαν δραπετεύσει — αλλά αυτό δεν έκανε την δικιά μας να τα βάλει κάτω.
Το 1850 έκανε το πρώτο της ταξίδι πίσω στη Maryland για να απελευθερώσει την ξαδέρφη της και μετά την επιτυχημένη έκβαση αυτού του ταξιδιού, γύρισε πίσω για τον αδερφό της και μαζί με αυτόν ελευθέρωσε άλλα δύο άτομα. Συνέχισε τις επιχειρήσεις απελευθέρωσης όλο και με μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στον εαυτό και στις δυνατότητές της να τα βγάζει πέρα σε αντίξοες συνθήκες και σύντομα της κόλλησαν το παρατσούκλι “Moses” από τον γνωστό Μωυσή τη Παλαιάς Διαθήκης.
Το 1851 πήγε στο Dorchester County να βρει τον σύζυγό της, ο οποίος όμως είχε ξαναπαντρευτεί. Η ίδια του ζήτησε να έρθει μαζί της στη Philadelphia, αλλά αυτός της είπε πως ήταν καλά εκεί που βρισκόταν. Αρχικά αποφάσισε να κάνει σκηνή για το όλο θέμα, αλλά αποφάσισε πως δεν άξιζε το κόπο. Αντ’ αυτού ελευθέρωσε μερικούς σκλάβους και τους πήγε στη Philadelphia.
Επειδή όμως ο νόμος του κογκρέσου για τους δραπέτες σκλάβους έκανε τα πράγματα επικίνδυνα για αυτούς στο βόρειο κομμάτι των Η.Π.Α., η Harriet άρχισε να στέλνει κόσμο στο Καναδά, όπου η δουλεία ήταν παράνομη.
H Harriet έκανε αυτή τη δουλειά για 11 χρόνια, με γύρω στις 19 εξορμήσεις και απελευθερώνοντας περίπου 300 άτομα.
Οι μέθοδοί της παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον και ευστροφία από μέρους της. Κατ’ αρχάς προτιμούσε να δουλεύει χειμερινούς μήνες, κυρίως κατά τον Δεκέμβρη που οι νύχτες ήταν μεγάλες και ο κόσμος δε κυκλοφορούσε στους δρόμους. Επίσης συνήθιζε να φεύγει από τις πόλεις μαζί με τα άτομα που ελευθέρωνε τα απογεύματα του Σαββάτου, έτσι ώστε να τους δίνεται χρόνος μέχρι τη Δευτέρα, όπου έβγαιναν σε κυκλοφορία οι εφημερίδες, οι οποίες εκτός των άλλων περιλάμβαναν και ενημερωτικά δελτία για το ποιοι την πούλεψαν από τα σπίτια των αφεντάδων τους μέσα στο Σαββατοκύριακο. Φυσικά όταν έβγαιναν τα δελτία, οι φυγάδες βρίσκονταν σε ασφαλή απόσταση.
Επίσης κουβαλούσε ένα ρεβόλβερ μαζί της, το οποίο δε κώλωνε να χρησιμοποιήσει, ακόμη και για να απειλήσει τους συντρόφους της, έτσι και αυτοί λιποψυχούσαν και προσπαθούσαν να γυρίσουν πίσω. Ναι σκληρό, αλλά δε μπορούσε να ρισκάρει την ασφάλεια των υπολοίπων για το ένα άτομο που θα γυρνούσε και κατά πάσα πιθανότητα θα αναγκαζόταν να ομολογήσει τα πάντα σχετικά με τις συνθήκες διαφυγής του. Οπότε αν η Harriet ήθελε να συνεχίζει να ελευθερώνει κόσμο, δε μπορούσε να αφήσει κανέναν να βγει από το πλάνο, ακόμη και αν χρησιμοποιούσε εκβιαστικές μεθόδους.
Πέρα από τα παραπάνω, είχε το αβαντάζ ότι λόγω του παρουσιαστικού της κανείς δεν θα μπορούσε να την υποψιαστεί. Αυτό, σε συνδυασμό με το ότι χρησιμοποιούσε διάφορα τεχνάσματα για να αποσπάει την προσοχή όσων μπορεί να της δημιουργούσαν πρόβλημα, την έκανε κυριολεκτικά να περνάει κάτω από τη μύτη των λευκών ιδιοκτητών σκλάβων, ακόμη και των δικών της πρώην ιδιοκτητών. Στο παρακάτω βιντεάκι από την υπεροχογαμάτη σειρά “Horrible Histories“, βλέπουμε δύο τεχνάσματα που στη πραγματικότητα χρησιμοποίησε όταν έπεσε πάνω σε δικούς της πρώην ιδιοκτήτες.
Εντάξει, προφανώς και δεν έγινε ακριβώς έτσι, αλλά σίγουρα πιάνεις το νόημα!
Πάντως το ποσοστό επιτυχίας των εξορμήσεών της ήταν 100%. Από όσα άτομα φυγάδευσε κανένα δε γύρισε πίσω – και να ήθελε είδαμε πως δε μπορούσε – ή δε ξαναπιάστηκε αιχμάλωτο.
Το 1858 γνώρισε τον John Brown, ο οποίος αν και λευκός ήταν ενάντιος στο καθεστώς σκλαβιάς και θεωρούσε πως μόνο με την ένοπλη επίθεση ενάντια σε όσους υποστήριζαν τη σκλαβιά, θα κατάφερναν να την πατάξουν. Έτσι ζήτησε την ενίσχυσή της, με το να πείσει όσα άτομα είχε ελευθερώσει να πολεμήσουν στο πλευρό τους.
Όταν όμως έγινε η προγραμματισμένη εισβολή στο Harpers Ferry της Virginia, η Harriet ήταν ανάσκελη με πυρετό στην Νέα Υόρκη-πιθανώς εξαιτίας του παιδικού της τραυματισμού στο κεφάλι- και η μάχη χάθηκε, με αποτέλεσμα ο Brown να κρεμαστεί για προδοσία το Δεκέμβρη του ίδιου έτους. Παρά τη δυσάρεστη έκβαση των γεγονότων, η εκτέλεσή του τον ηρωοποίησε, κάνοντάς τον ευγενή μάρτυρα και σύμβολο της αντίστασης και, θέλοντας ή μη, η ηρωοποίηση ενός προσώπου μπορεί να έχει θετικά αποτελέσματα στη προβολή ενός κινήματος.
Μια τριετία αργότερα ξέσπασε ο περίφημος Αμερικάνικος Εμφύλιος, στον οποίο φυσικά χώθηκε και η δικιά μας, αρχικά δίνοντας νοσηλευτική βοήθεια στους στρατιώτες.
Το 1863 όταν ο Lincoln έβγαλε τη Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας, θεωρώντας πως αυτή η κίνηση τους έδινε ηθικά αρχικά -και μετά τον πόλεμο πρακτικά- αβαντάζ πήρε το scout της και πήγε να πολεμήσει στο Port Royal.
Τον επόμενο χρόνο έγινε η πρώτη γυναίκα που ηγήθηκε ένοπλης εφόδου στην Αμερική. Από την εν λόγω έφοδο, στο ποταμό Combahee, απελευθερώθηκαν γύρω στους 700 σκλάβους.
Παρά την ενεργή της συμμετοχή στο πόλεμο, οι συμπεριφορές που έλαβε έπειτα από αυτόν υπήρξαν άδικες: από το ότι της επιτέθηκε πλήθος λευκών επειδή αρνήθηκε να πάει στο βαγόνι για τους καπνίζοντες -ενώ δε κάπνιζε- μέχρι το ότι πληρώθηκε από το κράτος για της υπηρεσίες της 30 και βάλε χρόνια αργότερα, το 1899. Δυστυχώς τα ρατσιστικά αντανακλαστικά μιας κοινωνίας και οι διακρίσεις αυτής, δεν αποβάλλονται έτσι εύκολα.
Το 1869 παντρεύτηκε με έναν βετεράνο τον Nelson Davis, στον οποίο έριχνε 22 χρόνια, αλλά την περίμενες μετά από όλα όσα βίωσε να κωλώνει σε 2 δεκαετίες ηλικιακής διαφοράς;
Χρόνια αργότερα άρχισε να μπλέκεται στα κινήματα για το δικαίωμα ψήφου των γυναικών, όπου εργάστηκε δίπλα σε γνωστές πρωτο-φεμινίστριες εκείνου του καιρού όπως η Susan B. Anthony και η Emily Howland. Παράλληλα, κατά την ίδρυση της Εθνικής Ομοσπονδίας Αφροαμερικανών γυναικών, η Tubman ήταν από της πρώτες ομιλήτριες.
Στα τελευταία χρόνια της ζωής της ασχολήθηκε πολύ με την African Methodist Episcopal Zion Church, κάνοντας δωρεές γης, υπό τον όρο να χρησιμοποιηθούν για να στεγάσουν άπορους και ηλικιωμένους έγχρωμους ανθρώπους. Δυστυχώς, όταν μπλέκεις με διάμεσους η δουλειά σου ποτέ δε γίνεται σωστά. Οι εγκαταστάσεις άργησαν μια πενταετία να ανοίξουν ενώ ζητούσαν και 100 δολάρια για εισαγωγή. Α, και είχαν και το θράσος να δώσουν το όνομά της, ενώ η ίδια παραπονέθηκε για την παρασπονδία τους — χάλια.
Γερνώντας συνέχισε να υποφέρει από εκείνον τον τραυματισμό στο κεφάλι, με αϋπνίες, πονοκεφάλους και βουίσματα στα αυτιά και υποβλήθηκε σε επέμβαση.
Παράλληλα, λόγω ηλικίας άρχισε να γίνεται όλο και πιο εύθραυστη, με αποτέλεσμα να θέλει ειδική φροντίδα και έτσι το 1911 εισάχθηκε στις προαναφερθήσες εγκαταστάσεις.
Πέθανε 2 χρόνια αργότερα στις 10 Μαρτίου του 1913 από πνευμονία. Τις τελευταίες της στιγμές ήταν περιτριγυρισμένη από φίλους και συγγενείς ενώ οι τελευταίες της λέξεις ήταν: “πάω να ετοιμάσω ένα μέρος και για εσάς“.
Έτσι έκλεισε τον κύκλο της, έχοντας ακόμα και τη τελευταία στιγμή την θέληση να προσφέρει στους συνανθρώπους της, πράγμα που έκανε σε όλη της τη ζωή.
Θεωρώ εντυπωσιακό κομμάτι του βίου της το ότι είχε αναλάβει το ρόλο του δυνατού ανθρώπου που αντί να εκμεταλλεύεται τη δύναμή του πάνω στους άλλους, τη χρησιμοποιούσε για να τους βοηθήσει. Και ας μη ξεχνάμε το πόσο badass ήταν ακόμη και υπό αυτή τη συνθήκη, μιας και συνήθως δυσκολευόμαστε να συνδυάσουμε μέσα στα μυαλά μας δυναμικούς και έντονους χαρακτήρες όπως της Tubman, με ανθρώπους που είναι ταγμένοι στο να προσφέρουν.
Καιρό είχαμε να δούμε τόσο ενδιαφέρον άτομο. Τι λέτε, δεν έχω δίκιο;