«Υπάρχουν αναρίθμητες ερωτογενείς ζώνες κατανεμημένες σε όλο το σώμα. Το μόνο που έχει να κάνει ο άντρας είναι απλώς να τις βρει.»
Δύο νέες μελέτες έχουν αναζωπυρώσει τη διαμάχη περί γυναικείου οργασμού: Πως βιώνουν οι γυναίκες την ερωτική απόλαυση και ποιος είναι ο καλύτερος τύπος οργασμού; Αρχικά, Ιταλοί γιατροί του Πανεπιστημίου της L’Aquila, δημοσίευσαν μια εργασία που πιστοποιεί ανατομικές διαφορές μεταξύ γυναικών που έχουν κολπικό οργασμό και αυτών που δεν έχουν. Όλοι οι εθελοντές ήταν υγιείς, ετεροσεξουαλικές γυναίκες σε ηλικία πριν την εμμηνόπαυση. Ο ιστός μεταξύ κόλπου και ουρήθρας βρέθηκε παχύτερος σε γυναίκες που δήλωναν ότι είχαν κολπικούς οργασμούς. Αυτή η ανατομική διαφορά υποτίθεται ό,τι είναι το περιβόητο G-Spot..
Τη δημοσίευση της εργασίας στο Journal of Sexual Medicine, ακολούθησε η διατυμπάνιση της ως απόδειξη της ύπαρξης του G spot, κάτι που αποτελεί αντικείμενο δεκαετιών επιστημονικής και κοινωνικής διαμάχης. Η «ανακάλυψη» του G-Spot έγινε στη δεκαετία του 1940, όταν ο Γερμανός γυναικολόγος, Δρ. Έρνεστ Γκράφενμπεργκ, παρατήρησε ότι κάποιες γυναίκες μπορούσαν να φτάσουν σε κορύφωση όταν διεγερθούν στην περιοχή της ουρήθρας. Για σαράντα χρόνια όμως παρέμενε στα αζήτητα της δημοσιότητας μέχρι που το 1982 χρησιμοποιήθηκε ως όρος στο βιβλίο The G Spot and Other Recent Discoveries About Human Sexuality. Ακολούθως τα γυναικεία περιοδικά το υιοθέτησαν προτρέποντας τις αναγνώστριες τους να διαβάσουν το βιβλίο και δίνοντας συμβουλές για την εύρεση τους.
Στην πραγματικότητα, οι Ιταλοί ερευνητές δεν ισχυρίστηκαν ότι βρήκαν το G spot. Ωστόσο η εργασία τους συμπεραίνει ότι οι γυναίκες με λιγότερο πάχος ιστού στην συγκεκριμένη περιοχή δεν μπορούν να έχουν κολπικούς οργασμούς. Περαιτέρω, ο κύριος ερευνητής, Δρ Εμανουέλε Ζανίνι, έχει δηλώσει στα βρετανικά μέσα ενημέρωσης ότι οι γυναίκες αυτές δε θα πρέπει να απελπίζονται γιατί «μπορούν να έχουν φυσιολογικούς οργασμούς από διέγερση της κλειτορίδας».
Αυτό ήταν αρκετό για να προκαλέσει την αντίδραση διαφόρων ερευνητών. Η Πέτρα Μπόιντον από το University College London εξαπέλυσε μύδρους εναντίον του New Scientist για την κάλυψη του άρθρου του Ζανίνι αναφέροντας «ότι είπε στο κοινό ότι οι τυχερές γυναίκες έχουν G spot και ότι ο κολπικός οργασμός είναι ανώτερος». Η διαμάχη μόλις αποκτούσε διαστάσεις όταν μια νέα μελέτη με υπερήχους, αυτή τη φορά από το γάλλο ερευνητή Δρ Πιέρ Φολντέ, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το G spot δεν είναι μια συγκεκριμένη ανατομική οντότητα αλλά ένας συνδυασμό κολπικών κλειτοριδικών και προστατικών ιστών που ενεργοποιούνται στον έρωτα.
Αν και η έρευνα αυτή δεν έχει δημοσιευτεί επίσημα σε επιστημονικό περιοδικό παρουσιάστηκε από το Δρ Ίρβιν Γκόλντσταϊν, σε συνέδριο σεξολόγων στο Σαν Ντιέγκο. Ο Γκόλντσταϊν δήλωσε σχετικά ότι αυτό που δε συνειδητοποιούν οι περισσότεροι άνθρωποι είναι ότι η κλειτορίδα δεν είναι ένα φυμάτιο στη είσοδο του κόλπου αλλά διακεκριμένο όργανο που φτάνει εσωτερικά μέχρι και 12 εκατοστά. «Τα σκέλη της εκτείνονται μέχρι την ουρήθρα που περιβάλλεται από ερωτογενείς αδένες ανάλογους του προστάτη. Στις κατάλληλες στάσεις όλα τα όργανα της περιοχής μπορούν να διεγείρονται συγχρόνων και ένας κολπικός οργασμός μπορεί στην πραγματικότητα να είναι κλειτοριδικός».
Αντίθετα, ο Μπάρι Κομισάρουκ του Πανεπιστημίου Ρούτγκερς, νευρολόγος με ειδίκευση στον οργασμό, αναφέρει ότι υπάρχουν σαφείς διαφορές μεταξύ κολπικών και κλειτοριδικών οργασμών. Χρησιμοποιώντας μαγνητικές τομογραφίες, ο Κομισάρουκ σύγκρινε την εγκεφαλική δραστηριότητα γυναικών κατά τη διάρκεια οργασμών που προήλθαν από τη διέγερση της κλειτορίδας, του G-Spot, του τράχηλου της μήτρας ακόμη και από εγκεφαλική διέγερση χωρίς φυσική επαφή. «Οι γυναίκες περιγράφουν διαφορές στην αίσθηση και εμείς παρατηρούμε διαφορές στη εγκεφαλική διέγερση» αναφέρει, αλλά οι έρευνες είναι ακόμη σε αρχικό στάδιο.
Η Λέονορ Τίφερ, ψυχολόγος που αντιτίθεται σε αυτό που ονομάζει «ιατρικοποίηση» του έρωτα, υποστηρίζει ότι αυτές οι έρευνες είναι προκατειλημμένες: Οι ερευνητές βρίσκουν κάτι το οποίο ήδη πιστεύουν ότι υπάρχει εξετάζοντας ανθρώπους που έχουν περισσότερες πιθανότητες να το έχουν. Και δυστυχώς τα συμπεράσματα τους γενικεύονται δημιουργώντας προσδοκίες για το τι είναι καλή καλή ερωτική πράξη.
Η Τίφερ πιστεύει ότι εμμονή με το G spot είναι λαθεμένη γιατί οι άνθρωποι έχουν διαφορετικές προτιμήσεις. «Για μένα η έλλειψη κατανόησης των βασικών αρχών βιοποικιλότητας είναι το πρόβλημα». Το κυνήγι των απαντήσεων για μια ερώτηση που αφορά όλους είναι πλάνη. Δεν υπάρχει απάντηση στο τι είναι καλύτερο ή ποιες είναι οι πιο δυνατές πλευρές της ερωτικής απόλαυσης.
Ειρωνικά ο Γκράφενμπεργκ, ο εφευρέτης του G Spot, θα συμφωνούσε μαζί με την Τίφερ. Στο όνομα του G Spot οι γυναίκες απόλαυσαν περισσότερο έρωτα και οργασμούς. «Υπάρχουν αναρίθμητες ερωτογενείς ζώνες κατανεμημένες σε όλο το σώμα» είχε γράψει το 1950. «Είναι τόσο πολλές που μπορούμε να πούμε ότι δεν υπάρχει σημείο στο γυναικείο σώμα που να μη ανταποκρίνεται ερωτικά. Το μόνο που έχει να κάνει ο άντρας είναι απλώς να τις βρει».