Φαντάζει σα να ήταν χθες, όταν το πρώτο Infamous έκανε το ντεμπούτο του στο μαύρο γίγαντα της Sony, σιγά μα σταθερά κερδίζοντας μία θέση στην καρδιά -και βιβλιοθήκη- των κατόχων PlayStation 3. Το δημιούργημα της Sucker Punch, γνωστής για τη λατρεμένη τριλογία Sly Cooper, κατάφερε να κάνει μία δυναμική είσοδο σε μία πυκνοκατοικημένη κατηγορία, δίνοντας μαθήματα gameplay και βγάζοντας εκτός τον ανταγωνισμό (βλέπε Prototype).
Στην πραγματικότητα όμως έχουν περάσει δύο χρόνια από την ηλεκτρισμένη πρεμιέρα του Cole MacGrath, και η σχετικά ολιγομελής ομάδα ανάπτυξης από την Washington, φρόντισε να τα αξιοποιήσει στο μέγιστο. Ως αποτέλεσμα, μας παραδίδει τον ορισμό του sequel, σε μία άκρως βελτιωμένη, ανανεωμένη και φορτωμένη με gigawatts, καρμική περιπέτεια.
Για όσους τυγχάνει να μην είχαν τη τύχη να απολαύσουν τον πρώτο τίτλο, να αναφέρουμε πως ο Cole MacGrath, ένας πάλαι πότε κοινός courier, βρέθηκε στη μέση μίας καταστροφικής έκρηξης, που αντί να του αφαιρέσει τη ζωή, τον μετέτρεψε σε ένα κινητό ηλεκτρικό εργοστάσιο, με δυνάμεις που πολλοί superheroes της Marvel θα ζήλευαν. Καθώς ποικίλα γεγονότα εκτυλίχτηκαν στην Empire City, ο ρόλος του στη σωτηρία της πόλης -και εν καιρώ της ανθρωπότητας- έγινε όλο και πιο εμφανής, αφού τίποτα τελικά δεν ήταν τυχαίο. Αυτό που ξεκίνησε στην Empire City λοιπόν, έρχεται να ολοκληρωθεί στη New Marais, πόλη που δεν κρύβει τις άμεσες συνδέσεις της με τη Νέα Ορλεάνη.
Το πως και γιατί ο Cole, ο φίλος του Zeke και η πράκτορας της NSA Lucy Kuo βρίσκονται εκεί, ο παίκτης το ανακαλύπτει στο ξεκίνημα του τίτλου, μαζί με ένα σύντομο και ταυτόχρονα σωστά δομημένο recap των γεγονότων του inFAMOUS, για όσων η μνήμη χρειάζεται ένα φρεσκάρισμα. Με το Beast να διασχίζει την ανατολική ακτογραμμή, καταστρέφοντας τα πάντα στο διάβα του καθώς πλησιάζει τη New Marais, ο Cole θα πρέπει να κάνει ό,τι περνά από το χέρι του για να γίνει όσο το δυνατόν πιο ισχυρός, αν θέλει να βάλει ένα τέλος στην ύπαρξη της nemesis του, και ως συνέπεια να εκπληρώσει το πεπρωμένο του.
Αν το πρώτο inFAMOUS διέπρεπε κάπου, ήταν στο άμεσο και δυναμικό gameplay του, παντρεμένο με το πολυεπίπεδο free-running και την αξιοποίηση των ηλεκτρικών δυνάμεων του Cole. Ως συνέπεια, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός πως ο πυρήνας του gameplay εντοπίζεται για μία ακόμα φορά στα παραπάνω, με τη διαφορά ότι αυτή τη φορά ερχόμαστε αντιμέτωποι με ένα δραματικά ποικιλόμορφο περιβάλλον, καθώς η πόλη έχει περισσότερα από ένα πρόσωπα. Από τη τσιμεντένια όψη του κέντρου και τις τύπου Mardi Gras φανταχτερές βεράντες των πεζόδρομων, μέχρι τους βάλτους, την ισοπεδωμένη από την καταιγίδα (Katrina) Flood City, το σιδηροδρομικό σταθμό και τη βιομηχανική περιοχή.
Αυτό που εκπλήσσει όμως δεν είναι ο αριθμός, αλλά το πόσο αρμονικά δένουν όλα τα τοπία μεταξύ τους, προσθέτοντας μία συνοχή στις περιοχές, ότι η μία περιοχή είναι αλληλένδετη με την άλλη και όχι απλά κομμάτια του χάρτη συρραμμένα μεταξύ τους. Και με εκατοντάδες εχθρών να κατακλύζουν τους δρόμους, ο παίκτης δεν αντιλαμβάνεται καν τη μετάβαση.
Μιλώντας για εχθρούς, ο Cole θα έρθει αντιμέτωπος με τρεις διαφορετικές φατρίες. Τους Militia, την αυτο-ορισμένη αρχή της πόλης, τους Corrupted, κοινώς τους μεταλλαγμένους, καθώς και μία στρατιά τεχνητών Conduits με δυνάμεις πάγου. Φυσικά, πίσω και από τα τρία είδη εχθρών, κρύβεται ο ίδιος άνθρωπος (Bertrand), αν και αυτό είναι μία ιστορία που θα αφήσουμε το παιχνίδι να σας αποκαλύψει. Αυτό που όμως δε θα διστάσουμε να σας αποκαλύψουμε, είναι το πόσο αρμονικά η Sucker Punch κατάφερε να δέσει το σύστημα μάχης με αυτό της εξερεύνησης, σκαρφαλώματος και όλα τα συναφή.
Ποτέ ο παίκτης δεν νιώθει δεμένος στο έδαφος ή ότι τα βήματά του είναι βαριά, ακόμα και όταν βρίσκεται περικυκλωμένος από δεκάδες Corrupted και δένει το ένα combo μετά το άλλο με το καταστροφικά ισχυρό Amp/πιρούνα/ματσούκι του. Κι ενώ αυτό για κάποιους μπορεί να φαντάζει ως αδυναμία, εμείς τίνουμε να διαφωνούμε, αφού ένα πιο αργό gameplay δε θα ταίριαζε στο ελάχιστο με την “agile” φύση του Cole και των δυνάμεών του.
Μιλώντας για δυνάμεις, νιώθουμε την ανάγκη να κάνουμε χρήση μιας ατάκας του πασίγνωστου -θεούλη- Kevin Butler, γνωστού και ως Vice President of all that is awesome. Ακόμα και οι δυνάμεις του Cole έχουν δυνάμεις, είπε ο Kevin και δε θα μπορούσε να το έχει τοποθετήσει καλύτερα. Από τις βασικές επιθέσεις του, που με το πέρας του χρόνου μετατρέπονται σε θανατηφόρα κεραυνοβολήματα, μέχρι και τις πιο ειδικές, όπως το Ionic Vortex ή την πύρινη ή παγωμένη εξέλιξή του, ανάλογα το καρμικό μονοπάτι που θα ακολουθήσουμε.
Η επίδραση των αποφάσεών μας στο ρεπερτόριο των δυνάμεών μας είναι πιο καθοριστική από ποτέ, σε σημείο που κοντά στο τέλος του τίτλου, οι δύο πιθανοί Cole δε μοιάζουν σε τίποτα μεταξύ τους. Ειδικά με την προσθήκη του πάγου και της φωτιάς ως προσωποποιήσεις και συνάμα συνεπακόλουθα του καλού και του κακού, οι αποφάσεις μας αποκτούν ακόμα μεγαλύτερο ενδιαφέρον, αν όχι στρατηγικό ρόλο.
Ανεξαρτήτως μονοπατιού όμως, η διασκέδαση είναι εγγυημένη. Ακόμα και λεπτά πριν το τέλος του παιχνιδιού, υπήρξαν στιγμές όπου ευχαριστιόμασταν στο μέγιστο κάθε ηλεκτρική εκκένωση που έβγαινε από το χέρια του Cole, κάτι που αποτελεί και μία από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της Sucker Punch. Κατάφερε να δημιουργήσει μία συλλογή εντυπωσιακών και καταστροφικών δυνάμεων, που δε χάνουν το ενδιαφέρον τους μέχρι και βαθιά στο παιχνίδι, χάρη στην ικανότητα να τις μπλέκουμε και να τις αλλάζουμε με το απλό πάτημα ενός πλήκτρου.
Με απόλυτη επιτυχία στέφθηκε και η ενσωμάτωση του κοινωνικού στοιχείου στην κατά γενική ομολογία μοναχική δομή του inFAMOUS, μέσω ενός άκρως δημιουργικού user generated συστήματος, το βάθος του οποίου δε θα ήταν υπερβολή αν το συγκρίναμε με αυτό του LittleBIGPlanet, γιατί όχι και του Minecraft. Ακόμα πιο θετικό είναι το γεγονός ότι οι αποστολές αυτές, που η ελευθερία τους σταματά εκεί που τερματίζει και η φαντασία του δημιουργού τους, ενσωματώνονται στον in-game χάρτη, ουσιαστικά προσφέροντας άπειρες επιπλέον ώρες παιχνιδιού, ακόμα και μετά την ολοκλήρωση του storyline.
Τα objectives, ο τύπος εχθρών και ο αριθμός τους, η διάρκεια, ακόμα και τα φυσικά -και μη- εμπόδια, όλα αποτελούν μεταβλητούς παράγοντες, που ορίζονται μέσω ενός ανέλπιστα λεπτομερούς menu επιλογών. Στην εποχή του οπτικού εντυπωσιασμού που ζούμε όμως, τίποτα από τα παραπάνω δεν θα είχε σημασία, αν το Infamous 2 δεν υποστηριζόταν από μία δυνατή μηχανή γραφικών, ικανή να φέρει το τίτλο της Sucker Punch σε άμεση σύγκρουση με τον πρόσφατο ανταγωνισμό.
Και ενώ το πρώτο παιχνίδι της σειράς ήταν ίσως ελλιπές σε αυτό το τομέα, ο διάδοχός του όχι μόνο εντυπωσιάζει, αλλά αφήνει και στόματα ανοιχτά. Όχι τόσο για την ποιότητα του animation (τόσο facial όσο και body), που ούτως ή άλλως είναι εξαίσια χάρη στο δανεισμό του motion capture εξοπλισμού από την αδελφική Naughty Dog, αλλά για τις ποσότητες καταστροφής που η μηχανή καταφέρνει να προβάλλει δίχως να γονατίζει.
Οι εχθροί που εμφανίζονται ταυτόχρονα στην οθόνη συνεχώς πληθαίνουν, Corrupted μεγαλύτεροι από ολόκληρα κτήρια κάνουν την εμφάνισή τους, μπαλκόνια καταρρέουν, αυτοκίνητα εκρήγνυνται, κεραυνοί πέφτουν, χειροβομβίδες επίσης, εχθροί ταξιδεύουν στον αέρα, αλλά το frame rate σπάνια επηρεάζεται.
Η μηχανή φυσικής επίσης αποδίδει τα μέγιστα, συνυπολογίζοντας πόσες μεταβλητές τρέχουν ταυτόχρονα στο background. Σίγουρα, θα υπάρξουν στιγμές που ορισμένα textures θα χάσουν για δέκατα του δευτερολέπτου την εντυπωσιακή υφή τους, ή ορισμένα glitches θα κάνουν την εμφάνιση τους (τίποτα που δε διορθώνεται με ένα patch), αλλά τίποτα δεν είναι σε θέση να αναιρέσει το γεγονός πως η νέα περιπέτεια του Cole αποτελεί έναν προσεγμένο ΑΑΑ τίτλο. Κάτι που φυσικά ισχύει και για το τομέα του ήχου, τόσο στο ορχηστρικό όσο και στο φωνητικό τμήμα.
Οι βετεράνοι του χώρου και δημιουργοί του soundtrack του πρώτου παιχνιδιού, Jim Dooley και JD Mayer, επιστρέφουν στο Infamous 2, και με τη βοήθεια της θρυλικής μπάντας της νέας Ορλεάνης Galactic, παραδίδουν ένα ποιοτικότατο δείγμα μουσικής ενορχήστρωσης, που δένει θαυμάσια με το πρόσωπο της πόλης αλλά και των γεγονότων που λαμβάνουν μέρος σε αυτή. Μιας και αναφέρθηκε η λέξη πρόσωπο, να αναφέρουμε πως την αλλαγή στην εμφάνιση του Cole συνόδευσε η αλλαγή και του voice actor, αφού πλέον ο Eric Ladin αποτελεί το νέο πρόσωπο και φωνή του υπερήρωα.
Γνωστός στους gamers ως Ellis στο Left 4 Dead 2, και στους φίλους της τηλεόρασης από το Mad Men και το The Killing, ο Ladin αποδεικνύει πως η αλλαγή πολλές φορές είναι για το καλύτερο. Πλέον έχουμε να κάνουμε με έναν πιο ενδιαφέρον χαρακτήρα, με περισσότερο ταμπεραμέντο και προσωπικότητα, που καταφέρνει να συνδεθεί με τον παίκτη, κάτι που ομολογούμε πως έλειπε από το πρώτο παιχνίδι. Το “γρέζι” στη φωνή που του λείπει με άλλα λόγια, το αναπληρώνει με μία άριστη ερμηνεία, τόσο ηχητική όσο και σωματική.
Αν κάποιος αναλογιστεί ότι έχουμε να κάνουμε με έναν αμιγώς open world τίτλο, και στην εξίσωση προσθέσει το συνεχές μακελειό που επικρατεί, το πολυεπίπεδο gameplay, τα αποστομωτικά effects φωτισμού και περιβαλλοντικής ζημιάς, την κλίμακα ορισμένων εχθρών, καθώς και την ολοκληρωτική απουσία loadings, δεν θα αργήσει να καταλήξει στο συμπέρασμα πως έχουμε να κάνουμε με ένα τρανό παράδειγμα του τι μπορεί να καταφέρει μία αφοσιωμένη ομάδα ανάπτυξης, όταν κυριαρχείται από μεράκι και αγάπη για το αντικείμενο. Το “Sucker Punch proudly presents” δεν είναι τυχαίο στα end credits.