Πριν επτά χρόνια περίπου, στις 10 Μαρτίου 2012 (για όσους δεν το έχουν πάρει πρέφα), μας κούνησε μαντήλι για τον άλλο κόσμο ο θείος Moebius.
Για εσένα που ακόμα λες τα κόμικς “μίκι μάους” αυτή η είδηση μάλλον φαντάζει αδιάφορη. Για εσένα όμως που έχεις κάψα με το αντικείμενο (μικρή, μεγάλη ή κτηνώδη) είναι ένα δυσάρεστο μαντάτο.
Ο Jean Giraud (γνωστός με το ψευδώνυμο Moebius) ήταν ένας μαιτρ στον χώρο των κόμικ και όχι μόνο, ο χαμός του, όπως και να έχει είναι ένα θλιβερό γεγονός. Το καλό είναι πως έχει αφήσει τόνους δουλειάς πίσω του, το οποίο είναι άξιο εξερεύνησης και απόλαυσης.
Σήμερα λοιπόν θα δούμε τον βίο και την πολιτεία του Jean Giraud, προσπαθώντας να κρατήσουμε πιο ήπιους τόνους, ορίστε; προσπαθώντας είπα, σεβόμενοι τον απολεσθέντα. Πάμε να ξεκινήσουμε, πριν πέσω σε κατάθλιψη από το ύφος που γράφω και σας πάρω και εσάς στον λαιμό μου.
Ο Jean Giraud (ελληνικά: Ζαν Ζιρό) λοιπόν γεννήθηκε στο Nogent sur Marne στα προάστια του Παρισιού το 1938. Οι γονείς του χώρισαν όταν ήταν μόλις τριών ετών και τον μικρό Jean ανέθρεψαν κατά κύριο λόγο τα παππούδια του, ενώ η συνεχής διαμάχη για το “σε ποιον θα πάει το παιδί” από τους γονείς του τον τραυμάτισε έντονα, όπως ομολογεί και ο ίδιος και μάλιστα ήταν η αιτία που δημιουργούσε κόμικς υπό δύο διαφορετικά ψευδώνυμα. Στις σχιζοειδείς καλλιτεχνικές του τάσεις όμως θα αναφερθούμε μετέπειτα.
Στα 16 του γράφτηκε στην Arts Appliques που ήταν σχολή εφαρμοσμένων τεχνών. Εκείνο τον καιρό άρχισε να δημιουργεί τα πρώτα του comics. Western all the way! Για την ακρίβεια ήταν μια σειρά από στριπάκια με τίτλο “Frank and Jeremie” τα οποία δημοσιεύονταν στο περιοδικό “Far West“. Έναν χρόνο αργότερα έκανε μια περατζάδα προς Μεξικό πλευρά για να δει την μητέρα του και έμεινε εκεί 8 μήνες.
Φεύγοντας από το Μεξικό και επιστρέφοντας στην Γαλλία, άρχισε να δουλεύει full time πάνω στα κόμικς. Πέρα από το “Far West” δούλευε και για δύο καθολικά περιοδικά το “Ames vaillantes” και το “Coeurs vaillants” κάνοντας στριπς και μερικά εξώφυλλα. Την περίοδο 1958-1959 υπηρέτησε την μαμά πατρίδα με αποτέλεσμα να μείνει εκτός σχεδιαστικών τερτιπιών.
Δύο χρόνια αργότερα γνώρισε τον Joseph Gillian γνωστό και ως “Jije” και έγινε μαθητευόμενος του. Μαζί έκαναν το “Jerry Spring“, ένα στριπ με western θεματολογία -ναι τότε τα western παραήταν της μοδός- το οποίο δημοσιεύονταν στο περιοδικό “Spirou”. Και μετά το Jerry Spring ήρθε το περίφημο “Blueberry” σε σενάριο Jean Michel Charlier.
Το “Blueberry” δημοσιεύτηκε στο περιοδικό “Pilotte” το 1963 και o Giraud υπέγραφε ως “Gir” . Η όλη φάση ήταν western, φυσικά, και είχε να κάνει με τις περιπέτειες του υπολοχαγού Mike Blueberry — τι εστί Mike Blueberry; Λατρεμένος αντιήρωας: σπασμένη μύτη, μεγάλα αρχίδια και διαρκής διχασμός μεταξύ λευκών και ιθαγενών. Με το σχέδιο του Giraud και το ταμπεραμέντο του πρωταγωνιστή η σειρά δεν άργησε να αγαπηθεί. Βέβαια ο Gir δεν θα έμενε πολύ στο σχεδιαστικό κουρμπέτι του Blueberry.
Γιατί; Γιατί όπως σου είπα το καλλιτεχνιλίκι του ήταν σχιζοειδές. Την ίδια χρονιά που άρχισε να σχεδιάζει το Blueberry, το γύρισε στην επιστημονική φαντασία έχοντας σαν συνοδοιπόρους του τους Jean Pierre Dionnet, Philippe Druillet και Berbard Farkas, ίδρυσαν την Les Humanoides Associes και εξέδωσαν το Metal Hurlant — το αντίστοιχο του αμερικάνικου “Heavy Metal“, το οποίο έχει κυρίως επανεκδόσεις ευρωπαϊκών κόμικς. Η πρώτη ιστορία που εξέδωσε εκεί ο Jean ήταν το “Arzach” και εκεί χρησιμοποίησε για πρώτη φορά το ψευδώνυμο “Moebius” εμπνευσμένος από την κορδέλα του Möbius.
Κατά την διάρκεια των 70s ιστορίες του Moebius υπήρχαν σε κάθε τεύχος του Hurlant. Για τον ίδιο τα κόμιξ που έκανε με την υπογραφή του Moebius ήταν η καύλα του, ο τρόπος να ξεσκάει από την δουλειά που έκανε ως Gir.
Το 1973 παράτησε το “Gir” και τον υπολοχαγό Blueberry. Προς το τέλος της δεκαετίας άρχισε να χώνεται στην παραγωγή ταινιών ως σχεδιαστής κουστουμιών. Έχει χώσει το χέρι του στο “Alien” του Ridley Scott και στο παλιό “Tron” της Disney.
Επίσης σχεδίασε τα κουστούμια και το storyboard για το “Dune” που σκόπευε να σκηνοθετήσει ο Alejandro Jodorowsky (λατρεμένος παλίκαρος θα τον δεις εν καιρώ να γυροφέρνει στη στήλη). Το εγχείρημα ναυάγησε, αλλά οι κύριοι συνέχισαν την παρέα, τη συνεργασία και το από κοινού κατέβασμα ψυχοτρόπων ουσιών. A, επίσης κατά τα 70s το αναγνωστικό κοινό άρχισε να ψυλλιάζεται ότι ο Gir και ο Moebius είναι το ίδιο άτομο.
Το 1979 ξαναέσκασε μύτη ως Gir σχεδιάζοντας και σεναριογραφώντας το “Jim Cutlass”. Βέβαια μετά από τον δεύτερο τόμο και μετά αρκέστηκε στο να γράφει μόνο το σενάριο και πέταξε το μπαλάκι του σχεδιασμού στον Christian Rossi. Επίσης, παιδάκι συνεργασίας του Moebius με τον Jodo είναι το “L’Incal” που πρωτοβγήκε σε κυκλοφορία το 1981.
Αν είσαι παιδί των 80s υποθέτω θα θυμάσαι εκείνη την σάπια αλλά αξιαγάπητη έκδοση του από την “Μαμούθ Κόμιξ”, τον John Difool, τον Deepo τον τσιμεντένιο γλάρο του, τον Τελευταίο Μεταβαρώνο και την αξιολάτρευτη παράνοια του εν λόγω έργου. Σχεδιαστικά, από το Incal και μετά ο Moebius έφαγε σκάλωμα με το να σχεδιάζει κρυστάλλους.
Προς τα τέλη των 80s πάλι μπήκε στην παραγωγή ταινιών και συνεργάστηκε στην δημιουργία των “Masters of the Universe”, “Willow” και “The Abyss”. Η αλήθεια είναι πως τον έτρωγε το μαράζι να γίνει σκηνοθέτης, αλλά η καλλιτεχνική περσόνα του Moebius τον κράτησε μακριά από αυτό το όνειρο. Ένας άνθρωπος ήταν δεν μπορούσε να τα κάνει όλα όσο και να ήθελε στο κάτω κάτω.
Το ότι δεν έγινε σκηνοθέτης βέβαια δεν σημαίνει πως έπαψε να είναι μεγάλος μάγκας. Πάρε μεγάλη του μαγκιά: τα δύο τεύχη του Silver Surfer σε σενάριο Stan Lee το 1988-1989 τα οποία τσίμπησαν μάλιστα και βραβείο Eisner ως η καλύτερη limited σειρά του 1989.
Από τα 80s ήδη ήταν καταξιωμένος στον χώρο του και σύμβολο της ευρωπαϊκής sci-fi σκηνής. Από τα 90s και μετά η δουλειά του συνεχίζει να έχει μία ποιοτική πορεία, οι συνεργασίες που έκανε ήταν πάντα ενδιαφέρουσες και γενικώς κράτησε επίπεδο μέχρι τέλους.
Δεν μπορούσε να κάνει και αλλιώς φαντάζομαι. Ο καρκίνος του χτύπησε την πόρτα περίπου μια πενταετία πριν, όχι πως πτοήθηκε ιδιαίτερα. Όσο την πάλευε συνέχιζε να εκδίδει δουλειές του: το “Strange Frame” το 2009, το ”Inside Moebius” που το σχεδίαζε από το 2000 ως το 2010 και το “Arzak L’ Arpenteur” επίσης του 2010. Σκέψου πως ακόμα και στα τελευταία του όταν ήταν στο νοσοκομείο, συνέχισε να σχεδιάζει.
Δυστυχώς όπως τα έχουμε ξαναπεί, κανείς δεν ξεφεύγει από του Χάρου τα δόντια, ούτε οι μεγάλοι αρτίστες. Το να “ζήσουμε να τον θυμόμαστε” κολλάει κατά κάποιον ηλίθιο τρόπο πολύ καλά εδώ. Θα λείψει ο μπάρμπας στην ανθρωπότητα. Αν υπάρχει η περίφημη “μετά θάνατον ζωή” του εύχομαι να βρίσκεται σε κάποιον από τους υπέροχους κόσμους που σχεδίαζε κατεβάζοντας ότι ψυχοτρόπο τραβάει η ψυχούλα του.
Μη βιάζεσαι δεν τελειώσαμε ακόμα, σου έχω λίγες ακόμη πληροφορίες για αυτή την σπουδαία προσωπικότητα.
Ένας από τους μεγάλους έρωτες του Moebius ήταν ο Miyazaki. Ένας από τους μεγάλους έρωτες του Miyazaki ήταν ο Moebius. Ο σχιστομάτης φίλος μας όταν είχε πρωτοδεί το “Arzak” είχε πάθει πολλαπλό nosebleed.
Ο ίδιος δηλώνει πως όταν το είδε είχε ήδη ανεπτυγμένο το δικό του στυλ και δεν μπορούσε να ενστερνιστεί στοιχεία του, αλλά τον συγκίνησε αφάνταστα σαν δουλειά. Όμως μπόρεσε να αξιοποιήσει τα στοιχεία αυτά στην σκηνοθεσία του “Nausicaa of the Valley of the Winds”.
Από την άλλη ο Moebius ονόμασε την κόρη του Nausicaa, οπότε καταλαβαίνεις για τι είδος αμφίδρομης αγάπης μιλάμε εδώ. Μαζί έκαναν και μια έκθεση στα τέλη του 2004 και εξέδωσαν ένα φανταστικό εκθεσιακό κατάλογο με έργα της έκθεσης και κείμενα και των δύο δασκάλων. Ομορφιές!