Ακόμη και σήμερα η ποιήτρια Κατερίνα Γώγου αμφισβητείται. Το βλέπω και το ακούω από ανθρώπους, ειδήμονες της τέχνης της ποίησης, που αδυνατούν να καταλάβουν γιατί γίνεται τόσος ντόρος για μία ποιήτρια, που έζησε, έγραψε και έφυγε με το δικό της βασανιστικό τρόπο.
Το παράδοξο θα ήταν η Γώγου να κατακτήσει την καθολική αποδοχή του πνευματικού κόσμου. Η ίδια δεν θα το ήθελε και επ’ αυτού δε χωράει αμφιβολία – το απέδειξε με τη στάση ζωής της μέχρι το τέλος. Ο αιωνόβιος σημαντικός Νάνος Βαλαωρίτης αφηγείται στο ντοκιμαντέρ πως την πολέμησαν γυναίκες ποιήτριες του καιρού της, επειδή θεωρούσαν τον λόγο της χυδαίο και φτηνό. Πιθανώς η αληθινή αιτία να ήταν πως αυτός ο χυδαίος και φτηνός λόγος, ιδίως μέσα από το πρώτο της βιβλίο, τα ”Τρία κλικ αριστερά”, το ΄78, πούλησε τόσο, όσο μόνο ο Ρίτσος και ο Ελύτης είχαν καταφέρει στην Ελλάδα.
Η Γώγου σίγουρα δεν ήταν Ζωή Καρέλλη, πολύ δε περισσότερο, Κική Δημουλά. Οι ανησυχίες της ήταν πολύ πιο συλλογικές από τις συνήθεις ατομικές – προσωπικές που συχνά συναντάμε στον ποιητικό λόγο ”συναδέλφων” της. Όπως γενναιόδωρα λέει επίσης μεσ’ στο ντοκιμαντέρ η ποιήτρια Μαρία Λαγγουρέλη, η Κατερίνα ”μέσα από τις κατακόμβες της δικής πολιτείας καταγγέλλει την Πολιτεία με Π κεφαλαίο”.
Μία ταύτιση του έργου της μ’ αυτό του πεισιθάνατου Κώστα Καρυωτάκη επιχειρούν η φίλη της, ηθοποιός Όλια Λαζαρίδου, και η μουσικοσυνθέτρια Λένα Πλάτωνος. Η πρώτη μαρτυρεί πως ”η Κατερίνα είχε την ικανότητα να βλέπει τον πόνο των πραγμάτων, όπως και ο Καρυωτάκης”, ενώ η δεύτερη θεωρεί την ποίηση της ”εντελώς μαύρη, πιο απαισιόδοξη κι απ’ αυτήν του αυτόχειρα ποιητή”.
Με τον τίτλο «Για την αποκατάσταση του μαύρου» δεν επιχείρησα φυσικά μία ‘αποκατάσταση’ του έργου της Κατερίνας Γώγου, βασικά γιατί δεν το έχει καθόλου ανάγκη. Προσπάθησα απλά να διεισδύσω στο κοινωνικό background, στην ψυχοσύνθεση, στα έργα και τις ημέρες αυτού του μοναδικού πλάσματος μέσα από μία προσωπική έρευνα που είχε ξεκινήσει τουλάχιστον μία δεκαετία πριν και με αφορμή μία φευγαλέα, μάλλον άσχημη, συνάντηση που είχα μαζί της το καλοκαίρι του 1993, λίγο πριν εγκαταλείψει τα εγκόσμια.
Το μόνο σίγουρο είναι πώς όσο και αν δεν αρέσει σε κάποιους θεματοφύλακες της εν Ελλάδι ποίησης, η Κατερίνα Γώγου θα εξακολουθεί να είναι η ποιήτρια και των επόμενων γενεών.
Ποιήματα της Κατερίνας Γώγου μελοποίησαν και τραγούδησαν οι Μαρίζα Κωχ – Παντελής Θεοχαρίδης – Λόλεκ.