Ο Luigi Maramotti, πρόεδρος του οίκου Max Mara και συνεχιστής της οικογενειακής παράδοσης, μιλάει για όλα εκείνα που διατηρούν εδώ και 60 χρόνια τον ιταλικό οίκο στην πρώτη γραμμή, την αγάπη του για την τέχνη και τις εκλεκτικές συγγένειές της με τη βιομηχανία της μόδας.
Ο Αchille Μaramotti ίδρυσε το 1951, στην περιοχή Reggio Emilia, τον οίκο Max Mara (Max από το όνομα ενός αριστοκράτη της εποχής και Mara από το πρώτο συνθετικό του επιθέτου του). Σήμερα, 60 χρόνια μετά, ο Luigi Maramotti, γιος του ιδρυτή, ηγείται ενός ομίλου που κάνει κάθε χρόνο τζίρο που ξεπερνάει το 1 δισ. δολάρια, με την ίδια αγάπη για τη μόδα και την τέχνη που του κληροδότησε ο πατέρας του.
Το γυναικείο καμηλό παλτό, που δημιούργησε ο οίκος Max Mara πριν από 30 χρόνια, έγινε το key item για τη σεζόν Φθινόπωρο / Χειμώνας 2009 και οι περισσότεροι σχεδιαστές εμπνεύστηκαν από εσάς. Το ίδιο συμβαίνει και φέτος, όπου τα παλτό τόσο στον οίκο σας όσο και ως τάση έχουν την τιμητική τους. Πώς νιώθετε για αυτό; Το καμηλό παλτό είναι η εικόνα και το trademark τoυ οίκου μας. Με κάνει υπερήφανο το γεγονός ότι μας θεωρούν σημείο αναφοράς για το καμηλό παλτό. Το συγκεκριμένο στο οποίο αναφέρεστε ονομάζεται 10801, από τον κωδικό του. Σχεδιάστηκε το 1981 από την Anne Marie Beretta και, χάρις στις άψογες αναλογίες, παραμένει τόσο μοντέρνο που αποφασίσαμε να το διαθέσουμε προς πώληση σε περιορισμένο αριθμό και μόνο μέσα από το site μας.
Εκτός από τις βασικές συλλογές υπογράφετε αξεσουάρ και γυαλιά που βοήθησαν ώστε να γίνει o oίκος Max Mara ένα σήμα παγκόσμιου βεληνεκούς. Αισθάνεστε ότι ίσως αυτά μετέτρεψαν τον οίκο σε brand μαζικής κατανάλωσης;
Δεν θα έλεγα ότι πρόκειται για μαζική κατανάλωση. Ηταν φυσικό επόμενο βήμα για τον οίκο να προτείνει στις πελάτισσές του ακόμα και αξεσουάρ και γυαλιά ως τα απαραίτητα που ολοκληρώνουν την εμφάνισή τους.
Παρόλο που έχετε συνεργαστεί με μεγάλους σχεδιαστές όπως οι Karl Lagerfeld, Jean-Charles de Castelbajac και Narciso Rodriguez, είναι προφανής η στρατηγική σας να κρατάτε τον δημιουργικό διευθυντή του οίκου στην ανωνυμία. Γιατί;
Έχει να κάνει με τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τη δημιουργικότητα· πιστεύουμε ότι δεν πρέπει να γίνεται αντιληπτή ως «μοναδική» ιδέα ενός ευφυούς σχεδιαστή, αλλά πάνω από όλα ως διαδικασία. Γι’ αυτόν τον λόγο η δημιουργικότητα πάντα είχε έναν ρόλο κλειδί στην όλη διαδικασία παραγωγής, που περιλαμβάνει όμως ανθρώπους διαφορετικών επαγγελματικών κατηγοριών: Το ταλέντο του σχεδιαστή υποστηρίζεται από το ταλέντο αυτών που κάνουν έρευνα για τις υφές και τα υφάσματα, όσων εργάζονται στην παραγωγή και στο ραφείο ή των ειδικών του μάρκετινγκ και της επικοινωνίας.
Ποιες είναι οι στρατηγικές σας για να αντιμετωπίσετε την οικονομική κρίση;
Ταυτότητα, ποιότητα και έρευνα: Οι λέξεις κλειδιά της φιλοσοφίας του οίκου μας ισχύουν πάντοτε – ιδιαίτερα σήμερα. Και μας ανταμείβουν.
Δώστε μας τον δικό σας ορισμό για το στυλ.
Στυλ σημαίνει οι γυναίκες να είναι συνεπείς με τον εαυτό τους και να φορούν κάτι που θα τις κάνει να αισθάνονται άνετα.
Με την ευκαιρία του γεγονότος της ανανέωσης του καταστήματος στην Αθήνα θα θέλατε να μας μιλήσετε για το concept που αποπνέει;
Πιστεύω ότι το νέο concept είναι εξέλιξη του προηγούμενου. Μια σημαντική διάσταση είναι να αντανακλά με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την ταυτότητά μας, ιδιαίτερα στις μέρες μας, που κατακλυζόμαστε διαρκώς από νέα brands. To νέο concept είχε το σκεπτικό να κάνει τους πελάτες να αισθάνονται άνετα δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στη φύση: Οργανικά υλικά με καθαρές και απαλές γραμμές που δημιουργούν έναν πολύ οργανωμένο χώρο.
Ποιες είναι οι τάσεις στη νέα χειμερινή συλλογή;
Ο νέος κονστρουκτιβισμός. Η επιστροφή στην παράδοση. Μια ρομαντική εκδοχή πάνω σε ένα χειμωνιάτικο ναυτικό θέμα. Ολη αυτή η αυστηρή γοητεία του δεξιοτεχνικού tailoring. Μακριά cozy παλτό δεμένα στη μέση με ανδροπρεπείς ζώνες. Τζάκετ φορεμένα με sexy φούστες μέχρι το γόνατο ή μακρύτερες με ένα θεατρικό άρωμα, ναυτικά looks, νέα tuxedos και φορέματα τύπου Mata Hari. Τα υλικά της παράδοσης του οίκου: Το κασμίρι και η φανέλα, αλλά και το κοτλέ, το λαμέ και τα κεντήματα σε μαύρο, ναυτικό μπλε, γκρι και ταμπά, αλλά και blue black και χρυσό.
Φημίζεστε για την ιδιαίτερη σχέση σας με την τέχνη, όπως και για την γκαλερί με σπάνια έργα που διαθέτετε στη Reggio Emilia. Μιλήστε μας για αυτό.
Ο Achille Maramotti πρώτος συνέλαβε την ιδέα να δημιουργήσει μια συλλογή σύγχρονης τέχνης, γύρω στο 1980 και να δημιουργήσει μια υποδειγματική γκαλερί στην υπηρεσία της αισθητικής και ανοικτή σε κάθε ενδιαφερόμενο. Είχε την πρόθεση να αντανακλά αυτή η συλλογή την εξέλιξη της πιο προηγμένης καλλιτεχνικής σκέψης της εποχής του.
Μέχρι το 2000, μεγάλος αριθμός των έργων της συλλογής παρουσιαζόταν για μεγάλες περιόδους στους διαδρόμους και στους κοινόχρηστους χώρους του κτιρίου του οίκου Max Mara στην οδό Fratelli Cervi στη Reggio Emilia, με τη λογική να προωθήσουμε μια γόνιμη καθημερινή ανταλλαγή μεταξύ καλλιτεχνικής δημιουργίας και βιομηχανικού design. Αυτό έδωσε και το έναυσμα να πάρουμε την απόφαση να μετατρέψουμε αυτό το κτίριο από έναν χώρο δημιουργίας συλλογών μόδας σε μια μόνιμη στέγη μιας συλλογής τέχνης.
Ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια;
Θέλουμε να προχωρήσουμε με την ίδια φιλοσοφία διεθνούς ανάπτυξης που πάντα είναι συνεπής με το πνεύμα και τις αξίες της εταιρείας, να δουλεύουμε όλο και καλύτερα και να αντιλαμβανόμαστε τις ανάγκες και τις επιθυμίες των γυναικών προσφέροντας πάντα κάτι μοντέρνο.
Πληροφορίες
- Σήμερα τον οίκο Max Mara «τρέχουν» τα παιδιά του Achille Maramotti, ο Luigi, ο Ignazio και η Maria.
- Παγκοσμίως 5.500 άνθρωποι εργάζονται για τον όμιλο.
- Έχει 35 διαφορετικές σειρές ρούχων, ανάμεσα στις οποίες οι Marina Rinaldi και SportMax.
- Διαθέτει 2.258 καταστήματα σε 90 χώρες, ανάμεσα στα οποία και το ανανεωμένο κατάστημα στο Κολωνάκι, που ανοίγει τις πύλες του τέλη Σεπτεμβρίου.