«Η ζωή αρχίζει στα σαράντα / να `μαι στα σαράντα ξεκινώ…», τραγουδάει η Ρένα Βλαχοπούλου το 1970 και μαζί της τραγουδάει και ολόκληρο το κοινό. Ένα κοινό που αναγνωρίζει στο πρόσωπο της Ρένας τα νιάτα που κλείνει μέσα στην ψυχή του χωρίς να υπολογίζει μήνες, χρόνια, δεκαετίες.
Ο Γιάννης Δαλιανίδης, θαυμαστής του ταμπεραμέντου, της θαυμάσιας κίνησης και της λάμψης της Βλαχοπούλου, παρουσιάζει το 1970 το έργο της Φινος Φιλμ «μια τρελή τρελή σαραντάρα». Διασκευή του ομώνυμου θεατρικού έργου του Αλέκου Σακελάριου και του Χρήστου Γιαννακόπουλου, αναφέρεται στον έρωτα μιας εύθυμης σαραντάρας χήρας με έναν νεαρό βιολιστή. Αντίθετοι στον έρωτα αυτό βρίσκονται όμως τα 2 της αδέλφια τα οποία προσπαθούν να την παντρέψουν με έναν πλούσιο, μα κουφό και ηλικιωμένο κύριο.
Η Τζένη Πετρομιχάλη (Ρένα Βλαχοπούλου) θέλει να ζήσει την ζωή της. Αυτό σημαίνει πως παρόλο που είναι χήρα, μπορεί να πηγαίνει όπου θέλει και να διασκεδάζει όπως θέλει, να ντύνεται με σέξι ρούχα, να υιοθετεί κάθε μοντέρνο στοιχείο, να προσπαθεί να ζήσει την κάθε στιγμή μακριά από στερεότυπα. Σύμμαχος στα σχέδια της, η φίλη της η Καίτη (Μέλπω Ζαρόκωστα). Μαζί συνωμοτούν εναντίον των αδελφών της Τζένης, του Ορέστη (Γιάννης Μιχαλόπουλος) και της Αιμιλίας (Τασσώ Καββαδία) οι οποίοι χαρακτηρίζονται από παλιομοδίτικες ιδέες και προσπαθούν να συγκρατήσουν την ‘ασυγκράτητη’ Τζένη. Ένας τρόπος για να το πετύχουν και να αποφύγουν τα σχόλια του κόσμου για την ‘ζωηρή’ χήρα αδελφή τους είναι να την παντρέψουν με τον πλούσιο, κουφό, ώριμο, κύριο τον Τζώρτζη Χατζηθωμά (Γιώργος Γαβριηλίδης).
Μοντέρνα και τρελή η Τζένη καταστρέφει τα μεγαλόπνοα σχέδια τους΄ ερωτεύεται έναν νεαρό βιολιστή τον Τάκη (Ανδρέα Μπάρκουλη) ο οποίος ανταποκρίνεται με την ίδια ένταση στον έρωτα της Τζένης. Γίνεται η μούσα του, κερδίζει η καρδιά του. Χαρακτηριστικά τα λόγια της Τζένης στην φίλη της:
- Καίτη: μη μου πεις ότι έγινες και μούσα!
- Τζένη: είδες. Σε αυτήν την ηλικία! Αλλά έτσι είναι. Ξεκινάς σαν μουσίτσα, γίνεσαι μούσα και καταλήγεις μουσείο!
Μοναδικές ερμηνείες τόσο από την Ρένα Βλαχοπούλου όσο και από τους, Τασσώ Καββαδία και Γιάννη Μιχαλόπουλο, με σκηνές που θυμίζουν χοντρό –λιγνό και με διάλογους που υποστηρίζουν αυτό που λέμε αληθινή κωμωδία.
Μια Ρένα Βλαχοπούλου που δημιουργεί ακόμα και παρατσούκλια έκτος σεναρίου όπως αυτό της Κοκκάλως. Αποτέλεσμα, αρκετές σεκάνς να ξαναγυριστούν ώστε να μπει ο χαρακτηρισμός αυτός σε όλη την ταινία. Μια Ρένα που χορεύει, που φαλτσάρει κάνοντας την μεθυσμένη από αγάπη (ε και λίγο κρασί και το αγόρι της) μολονότι οι φωνητικές της ικανότητες είναι απίστευτες. Μια Ρένα που κινείται με τέτοιο τρόπο, εκφράζεται με τέτοιο μπρίο που δύσκολα θα μπορούσε να λείψει ο χαρακτηρισμός ‘αστέρι’ δίπλα από το όνομα και την ερμηνεία της.
Η τρελή σαραντάρα, η εύθυμη χήρα, είναι ο ρόλος που προσδίδει τις νέες αξίες και ηθικούς κανόνες που επιβάλλει η σύγχρονη κοινωνία (1970), κοινωνία που παύει να περιθωριοποιεί τα άτομα που μένουν μόνα ακόμη και σε προχωρημένη ηλικία.
Για πια ηλικία όμως μιλάμε; Δεν έχετε παρά να δώσετε βάση στα λόγια της ίδιας της Τζένης:
Ορέστης: ετών;
- Τζένη: η αιτούσα!!
- Ορέστης: πόσο ετών είσαι;
- Τζένη: …και
- Ορέστης: τι θα πει και;
- Τζένη: και θα πει…όπως στην ώρα λέμε και δέκα και τέταρτο, και είκοσι. Έτσι κι εγώ σαράντα και…
Εξίσου μοναδικοί οι Ορέστης και Αιμιλία, το παλιό στοιχείο, οι παλιομοδίτικες σκέψεις, οι ηθικοί φραγμοί, τα όρια που εμποδίζουν τον έρωτα να ανθίσει. Στοιχεία όμως που στο τέλος φαίνονται να χάνονται να σβήνουν μπροστά στην δύναμη της αγάπης και της ευτυχίας. Παύουν να υπάρχουν όρια και φραγμοί που έθεσαν κάποιοι άλλοι για την ευτυχία άλλων. Ο Γιάννης Μιχαλόπουλος κερδίζει το κοινό με τον τρόπο που προσπαθεί να ‘πλασάρει’ το γαμπρό κελεπούρι Τζώρτζη και η Αιμιλία, όντως από τα κόκαλα βγαλμένη, αλλά και στην κακία βουτηγμένη- ρόλος που της ταιριάζει γάντι- κερδίζει με την στριμάδα της . Ας μην ξεχνάμε πως η Τ. Καββαδία ήταν μια από τις κακές του Ελληνικού κινηματογράφου που πάντα ζει μέσα στη διαπλοκή και στάζει χολή κάθε της λέξη. Ακόμη και το βλέμμα της αρκεί για να …σκοτώσει.
Η μουσική της ταινίας είναι του Μίμη Πλέσσα και η αλήθεια είναι πως ο Ανδρέας Μπάρκουλης – αρκετά άχρωμος δίπλα στη λάμψη της Ρένας- μολονότι δεν παίζει στην πραγματικότητα βιολί κατορθώνει να μας μαγέψει με τους ήχους του. Κι αυτό οφείλεται βέβαια στη δουλειά του Μ .Πλέσσα που είναι όπως πάντα μοναδική.
Δύσκολο να εντοπίσουμε ένα αρνητικό στοιχείο στο φιλμ του Γ. Δαλιανίδη ‘μια τρελή τρελή σαραντάρα’. Μπορούμε όμως να παραθέσουμε τον διάλογο του προξενιού, έναν διάλογο που ακόμη και στον γραπτό λόγο φέρνει χαμόγελο στα χείλη και είναι ο καλύτερος τρόπος για να βγάλετε και τα δικά σας συμπεράσματα, λίγο πριν κλείσουμε την δική μας αναφορά:
- Ορέστης: Να σου γνωρίσω τον κύριο Χατζηθωμά
- Τζένη: χαίρω πολύ
- Τζώρτζης: τι;
- – λέω χαίρω πολύ
- – ναι, είναι αλήθεια πάχυνα πολύ. Πήρα πέντε κιλά
- Ορέστης: λέει ότι χαίρεται πολύ που σε γνωρίζει
- Τζώρτζης: τι μυρίζει;
- Τζένη: Ορέστη δεν του τα γράφουμε καλύτερα σε γράμμα;
- Ορέστης: σώπα έπεσε η μπαταρία του ακουστικού
- Τζένη: ε! να φέρω του αυτοκινήτου…
- Βαθμολογία: 7.5/10