Νέα συσκευή παρακολούθησης νερού παρέχει γρήγορη ανίχνευση θανατηφόρων βακτηρίων.
Μια νέα συσκευή μικροβιακής ανίχνευσης θα βοηθήσει τα δίκτυα διανομής νερού να επιταχύνουν τη διαδικασία μέτρησης της μόλυνσης τους. Αυτό το γεγονός θα οδηγήσει σε σημαντική εξοικονόμηση κρίσιμων οικονομικών πόρων.
Οι μεταδοτικές μολυσματικές ασθένειες αποτελούν σημαντικό πρόβλημα για την ανθρώπινη υγεία. Το μολυσμένο νερό μπορεί να οδηγήσει σε διάρροια, χολέρα, δυσεντερία, τύφο και πολιομυελίτιδα. Το πόσιμο νερό εκτιμάται ότι προκαλεί 502.000 θανάτους εξαιτίας της διάρροιας κάθε χρόνο, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η γρήγορη ανίχνευση μικροβίων και βακτηρίων στο νερό θεωρείται ζωτικής σημασίας.
Μια ομάδα ερευνητών που υποστηρίχθηκε οικονομικά από την Ευρωπαϊκή Ένωση μέσω χρηματοδότησης, δημιούργησε το WaterSpy, μια συσκευή για την παρακολούθηση του νερού της βρύσης σε πραγματικό χρόνο. Επρόκειτο για ένα φορητό αναλυτή ποιότητας του νερού με βάση το λέιζερ που μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε κρίσιμα σημεία στα δίκτυα διανομής νερού. Μπορεί να παράσχει ασφαλής ανάγνωση σε λίγες ώρες και όχι σε ημέρες όπως είθισται να γίνεται με τους παραδοσιακούς τρόπους, βοηθώντας τις υπηρεσίες ύδρευσης, τις δημόσιες αρχές και τις ρυθμιστικές αρχές να εξοικονομήσουν χρόνο και χρήμα.
Το πρωτότυπο είναι έτοιμο και η ομάδα θα το δοκιμάσει σε δύο σημεία στη Γένοβα, στο εργοστάσιο επεξεργασίας νερού του Πράτο (μικρή πόλη στην Τοσκάνη) και στο σημείο εισόδου του δικτύου διανομής ύδατος της Γένοβα.
Το WaterSpy θα επικεντρωθεί στην παρακολούθηση τριών από τα πιο θανατηφόρα βακτηριακά στελέχη: Escherichia coli, Salmonella και Pseudomonas aeruginosa. Όπως εξηγείται σε ένα δελτίο τύπου στο δικτυακό τόπο του έργου, αυτά τα βακτήρια συχνά είναι δύσκολο να εντοπιστούν, καθώς η συγκέντρωση των μολυσματικών ουσιών μπορεί να είναι χαμηλή.
Η τρέχουσα διαδικασία που είθισται να γίνεται μέχρι σήμερα περιλαμβάνει τη λήψη δειγμάτων νερού και την αποστολή σε ένα απομακρυσμένο εργαστήριο, επίσης χρειάζεται τουλάχιστον άλλη μια περίοδος 24 ωρών για να μπορέσουν οι μικροβιολόγοι να εντοπίσουν αυτά τα βακτήρια. Ως αποτέλεσμα, μια πλήρης ανάλυση μπορεί να διαρκέσει έως και 2-3 ημέρες. Ωστόσο, η ερευνητική ομάδα αναφέρει πως όλη αυτή η διαδικασία θα διεξαχθεί σε μόλις 6 ώρες, περίπου 12 φορές ταχύτερα από το ισχύον πρότυπο.
Το WaterSpy βασίζεται στο λέιζερ, σε φωτοανιχνευτές και στους υπερήχους. Το ίδιο δελτίο τύπου εξηγεί: «Αρχικά λειτουργεί συγκεντρώνοντας πρώτα μικρά ίχνη βακτηρίων και στη συνέχεια με τη βοήθεια του λέιζερ γίνεται ο εντοπισμός τους». Ο υπερηχογράφος χρησιμοποιείται για τη συγκέντρωση των βακτηρίων στο δείγμα νερού προκειμένου να ενισχυθεί η ανίχνευση και η ευαισθησία. Έπειτα χρησιμοποιείται μια τεχνική μέτρησης που ονομάζεται εξασθενημένη ολική αντανάκλαση (αγγλικά: attenuated total reflection), επιτρέποντας στο δείγμα να εξεταστεί απευθείας στην υγρή κατάσταση του. Οι δέσμες υπέρυθρου φωτός (IR) στέλνονται σε ένα διαμάντι πάνω από το οποίο ρέει το νερό».
Η φορητή συσκευή WaterSpy, που στην ουσία είναι ένα έργο υψηλής ευαισθησίας συσκευή για την ανάλυση της ποιότητας των υδάτων, δημιουργήθηκε για να αναπτύξει την τεχνολογία φωτονικής ανάλυσης ποιότητας νερού που είναι κατάλληλη για ηλεκτρονικές μετρήσεις. Σύμφωνα με την ομάδα, η τεχνολογία WaterSpy είναι σχετικά φτηνή και συμμορφώνεται με τις αυστηρές απαιτήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όσον αφορά τα επίπεδα ευαισθησίας για την ανίχνευση βακτηρίων μετά από τους νέους κανονισμούς που θεσπίστηκαν για το πόσιμο νερό.