Η κωμωδία του Γιάννη Δαλιανίδη είναι μία από τις καλύτερές του και μνημονεύεται για δύο πράγματα: για τις ευφυέστατες ατάκες που έχουν θέση ακόμη στο σημερινό μας λεξιλόγιο και για τους απολαυστικούς δεύτερους ρόλους. Για τους Θεσσαλονικιούς δε, έχει μία επιπλέον αξία καθώς η ταινία είναι γυρισμένη εξ ολοκλήρου στην Θεσσαλονίκη και έτσι εμείς που σήμερα αναπνέουμε το καυσαέριο της συμπρωτεύουσας έχουμε την ευκαιρία να θαυμάσουμε πανοραμικά πλάνα της πόλης όταν αυτή ήταν φιλόξενη, όμορφη και ήρεμη.
Ο Αλέκος αγαπάει την Βούλα και ο αδελφός της Βούλας απειλεί να τον σκοτώσει αν δεν την αποκαταστήσει. Ο Αλέκος δεν θα είχε καμία αντίρρηση, αν δεν είχε αντίρρηση και ο πατέρας του που θεωρεί ότι χρέος του Αλέκου είναι πρώτα να παντρέψει την αδελφή του και μετά να παντρευτεί ο ίδιος. Η αδελφή του η Αννούλα αγαπάει τον Αντώνη και τον πιέζει να την ζητήσει σε γάμο. Ο Αντώνης συναντά τυχαία τον Αλέκο σε ένα απόμερο καφενείο του Πανοράματος – οι δύο τους δεν γνωρίζονται – και τον συμβουλεύει να χρησιμοποιήσει την αλάνθαστη μέθοδο του «στρίβειν δια του αρραβώνος» για να ηρεμήσει τον αδελφό της Βούλας. Το ίδιο άλλωστε σκοπεύει να κάνει και αυτός… Και έχει ο Θεός…
Η ταινία είναι μία ξεκαρδιστική ηθογραφία που ασχολείται στα όρια του σαρκαστικού με τις αρχές της ελληνικής οικογένειας του 60. Τα παιδιά θέλουν να ερωτευτούν και να ζήσουν απελευθερωμένα – η δεκαετία του 60 είναι η δεκαετία που απελευθέρωσε τα σεξουαλικά ήθη, αν και στην Ελλάδα ακόμη δεν είχε φτάσει η «επανάσταση» – και οι γονείς προσπαθούν με νύχια και με δόντια να συγκρατήσουν τη νεανική ορμή και να εμφυσήσουν στα αρσενικά και θηλυκά τέκνα τους την πεποίθηση ότι ο γάμος είναι πολύ σοβαρό πράγμα για να το αφήνει κανείς έρμαιο στον έρωτα. Όλες οι πετροκάγκελες ελληνικές ιδέες είναι παρούσες και όλες διακωμωδούνται διακριτικά.
Ο αδελφός πρέπει να παντρέψει πρώτα την αδελφή πριν παντρευτεί ο ίδιος, ο γιος πρέπει να πάρει προίκα αλλιώς πως θα παντρευτεί(;), ο πατέρας πρέπει να διαλέξει τα ταίρια των παιδιών του γιατί αυτός ξέρει, η σύζυγος πρέπει να υπακούει τον σύζυγο, όλα αυτά ιδωμένα από την χαριτωμένη τους πλευρά μας παρουσιάζουν ένα κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας του 60 που ενώ δεν μας αφορά πλέον ουσιαστικά μας κάνει και γελούμε.
Το καστ είναι εξαιρετικό και πρέπει να σταθούμε ξεχωριστά σε κάθε έναν από τους δεύτερους ρόλους ξεκινώντας από αυτόν του Βέγγου. Ο ρόλος του είναι μικρός αλλά βαθιά προβοκατόρικος και η συνάντησή του με τον Ντίνο Ηλιόπουλο στο καφενείο με τον συμβολικό όνομα είναι σουρεαλιστική. Το «όλα είναι ατμός» αποτελεί την πιο βαθιά φιλοσοφημένη κουβέντα του ελληνικού κινηματογράφου και αληθινά κανείς δεν μπορεί να καταλάβει που κολλάει σε αυτό το κουλουβάχατο που αποτελείται από υποψήφιους γαμπρούς και νύφες!
Ο Παντελής Ζερβός έξοχος στον ρόλο του πατέρα είναι ο κύριος εκφραστής των παλαιών αντιλήψεων τις οποίες όμως με την σχεδόν αυτοσαρκαστική ερμηνεία του κατορθώνει να σαμποτάρει– «καλά τα είχα υπολογίσει εγώ… Να πάρει ο Αλέκος προίκα… να μη δώσουμε προίκα για την Αννούλα…» -.
Η Ζωή Λάσκαρη είναι μία έκπληξη καθώς ο ρόλος της είναι καθαρά κωμικός. Είναι μία από τις ελάχιστες φορές που δεν είναι μοιραία γυναίκα, που δεν είναι αντικείμενο πόθου, είναι απλώς η Αννούλα που προσπαθεί να φέρει βόλτα τον άντρα που αγαπά με όλα τα κλισέ όπλα που διάθετει. Η Ζωίτσατα καταφέρνει μία χαρά, δείχνοντας ότι διαθέτει και κωμική φλέβα αν και το κοινό δεν θα την ανακαλεί στην μνήμη του ως κομεντιέν.
Φυσικά όλες οι παραπάνω ερμηνείες αναφέρονται στον πρωταγωνιστή της ταινίας, Ντίνο Ηλιόπουλο που όταν ερμηνεύει Ψαθά – η ταινία βασίζεται στο θεατρικό έργο του, “Εξοχικόν Κέντρον Ο Έρως – είναι σπαρταριστός. Χαρισματικός στην κίνηση – άλλοι το θεωρούν αδεξιότητα – ευφυής στον αυτοσχεδιασμό και γοητευτικός αν και μακριά από το πρότυπο του ζεν πρεμιέ, δημιουργεί και εδώ έναν ρόλο – σταθμό στην ελληνική κωμωδία.
Προσωπικά τον απολαμβάνω πάντα, ιδιαιτέρως δε όταν ο ίδιος απολαμβάνει το δίδυμο Χιώτη – Λίντα στα μουσικά ένθετα αυτών των κωμωδιών. Αυτή είναι μία εικόνα της Ελλάδας που όσο αναχρονιστική και αν φαντάζει σήμερα, αποδεικνύει ότι τότε υπήρχε μία ιδιαίτερη αισθητική. Και για αυτό της συγχωρούμε το «στρίβειν δια του αρραβώνος» και κουνάμε συγκαταβατικά το κεφάλι στο «όλα είναι ατμός». Γιατί ίσως και να είναι τελικώς!
- Βαθμολογία: 7/10