Οι εξαρτήσεις είναι ένα φαινόμενο που συμβαίνει σε κάποιο βαθμό σε όλους μας σε συγκεκριμένες φάσεις της ζωής μας: συχνά ακούμε ανθρώπους να αναφέρονται στην εξάρτηση τους από ανθρώπους (εξαρτητικές σχέσεις), από έναν συγκεκριμένο τρόπο ζωής, από ουσίες (π.χ. καφές, φαγητό, αλκοόλ, ναρκωτικά) κ.ο.κ.
Αν και η αλλαγή είναι το πιο φυσικό, μόνιμο και σταθερό φαινόμενο στη ζωή μας -κάθε μέρα που περνάει διαφέρει από την προηγούμενη: μεγαλώνουμε, ο τρόπος που σκεφτόμαστε κι αντιμετωπίζουμε τις καταστάσεις διαφοροποιείται, αφού συνεχώς μαθαίνουμε νέες πληροφορίες- για κάποιο παράξενο λόγο έχουμε την τάση να εξαιρούμε την ιδέα της εξάρτησης από αυτόν τον καθολικό και διαχρονικό «νόμο» της συνεχούς αλλαγής!
Σύμφωνα, τόσο με τις κοινές πεποιθήσεις όσο και με τα επιστημονικά μοντέλα, εξάρτηση θεωρείται η τάση που έχουμε να «κλειδώνουμε» τον εαυτό μας σε μορφές & σχήματα σκέψης και συμπεριφοράς από τα οποία αδυνατούμε να ξεφύγουμε. Και μόνο ο χαρακτηρισμός κάποιου ανθρώπου ως «εξαρτημένου – εξαρτημένης» φαίνεται να του στερεί οποιαδήποτε πιθανότητα αλλαγής: λες και εμπεριέχει το αναπόδραστο συμπέρασμα ότι ο άνθρωπος αυτός δεν μπορεί ή δεν θέλει να αλλάξει.
Ευτυχώς όμως, αυτός ο μοιρολατρικός τρόπος σκέψης δεν επιβεβαιώνεται από τα γεγονότα στην καθημερινή μας ζωή. Στην πραγματικότητα, περισσότεροι είναι οι άνθρωποι που καταφέρνουν τελικά να ξεπεράσουν τις εξαρτήσεις τους, σε σχέση με εκείνους που δεν τα καταφέρνουν. Για τον τερματισμό μιας εξαρτητικής συμπεριφοράς μπορεί βέβαια να χρειαστούν αρκετές προσπάθειες. Επίσης, συνήθως δεν είναι εύκολο να κοπούν ταυτόχρονα πολλές εξαρτήσεις μαζί: εξαρτητικές σχέσεις, τσιγάρο, αλκοόλ, και χρήση ναρκωτικών. Το να απαλλαγεί κανείς από ενοχλητικές σχέσεις και συνήθειες σίγουρα συχνά αποτελεί σημαντική αλλαγή στη ζωή του, χωρίς όμως πάντα αυτό να χρειάζεται να συμβεί με «δραματικό» τρόπο.
Το σίγουρο είναι ότι όλες οι επιτυχείς μέθοδοι θεραπείας των εξαρτήσεων εναποθέτουν την ευθύνη της αλλαγής εξολοκλήρου στον ίδιο τον/την ενδιαφερόμενο/ η, και βοηθούν τον άνθρωπο να μάθει να αναγνωρίζει τις θετικές στιγμές / γεγονότα/ περιστάσεις σε άλλους κρίσιμους τομείς της ζωής του.
Το κάπνισμα για παράδειγμα, αποτελεί μια συμπεριφορά που είναι πολύ δύσκολο να σταματήσει κανείς. Κι όμως στοιχεία από παγκόσμιες επιδημιολογικές κι άλλες ερευνητικές μελέτες δείχνουν ότι η μεγάλη πλειοψηφία των πρώην καπνιστών κατάφεραν να σταματήσουν το κάπνισμα χωρίς εξωγενείς παρεμβάσεις, ή βοήθεια (π.χ. υποκατάστατα νικοτίνης, υπνωτισμός, ομάδες αποτοξίνωσης / υποστήριξης). Στην πραγματικότητα, πολλοί καπνιστές έκοψαν το κάπνισμα μόνοι τους, ενώ μια μεγάλη μερίδα τοξικομανών (πρώην χρήστες κοκαΐνης και ηρωίνης) κι αλκοολικών σταμάτησαν την χρήση ουσιών χωρίς έξωθεν παρεμβάσεις. Κι αυτό, επειδή είναι πρακτικά κι ουσιαστικά δύσκολο να περάσει κανείς και «να σταθεί όρθιος» κατά το «ταξίδι» της ενηλικίωσης του/της συνεχίζοντας σταθερά τέτοιες εξαρτητικές συμπεριφορές.
Οι παραπάνω επισημάνσεις βέβαια δεν υπονοούν ότι δεν είναι χρήσιμη η θεραπευτική παρέμβαση στις περιπτώσεις των εξαρτήσεων. Απλά ενισχύουν το γεγονός ότι οι περισσότερες επιτυχημένες θεραπείες εξαρτήσεων στηρίζονται σε μεθόδους που -αντί να εστιάζουν στην προβληματικότητα της εξαρτητικής συμπεριφοράς-, φροντίζουν να ενισχύουν την ικανότητα του ανθρώπου να οδηγήσει ο ίδιος την ζωή του προς την επιθυμητή κατεύθυνση, δίνοντας έμφαση στις σκέψεις & τις συμπεριφορές του που ήδη τον βοηθούν να είναι λειτουργικός και χαρούμενος.
Βασικές αρχές για επιτυχημένη αντιμετώπιση των εξαρτήσεων
Η πίστη στο ότι μπορεί κανείς να αλλάξει είναι και το «κλειδί» της αλλαγής! Η αίσθηση της προσωπικής ικανότητας για αλλαγή ενθαρρύνει τον άνθρωπο που έχει εξαρτηθεί από μια σχέση ή συμπεριφορά να δεσμευτεί στη διαδικασία της αλλαγής της και να αυξήσει την πιθανότητα της επιτυχίας στην προσπάθειά του/της.
- Καμιά σημαντική αλλαγή δεν είναι δυνατόν να συμβεί μέσα σε μια νύχτα! Οι άνθρωποι καταφέρνουν να ξεκολλήσουν από μια ανεπιθύμητη συμπεριφορά & να την αλλάξουν με μια πιο επιθυμητή όταν:
α). είναι σε θέση να αναγνωρίσουν ότι η συγκεκριμένη συμπεριφορά αποτελεί εμπόδιο στη ζωή τους, και/ ή ότι έχει αρνητική επίδραση σε κάτι που θεωρούν ότι έχει γι’αυτούς ουσιαστική αξία και νόημα (π.χ. καριέρα, οικογενειακή ζωή, συντροφική σχέση, συμμετοχή σε κοινωνικές ομάδες, κ.λ.π.), και
β). έχουν αναπτύξει την απαραίτητη αυτοπεποίθηση που χρειάζεται προκειμένου να πάρει κανείς την απόφαση να αλλάξει. - Η μέθοδος που θα χρησιμοποιήσει κάποιος για να απεξαρτηθεί είναι λιγότερο σημαντική από την ίδια την δέσμευση του να αλλάξει την συμπεριφορά του. Οι άνθρωποι είναι σε θέση να επιλέγουν τον τρόπο με τον οποίον επιθυμούν να πετύχουν μια αλλαγή στη ζωή τους –όπως είναι για παράδειγμα, η απαλλαγή τους από μία εξάρτηση- έτσι ώστε αυτός να ανταποκρίνεται στις προσωπικές τους αξίες και προτεραιότητες. Δεν χρειάζεται να τους πει κάποιος πως να αλλάξουν.
- Η σύντομη θεραπευτική παρέμβαση και βοήθεια είναι σε θέση να αλλάξει χρόνια εγκατεστημένες ανεπιθύμητες συμπεριφορές. Δεν είναι τόσο η διάρκεια της θεραπείας που καθορίζει το επιθυμητό αποτέλεσμα, όσο η ικανότητα του συγκεκριμένο θεραπευτικού μοντέλου να ενισχύει την διάθεση του ενδιαφερόμενου για συνεχή προσπάθεια προς την κατεύθυνση της επιτυχούς απεξάρτησης.
- Στην περίπτωση της απεξάρτησης από τα ναρκωτικά και το αλκοόλ, η εκμάθηση κοινωνικών δεξιοτήτων, και η ενίσχυση από το κοινωνικό περιβάλλον του ενδιαφερόμενου είναι καθοριστικοί παράγοντες που συμβάλουν στην επιτυχία της θεραπευτικής παρέμβασης.
- Οι επαναλαμβανόμενες προσπάθειες είναι μια κρίσιμη παράμετρος, απαραίτητη για την τελική επιτυχίας της επιθυμητής αλλαγής. Οι άνθρωποι συνήθως δεν γίνονται καλύτερα, ούτε αλλάζουν χρόνιες συμπεριφορές μέσα σε μια μέρα. Συνήθως χρειάζεται να προσπαθήσουν αρκετές φορές. Η συστηματική παρακολούθηση των ατόμων ακόμα και μετά την επίτευξη της αλλαγής στην συμπεριφορά τους, συνήθως τους βοηθά να συνεχίσουν να επικεντρώνουν την προσοχή τους στον στόχο και την διατήρηση της αλλαγής. Τελικά, μ’αυτόν τον τρόπο, αυξάνεται η πιθανότητα να επιτευχθεί ο στόχος της απεξάρτησης μια για πάντα.
- Στην περίπτωση της προσπάθειας για απεξάρτηση, είναι σημαντικό να εστιάζουμε σε βραχυπρόθεσμους & πραγματοποιήσιμους στόχους. Τέτοιοι στόχοι δεν είναι η ολοκληρωτική αποχή από την ανεπιθύμητη συμπεριφορά (π.χ. κάπνισμα, αλκοόλ, ναρκωτικά, εξαρτητικές σχέσεις), αλλά η σταδιακή μείωση, ή λιγότερο συχνή εμφάνιση της ανεπιθύμητης συμπεριφοράς. Δεν μπορεί να περιμένει κανείς από τον εαυτό του, ούτε από τους άλλους να σταματήσουν απότομα μια ενοχλητική συμπεριφορά. Μπορεί όμως να μάθει να αναγνωρίζει τα μικρά σημάδια βελτίωσης της συμπεριφοράς, να τα καλωσορίζει και να τα επιβραβεύει.