Το πρααγματικό όνομα του Ωγκύστ Ροντέν ήταν Φρανσουά Ωγκύστ Ρενέ Ροντέν (γαλλικά: François-Auguste-René Rodin) ήταν ένας σημαντικός Γάλλος γλύπτης (1840 -1917). Γεννήθηκε στο Παρίσι. Τη βασική σχολική εκπαίδευση πήρε σ’ ένα σχολείο της οδού Αγίου Ιακώβου και μετά στο Μπωβαί, όπου έμεινε επτά χρόνια σε κάποιο θείο του ως οικότροφος. Σε ηλικία δεκατεσσάρων χρόνων γύρισε στο Παρίσι και παρακολούθησε μαθήματα πλαστικής από τον Μπαρύ και τον Καριέ – Μπελέζ.
Στο εργαστήριο του τελευταίου ο Ροντέν έμεινε ως μαθητής και βοηθός έξι χρόνια και από την εποχή εκείνη χρονολογούνται τα σημαντικότερα έργα του. Πάντως η τριπλή αποτυχία του στις εισιτήριες εξετάσεις της Σχολής Καλών Τεχνών και η απόρριψη, στο Salon του 1864, της ωραίας δημιουργίας του “Ο άνθρωπος με τη σπασμένη μύτη” τον έκαναν να μείνει μακριά από τους επίσημους καλλιτεχνικούς κύκλους.
Για να ζήσει αναγκάστηκε να ασχολείται τότε (1871-1876) με διάφορες δευτερεύουσες γλυπτικές εργασίες, στις Βρυξέλλες, κάτω από τη διεύθυνση του Καριέ – Μπελέζ. Στην επιστροφή του στη Γαλλία προκάλεσε εντύπωση το έργο του “Ο αιώνας του χαλκού”. Τρία χρόνια αργότερα παρουσίασε τον “Άγιο Ιωάννη το Βαπτιστή”.
Αντίθετα με τη στείρα ακαδημαϊκή παράδοση, ο Ροντέν επιβλήθηκε με τη ρωμαλέα και εκφραστική τεχνική του που βασιζόταν, εκτός των άλλων, στην τέλεια γνώση του ανθρώπινου σώματος. Του ανατέθηκε η κατασκευή ορειχάλκινης θύρας για το Μουσείο Διακοσμητικών Τεχνών. Το μεγαλειώδες αυτό έργο, εμπνευσμένο από την “Πύλη της Κόλασης” του Δάντη, το άρχισε, αλλά δεν το τελείωσε.
Το γεγονός αυτό δείχνει την αντίθεση του καλλιτέχνη σε μια γλυπτική υποταγμένη στην αρχιτεκτονική, δηλαδή στη μίμηση της πραγματικότητας, γιατί η θύρα που του ανέθεσαν να φιλοτεχνήσει έπρεπε να είναι κατά τις απόψεις των συντηρητικών και “ακαδημαϊκών”, μια θύρα, σε γενικές γραμμές, “κοινή”, ενώ ο Ροντέν την ήθελε εξωπραγματική, συμβολική, φανταστική.
Μπορεί να πει κανείς ότι είχε μια δική του αντίληψη για τη μορφή των πραγμάτων: δεν τον ενδιέφερε τόσο η πιστή αντιγραφή όσο η εκφραστική απόδοση. Όλες οι πλευρές των γλυπτών του από οποιαδήποτε οπτική γωνία και αν παρατηρηθούν είναι ιδιαίτερα έντονες και χαρακτηριστικές. Υποστηρίχθηκε ότι “η γλυπτική μορφή δεν ήταν γι’ αυτόν παρά μόνο η άκρη του όγκου”.
Επιζητούσε τολμηρές και σε ορισμένες περιπτώσεις ασυνήθιστες κινήσεις και πρόσεχε εντελώς ιδιαίτερα την ισορροπία τόσο των μονάδων όσο και των μαζών. Οι δημιουργίες του “Εύα”, “Στοχαστής”, “Σκιές” και το περίφημο “Φίλημα”, καθώς και η “Άνοιξη” κ.ά. μαρτυρούν για τη θέση που κατείχε στη φλογερή έμπνευση του καλλιτέχνη, κοντά στα άλλα, η ηδυπάθεια, ο αισθησιασμός.
Από το 1884 ως το 1889 ο Ροντέν αφιερώθηκε στην κατασκευή του γλυπτικού συνόλου “Οι πολίτες του Καλαί” που είναι στατική ομάδα σωμάτων και μορφών δονούμενων από έντονη εσωτερική ζωή, η οποία αποτυπώνεται στις αδρές συσπάσεις και στάσεις των προσώπων και των μελών του.
Η φήμη του Ροντέν εδραιώνεται ακόμη πιο πολύ με τα μνημεία του Ουγκώ και του Μπαλζάκ. Το πρώτο, στο οποίο τα αρχικά σχέδια πρόβλεπαν να πλαισιώνεται ο Βίκτωρ Ουγκώ από Νηρηίδες και μετά από Μούσες, κατέληξε σε μια απλή και πειστικότατη απεικόνιση του ποιητή ξαπλωμένου πάνω σε βράχους. Ως προς το άγαλμα του Μπαλζάκ ο Ροντέν έδωσε σε επιβλητικό και ρωμαλέο ανδριάντα την ίδια την εικόνα της δημιουργικής του δύναμης. Το έργο αυτό στάθηκε τολμηρό πείραμα υποκειμενικής από κάποια άποψη “ιμπρεσιονιστικής” γλυπτικής.
Οι τεράστιες αυτές προσπάθειες, στις οποίες πρέπει να προστεθούν το μνημείο του Κλοντ Λορέν στο Νανσί (1889), ο ανδριάντας του Αργεντινού προέδρου Σαρμιέντο στο Μπουένος Άιρες (1895), ένα μεγαλόπνοο σχέδιο μνημείου της Εργασίας κ.ά. πραγματοποιήθηκαν παράλληλα προς μια εντυπωσιακή σειρά από προτομές που έχουν τη σφραγίδα της δυνατής και πρωτότυπης τέχνης του (Πυβί ντε Σαβάν, Νταλού, Σαν Πολ Λοράν, Ροσφόρ, Κλεμανσό).
Το 1916 ο Ροντέν πρόσφερε διάφορα έργα του στο Κράτος και δημιουργήθηκε το Μουσείο Ροντέν. Στην έπαυλή του στο Μεντόν, όπου ο Ροντέν πέρασε την τελευταία περίοδο της ζωής, του βρίσκονται σχέδια και προπλάσματά του που μας επιτρέπουν να παρακολουθήσουμε τους σταθμούς της πνευματικής του πορείας. Ο Ροντέν και ως τεχνοκρίτης άφησε πολύ αξιόλογη εργασία. Η πραγματεία του “Οι καθεδρικοί ναοί”, που συνοδεύεται από δικά του σχέδια, και “Η Τέχνη”, γενικές αισθητικές σκέψεις που διατυπώθηκαν σε διάφορες συνομιλίες του και εκδόθηκαν από τον Ρaul Gazell θεωρούνται από τα υπευθυνότερα έργα του είδους.
Ο Ροντέν ως ένας από τους πρωτοπόρους της σύγχρονης γλυπτικής, με παγκόσμια απήχηση και καταξίωση, επηρέασε βαθιά πολλούς καλλιτέχνες και άφησε πίσω του πολλούς “αποστόλους” συνεχιστές της αισθητικής του κληρονομιάς. Έργα του υπάρχουν σε μεγάλες δημόσιες συλλογές της Ευρώπης, της Αμερικής και της Ιαπωνίας.