Τα χρόνια εκείνα τα παλιά, τα μυθικά, που στον Όλυμπο ζούσαν οι θεοί και οι θεές και θεούς και ανθρώπους διαφέντευε ο νεφεληγερέτης Δίας, οι άνθρωποι όταν θυσίαζαν ζώα στους θεούς κάνανε την εξής κατεργαριά: κρατούσαν το κρέας για τον εαυτό τους, τύλιγαν με λίπος τα κόκκαλα και αυτά προσέφεραν στους θεούς.
Ο Προμηθέας, προκειμένου να συνεχιστεί αυτό, αλλά με την ευλογία του Δία, έκανε το εξής: κάλεσε τον Δία για φαγητό, τύλιξε με λίπος χωριστά το κρέας και χωριστά τα κόκκαλα και είπε του Δία να διαλέξει. Ο Δίας, για κακή του τύχη, διάλεξε τα κόκκαλα. Έτσι, η μεν κατεργαριά επισημοποιήθηκε με δόλο, ο δε Δίας το “φύσαγε και δεν κρύωνε”. Για να τους τιμωρήσει λοιπόν τους έκρυψε τη φωτιά.
Ο Προμηθέας* όμως έκλεψε τη φωτιά μέσα σε ένα κούφιο καλάμι, ξεγελώντας τον Δία. Γεμάτος οργή και εκδικητική μανία ο Δίας του λεει: “Έ, γυιε του Ιαπετού, που ο νους σου κατεβάζει πιότερα παρά του κάθε ο νους, γελάς που μούχεις κλέψει τη φωτιά και έχεις το νου μου ξεγελάσει, -μα για δική σου συμφορά τρανή και των ανθρώπων πίσω που θα γεννηθούν. Γιατί για το καλό που πήραν της φωτιάς, ένα κακό θα δώσω, που όλοι θα χαίρονται με αυτό, μέσα στα φυλλοκάρδια τους τη δική τους συμφορά αγαπώντας”. Αμ έπος αμ έργον, ο Δίας προστάζει τον Ήφαιστο να πάρει νερό και χώμα, να φτιάξει ένα ανθρώπινο ομοίωμα που να μοιάζει στις θεές, να του δώσει ανθρώπινη φωνή και δύναμη ζωής και να είναι πανέμορφο όπως οι θεές, με κορμί ωραίο και λαχταριστό.
Μετά φωνάζει την Αθηνά να της διδάξει όλες τις δουλειές καθώς και την τέχνη να υφαίνει στον αργαλειό. Η Αφροδίτη στη συνέχεια έρχεται να περιχύση με χάρη την κεφαλή της για να ανάβει πόθους μαρτυρικούς και ο Ερμής με τη σειρά του να της δώσει “ψυχή αδιάντροπη και χαρακτήρα που ξεγελάει “.
Οι Χάριτες και η Πειθώ τής έβαλαν περιδέρεια και οι Ώρες τη στεφάνωσαν με ανοιξιάτικα λουλούδια. Ο Δίας την ονόμασε Πανδώρα, διότι όλοι οι θεοί την έκαναν “δώρο-συμφορά για τους θνητούς που ψωμοζούνε “. Ο Ερμής γρήγορα τη μετέφερε από τον Όλυμπο και την προσέφερε δώρο από τον Δία στον Επιμηθέα** , αδελφό του Προμηθέα. Εκείνος τη δέχθηκε, και δεν θυμήθηκε καθόλου τον αδελφό του που του είπε να μη δεχθή κανένα δώρο από τον Δία. Τον θυμήθηκε μόνο “όταν το κακό τον ηύρε”.
Έτσι δημιουργήθηκε η πρώτη γυναίκα. Από το θεό που πήρε χώμα και νερό. Γιατί όμως τον Επιμηθέα, που πρώτα έπραττε και μετά σκεφτόταν, κοντολογίς που ήταν ελαφρόμυαλος, με το που του δώσανε μια γυναίκα, τον “ηύρε κακό”; Μήπως λόγω του περιβόητου “κουτιού της Πανδώρας;”
Πολλοί θεωρούν πως το κουτί, που η Πανδώρα άνοιξε, και το οποίο είχαν δώσει οι Σάτυροι στον Προμηθέα, ήταν γεμάτο συμφορές. Εκείνος το εμπιστεύθηκε στον αδελφό του Επιμηθέα, με την εντολή να μην το ανοίξη. Αλλοι όμως θεωρούν πως το πιθάρι ήταν γεμάτο με αγαθά, τα οποία είχε προσφέρει ο Δίας για να τα χρησιμοποιούν οι άνθρωποι για το καλό τους. Ο Ησίοδος φαίνεται να δέχεται τη δεύτερη εκδοχή, διότι συνεχίζει και λεει: “Αλλά η γυναίκα πήρε με τα χέρια της και σήκωσε το μέγα κούπωμα του πιθαριού, κι όλα τα σκόρπισε, και θλιβερές για τους ανθρώπους έγνοιες έτσι ετοίμασε.
Μονάχη η ελπίδα απόμεινε και δεν πέταξε έξω από την πόρτα, γιατί εκείνη (η Πανδώρα) πρόφθασε του πιθαριού το κούπωμα να ξαναβάλη πες έτσι ο Δίας το θέλησεν, ο Δίας που κρατάει την καταιγίδα και τα νέφη συμμαζεύει στον αιθέρα. Μα από την άλλη, αμέτρητες πίκρες γυρνάνε ανάμεσα στους ανθρώπους. Γεμάτη από κακά είναι η γη και η θάλασσα γεμάτη. Οι αρρώστειες, άλλες τη μέρα κι άλλες τη νύχτα, ακάλεστες ζυγώνουν τους ανθρώπους, φέρνοντας στους θνητούς κάθε κακό και σιωπηλές, γιατί ο βαθύβουλος Δίας τη μιλιά τους έχει πάρει. Έτσι από ό,τι ο Δίας μελέτησε, κανείς δεν είναι τρόπος να ξεφύγει “.
Η περιέργεια λοιπόν της Πανδώρας εξανέμισε από το πολύτιμο κουτί όλα τα καλά, άφησε όμως μόνο την ελπίδα, άραγε για να κάνει την οδύνη της ζωής πιο υποφερτή; Ή και με αυτή ο Δίας συνεχίζει να μας εκδικείται;
Αχ! παππού Ησίοδε δεν μας τα λες και πολύ καλά. Εάν ο Προμηθέας εξαπάτησε το Δία, και μάλιστα δύο φορές, και ο Δίας έξαλλος θέλησε να τιμωρήσει το ανθρώπινο είδος, γιατί άραγε φταίει η Πανδώρα;
- * η άποψη, πως το όνομα Προμηθεύς προέρχεται από το ρήμα “προμανθάνω”, θεωρείται εσφαλμένη. Στην πραγματικότητα προέρχεται από το σανσκριτικό “prâmantha”, που σημαίνει το ξύλινο εκείνο όργανο των πρωτογόνων, το οποίο με την τριβή παράγει φωτιά. Επομένως, ο Προμηθεύς θεωρείται εκείνος που ανακάλυψε τη φωτιά με την τριβή.
- ** θεωρώντας πως το όνομα Προμηθεύς προέρχεται από το ρήμα προμανθάνω δηλαδή μαθαίνω, σκέπτομαι πριν πράξω, δημιουργήθηκε ο Επιμηθέας, ο αδελφός, του οποίου το όνομα σημαίνει, αυτόν που σκέπτεται εκ των υστέρων.