Το αγαπημένο παιδί της αμερικανικής λογοτεχνίας, ο επονομαζόμενος «πρίγκιπας του Μπρούκλιν», είναι ένας προσηνής, ευγενικός άντρας, τον οποίο η επιτυχία δεν κατάφερε να μεταλλάξει. Πολυγραφότατος και ενδεχομένως ο σεναριογράφος της νέας ταινίας του Γούντι Άλεν που φημολογείται, χωρίς να έχει διασταυρωθεί, ότι θα γυριστεί στην Αθήνα, μίλησε για τον εαυτό του με αφορμή το τελευταίο του βιβλίο.
Καινούριο μυθιστόρημα, άρα και ένα διάστημα συνεντεύξεων, δημοσιεύσεων, εμφανίσεων. Σας αρέσει να μιλάτε δημόσια για τη δουλειά σας; Πως εκλαμβάνετε το λεγόμενο promotion του βιβλίου δεδομένου ότι δεν εκτίθεστε συχνά;
Το αισθάνομαι ως υποχρέωση απέναντι στους εκδότες μου. Έχω δημιουργήσει μια άρρηκτη σχέση εμπιστοσύνης μαζί τους και δεν μου αρέσει να κάνω ατιμίες. Θέλω να είμαι σωστός, γι’ αυτό και ανταποκρίνομαι, αλλά μόνον περιστασιακά.
Που έγκειται η επιφύλαξη σας;
Αισθάνομαι ότι η Τέχνη είναι ένα μέγεθος που δεν μπορεί να μικραίνει μέσα από εκμυστηρεύσεις των ίδιων των δημιουργών. Μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο συζήτησης και ανάλυσης, αλλά δεν είμαι βέβαιος αν ο καλλιτέχνης είναι σε θέση να το κάνει αυτό.
Διαβάζετε κριτικές των βιβλίων σας;
Δεν θα το έλεγα. Προσπαθώ να τις αποφεύγω.
Αισθανθήκατε, όμως, ποτέ αδικημένος;
Όλοι οι συγγραφείς δεχόμαστε χτυπήματα. Προσωπικά, έχω γευτεί φοβερά χαστούκια όλα αυτά τα χρόνια. Το οξύμωρο, πάντως, στη δική μου περίπτωση είναι ότι έγινα αποδέκτης είτε ασύλληπτα μοχθηρών επιθέσεων είτε υπέρμετρων θριαμβολογιών. Σπάνια βρέθηκα σε μια ενδιάμεση κατάσταση.
Μήπως αυτό οφείλεται στο ότι έχετε διχάσει το αναγνωστικό κοινό ανάμεσα σε εκείνους που σας λατρεύουν και σε εκείνους που βρίσκουν τα βιβλία σας κάπως δυσνόητα; Γνωρίζω αρκετούς που επί σειρά ετών απέφευγαν να σας διαβάσουν για αυτόν το λόγο, μέχρι που τελικά συνειδητοποίησαν με έκπληξη ότι μόνο δυσνόητα δεν είναι…
Το αστείο στην υπόθεση είναι ότι εγώ βρίσκω τα βιβλία μου ιδιαίτερα εύκολα στο να τα κατανοήσει κανείς. Πιστέψτε με, αυτό για το οποίο παλεύω πάντα είναι η σαφήνεια σε κάθε πρόταση που γράφω.
Σας ενοχλεί, λοιπόν, αυτή η προκατάληψη που υπάρχει σε μια μερίδα του κοινού;
Όχι, δεν με πειράζει καθόλου. Τα βιβλία μου αφορούν τον πραγματικό κόσμο και όχι κάποια φανταστικά τοπία μέσα από τα οποία ο αναγνώστης μπορεί να αποδράσει.
Αυτό συμβαίνει και στο τελευταίο σας μυθιστόρημα, που τιτλοφορείται Sunset Park και πραγματεύεται για μία ακόμη φορά τη σκληρή πραγματικότητα του Μπρούκλιν. Τελικά, γίνατε συγγραφέας για να απομυζήσετε από αυτό που βιώνετε καθημερινά εκεί έξω;
Γιατί έγινα συγγραφέας. Αυτό είναι ένα καλό ερώτημα. Εμπνέομαι πάντα από τον αμερικανικό τρόπο ζωής. Όλα τα βιβλία μου έχουν να κάνουν με τη σύγχρονη Αμερική. Ο λόγος, όμως, για τον οποίο έγινα συγγραφέας έχει να κάνει με τη μοναξιά. Θεωρώ ότι το γράψιμο προέρχεται από μια συγκεκριμένη αίσθηση μοναξιάς και απομόνωσης. Και, ταυτόχρονα, ξορκίζει αυτήν τη μοναξιά και την απομόνωση.
Ναι, αλλά η διαδικασία της συγγραφής δεν μεγεθύνει αυτό το συναίσθημα;
Όχι, ποτέ μου δεν ένιωσα μόνος κατά τη διάρκεια της διαδικασίας. Αντίθετα, έχω πάντα μια αίσθηση αφθονίας. Και αυτό μου συμβαίνει από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, από τότε που ξεκίνησα να γράφω μακάβρια ποιήματα, όταν ήμουν δέκα ετών, προτού περάσω, στα δώδεκα, στις μικρές ιστορίες που αποτέλεσαν την πρώτη πεζογραφική μου απόπειρα.
Ποια βιβλία σας σημάδεψαν την εποχή εκείνη;
Έμεινα άναυδος όταν διάβασα το Ο Φύλακας στη Σίκαλη. Το μεγαλύτερο χτύπημα, όμως, ήρθε με το Έγκλημα και Τιμωρία. Αυτό το βιβλίο με άλλαξε ριζικά. Με θυμάμαι να σκέφτομαι ότι αν είναι έτσι τα μυθιστορήματα, τότε αυτό θέλω να κάνω και εγώ.
Και τα καταφέρατε θαυμάσια…
Δεν ξέρω αν τα κατάφερα στο βαθμό που ονειρευόμουν, πάντως έδωσα όλο μου τον εαυτό. Και πιστεύω ότι αυτό είναι που μετράει: Το να προσπαθείς κάθε φορά όσο πιο πολύ γίνεται. Το αν θα τα καταφέρεις, μόνον ο χρόνος μπορεί να το δείξει.