Πριν περίπου από μία δεκαετία μου είχε κολλήσει στο μυαλό μία φράση που μου γεννήθηκε ασυναίσθητα στο μυαλό, το Pontiaka connecting people, και για να μην την ξεχάσω ποτέ, έπρεπε να βρω ένα τρόπο να το σημειώσω κάπου για να το θυμάμαι, όσα χρόνια κι αν περάσουν.
Μετά από πολύ σκέψη αποφάσισα να γράψω ετούτη τη φράση σε ένα τοίχο με ένα σπρέι μαύρου χρώματος, κάτι σαν γκράφιτι, χωρίς σχέδια, όμως όχι οπουδήποτε, αλλά σε ένα μέρος που η πλειοψηφία των κατοίκων θα είναι Πόντιοι, ούτως ώστε κάθε φορά που θα περνάνε οι άνθρωποι από εκείνο τον τοίχο να βλέπουν αυτό το σύνθημα, και κάπως έτσι να διαδοθεί από στόμα σε στόμα για να γίνει κάποια μέρα μία ατάκα που θα την λένε χαριτολογώντας οι πόντιοι μεταξύ τους, έτσι γιατί τους άρεσε.
Έτσι για την ιστορία, είμαι πόντιος, άλλωστε το υποδηλώνει και η κατάληξη του επιθέτου μου, ονομάζομαι Θεοδωρίδης Στέλιος. Πάντα ήμουν και είμαι υπερήφανος που έχω ποντιακή καταγωγή, κάτι που δυστυχώς ορισμένοι πόντιοι φροντίζουν να το ξεχνούν, προφανώς γιατί εάν το αναφέρουν κάθε φορά που γνωρίζουν έναν νέο άνθρωπο στη ζωή τους μπορεί να χαρακτηριστούν ως γραφικοί, βλέπεις με τέτοια στερεότυπα και συμπλέγματα κατωτερότητας είναι μεγαλωμένη η νέα γενιά, και για αυτήν την κατάσταση φυσικά φταίνε κάποιοι άλλοι, που έτσι τους μεγάλωσαν.
Διαβάστε παρακάτω μία ενδιαφέρουσα ιστορία.
Πριν πέντε χρόνια βρισκόμουν στο εξωτερικό για ένα ολιγοήμερο ταξίδι αναψυχής στο Βέλγιο, παρέα με ένα φίλο. Ήταν Ιούλιος μήνας και είχε ηλιοφάνεια εκείνη την ημέρα, ένα σπάνιο γεγονός για αυτή τη χώρα που συνήθως όλο βρέχει ή όπως πάντα ο καιρός θα είναι συννεφιασμένος, τουλάχιστον τις περισσότερες μέρες του χρόνου.
Εκείνη την ηλιόλουστη μέρα φύγαμε από το ξενοδοχείο και πήγαμε στην πλατεία, να πάμε να αράξουμε στο παγκάκι και να πιούμε το καφεδάκι μας, και εκεί που καθόμασταν, ένας τύπος μας πλησιάζει, προφανώς γιατί μας άκουσε να μιλάμε ελληνικά, και μας ρωτάει χαμογελώντας «Ποντιακά καλατσεύεις πουλόπομ;», και αμέσως του λέω, Σίγουρα είσαι Έλληνας; και μου λέει στα αγγλικά, όχι είμαι Τούρκος, αλλά μιλάω πολύ καλά ποντιακά, γιατί είμαι από ένα χωριό στην Τραπεζούντα.
Και άρχισε να μας λέει την ιστορία του.
Μας εξήγησε πως έχει ένα χρόνο που έφυγε από την Τουρκία για να έρθει να δουλέψει στο Βέλγιο, και πως η οικογένειά του ζούσε στην Τραπεζούντα ως κρυπτοχριστιανοί, οι πρόγονοι του ήταν Έλληνες, ωστόσο φοβόντουσαν να το αναφέρουν, φοβούμενοι πως μπορεί να τους συμβεί κάτι αναπάντεχο. Τα ευκόλως εννοούμενα παραλείπονται.
Αυτό που μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση είναι πως μας είχε πει ό,τι δεν ήρθε ποτέ στην Ελλάδα, αλλά νιώθει από μέσα του πως είναι Έλληνας, περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον στον κόσμο, και μέσα στο σπίτι η οικογένεια του μιλούσαν πάντα ποντιακά, όταν φυσικά δεν υπήρχε κανένας ξένος, για να μην ξεχάσουν τις ρίζες τους, προπάντων διότι ήταν επιθυμία της γιαγιάς του
Και εκείνη τη στιγμή μου ήρθε στο μυαλό η φράση: Pontiaka connecting people, δηλαδή τα ποντιακά συνδέουν τους ανθρώπους. Για δες πώς τα φέρνει η ζωή.