Η Ρουάντα είναι χώρα της Κεντρικής Αφρικής, νότια του Ισημερινού. Έχει έκταση 26.338 τετραγωνικά χιλιόμετρα και είναι από τα μικρότερα κράτη της Αφρικής (καταλαμβάνει μόλις το 0,1% της ηπείρου). Ο πληθυσμός της είναι 12.374.397κάτοικοι (εκτίμηση 2019).
Συνορεύει στα βόρεια με την Ουγκάντα, ανατολικά με την Τανζανία, νότια με το Μπουρούντι και δυτικά με τη Δημοκρατία του Κονγκό (πρώην Ζαΐρ). Φυσικό σύνορο με το Κονγκό στα δυτικά αποτελεί η λίμνη Κίβου. Πρωτεύουσα της χώρας είναι η πόλη Κιγκάλι, με 234.000 κατ. Η Ρουάντα είναι η πιο πυκνοκατοικημένη χώρα της Αφρικανικής ηπείρου (302 άτομα ανά τετραγωνικά χιλιόμετρο).
Γεωγραφία της Ρουάντα
Μορφολογία εδάφους
Το κεντρικό μέρος της χώρας είναι ένα μεγάλο οροπέδιο. Στα ανατολικά υπάρχει μια ομάδα πολυάριθμων μικρών λιμνών και ελωδών πεδινών εκτάσεων, κατά μήκος του ποταμού Καγκέρα. Στο δυτικό ορεινό τμήμα βρίσκεται ο υδροκρίτης των ποταμών Νείλου και Κόνγκο. Στα δυτικά βρίσκεται επίσης η λίμνη Κίβου. Στα βόρεια δεσπόζει η ηφαιστειακή οροσειρά Βιρούνγκα, με ψηλότερη την κορυφή Κιρισίμπι (4.507 μ.).
Υδρογραφία
Η Ρουάντα έχει πολλά υδάτινα ρεύματα, εξαιτίας όμως του ορεινού εδάφους της δε διαθέτει κανέναν αξιόλογο ποταμό. Μεγαλύτερος ποταμός της χώρας είναι ο Καγκέρα, στα ανατολικά σύνορα με την Τανζανία. Μεγαλύτερη λίμνη είναι η Κίβου, στα δυτικά σύνορα με το Κονγκό.
Κλίμα
Παρά το γεγονός ότι η Ρουάντα βρίσκεται στην τροπική ζώνη, η μέση ετήσια θερμοκρασία είναι αρκετά χαμηλή (20?C) λόγω του μεγάλου υψομέτρου. Παρατηρούνται επίσης διαφορές στη θερμοκρασία από περιοχή σε περιοχή (π.χ. στην πρωτεύουσα Κιγκάλι η μέση θερμοκρασία τον Ιανουάριο είναι 19,4?C και τον Ιούλιο 21?C).
Στην περιοχή της λίμνης Κίβου η μέση ετήσια θερμοκρασία είναι 23?C. Στη χώρα επικρατεί συνήθως μια σύντομη εποχή ξηρασίας τον Ιανουάριο, ακολουθεί μια μακρά περίοδος βροχών από τον Φεβρουάριο ως τον Μάιο και έπεται μια μακρά περίοδος ξηρασίας από τον Μάιο μέχρι τον Σεπτέμβριο. Οι μέσες ετήσιες βροχοπτώσεις είναι 787 mm (στις δυτικές και βορειοδυτικές ορεινές περιοχές φτάνουν τα 1.700 mm). Το 10% της συνολικής έκτασης της χώρας, κυρίως στα δυτικά, καλύπτεται από δάση.
Χλωρίδα – Πανίδα
Η πανίδα της Ρουάντα είναι η τυπική άγρια πανίδα της περιοχής. Περιλαμβάνει λιοντάρια, ελέφαντες, γορίλες, αντιλόπες, βουβάλια και ζέβρες. Το Εθνικό Πάρκο Καγκέρα στα ανατολικά δημιουργήθηκε για την προστασία των ειδών αυτών.
Η οικονομία της Ρουάντα
Η Ρουάντα είναι μια φτωχή χώρα με αναπτυσσόμενη οικονομία, που στηρίζεται κυρίως στη γεωργία, ενώ σημαντικός για την οικονομία είναι και ο ορυκτός πλούτος της χώρας. Η οικονομία δέχτηκε ισχυρά πλήγματα τα τελευταία χρόνια, κατά τη διάρκεια των εμφύλιων συγκρούσεων.
Το 2001 το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν της χώρας ήταν 7,2 δισ. δολ. και το κατά κεφαλή ΑΕΠ 1.000 δολ. Η.Π.Α. Ο εθνικός προϋπολογισμός της χώρας αναλύονταν σε έσοδα 199,3 εκατ. δολάρια και έξοδα 445 εκατ. δολάρια (2001). Σημαντικό ρόλο στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας παίζει η βοήθεια από οικονομικά ισχυρές χώρες (κυρίως από τη Γερμανία, τη Γαλλία και το Βέλγιο). Νομισματική μονάδα του κράτους είναι το φράγκο της Ρουάντα. Η ισοτιμία του με το δολάριο τον Ιανουάριο του 2002 ήταν: 1 U.S $ = 456,81 RWF (φράγκα Ρουάντας).
Γεωργία, Υλοτομία, Αλιεία, Κτηνοτροφία
Η συντριπτική πλειονότητα του πληθυσμού της Ρουάντα ασχολείται με τη γεωργία (90%). Οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις στη χώρα υπολογίζονται περίπου στο 29% της συνολικής έκτασης. Κύρια γεωργικά προϊόντα είναι ο καφές, το τσάι, το καλαμπόκι, οι πατάτες, τα φασόλια, το βαμβάκι, το σόργο, το πύρεθρο, η κασάβα. Τα δάση αποδίδουν σημαντική ποσότητα ξυλείας.
Βασικότερα είδη εκτρεφόμενων ζώων είναι τα βοοειδή, τα αιγοπρόβατα και οι χοίροι.
Στη λίμνη Κίβου αλιεύονται αξιόλογες ποσότητες ψαριών.
Ο ευρύτερος πρωτογενής τομέας μετέχει με ποσοστό 46% στο Α.Ε.Π.
Ορυκτός πλούτος
Το υπέδαφος της χώρας είναι αρκετά πλούσιο. Υπάρχουν αξιόλογα αποθέματα κασσίτερου, βολφράμιου, τύρφη, τανταλίτη, χρυσού, φυσικού αερίου, αλλά γίνεται εξόρυξη μόνο κασσίτερου και βολφράμιου.
Βιομηχανία
Στη Ρουάντα λειτουργούν μικρές βιομηχανικές μονάδες επεξεργασίας τροφίμων, κατασκευής υφασμάτων, υποδημάτων, πλαστικών σωλήνων, σπίρτων. Ο δευτερογενής τομέας μετέχει με ποσοστό 20% στο Α.Ε.Π.
Εμπόριο
Το 2001 η χώρα εισήγαγε είδη αξίας περίπου 248 εκατ. δολ. Τα εισαγόμενα προϊόντα είναι κυρίως τρόφιμα, είδη βιομηχανίας και πετρέλαιο με κύριες χώρες προέλευσης το Βέλγιο, τη Γαλλία, τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Ινδία, την Τανζανία και την Κένυα. Την ίδια χρονιά οι εξαγωγές έφτασαν μόλις τα 61 εκατ. δολ. Εξάγονται μεγάλες ποσότητες καφέ και τσαγιού, όπως επίσης και ποσότητες κασσίτερου και βολφράμιου. Εξαγωγές γίνονται κυρίως προς τη Γερμανία, την Ολλανδία, το Πακιστάν, τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Κίνα και τη Μαλαισία.
Ο ευρύτερος τριτογενής τομέας μετέχει με ποσοστό περίπου 34% στο Α.Ε.Π.
Μεταφορές – Τηλεπικοινωνιακό δίκτυο
Το μήκος του οδικού δικτύου είναι 12.000 χλμ. Λειτουργούν δύο διεθνή αεροδρόμια και σημαντικότερα λιμάνια είναι το Γκισένιι και το Σιανγκούγκου. Όσον αφορά τα μέσα επικοινωνίας, στα τέλη της δεκαετίας του `90 αντιστοιχούσε 1 ραδιόφωνο ανά 12 άτομα και 1 τηλέφωνο ανά 634 κατοίκους.
Οι κάτοικοι της Ρουάντα
Δημογραφικά στοιχεία
Η Ρουάντα είναι η πιο πυκνοκατοικημένη χώρα της Αφρικής, με 280 κατοίκους ανά τ. χλμ. και ρυθμό αύξησης πληθυσμού 1,16%. Στις αρχές της δεκαετίας του `90 η χώρα κατείχε την πρώτη θέση στον κόσμο ως προς τον αριθμό παιδιών που αντιστοιχούσαν κατά μέσο όρο σε κάθε οικογένεια (9 παιδιά), ενώ το 2002 αντιστοιχούσαν 5 παιδιά σε κάθε οικογένεια. Το 2002, το 41,7% του πληθυσμού έχει ηλικία μικρότερη των 14 ετών, το 55,4% είναι μεταξύ 15-64 ετών και μόλις το 2,9% είναι από 65 ετών και άνω.
Παρά τη μεγάλη γεννητικότητα και το γοργό ρυθμό αύξησης του πληθυσμού, ο μέσος όρος ζωής είναι τα 38,14 χρόνια για τους άνδρες και τα 39,2 για τις γυναίκες. Ακόμα, η βρεφική θνησιμότητα είναι ιδιαίτερα υψηλή (117 θάνατοι σε 1000 γεννήσεις το 2002). Η πλειονότητα του πληθυσμού της Ρουάντα (94,6%) παραμένει αγροτικός πληθυσμός, ενώ μόλις το 5,4% των κατοίκων της χώρας ζει και εργάζεται σε αστικές περιοχές.
Σύνθεση πληθυσμού
Το 85% των κατοίκων του κράτους ανήκουν στη φυλή Χούτου, το 14% στη φυλή Τούτσι και το υπόλοιπο 1% στη φυλή των Πυγμαίων Τουά. Στη χώρα υπάρχει επίσης και μια κοινότητα Ευρωπαίων (κυρίως Βέλγων). Μετά την έκρηξη του εμφύλιου πολέμου το 1994 χιλιάδες κάτοικοι της Ρουάντα αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους και να καταφύγουν πρόσφυγες στα γειτονικά κράτη (κυρίως στο Κονγκό) για να αποφύγουν τη σφαγή.
Θρησκεία
Το κράτος παραχωρεί στους κατοίκους θρησκευτική ελευθερία. Το 65% του πληθυσμού έχει ασπαστεί το ρωμαιοκαθολικισμό, το 25% είναι οπαδοί διάφορων τοπικών ανιμιστικών δογμάτων, 9% είναι προτεστάντες και το υπόλοιπο 1% είναι μουσουλμάνοι.
Γλώσσα
Επίσημες γλώσσες του κράτους είναι η γαλλική και η κινγιαρουάντα, στον καθημερινό προφορικό λόγο ωστόσο χρησιμοποιείται και μια τοπική διάλεκτος σουαχίλι.
Πολιτειακή και κοινωνική οργάνωση
Πολίτευμα – Συνταγματικοί θεσμοί
Το πολίτευμα της Ρουάντα είναι μονοκομματική δημοκρατία. Μέχρι το 1994 το Εθνικό Επαναστατικό Κίνημα για την Ανάπτυξη είχε την απόλυτη εξουσία, ενώ σημαντικό ρόλο στη διακυβέρνηση της χώρας διαδραμάτιζε ο στρατός. Από το 1994 η εξουσία ασκείται από το Πατριωτικό Μέτωπο, το οποίο κυβερνά σύμφωνα με το Σύνταγμα του 1991. Αρχηγός του κράτους είναι ο πρόεδρος της Δημοκρατίας, που εκλέγεται από το λαό κάθε τέσσερα χρόνια. Η εκτελεστική εξουσία ασκείται από την κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό, ενώ η νομοθετική από το Εθνικό Συμβούλιο Ανάπτυξης, που αποτελείται από 70 μέλη.
Υγεία – Πρόνοια
Οι συνθήκες υγείας στη Ρουάντα είναι σε γενικές γραμμές άσχημες και οι κάτοικοι υποφέρουν συχνά από αρρώστιες όπως ελονοσία, εντερικά και αφροδίσια νοσήματα (το 1999 η χώρα είχε 40.000 νεκρούς από το AIDS και 400.000 φορείς).
Εκπαίδευση
Το ποσοστό αναλφαβητισμού στη Ρουάντα είναι ιδιαίτερα υψηλό (48%) και μόνο το 71% των παιδιών εγγράφονται και φοιτούν στα σχολεία, παρόλο που η εκπαίδευση είναι υποχρεωτική για όλα τα παιδιά ηλικίας από 7 μέχρι 14 ετών. Στην πόλη Μπουτάρε υπάρχει το Εθνικό Πανεπιστήμιο, ιδρυμένο το 1963. Ωστόσο, μετά τον εμφύλιο πόλεμο του 1994 η εκπαίδευση έχει μείνει στάσιμη σε όλες τις βαθμίδες.
Ένοπλες δυνάμεις
Η χώρα διαθέτει αρκετά μεγάλη στρατιωτική δύναμη (συνολικά 62.000 στρατό) και ξοδεύει το 3,1% του Α.Ε.Π. σε δαπάνες για την οργάνωση και τον εξοπλισμό της άμυνας (2001).
Διοικητική διαίρεση
Επαρχίες
Η Ρουάντα διαιρείται σε 10 διοικητικές περιφέρειες.
Πόλεις
Το μόνο αξιόλογο αστικό κέντρο της χώρας είναι η πρωτεύουσα Κιγκάλι, με 234.000 κατ. Άλλες πόλεις είναι η Μπουτάρε (περίπου 50.000 κάτ.), όπου βρίσκεται το Εθνικό Μουσείο της Ρουάντα, η Ρουχενγκέρι (με 30.000 κατ.), και η Γκεσένιι (με 26.000 κατ.).
Πολιτισμός
Μουσική
Η μουσική παράδοση διαφόρων τοπικών ομάδων αποτελεί σημαντική πλευρά της πολιτισμικής ταυτότητας της χώρας. Παραδοσιακά τραγούδια, που συνοδεύονται από χορευτικές κινήσεις, κυριαρχούν σε θρησκευτικές τελετές ή σε τελετές που συνδέονται με τη γέννηση, το γάμο, το θάνατο, τις αγροτικές ασχολίες του πληθυσμού.
Στη Ρουάντα υπάρχει ακόμη πλούσια και ακμάζουσα προφορική λογοτεχνία (μυθικές διηγήσεις, ποιήματα κ.ά.)
Η ιστορία της Ρουάντα
Μέχρι τον 20ό αιώνα
Οι πρώτοι κάτοικοι της χώρας ήταν οι Τουά, μια από τις φυλές των Πυγμαίων της Αφρικής. Αργότερα στη χώρα εγκαταστάθηκαν οι φυλές Χούτου και Τούτσι, απόγονοι των οποίων ζουν στη Ρουάντα και στη σημερινή εποχή. Οι Χούτου εγκαταστάθηκαν – άγνωστο πότε – πρώτοι στη χώρα και ακολούθησαν στις αρχές του 14ου αιώνα οι Τούτσι. Το 15ο αιώνα ένας φύλαρχος Τούτσι ίδρυσε το βασίλειό του κοντά στο Κιγκάλι. Γύρω από αυτό συγκεντρώθηκαν το 16ο και 17ο αιώνα οι διάφορες κοινότητες των Χούτου και μ` αυτό τον τρόπο δημιουργήθηκε η περιοχή που αποτελεί σήμερα την κεντρική Ρουάντα.
Τα σύνορα του βασιλείου ορίστηκαν με σαφήνεια από το βασιλιά Ρουαμπουγκίρι το 19ο αιώνα, το σημαντικότερο βασιλιά της χώρας. Στα τέλη του 19ου αιώνα οι Γερμανοί οργάνωσαν μια στρατιωτική αποστολή στην περιοχή, με στόχο την κατάληψη της Ρουάντα και την προσάρτησή της στα άλλα εδάφη της Ανατολικής Αφρικής που είχαν κατακτήσει. Δεν κατόρθωσαν ωστόσο να αποκτήσουν τον έλεγχο της χώρας.
Ο 20ός αιώνας
Στις αρχές του 20ού αιώνα οι Βέλγοι κατέλαβαν τη Ρουάντα το 1916, κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκόσμιου πολέμου. Οι κατακτητές προσάρτησαν τη Ρουάντα στο Μπουρούντι και κυβέρνησαν τις δύο αφρικανικές χώρες κάτω από ένα κοινό σχήμα, το οποίο το 1923 ονομάστηκε Ρουάντα – Ουρούντι. Κατά τη διάρκεια της πολύχρονης κυριαρχίας τους ξέσπασε πόλεμος ανάμεσα στις ντόπιες φυλές Χούτου και Τούτσι, κατά τον οποίο ο αρχηγός των Τούτσι αναγκάστηκε να αυτοεξοριστεί. Η κυριαρχία των Βέλγων στη χώρα τερματίστηκε μόλις το 1962, όταν η Ρουάντα απέκτησε την ανεξαρτησία της.
Κατά τις δεκαετίες που ακολούθησαν η Ρουάντα δοκιμάστηκε από συνεχείς εμφύλιες ταραχές και συγκρούσεις. Ένοπλες ομάδες Τούτσι που είχαν εγκαταλείψει τη χώρα μετά το 1961 εισέβαλαν στη Ρουάντα, γεγονός που προκάλεσε αντίποινα εναντίον των Τούτσι που είχαν παραμείνει στη χώρα. Το 1973 οι Χούτου ανέλαβαν με πραξικοπηματικό τρόπο την εξουσία. Το Σύνταγμα που ψηφίστηκε το 1978 υπήρξε η βάση για την εξομάλυνση της δημόσιας ζωής στη χώρα. Οι εκλογές του 1981 ανέδειξαν το πρώτο εκλεγμένο νομοθετικό σώμα μετά το πραξικόπημα.
Ωστόσο οι εμφύλιες ταραχές επαναλήφθηκαν στις αρχές του Οκτωβρίου του 1990, όταν ομάδες Τούτσι, που είχαν αναζητήσει καταφύγιο στη γειτονική Ουγκάντα και είχαν οργανώσει το Πατριωτικό Μέτωπο, εισέβαλαν με οργανωμένη επίθεση στη χώρα. Με την επέμβαση δυνάμεων από το Βέλγιο, τη Γαλλία και το Ζαΐρ έγιναν διαπραγματεύσεις και ο πόλεμος τελικά αποφεύχθηκε.
Το νέο Σύνταγμα που ψηφίστηκε το 1991 άνοιξε το δρόμο προς τον εκδημοκρατισμό του κράτους, θεσμοθετώντας τον πολυκομματισμό. Βέβαια οι εμφύλιες συγκρούσεις συνεχίστηκαν και κορυφώθηκαν το 1994, μετά το θάνατο του προέδρου Χαμπγιαριμάνα.
Ο πόλεμος αυτός υπήρξε ένας από τους πιο καταστροφικούς και αιματηρούς εμφύλιους πολέμους στην ιστορία της ανθρωπότητας. Περίπου 1.000.000 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους σε μαζικές σφαγές, ενώ διπλάσιοι ήταν οι πρόσφυγες που κατέφυγαν στο Κονγκό και σε άλλες γειτονικές χώρες.
Οι Τούτσι, που ήταν η μειοψηφία, υπέστησαν πραγματική γενοκτονία από εξτρεμιστές Χούτου, ενώ και οι φυλές των Χούτου είχαν επίσης σημαντικές απώλειες. Το Πατριωτικό Μέτωπο κατάφερε να πάρει την εξουσία και να εγκαταστήσει νέα κυβέρνηση τον Ιούλιο του 1994. Το 1996 πρόσφυγες Χούτου από το Κονγκό κατόρθωσαν να αποκτήσουν ξανά τον έλεγχο της Ρουάντα. Οι πληγές του εμφύλιου πολέμου δεν έχουν κλείσει ακόμα στη Ρουάντα, ενώ οι πρόσφυγες συνεχίζουν να ζουν σε άθλιες συνθήκες.
Η σημερινή πολιτική κατάσταση
Από τις 22 Απριλίου του 2000 πρόεδρος της χώρας είναι ο Πολ Καγκέιμ και πρωθυπουργός ο Μπερνάρντ Μακούζα από τις 8 Μαρτίου του 2000.