Ένα χρόνο μετά τη θριαμβευτική του εμφάνιση στο «Ηalf Νelson», o 27χρονος Καναδός κάνει και πάλι το θαύμα του: ενσαρκώνοντας αυτή τη φορά έναν άντρα που ερωτεύεται μια πλαστική κούκλα.
Τον συναντώ για δεύτερη φορά. Στην ιδιαίτερη πατρίδα του, το Τορόντο. Την πρώτη φορά που είχαμε βρεθεί (το 2002, με αφορμή το «Μurder By Νumbers»), είχα απέναντι μου ένα αγόρι. Αδύνατο και αεικίνητο. Εξυπνο και μετρημένο, παρά τους διθυράμβους που είχαν προηγηθεί για την εκρηκτική ερμηνεία του ως νεο-ναζί στο «Τhe Βeliever». Τώρα έχω απέναντί μου έναν άντρα. Δεμένο και χαλαρό. Σκεπτόμενο και προσγειωμένο. Η φωνή του έχει γίνει ένας βαθύς, μεστός ψίθυρος.
Η γοητευτική παρουσία του στο υπερ-ρομαντικό «Ημερολόγιο» (2004) που τον ανέδειξε σε σταρ και η περσινή οσκαρική υποψηφιότητά του για την πολυσυζητημένη ερμηνεία του στο «Ηalf Νelson» δεν έχουν φουσκώσει τον εγωισμό του. Τον έχουν μόνο οπλίσει με θάρρος να συνεχίσει την αναζήτηση. Προς την ανθρώπινη καρδιά. Στην οποία τον έφερε πιο κοντά «Ο Λαρς Και Η Κούκλα Του»…
«Για μένα ο τρόπος που δένεται ο Λαρς με την (κούκλα) Μπιάνκα ήταν τόσο παράξενα ικανοποιητικός που ανήγαγε τη συγκεκριμένη ταινία σε μοναδική εμπειρία – μία από τις πιο ιδιαίτερες που είχα ή θα έχω ποτέ στο σινεμά. Μόλις ο Γκρεκ (Γκιλέσπι, ο σκηνοθέτης) φώναζε action βρισκόμουν μόνος μαζί της και η περίοδος μέχρι το cut ήταν μοναχική (γελάει). Ετσι, κατά κάποιο τρόπο εκείνη έγινε το στήριγμά μου. Χαλάρωνα όταν βρισκόταν κάπου κοντά μου. Συνειδητοποίησα ότι ουσιαστικά ερμήνευα δύο ρόλους. Αν τσακωνόμουν με την Μπιάνκα έπρεπε να καταλάβω και να υπερασπιστώ εναλλάξ τις θέσεις και των δύο. Ηρθα σε επαφή με τη γυναίκα μέσα μου… Λατρεύω αυτή τη ταινία. Μου θύμισε ό,τι αγάπησα σαν παιδί. Σαν το «Ηarvey», όπου ο Τζίμι Στιούαρτ έχει έναν φανταστικό φίλο, τον οποίο δεν βλέπουμε ποτέ, αλλά μαθαίνουμε ότι πρόκειται για έναν γιγάντιο και τελικά συμπαθέστατο λαγό!
Τέτοιες ταινίες είναι ξεχωριστές. Μοιάζουν να ανήκουν σε ένα δικό τους, αυτοδημιούργητο είδος. Είναι φιλμ που με συγκλονίζουν, αν και δεν ξέρω πώς ακριβώς να τα περιγράψω. Σαν μια υπερβατική ερμηνεία του κωμικού Τζιν Γουάλντερ, που είναι ο δικός μου Μάρλον Μπράντο: σου ραγίζει την καρδιά και ταυτόχρονα σε κάνει να ξεκαρδιστείς στα γέλια. Σου δίνει τα πάντα, πετυχαίνοντας μια ιδανική, αν και λεπτή ισορροπία ανάμεσα στο αστείο και στο σοβαρό.
Για πολλά χρόνια έκανα ταινίες, αντλώντας έμπνευση από τα αυτοκαταστροφικά κομμάτια της ανθρώπινης φύσης. Γεγονός που δημιουργικά σε οδηγεί σε αδιέξοδο. Ακόμα και λατρεμένες, σπουδαίες ταινίες όπως ο «Ψαλιδοχέρης» υπονοούν ότι δεν μπορούμε να χειριστούμε τη διαφορετικότητα: έχουμε την τάση να προσπαθούμε να την ελέγξουμε και μοιραία να την καταστρέψουμε. Το (υποψήφιο για Οσκαρ) σενάριο της Νάνσι Ολιβερ για το «Λαρς», όμως, πιστεύει πραγματικά στην καλοσύνη των ανθρώπων και εξερευνά την πιθανότητα της ανάγκης μας να αποδεχτούμε τη διαφορετικότητα. Την προσδοκία μας να συμβούν ενδιαφέροντα πράγματα, ώστε οι ζωές μας να γίνουν λιγότερο βαρετές, να έχουμε ιστορίες να αφηγηθούμε και να γνωρίσουμε ανθρώπους που θα μας εμπνεύσουν να γίνουμε πιο δημιουργικοί και ατρόμητοι».
Για την ερμηνεία του στο «Ο Λαρς Και Η Κούκλα Του», ο Ράιαν τιμήθηκε με μια υποψηφιότητα Πρώτου Ανδρικού Ρόλου, τόσο στις Χρυσές Σφαίρες, όσο και στα Βραβεία της Ενωσης των Ηθοποιών (SAG). Στα Οσκαρ όμως έφτασε μόνο το Πρωτότυπο Σενάριο της Ολιβερ.