Κύματα αρνητικής δημοσιότητας, αλλά και ο φυσικός φόβος για κάτι που δεν έχει αποδειχθεί ότι είναι ασφαλές σε βάθος χρόνου, έχουν ενισχύσει την άποψη ότι τα γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα βλάπτουν την υγεία.
Ωστόσο, μέχρι στιγμής οι επιστήμονες δεν έχουν αποδείξει ότι τα γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα επηρεάζουν αρνητικά την ανθρώπινη υγεία.
Το βασικό επιχείρημα που συνεχίζει να ακούγεται είναι ότι η κατανάλωση DNA βλάπτει τον άνθρωπο, ένα επιχείρημα καθ’ όλα αστήρικτο, αφού καθένας από μας καταναλώνει συνεχώς DNA, είτε τρώει κρέας, είτε λαχανικά ή φρούτα.
Παρόλα αυτά, είναι σαφές πως παραμένει η πιθανότητα ότι η γενετική τροποποίηση θα μπορούσε να έχει απρόβλεπτες και ανεπιθύμητες επιπτώσεις στο μέλλον.
Αλλεργικός συναγερμός
Κατά τη διάρκεια του 1997, αμερικανοί επιστήμονες εισήγαγαν ένα γονίδιο από βραζιλιάνικα φιστίκια στους καρπούς της σόγιας προκειμένου να αυξήσουν τη θρεπτική της αξία. Όμως το ίδιο γονίδιο είχε και την ιδιότητα εκείνη που κάνει πολλούς ανθρώπους αλλεργικούς στα φιστίκια.
Το ευτύχημα στην υπόθεση είναι ότι το γεγονός αποκαλύφθηκε κατά τα διάρκεια των δοκιμών και το πρόγραμμα εγκαταλείφθηκε προτού η γενετικά τροποποιημένη σόγια φτάσει στην αγορά. Οι υποστηρικτές των γενετικά τροποποιημένων καλλιεργειών χρησιμοποιούν το παράδειγμα αυτό συχνά στην επιχειρηματολογία τους προκειμένου να υποστηρίξουν ότι τα «μεταλλαγμένα» τρόφιμα είναι στην ουσία ασφαλέστερα, αφού δοκιμάζονται ξανά και ξανά πριν φτάσουν στην κατανάλωση.
Πανικός για τα τάκος
Ανακαλύφθηκε ότι μια μάρκα καλαμποκιού τύπου BT εξέφραζε μια τοξίνη η οποία θεωρούνταν ύποπτη για αλλεργίες λόγω της μοριακής της δομής. Έτσι, η Υπηρεσία Προστασίας Περιβάλλοντος των Ηνωμένων Πολιτειών αποφάσισε ότι αυτό το καλαμπόκι θα προοριζόταν αποκλειστικά για ζωοτροφές.
Όμως, το Σεπτέμβριο του 2000, ίχνη αυτού του καλαμποκιού βρέθηκαν σε πίτες για τάκος. Το αποτέλεσμα ήταν η εταιρία που παρήγαγε το καλαμπόκι να αποσυρθεί από την αγορά, ενώ οι εξαγωγές καλαμποκιού από τις ΗΠΑ δέχτηκαν ισχυρό πλήγμα.
Διατροφικό …κενό
Το Φεβρουάριο του 2002, η Βασιλική Ένωση («Royal Society»), ένα ανεξάρτητο βρετανικό σώμα εξεχόντων επιστημόνων, προξένησε ανησυχία διερωτώμενη αν τα γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα θα μπορούσαν να προκαλέσουν διατροφικές ανεπάρκειες.
Αν η γενετική τροποποίηση άλλαζε τη σύνθεση των τροφίμων, υποστήριξαν οι επιστήμονες, θα μπορούσε να μειώνει και το ποσοστό κάποιων ουσιών μεγάλης διατροφικής αξίας.
Τόνιζαν ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να προκαλέσει την έλλειψη διατροφικών ουσιών σε ομάδες μεγάλης ευαισθησίας όπως οι ανήλικοι, οι έγκυες, οι ηλικιωμένοι και οι άνθρωποι με χρόνιες ασθένειες.
Γενετικά τροποποιημένη …πανούκλα;
Ήδη από τα πρώτα χρόνια της γενετικής μηχανικής, τα γονίδια με αντιβιοτικές ιδιότητες χρησιμοποιούνταν στη διαδικασία της δημιουργίας γενετικά τροποποιημένων οργανισμών.
Συχνά χρησιμοποιούνται ως «δείκτες», για να σηματοδοτούν τους οργανισμούς που έχουν «μεταλλαχθεί». Όμως δεν είναι λίγοι οι επιστήμονες που ανησυχούν για την πιθανότητα να διαρρεύσουν αυτά τα γονίδια από τους γενετικά τροποποιημένους αγρούς και να εισέλθουν στα γονίδια άλλων ζωντανών οργανισμών, όπως τα βακτηρίδια.
Κάτι τέτοιο θα σήμαινε ότι όταν οι άνθρωποι θα προσβάλλονταν από ένα βακτήριο ανθεκτικό στα αντιβιοτικά, δεν θα υπήρχε θεραπεία για τη μόλυνση. Το σενάριο αυτό πυροδότησε φόβους για νέες «πανούκλες» που θα μπορούσαν να οφείλονται στην είσοδο των ανθεκτικών γονιδίων στο περιβάλλον.
Μελέτες που διενεργήθηκαν στο πανεπιστήμιο του Harvard υποδεικνύουν ότι υπάρχει δυνατότητα μεταφοράς γονιδίων από τα γενετικά τροποποιημένα φυτά στα βακτηρίδια, τουλάχιστον σε συνθήκες εργαστηρίου. Μέχρι σήμερα κάτι τέτοιο δεν έχει παρατηρηθεί στο περιβάλλον.