Η αναζήτηση είναι από τις βασικότερες ασχολίες των χρηστών του διαδικτύου. Μήπως όμως οι μηχανές αναζήτησης είναι αυτές που καθοδηγούν τις τάσεις στο διαδίκτυο; Μήπως τελικά μας περιορίζουν στο να βλέπουμε αυτά που εκείνες θέλουν;
Λέγεται ότι ο «νικητής τα παίρνει όλα» κι αυτό φαίνεται να συμβαίνει και στο διαδίκτυο. Πράγματι, οι γνώστες του χώρου έχουν λανσάρει έναν νέο όρο για να περιγράψουν τον τρόπο που οι μηχανές αναζήτησης προωθούν τους χρήστες προς τους πιο δημοφιλείς δικτυακούς τόπους- το όνομα αυτού “Googlearchy” (Googleαρχία, αν θέλουμε να το αποδώσουμε στα ελληνικά). Η πεποίθηση ότι οι μηχανές αναζήτησης αυξάνουν την κίνηση στα ήδη πολύ δημοφιλή site εις βάρος άλλων σελίδων, τίθεται τώρα υπό αμφισβήτηση.
Αυτό που εμείς, ως απλοί χρήστες, θεωρούμε «μαγικό», την ικανότητα δηλαδή των μηχανών αναζήτησης να εμφανίζουν τα πλέον σχετικά αποτελέσματα σε μια αναζήτηση μας ακόμα και όταν δεν τους δίνουμε σαφή στοιχεία, στην πραγματικότητα δεν είναι καθόλου μαγικό αλλά στηρίζεται στη χρήση μαθηματικών τύπων και αλγόριθμων. Η Google, για παράδειγμα, λειτουργεί αναλύοντας την ίδια τη δομή του διαδικτύου. Κάθε μια από τις δισεκατομμύρια σελίδες που φιλοξενεί μπορούν να οδηγήσουν σε άλλες σελίδες κι επίσης να οδηγείται από άλλες σελίδες. Αν μια ιστοσελίδα οδηγεί σε πολλές άλλες σελίδες, σημειώνεται ως πολύ σημαντική.
Παράλληλα, αν αυτές οι σελίδες είναι επίσης σημαντικές τότε το πρώτο site στο οποίο οδηγούν θεωρείται ακόμα πιο σημαντικό. Αυτός ο αλγόριθμος γίνεται ολοένα και πιο περίπλοκος με το πέρασμα του χρόνου ώστε να αποτρέπει αυτούς που θα ήθελαν να επεξεργαστούν με τέτοιο τρόπο τις σελίδες τους για να εμφανίζονται πιο υψηλά στην κατάταξη. Παρά την πολυπλοκότητά του όμως παραμένει στην καρδιά της επιτυχίας της Google.
Δεν είναι όμως μόνο η Google που το κάνει αυτό. Πολλές μηχανές αναζήτησης υπολογίζουν τον αριθμό των συνδέσμων προς μια ιστοσελίδα όταν επιστρέφουν αποτελέσματα σε μια αναζήτηση. Εξαιτίας αυτού, υπάρχει μια πολύ διαδεδομένη αντίληψη ανάμεσα στους επιστημονικούς κόλπους ότι οι μηχανές αναζήτησης δημιουργούν ένα φαύλο κύκλο που αυξάνει την κυριαρχία των ήδη πολύ δημοφιλών ιστοσελίδων. Οι δικτυακοί τόποι που εμφανίζονται στα αποτελέσματα μιας αναζήτησης είναι πολύ πιθανότερο να «ανακαλυφθούν» και έτσι να οδηγείται κάποιος σε αυτούς μέσω άλλων σελίδων.
Σύμφωνα όμως με μια νέα αμφιλεγόμενη μελέτη που πρόσφατα παρουσιάσθηκε στο arXiv, δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Στη συγκεκριμένη μελέτη, ο Santo Fortunato και οι συνεργάτες του στα πανεπιστήμια της Indiana στην Αμερική και του Bielefeld στη Γερμανία, υποστηρίζουν ότι οι μηχανές αναζήτησης ακολουθούν ένα δόγμα ισονομίας το όποιο αυξάνει την κίνηση στους λιγότερο δημοφιλείς δικτυακούς τόπους.
Οι ερευνητές ανέπτυξαν ένα μοντέλο που περιγράφει δύο ακραίες περιπτώσεις. Στην πρώτη περίπτωση, οι χρήστες πλοηγούνταν στο διαδίκτυο μόνο μέσω τυχαίων ιστοσελίδων. Στη δεύτερη περίπτωση, οι χρήστες επισκέπτονταν δικτυακούς τόπους που εμφανίζονταν στα αποτελέσματα αναζητήσεων.
Οι ερευνητές έπειτα κατέγραψαν την κίνηση των ιστοσελίδων – μετρώντας την σαν το κλάσμα όλων των θεάσεων μιας σελίδας σε διάστημα 3 μηνών – σε σχέση με τον αριθμό των συνδέσμων που οδηγούσαν σε κάθε μια από αυτές τις ιστοσελίδες. Προς έκπληξή τους, βρήκαν ότι η σχέση μεταξύ των δύο δεν βρισκόταν ανάμεσα στις δύο ακραίες περιπτώσεις του μοντέλου τους αλλά κάπου τελείως διαφορετικά. Φαίνεται πως η υποτιθέμενη μεροληψία υπέρ των δημοφιλών ιστοσελίδων στην πραγματικότητα αμβλύνεται από το συνδυασμό των αποτελεσμάτων της αναζήτησης και των σελίδων που επισκέπτονται οι χρήστες μέσω τυχαίων συνδέσμων.
Η εν λόγω μελέτη δέχεται ωστόσο επιθέσεις. Ο Matthew Hindman, πολιτικός επιστήμονας στο πανεπιστήμιο State της Αριζόνα, υποστηρίζει ότι τα στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν στην έρευνα είναι κακής ποιότητας. Αναφέρει επίσης ότι η ανακολουθία ανάμεσα στο μοντέλο και την πραγματικότητα δεν προέρχεται απαραίτητα από το ρόλο των μηχανών αναζήτησης.
Ο χρόνος αλλά και πολλές ακόμα έρευνες θα δείξουν αν τα αποτελέσματα του Fortunato είναι βάσιμα.