Ένα πολυτελές φωτογραφικό λεύκωμα με πλούσιο αδημοσίευτο υλικό υπενθυμίζει ότι πέτρα που κυλά δεν χορταριάζει. Για όσους δεν χόρτασαν ποτέ να ακούν το Paint it Black.
Στις υπαίθριες συναυλίες υπάρχει κι ένας άλλος τύπος που μπαίνει στο συγκρότημα, ο Θεός. Είτε είναι καλοσυνάτος μαζί σου είτε σου την πέφτει με ανέμους από τη λάθος κατεύθυνση που σου διώχνουν τον ήχο έξω από το πάρκο και τελικά βρίσκεται κάποιος που ακούει το καλύτερο live των Rolling Stones στον κόσμο, αλλά είναι τρία χιλιόμετρα μακριά και δεν είχε καμία όρεξη να ακούσει Stones. Eυτυχώς, όμως, έχω το μαγικό μου ραβδί. Πριν αρχίσει η συναυλία, όταν κάνουν το τσεκάρισμα του ήχου, κρατάω πάντα στο χέρι μου ένα από τα ραβδιά μου και κάνω κάποια καβαλιστικά σύμβολα στον ουρανό και το δάπεδο της σκηνής. Και μετά λέω, ΟΚ, ο καιρός θα είναι μια χαρά». Ετσι εξευμενίζει τον καιρό ο Keith Richards, όπως εξηγεί στην αυτοβιογραφία του, Life, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ροδακιό.
Τραγούδια που παίζουν με τα βαθύτερα αισθήματα των ανθρώπων σαν να είναι χορδές, όπως λέει ο Κeith Richards, σκηνική παρουσία που απογειώνεται από τον Mick Jagger, έναν frontman πρότυπο. Οι Rolling Stones σχηματίστηκαν στο Dartford του Kent το 1962: ένα συγκρότημα που αγαπούσε τα μπλουζ και μαζί με τους Beatles θα πρωταγωνιστούσε στο κίνημα της Bρετανικής Εισβολής στην Αμερική και θα καθόριζε τον ήχο της ροκ όπως την ξέρουμε σήμερα. Κι ενώ τα γκρουπ του British Invasion δεν υπάρχουν πια και το Swinging London είναι μια γλυκιά ανάμνηση, oι Rolling Stones, έπειτα από 50 χρόνια και πλέον καριέρας και ζωής γεμάτης ανεκδιήγητες καταχρήσεις και τρελές ιστορίες, είναι ακόμα εδώ ενωμένοι, ανθεκτικοί, ζωντανοί, επίκαιροι.
Κάτι που υπενθυμίζει και το νέο λεύκωμα των εκδόσεων Taschen, «The Rolling Stones», που γιορτάζει τη μακρόχρονη πορεία τους με 500 σελίδες γεμάτες φωτογραφίες υπογεγραμμένες από τους καλύτερους, όπως David Bailey, Peter Beard, Cecil Beaton, Anton Corbijn, Annie Leibovitz και Helmut Newton. Κυκλοφορεί σε συλλεκτική έκδοση 1.150 αριθμημένων αντίτυπων και είναι υπογεγραμμένο από τα μέλη του συγκροτήματος.
Μετά το ξενύχτι
Smiling Buttons, 1966. Mια χαμογελαστή παραλλαγή του εξωφύλλου του άλμπουμ Βetween the Buttons, φωτογραφημένη από τον Gered Mankowitz. Τραβήχτηκε νωρίς το πρωί στο Primrose Hill, έπειτα από μια μακρά νύχτα ηχογράφησης στο στούντιο.