Πέτρωμα oνομάζεται το στερεό υλικό που απ’ αυτό αποτελείται ο φλοιός της γης. Με πέτρωμα, πιο συγκεκριμένα, λέγεται και το τμήμα εκείνο του φλοιού, που, απ’ την άποψη της γεωλογικής σύνθεσης, έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά γνωρίσματα που το διαφοροποιούν απ’ την υπόλοιπη μάζα. Χημικά και ορυκτολογικά παρουσιάζει κάποια ομοιομορφία. Χωρίζονται τα πετρώματα σε μονόμεικτα και σύμμεικτα. Μονόμεικτα λέγονται αυτά που σχηματίζονται από ένα και μόνο ορυκτολογικό είδος. Σύμμεικτα είναι αυτά που γίνονται από περισσότερα ορυκτολογικά είδη, όπως ο γρανίτης, που αποτελείται από χαλαζίες, άστριους και μαρμαρυγίες. Επίσης έχουμε ξεχωρισμό των ορυκτολογικών συστατικών σε αυθιγενή, όταν αυτά βρίσκονται σ’ ένα πέτρωμα για πρώτη φορά και αλλοθιγενή, όταν προέρχονται από άλλα πετρώματα.
Στην πετρολογία ή πετρογραφία, την επιστήμη δηλ. που ασχολείται με την προέλευση και τη σύσταση των πετρωμάτων, υπάρχουν διάφορες κατηγορίες πετρωμάτων, ανάλογα με τον τρόπο και το χρόνο που αυτά δημιουργήθηκαν:
- Πυριγενή πετρώματα λέγονται τα πετρώματα που προήρθαν απ’ τα υλικά της στερεοποιημένης λάβας των ηφαιστείων, όπως ο γρανίτης κ.ά. Αυτά υποδιαιρούνται σε ηφαιστειογενή, που είναι εκείνα που βγήκαν μέχρι την επιφάνεια της γης και πάγωσαν πάνω σ’ αυτήν και τα πλουτώνεια, που παρέμειναν κάτω απ’ την επιφάνεια της γης και με τον καιρό πάγωσαν.
- Τα ιζηματογενή ή υδατογενή πετρώματα, είναι πυριτογενή πετρώματα, που έπεσαν στη θάλασσα, τις λίμνες και τα ποτάμια. Επίσης λέγονται και στρωσιγενή, επειδή εμφανίζονται σε στρώματα.
- Τέλος έχουμε τα μεταμορφωσιγενή πετρώματα. Αυτά προέρχονται από την αλλοίωση άλλων πετρωμάτων. Η αλλοίωση μπορεί να έγινε κάτω απ’ την επίδραση της υψηλής θερμοκρασίας και της ισχυρής πίεσης.
Τα πετρώματα έχουν κι αυτά την ηλικία τους, που η επιστήμη της πετρολογίας μπορεί να προσδιορίσει μέχρι ένα ορισμένο βαθμό.
Η μελέτη των πετρωμάτων διευκολύνεται με τη χάραξη κάθετων και οριζόντιων τομών στο φλοιό της γης.
Μάρμαρο
Μάρμαρο είναι το κρυσταλλικό πέτρωμα που σχηματίστηκε σαν αποτέλεσμα της μεταμόρφωσης των ασβεστόλιθων και των δολομιτών, με μέση σκληρότητα και που είναι δυνατό να στιλβωθεί, ενώ είναι αδύνατο σχεδόν να βρεθούν σ’ αυτό έστω και ίχνη από απολιθώματα.
Τα μάρμαρα χρησιμοποιούνται στην οικοδομική, στη γλυπτική, στη βιομηχανία κλπ. Στην οικοδομική, τα χρωματιστά χρησιμοποιούνται ως επένδυση εσωτερικών χώρων, επειδή δεν αντέχουν στις διάφορες μετεωρολογικές συνθήκες.
Η πολυτιμότερη ποικιλία του μαρμάρου είναι το άσπρο, που χρησιμοποιείται στη γλυπτική.
Έχει δομή από πολύ λεπτούς συμπαγείς κόκκους, λαξεύεται πολύ εύκολα κι είναι το πιο ευαίσθητο απ’ όλα στην επίδραση των καιρικών συνθηκών, που το καταστρέφουν σχετικά εύκολα. Τα καλύτερα μάρμαρα για γλυπτική υπάρχουν στην Πάρο, την Πεντέλη και τις Απουλιανές Άλπεις της Ιταλίας. Τα μάρμαρα αυτά ήταν γνωστά απ’ την αρχαιότητα και μ’ αυτά έγιναν τα μεγαλύτερα αριστουργήματα της γλυπτικής στην αρχαία Ελλάδα και τη Ρώμη.
Το κοινό μάρμαρο που χρησιμοποιείται στην οικοδομική μπορεί να έχει χρώμα άσπρο, αλλά με πιο χοντρούς κόκκους κι είναι σαφώς κατώτερης ποιότητας απ’ το προηγούμενο. Στην οικοδομική χρησιμοποιούνται και μάρμαρα διάφορων χρωμάτων ή μάρμαρα που παρουσιάζουν διάφορες φλέβες. Οι φλέβες αυτές ή νερά προκαλούνται απ’ την παρουσία διάφορων άλλων ορυκτών. Απ’ τις έγχρωμες ποικιλίες του μάρμαρου, οι πιο γνωστές είναι το κυανότεφρο και ο σαπολίνης. Τα ελληνικά μάρμαρα παρουσιάζουν πολλούς χρωματισμούς.
Στην Ελλάδα υπάρχουν πάνω από 300 λατομεία μαρμάρων που εξορύσσουν κάθε χρόνο πάνω από 50.000 κυβικά μέτρα. Πολλά απ’ τα λατομεία αυτά βρίσκονται στην περιοχή της Πεντέλης, όπου κι εξορύσσουν το γνωστό άσπρο πεντελικό μάρμαρο.
Έγχρωμα μάρμαρα, που τελευταία γίνεται εξαγωγή τους στην Ευρώπη και στις αραβικές χώρες, υπάρχουν στη Δομβραίνα, Μάνη, Τήνο, Κοζάνη, Φαρκαδώνα, Κορινθία και σε πολλά άλλα μέρη και φέρνουν στη χώρα μας συνάλλαγμα που κάθε μέρα αυξάνει, γιατί τα ελληνικά μάρμαρα είναι περιζήτητα.
