ΑρχικήΑφιέρωμαWarren Buffett (Γουόρεν Μπάφετ) Πληροφορίες, βιογραφία, αφιέρωμα

Warren Buffett (Γουόρεν Μπάφετ) Πληροφορίες, βιογραφία, αφιέρωμα

Στο παρόν άρθρο θα δούμε αναλυτικά όλες τις πληροφορίες που αφορούν Warren Buffett (ελληινικά Γουόρεν Μπάφετ), μέσα από ένα εκτενές αφιέρωμα που συνάμα είναι και η βιογραφία του.

Warren Buffett πληροφορίες

Ο Warren Edward Buffett (όπως είναι ολόκληρο το πραγματικό του όνομα) είναι γεννημένος στις 30 Αυγούστου 1930 στην Ομάχα της Νεμπράσκα) και είναι ένα Αμερικανός επιχειρηματίας και επενδυτής με πολλές επιτυχημένες επενδύσεις στο ενεργητικό του, και συνάμα είναι Διευθύνων Σύμβουλος (CEO) της Berkshire Hathaway. Θεωρείται ένας ένας αυτοδημιούργητος επιχειρηματίας με τεράστια εμπειρία στο επιχειρείν. Τον Ιανουάριο του 2022, η καθαρή περιουσία του ανέρχονταν στα 113 δισεκατομμύρια δολάρια.

Ο Warren Buffett ανέπτυξε από νεαρή ηλικία ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα οικονομικά και τον επιχειρηματικό κόσμο. Στα 16 του, άρχισε να σπουδάζει στο Wharton School του Πανεπιστημίου της Πενσυλβάνια, πριν μετακομίσει στο Πανεπιστήμιο της Νεμπράσκα στα 19 του, όπου έλαβε πτυχίο στη Διοίκηση Επιχειρήσεων. Στη συνέχεια παρακολούθησε το Columbia Business School, όπου σπούδασε Θεμελιώδη Ανάλυση, κάτι που εκ των πραγμάτων τον βοήθησε να κατανοήσει σε βάθος τις Επενδύσεις Αξίας (Value investing), ένα πολύ σημαντικό στοιχείο για επενδυτές που θέλουν να διαπρέψουν σε τούτο το χώρο.

Το 1956, ο Γουόρεν Μπάφετ ίδρυσε την Buffett Partnership, Ltd, η οποία κάποια στιγμή αργότερα απέκτησε μέσω εξαγοράς ένα εργοστάσιο κλωστοϋφαντουργίας που ονομάζεται Berkshire Hathaway, όμως το οξύμωρο στοιχείο της υπόθεσης πως μετέτρεψε την κλωστοϋφαντουργική εταιρεία σε έναν διαφοροποιημένο όμιλο Διαχείριση Ιδιωτικών Μετοχών. Το 1978 ο φίλος και συνέταιρος του Charlie Munger έγινε αντιπρόεδρος της Berkshire Hathaway.

Αξίζει να σημειωθεί πως ο Warren Buffett είναι ο πρόεδρος και ο μεγαλύτερος μέτοχος της Berkshire Hathaway από το 1970. Μάλιστα αναφέρεται συχνά από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης σε όλο τον κόσμο ως «ο Μάντης της Ομάχα», προφανώς λόγω των σωστών προβλέψεων στον τομέα των επενδύσεων και του επιχειρείν. Με λίγα λόγια, ο Buffett έγινε παγκοσμίως γνωστός για την έξυπνη επενδυτική στρατηγική στις «Επενδύσεις Αξίας» και τον απλό τρόπο ζωής, ενώ είναι βαθύπλουτος και θα μπορούσε κάλλιστα να κάνει επίδειξη πλουτισμού, όπως κάνουν διάφοροι άλλοι κακομαθημένοι δισεκατομμυριούχοι.

Αρκετές οικονομικές έρευνες που μελέτησαν τις τακτικές του εν λόγω επιχειρηματία, εξηγούν και συγκλίνουν στο γεγονός ότι η τεράστια επενδυτική επιτυχία του οφείλεται κατά κύριο λόγο μέσω της συνεπούς εφαρμογής επενδυτικών ενεργειών που είναι βασισμένη σε παράγοντες με μόχλευση.

Ένα άλλο εξίσου ενδιαφέρον στοιχείο σχετικά με αυτή τη σπουδαία προσωπικότητα είναι πως κατά τις τελευταίες δύο δεκαετίες έχει αφιερώσει τη ζωή του – μεταξύ άλλων – και στη φιλανθρωπία, και μάλιστα έχει δεσμευτεί δημοσίως ότι σκοπεύει να δωρίσει το 99% της περιουσίας του σε διάφορες φιλανθρωπίες. Το 2009, ξεκίνησε από κοινού με τον Bill Gates το εγχείρημα με την ονομασία «The Giving Pledge, όπου όλοι οι πλούσιοι που θα συμμετέχουν σε αυτήν την εκστρατεία υπόσχονται πως θα χαρίσουν τουλάχιστον τη μισή περιουσία τους σε φιλανθρωπίες.

Warren Buffett βιογραφία

Ο Γουόρεν Μπάφετ γεννήθηκε στην Ομάχα και ήταν το δεύτερο παιδί του μεσίτη και μετέπειτα βουλευτή Χάουαρντ Μπάφετ και της συζύγου του Λέιλα Σταλ. Κατά τα πρώτα παιδικά του χρόνια πήγε στο Δημοτικό Σχολείο Ρόουζ Χιλ. Το 1942, ο πατέρας του είχε την ευτυχία να εκλεγεί, στην πρώτη από τις τέσσερις θητείες στο Κογκρέσο των ΗΠΑ. Αφού μετακόμισε στην Ουάσιγκτον, DC με την οικογένεια του, ο Γουόρεν τελείωσε εκεί το δημοτικό σχολείο, και έπειτα πήγε στο γυμνάσιο το γυμνάσιο Alice Deal και μετά αποφοίτησε από το Λύκειο Woodrow Wilson High School το 1946.

Ο νεαρός τότε Γουόρεν άρχισε δειλά-δειλά να παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον για τις επιχειρήσεις και τις επενδύσεις. Μάλιστα, ένας από τους λόγους που τον οδήγησαν σε αυτό το μονοπάτι ήταν γιατί είχε εμπνευστεί από ένα βιβλίο που το δανείστηκε από τη δημόσια βιβλιοθήκη της Ομάχα όταν ήταν επτά ετών και έφερε τον τίτλο «Χίλιοι τρόποι για να βγάλεις 1.000 δολάρια.

Ένα τεράστιο κομμάτι στην εφηβική του ηλικία χαρακτηρίστηκε από επιχειρηματικές αναζητήσεις. Σε μια από τις πρώτες του επιχειρηματικές ιδέες, ο Μπάφετ πουλούσε τσίχλες, μπουκάλια Coca-Cola και εβδομαδιαία περιοδικά από πόρτα σε πόρτα. Ο Μπάφετ κέρδισε τα πρώτα του χρήματα το καλοκαίρι του 1936 αγοράζοντας έξι φιάλες Coca -Cola σε μία συσκευασία για 25 σεντς και πουλώντας μεμονωμένα την κάθε φιάλη για 10 σεντς, κατορθώνοντας έτσι να βγάλει το πρώτο του σοβαρό επιχειρηματικό κέρδος σε ηλικία μόλις 6 ετών.

Παράλληλα δούλευε κατά διαστήματα και στο μπακάλικο του παππού του. Ενώ ήταν ακόμη στο γυμνάσιο, έβγαζε χρήματα παρέχοντας εφημερίδες, πουλώντας μπάλες του γκολφ και ταχυδρομικά γραμματόσημα και συντηρώντας αυτοκίνητα. Στην πρώτη φορολογική δήλωση για τα εισοδήματά του το έτος 1944, ο Μπάφετ συμπεριέλαβε τα έξοδα αγοράς ποδηλάτου και ρολογιού του, και κάπως έτσι κατάφερε να πάρει μια μικρή επιστροφή χρημάτων.

Το 1945, ο Μπάφετ και ένας φίλος του επένδυσαν 25 δολάρια προκειμένου να αποκτήσουν ένα μεταχειρισμένο φλίπερ, το οποίο έβαλαν στη συνέχεια μέσα σε ένα τοπικό κουρείο, ώστε να παίζουν οι πελάτες την ώρα που θα περιμένουν για να κουρευτούν. Ωστόσο είχα τόσο μεγάλο επιχειρηματικό δαιμόνιο, διότι τα λεφτά που κέρδιζαν τα ξανά επένδυαν, και μέσα σε λίγους μήνες κατάφερα να αγοράσουν ένα μεγάλο αριθμό παιχνιδομηχανών φλίπερ και τα τοποθέτησαν σε τρία διαφορετικά κουρεία στην Πόλη τους. Στη μετέπειτα πορεία πώλησαν αυτή την κερδοφόρο επιχείρηση σε έναν βετεράνο πολέμου, το ίδιο έτος για 1.200 δολάρια, ένα τεράστιο χρηματικό ποσό για τα δεδομένα της εποχής, πόσο μάλλον για δύο ανήλικα παιδιά.

Αγόρασε τις πρώτες του μετοχές το 1942 σε ηλικία έντεκα ετών. Αυτές ήταν προνομιούχες μετοχές της εταιρείας Cities Service, η οποία τώρα ανήκει στο κράτος στη Βενεζουέλα . Τις αγόρασε για 38,25 δολάρια και τις πούλησε για περίπου 40 δολάρια. Σε ηλικία 14 ετών, αγόρασε ένα αγρόκτημα 40 στρεμμάτων στην Ομάχα για 1.200 δολάρια και στη συνέχεια το παρείχε για ενοικίαση, και κάπως έτσι μπορούσες να βγάζει εύκολα χρήματα μέσω παθητικού εισοδήματος προκειμένου να επενδύει σε άλλες ιδέες. Όταν ήταν 17 ετών, αυτός και οι φίλοι του αγόρασαν μια άχρηστη Rolls-Royce για 350 δολάρια. Αφού το επισκεύασαν, μπόρεσαν να το νοικιάσουν για 35 δολάρια την ημέρα.

Αφού ο Γουόρεν Μπάφετ αποφοίτησε από το γυμνάσιο το 1947, το πρώτο πράγμα που ήθελε να κάνει ήταν να ασχοληθεί αποκλειστικά με τα επιχειρηματικά δρώμενα, προφανώς λόγω των συνεχόμενων επιτυχιών που είχε μέσα από αυτά τα κερδοφόρα εγχειρήματα του, ενώ είχε γνωστοποιήσει πάραλληλα στον πατέρα του πως δεν ήθελε να πάει στο κολέγιο, και να ασχοληθεί μόνο με το επιχειρείν, εν τούτοις ο πατέρας του ήταν ανένδοτος και επέμενε να πάει οπωσδήποτε στο κολέγιο, κάτι που τελικά έγινε, παρόλες τις διαφωνίες του.

Σε ηλικία 16 ετών, ο Μπάφετ άρχισε να σπουδάζει στο Wharton Business School . Έμεινε εκεί για δύο χρόνια και εντάχθηκε στην Αδελφότητα Alpha Sigma Phi. Στη συνέχεια μεταφέρθηκε στο Πανεπιστήμιο της Νεμπράσκα, όπου αποφοίτησε σε ηλικία 19 ετών με πτυχίο Επιστήμης στη Διοίκηση Επιχειρήσεων . Αφού απορρίφθηκε από το Harvard Business School, ο Buffett εγγράφηκε στο Columbia Business School του Πανεπιστημίου Columbia αφού έμαθε ότι ο Benjamin Graham, ο πατέρας της θεμελιώδης ανάλυσης και της επένδυσης αξίας, δίδασκε εκεί. Το 1951 απέκτησε πτυχίο Master of Science στα οικονομικά. Μετά την αποφοίτηση του, ο Μπάφετ φοίτησε στο Ινστιτούτο Οικονομικών της Νέας Υόρκης.

Καριέρα και επαγγελματική σταδιοδρομία

Το 1951, ο Μπάφετ ανακάλυψε ότι ο Γκράχαμ ήταν στο συμβούλιο της ασφάλισης της GEICO. Έτσι ένα Σάββατο ανέβηκε στο τρένο και κατευθύνθηκε για την Ουάσιγκτον DC και χτύπησε την πόρτα των κεντρικών γραφείων της GEICO μέχρι που ένας θυρωρός, αρχικά δεν τον αφήνε να μπει, ωστόσο τον έπεισε να τον αφήσει, γιατί υποτίθεται ότι ήταν για κάποιο σοβαρό σκοπό.

Εκεί συνάντησε τον Λόριμερ Ντέιβιντσον, αντιπρόεδρο της GEICO, όπου οι δυο τους συζήτησαν για ώρες για τα ασφαλιστικά δρώμενα. Ο Ντέιβιντσον θα γινόταν τελικά ο δια βίου φίλος του Μπάφετ και μάλιστα αποδείχθηκε στην πορεία πως μπορούσε να ασκεί τεράστια επιρροή επάνω του.. Αν και ο Μπάφετ ήθελε να δουλέψει στη Γουόλ Στριτ, αλλά τόσο ο πατέρας του, όσο και ο Μπέντζαμιν Γκράχαμ τον προέτρεψαν να μην το κάνει. Προσφέρθηκε να εργαστεί για τον Γκράχαμ δωρεάν, αλλά ο Γκράχαμ απέρριψε αυτό το αίτημα.

Το 1952, ο Μπάφετ παντρεύτηκε τη Σούζαν Τόμσον στην Πρεσβυτεριανή Εκκλησία του Νταντί. Την επόμενη χρονιά απέκτησαν το πρώτο τους παιδί, τη Σούζαν Άλις.

Το 1954, τελικά ο Μπέντζαμιν Γκράχαμ προσέλαβε τον Γουόρεν Μπάφετ στην επιχείρηση του. Ο αρχικός του μισθός ήταν 12.000 δολάρια ετησίως (περίπου 114.000 δολάρια σημερινά λεφτά). Εκεί συνεργάστηκε στενά με τον Walter Schloss, όπου και διατήρησε μαζί του στενές σχέσεις στη μετέπειτα πορεία της ζωής του.

Σύμφωνα με τον Μπάφετ, ο Γκράχαμ ήταν ένα σκληρό αφεντικό, ενώ όταν του έλεγε ότι οι μετοχές προσφέρουν ένα μεγάλο μεγάλο περιθώριο κέρδους και θεωρούνται ένα ασφαλές επενδυτικό καταφύγιο, αφού προηγουμένως στάθμισε τις παραμέτρους μεταξύ της τιμής τους και της εγγενούς αξίας τους, ωστόσο εκείνος δεν ήθελε να ακούσει με τίποτα και συνέχεια απέρριπτε αυτό το υποτιθέμενο ιδανικό επενδυτικό εγχείρημα.

Την ίδια χρονιά, το ζευγάρι Μπάφετς απέκτησαν το δεύτερο παιδί τους, τον Χάουαρντ Γκράχαμ. Το 1956 ο Μπέντζαμιν Γκράχαμ αποσύρθηκε και κάπως έτσι τελείωσε η συνεργασία μεταξύ τους. Σε αυτό το σημείο, οι προσωπικές αποταμιεύσεις του Buffett ανέρχονταν πάνω από 174.000 δολάρια (περίπου 1,64 εκατομμύρια δολάρια σημερινά χρήματα) και ίδρυσε την Buffett Partnership Ltd.

Μετά τη συνταξιοδότηση του Γκράχαμ το 1956, ο Μπάφετ σχημάτισε την πρώτη του ιδιωτική ετερόρρυθμη εταιρεία (Buffett Partnership) στην Ομάχα την 1η Μαΐου 1956 σε ηλικία 25 ετών με μια συμβολική επένδυση ύψους 100 δολαρίων. Επιπρόσθετα, επειδή διαπίστωσε πως αυτό το εγχείρημα χρειάζονταν άμεσα επιπλέον κεφάλαια, αναγκάστηκε να στραφεί δεξιά και αριστερά έως ότου μαζέψει ένα ικανοποιητικό ποσό για να υλοποιήσει τα μεγαλεπήβολα σχέδιά του, και όμως τα κατάφερε, αφού συγκέντρωσε 105.000 δολάρια, όπου συνεισέφεραν επτά συγγενείς και γνωστοί, μεταξύ των οποίων η αδερφή του Ντόρις, η θεία και ο πεθερός του.

Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ο Μπάφετ έλαβε μαθήματα από τον Dale Carnegie στην επικοινωνία και την ηγεσία και στη συνέχεια έδινε διαλέξεις τακτικά στο Πανεπιστήμιο της Νεμπράσκα σχετικά με το θέμα των επενδυτικών αρχών.

Το 1957, ο Warren Buffett έκλεισε μέσω της εταιρείας του τρεις σημαντικές συνεργασίες που θα αποδεικνύονταν αργότερα πως ήταν ορόσημο. Εκείνη τη χρονιά αγόρασε ένα σχετικά μικρό σπίτι για την οικογένεια του στην Ομάχα που είχε μόλις πέντε δωμάτια, όπου διαμένει εκεί μέχρι σήμερα.

Το 1958 γεννήθηκε το τρίτο παιδί των Μπάφετς, ο Πίτερ Άντριου. Εκείνο το έτος κατόρθωσε να φτάσει τις πέντε συνεργασίες για την εταιρεία του.Ενώ μέχρι το 1959, αυξήθηκε σε έξι συνεργασίες και ο Μπάφετ συνάντησε τον μελλοντικό του συνεργάτη, Τσάρλι Μάνγκερ.

Η εταιρεία διαχείρισης μετόχων και επενδύσεων που είχε, αναπτύχθηκε γρήγορα με την πάροδο των ετών, τόσο από πλευράς απόκτηση νέων πελατών, όσο και από άποψης καταθέσεων, και μάλιστα πέτυχε μέση ετήσια απόδοση επένδυσης για τους πελάτες του της τάξεως του 29,5% από το 1956 έως το 1969 (με τον Buffett να κερδίζει άνω του 6% από το 25% της απόδοσης που που κέρδιζαν οι πελάτες). Για τους πρώτους επενδυτές, τα 10.000 δολάρια έγιναν 150.000 δολάρια (μετά το ποσοστό επιτυχίας του Buffett).

Berkshire Hathaway

Το 1962 ήταν μία σημαδιακή χρόνια, αφού ο Warren Buffett κατόρθωσε να γίνει εκατομμυριούχος, ενώ μάλιστα πήρε την τολμηρή απόφαση να συγχωνεύσει όλες τις συνεργασίες που είχε καταφέρει να κλείσει μέχρι τότε, σε μία, μέσω διαφόρων τεχνασμάτων.

Ο Μπάφετ επένδυσε στην Berkshire Hathaway την ίδια χρονιά, παίρνοντας τελικά τον έλεγχο της κλωστοϋφαντουργίας, όμως δεν είχε αποκτήσει ακόμη το σύνολο των μετοχών, και έτσι ά ρχισε να αγοράζει μετοχές της Berkshire από τον Seabury Stanton, τον τότε ιδιοκτήτη, τον οποίο αργότερα απέλυσε. Και πιο αναλυτικά αγόραζε 7,60 δολάρια ανά μετοχή.

Το 1965 ο Warren Buffett άρχισε να αγοράζει επιθετικά μετοχές της Berkshire, πληρώνοντας 14,86 δολάρια ανά μετοχή, ενώ η εταιρεία πουλούσε σε τρίτους 19 δολάρια ανά μετοχή. Ο Μπάφετ ανέλαβε τον έλεγχο της Berkshire Hathaway σε μια συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου και διόρισε έναν νέο πρόεδρο, τον Ken Chace, για να διευθύνει την εταιρεία. Το 1966, ο Μπάφετ έκλεισε συνεργασίες για περισσότερα χρήματα. Αργότερα ισχυρίστηκε ότι η κλωστοϋφαντουργική επιχείρηση της Berkshire ήταν η χειρότερη συμφωνία του μέχρι σήμερα. Στη συνέχεια μετέφερε την επιχείρηση της Berkshire στον ασφαλιστικό τομέα και το 1985 πουλήθηκε και το τελευταίο από τα ελαιοτριβεία που κάποτε αποτελούσαν τη βασική επιχείρηση της Berkshire Hathaway.

Ο Μπάφετ διέλυσε την κλωστοϋφαντουργική εταιρεία το 1969 και πρόσφερε στους επενδυτές τα χρήματα τους σε μετοχές της Berkshire Hathaway στην τότε τιμή των περίπου 43 δολαρίων ανά μετοχή.

Ο Buffett κατείχε συμφέροντα στο Diversified Retailing και στα Blue Chip Stamps εκτός από την Berkshire Hathaway στις αρχές της δεκαετίας του 1970 . Αργότερα συγχώνευσε αυτές τις δύο εταιρείες με την Berkshire Hathaway (1979 Diversified Retailing, και 1982 Blue Chip Stamps) αφού η Αμερικανική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς (SEC) τον είχε ερευνήσει στα μέσα της δεκαετίας του 1970, κυρίως λόγω ύποπτων συγκρουόμενων συμφερόντων (η Blue Chip Stamps ήταν επίσης ένα είδος επενδυτικής εταιρείας).

Ο Μπάφετ ήταν άγνωστος στο ευρύ κοινό για πολύ καιρό. Αυτό άλλαξε όταν ο γνωστός συγγραφέας οικονομικών βιβλίων, ο George W. Goodman (γνωστός περισσότερο με το ψευδώνυμό του “Adam Smith”) αφιέρωσε ένα ξεχωριστό κεφάλαιο στο βιβλίο του Supermoney στον Warren Buffett και τον Benjamin Graham το 1972 .

Στη Wall Street, η κατάρρευση των άκρως μέχρι τότε κερδοφόρων μετοχών στα τέλη της δεκαετίας του 1960 είχε προκαλέσει μια τεράστια μεταστροφή για τους επενδυτές, ωστόσο κάποιοι άλλοι φρόντιζαν να τις αγοράζουν σχετικά φθηνά. και μεταξύ αυτών ήταν και ο Γουόρεν. Ως αποτέλεσμα της μαζικής μετακίνησης στις λεγόμενες Nifty-Fifty ή Vestal Virgins , οι τιμές οδηγούνταν τώρα σε όλο και πιο απίθανα ύψη. Τελικά αυτή η φούσκα έμελλε να σκάσει το 1973 / 1974.

Στα τέλη του 1974, κοντά στο τέλος μιας πενταετούς πτωτικής πορείας για το χρηματιστήριο που είχε επιφέρει τις χειρότερες μειώσεις των τιμών στις μετοχές από τη Μεγάλη Ύφεση, ο Μπάφετ μίλησε για αυτό σε μία συνέντευξη του στο Forbes, λέγοντας, «Τώρα είναι η ώρα να επενδύσεις και να πλουτίσεις.» Ο ίδιος ο Μπάφετ είχε αποκτήσει πολλές μετοχές πριν από το 1974. Το μερίδιο του 1973 στην Washington Post και η εξαγορά του κατασκευαστή ζαχαροπλαστείων See’s Candies το 1972 (μέσω της Blue Chip Stamps) τελικά αποδείχθηκαν άκρως κερδοφόρες επενδύσεις μέχρι και σήμερα.

Στη δεκαετία του 1980, ο Μπάφετ έγινε πρωτοσέλιδο στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, διότι αγόρασε μεγάλες ποσότητες μετοχών σε Coca-Cola, American Express και Gillette. Επιπλέον, η Berkshire Hathaway έχει επίσης επανειλημμένα εξαγοράσει ολόκληρες εταιρείες, όπως η επιτυχημένη εταιρεία λιανικής πώλησης επίπλων Nebraska Furniture Mart το 1983 και το 2003 τον μεγαλύτερο Αμερικανό κατασκευαστή καταλυμάτων, την Clayton Homes, όπως και κάποιες τράπεζες, Προκάλεσε επίσης σάλο όταν το 1991 έσωσε την επενδυτική τράπεζα Salomon Brothers της Wall Street, η οποία είχε βρεθεί σε δεινή θέση ως αποτέλεσμα ενός σκανδάλου που αφορούσε χειρισμούς στη δημοπρασία αμερικανικών κρατικών ομολόγων.

Η σύζυγος του Μπάφετ, Σούζαν, αποφάσισε το 1977, μετά από 25 χρόνια γάμου, να μην ζει πλέον με τον Μπάφετ και μετακόμισε στο Σαν Φρανσίσκο για να εργαστεί ως τραγουδίστρια και πολιτική ακτιβίστρια, αλλά διατήρησε μια συνεργασία μαζί του μέχρι τον θάνατό της το 2004. Στη συνέχεια, η Σούζαν σύστησε τον Μπάφετ στην Άστριντ Μενκς, η οποία, με τη συγκατάθεσή της, έγινε η μόνιμη σύντροφός του και μετακόμισε στο σπίτι του προκειμένου να μείνουν μαζί. Ο Γουόρεν και η Σούζαν συνέχισαν να εμφανίζονται ως ζευγάρι. Η Σούζαν και η Άστριντ τα πήγαιναν καλά – οι φίλοι τους λάμβαναν συχνά προσκλήσεις που υπέγραφαν και οι τρεις μάζι πάνω στα προσκλητήρια για διάφορες εκδηλώσεις. Η σχέση του Γουόρεν, της Σούζαν και της Άστριντ μπορεί να περιγραφεί ως ένα ερωτικό τρίγωνο. Στα 76α γενέθλια του, ο Μπάφετ παντρεύτηκε την Άστριντ Μενκς στο σπίτι της κόρης του Σούζι.

Το 2009, ο Μπάφετ αγόρασε μετοχές της Dow Chemical για 3 δισεκατομμύρια δολάρια. Το 2014, η περιουσία και οι επενδύσεις του υπολογίστηκαν σε 65 δισεκατομμύρια δολάρια.

Το επίκεντρο των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων της Berkshire Hathaway σήμερα, εκτός από τις παθητικές επενδύσεις, είναι οι δραστηριότητες των περισσότερων από 60 ιδιόκτητων εταιρειών που δραστηριοποιούνται πλέον σε διάφορους επιχειρηματικούς τομείς, όπως τον ασφαλιστικό τομέα, και αυτό τεκμηριώνεται από τις ιδιόκτητες εταιρείες που κατέχει ο όμιλος, δηλαδή την Berkshire Hathaway Reinsurance Group και Berkshire Hathaway Primary Group καθώς και την GEICO (πέμπτος μεγαλύτερος ασφαλιστής μηχανοκίνητων οχημάτων στις ΗΠΑ) και την General Re (πέμπτος μεγαλύτερος αντασφαλιστής στον κόσμο).

Ο Buffett προσελκύει σταθερά την προσοχή σε ετήσια οικονομικά φόρουμ με οξυδερκείς διαλέξεις, αυτοκριτικές και χιουμοριστικές παρατηρήσεις.

Η Berkshire Hathaway έχει τοποθετήσει επί του παρόντος 5 δισεκατομμύρια δολάρια στην Goldman Sachs. Ο Μπάφετ υπερασπίστηκε την Goldman Sachs ενάντια στους ισχυρισμούς απάτης που της έχει προσάψει η SEC . Ωστόσο, ο Charles Munger, αντιπρόεδρος της Berkshire Hathaway, άφησε αιχμές αναφορικά με τη διάκριση μεταξύ νομιμότητας και ηθικής, υπονοώντας το Warren buffett.

Η επενδυτική εταιρεία του Μπάφετ δήλωσε τον μακροπρόθεσμο στόχο της να ελέγξει όλες τις σιδηροδρομικές μεταφορές στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. Στο τέλος του 2009, η Berkshire Hathaway αύξησε το μερίδιο της στην αμερικανική σιδηροδρομική εταιρεία Burlington Northern Santa Fe από το 22,6% στο 100% για 44 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ.

Ο Μπάφετ κατείχε το 28,5% της Berkshire Hathaway το 2009, η αξία της οποίας ήταν 36 δισεκατομμύρια δολάρια εκείνη την εποχή.

Επενδυτικές Αρχές

Ο Warren Buffett θεωρείται υπέρμαχος της επένδυσης αξίας και αντικειμενικά είναι ο πιο επιτυχημένος μαθητής του Benjamin Graham και των θεωριών του από τα βιβλία Security Analysis και The Intelligent Investor. Ωστόσο, έχει επίσης επηρεαστεί με την πάροδο του χρόνου από άλλους επενδυτές όπως ο Philip Fisher. Ταυτόχρονα είναι δηλωμένος αντίπαλος της Υπόθεσης της Αποτελεσματικότητας της Αγοράς (Efficient-market hypothesis) και της σύγχρονης θεωρίας χαρτοφυλακίου (Modern portfolio theory).

Αν και ο Warren Buffett φαίνεται να μη δίνει ιδιαίτερο βάρος στα μερίσματα των δικών του εταιρειών, εν τούτοις δίνει μεγάλη προσοχή στις επενδύσεις που αποφέρουν υψηλά και αυξανόμενα μερίσματα σε άλλες εταιρείες.. Η διοίκηση της Berkshire Hathaway χρησιμοποιεί αυτά τα χρήματα για να αγοράσει πίσω μετοχές όταν πιστεύει ότι η τιμή είναι πολύ χαμηλή.

Το κεντρικό επενδυτικό κριτήριο είναι η έννοια του «περιθωρίου ασφαλείας». Επομένως, ο αγοραστής ενός τίτλου θα πρέπει να προσδιορίσει την εγγενή αξία του και να ελέγξει εάν η τιμή αυτού του τίτλου στο χρηματιστήριο είναι χαμηλότερη υπέρ του από την καθορισμένη αξία. Η εγγενής αξία καθορίζεται από πολλούς παράγοντες, οι οποίοι στο Graham καθορίζονται πρωτίστως σύμφωνα με ποσοτικά αντικειμενικά κριτήρια (αξία ρευστοποίησης της εταιρείας, P/E , αναλογία τιμής προς λογιστική αξία , επίπεδο χρέους, προηγούμενα κέρδη, μερισματική απόδοση).

Αρκετοί ειδικοί οικονομολόγοι αναφέρουν συχνά – πυκνά πως ο Warren buffett έχει απομακρυνθεί από τις διδασκαλίες του Graham με την πάροδο του χρόνου, καθώς δίνει μεγάλη έμφαση σε ποιοτικά στοιχεία στις επιχειρήσεις που επενδύει, όπως δεξιότητες και ακεραιότητα διαχείρισης, ποιότητα επιχείρησης, μελλοντική κερδοφορία.

Κατά την αξιολόγηση των ποιοτικών στοιχείων, ο Buffett καθοδηγήθηκε από το βιβλίο του Philip Fisher Common Stocks and Uncommon Profits, αλλά κυρίως από τον φίλο του Charles Munger Οι Munger και Fisher στρέφονται στο γεγονός ότι το κεφάλαιο πρέπει να επενδυθεί σε λίγες εκμεταλλεύσεις και απορρίπτουν την έντονη διαφοροποίηση. Η ποιοτική προσέγγιση του Buffett ήταν εμφανής από νωρίς, για παράδειγμα το 1964 όταν απέκτησε μετοχές στον πάροχο χρηματοοικονομικών υπηρεσιών American Express , ο οποίος είχε αντιμετωπίσει σοβαρές δυσκολίες ως αποτέλεσμα του τότε σκανδάλου, ή το 1976 που αγόρασε μεγάλο μερίδιο μετοχών στην η ασφαλιστική εταιρεία GEICO, η οποία απειλούνταν με κατάρρευση. Και στις δύο περιπτώσεις, ο Buffett θεώρησε τα τρέχοντα προβλήματα ως ξεπεράσιμα και τις υποκείμενες δραστηριότητες των εταιρειών ως υγιείς και εξαιρετικά κερδοφόρες.

Ενώ ο Buffett έδινε πάντα μεγάλη έμφαση σε υποκειμενικά κριτήρια κατά την αξιολόγηση της εγγενούς αξίας μιας εταιρείας, ποτέ δεν απομακρύνθηκε από τα θεμελιώδη στοιχεία της επενδυτικής φιλοσοφίας του Benjamin Graham. Το βασικό σημείο παραμένει ότι μια εταιρεία πρέπει να εξαγοραστεί σε πολύ ελκυστική τιμή. Ο ίδιος ο Μπάφετ δεν κουράζεται ποτέ να εξηγεί ότι η επενδυτική του επιτυχία δεν είναι μεμονωμένη ή τυχαία, αλλά βασίζεται στις διδασκαλίες του Γκράχαμ.

Σύμφωνα με τον ίδιο, το «περιθώριο ασφάλειας» και η εγγενής αξία μιας εταιρείας μπορούν να ερμηνευτούν και να καθοριστούν διαφορετικά από διαφορετικούς επενδυτές. Το 1984 σε μια ομιλία του στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια παρευρίσκονταν αρκετοί επενδυτές (όπως ο Stan Perlmeter, Bill Ruane, Walter Schloss) που έχουν επιτύχει εξαιρετικές επενδυτικές αποδόσεις για μεγάλα χρονικά διαστήματα τηρώντας τις αρχές του Graham. Σε αυτή την ομιλία προέκυψε το διάσημο δοκίμιο του «The Superinvestors of Graham-and-Doddsville», που έχει μείνει στην ιστορία.

Επιπρόσθετα ο Buffett δίνει πλέον πολύ μεγαλύτερη αξία στα υποκειμενικά στοιχεία όταν εξαγοράζει μια εταιρεία. Η υποκειμενική μεροληψία είναι επίσης εμφανής στο γεγονός ότι ο Μπάφετ παρέχει μεγάλη εμπιστοσύνη στους Διευθύνοντες Συμβούλους των εταιρειών στις οποίες επενδύει, δηλαδή εκτιμάει την εργασιακή τους ηθική και τους επιτρέπει να έχουν σχεδόν πλήρη ελευθερία στο να διευθύνουν τις επιχειρήσεις. Συνεπώς εργάζονται έτσι αποδοτικότερα και ποιοτικότερα, χωρίς άγχος. Έτσι, ο Μπάφετ ανέπτυξε απλώς μια ευρύτερη και πιο ευέλικτη προσέγγιση για τη μέτρηση της εγγενούς αξίας από ό,τι ο Γκράχαμ.

Επιπλέον, σύμφωνα με τον Buffett, οι επενδυτές θα πρέπει να επενδύουν μόνο σε εταιρείες (όσο το δυνατόν πιο απλές) των οποίων την επιχείρηση κατανοούν. Ως αποτέλεσμα, ο Μπάφετ, ο οποίος λέει ότι δεν καταλαβαίνει την τεχνολογία, σπάνια έχει επενδύσει σε εταιρείες βαριάς τεχνολογίας. Το 1997, απέρριψε την πρόταση του τότε αντιπροέδρου της Microsoft , Τζεφ Ράικς, να επενδύσει στην εταιρεία του φίλου του Μπιλ Γκέιτς, παρά τις καλύτερες προσπάθειες του Ράικς να τον πείσει για τα πλεονεκτήματα της Microsoft.

Επιπλέον, ο επενδυτής θα πρέπει πάντα να βλέπει τον εαυτό του ως μέτοχο της επιχείρησης και όχι ως κερδοσκόπο που στοχεύει σε βραχυπρόθεσμες αυξήσεις τιμών. Κατά συνέπεια, ο επενδυτής θα πρέπει να αγνοήσει τις διακυμάνσεις της αγοράς, αφού με μια καλά μελετημένη αγορά σύμφωνα με τους κανόνες του «περιθωρίου ασφαλείας» μπορεί να είναι σίγουρος ότι αυτό τελικά θα υλοποιηθεί υπέρ του σε βάθος χρόνου. Σύμφωνα με τον Μπάφετ, δεν θα έπρεπε να τον ενδιαφέρει αν το χρηματιστήριο θα παραμείνει κλειστό για χρόνια και θα έπρεπε ιδανικά να αγοράσει τις μετοχές που θα τις κρατήσει για πάντα.

Η αποστροφή του Γουόρεν Μπάφετ για το χρέος

Η αποστροφή του Μπάφετ για το χρέος αποδείχθηκε εμφανέστατα όταν είπε κάποτε πως ακόμη και να έχεις πιθανότητα της τάξεως του 99% τα δανεικά χρήματα να πιάσουν τόπο, εντούτοις δεν δικαιολογείται ο κίνδυνος του 1% ότι το χρέος θα μπορούσε να σε φέρει σε μπελάδες και μάλιστα σε τυχόν επικίνδυνα προβλήματα. Δεν ορίζει τον κίνδυνο ως αστάθεια, αλλά, όπως είπε ο Benjamin Graham, ως πιθανότητα μόνιμης απώλειας κεφαλαίου. Δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε, είπε ο Μπάφετ, ότι του έχουν εμπιστευτεί τα χρήματα των άλλων, επομένως ακόμη και το μικρότερο ποσό χρημάτων πρέπει να το διαχειρίζεσαι με τη μέγιστη προσοχή.

Στέλιος Θεοδωρίδης
Στέλιος Θεοδωρίδης
Ο ήρωας μου είναι ο γάτος μου ο Τσάρλι και ακροάζομαι μόνο Psychedelic Trance
RELATED ARTICLES

Αφήστε ένα σχόλιο

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

Πρόσφατα άρθρα

Tηλέφωνα έκτακτης ανάγκης

Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος: 11188
Ελληνική Αστυνομία: 100
Χαμόγελο του Παιδιού: 210 3306140
Πυροσβεστική Υπηρεσία: 199
ΕΚΑΒ 166