Η πορεία της καριέρας του Μπρους Σπρίνγκστιν δεν έχει «στολιστεί» ούτε με ένα σκάνδαλο, δεν περιέχει την παραμικρή περιπέτεια με ναρκωτικά, είναι απλώς γεμάτη μπόλικο αληθινό rock ‘n’ roll. Ο αποκαλούμενος The Boss έχει κερδίσει τη θέση του ανάμεσα στους θρύλους του ροκ χωρίς ποτέ να ακολουθήσει την αυτοκαταστροφική τους πορεία.
Οι οπαδοi του δεν τον θαυμάζουν απλώς ως μουσικό. Δεν τον λατρεύουν ως ίνδαλμα. Τον αγαπούν ως μέλος της οικογένειάς τους. Αυτό, για να το πετύχεις μέσα σε 50 χρόνια καριέρας, πρέπει να έχεις εμπνεύσει, όχι μόνο μέσω της μουσικής σου, αλλά και μέσω της προσωπικής σου στάσης. Ο Μπρους Σπρίνγκστιν, από τη δεκαετία του ’70, όπου ξεπρόβαλλε στα εξώφυλλα των Times και Newsweek ως «το μέλλον του rock ‘n’ roll», μέχρι τις μέρες μας, όπου συνεχίζει να γεμίζει στάδια με 100.000 κόσμο, έχει σταθεί στο κοινό του ως παλιός, καλός φίλος.
Δεν υπερχρεώνει, δεν εκμεταλλεύεται, δεν κάνει εκπτώσεις στην ποιότητα. Παρά τα 61 του χρόνια, παίζει 3 και πλέον ώρες χωρίς διάλειμμα. «Δεν έχω δει ποτέ καλλιτέχνη να ενδιαφέρεται τόσο λίγο για την επιτυχία», είχε πει για αυτόν ο αντιπρόεδρος της Columbia, Τζον Χάμοντ. «Και το κάνει με χαρακτηριστική ταπεινότητα. Αν του πεις «πρέπει στο τέλος να σφουγγαρίσεις τη σκηνή», θα το κάνει». Η δεκαετία του ’80 με την επιτυχία του Born in the U.S.A., όπου η εικόνα του φιγουράριζε σε αφίσες, κονκάρδες και σιδερότυπα, τον τρόμαξε. «Η επιτυχία κάνει πιο εύκολη την επιβίωση, όχι τη ζωή σου», είχε δηλώσει. «Την πρώτη φορά που μπαίνεις σε λιμουζίνα, ενθουσιάζεσαι. Μετά, καταλαβαίνεις ότι πρόκειται απλώς για ένα γελοίο αυτοκίνητο».
Στα 20 μας ήμασταν αλητάμπουρες στις παραλίες του Άσμπουρι. Μας πλήρωναν ένα δολάριο και το χωρίζαμε διά επτά. Για πόσο μπορείς να ζήσεις έτσι; Για πάντα, φίλε μου, για πάντα.
Η μόνη φορά που βγήκε μπροστά με φόρα τα τελευταία χρόνια ήταν στις συναυλίες Vote for Change, που υποστήριζαν τους δημοκρατικούς υποψηφίους (Κέρι και Ομπάμα). O rocker που παλαιότερα είχε δηλώσει ότι «η τυφλή πίστη στους ηγέτες σκοτώνει» ένιωσε να πνίγεται. «Όποιος σιωπά δεν είναι πατριώτης», έτριξε τα δόντια του στη διαβόητη φράση του Τζορτζ Μπους. Μπορεί ο Ντίλαν να ήταν ο μεγαλύτερος ποιητής και ο Λένον ο μεγαλύτερος επαναστάτης, αλλά ο Μπρους παρέμεινε η παλλόμενη καρδιά του rock ‘n’ roll. «Από την πρώτη στιγμή που ξεκίνησα να γράφω, είχα ένα μόνο στόχο: Να αποτυπώσω την προσωπική μου αλήθεια και ανθρωπιά, και να ευελπιστώ ότι μπορεί να βρει και να κουμπώσει σε καθέναν ακροατή προσωπικά». Γι’ αυτό και οι συναυλίες του εμπεριέχουν μεγάλες στιγμές συγκίνησης. «Δεν θα σταματήσω να δίνω συναυλίες γιατί θα χάσω στιγμές όπου μεγάλοι άντρες κλαίνε», έχει πει ο ίδιος από το μικρόφωνο έπειτα από μια εκτέλεση του The River που βρήκε τις πρώτες σειρές να σκουπίζουν τα μάτια τους.
Σε εποχές όπου το ροκ ήταν συνώνυμο της παρακμής, ο Σπρίνγκστιν έχτισε την καριέρα του τραγουδώντας για φιλία, ισότητα, δικαιοσύνη, όνειρα. Είναι ανέκδοτο ότι δεν πήρε ποτέ του ναρκωτικά. «Ποια ναρκωτικά;», λέει γελώντας ο κιθαρίστας του, ο Στιβ Βαν Ζαντ. «Ούτε χάπι, ούτε τσιγάρο, ούτε μανιτάρι. Εδώ με δύο μπίρες γινόταν λιώμα και άρχιζε τις σαχλαμάρες στη σκηνή». Οι μέρες της φτώχειας μπορεί να έχουν τελειώσει, αλλά ο Μπρους συνεχίζει να ζει στο Νιου Τζέρζι. Αρχικά, η έπαυλή του στο Ράμσον δεν είχε καν ψηλό φράχτη και κάμερες ασφαλείας.
«Όμως, του χτυπούσαν την πόρτα όλες τις ώρες της ημέρας και της νύχτας, και συμμορφώθηκε», λέει γελώντας ο Βαν Ζαντ. Ο ίδιος θεωρεί απαραίτητο να μεγαλώσει τα παιδιά του στην «πατρίδα», όπως αποκαλεί την ίσως πιο άσχημη πολιτεία της Αμερικής. «Εκεί, είμαι ο εαυτός μου. Επιστρέφω στις γειτονιές μου με την ίδια γλύκα που φοράς τα ρούχα του πατέρα σου». Ενεργό μέλος της κοινότητάς του, εμφανίζεται κάθε Χριστούγεννα σε φιλανθρωπικές συναυλίες στο Άσμπουρι Παρκ, τη γενέτειρά του, αλλά κάνει και αιφνιδιαστικές επιδρομές στα μπαρ της παραλίας για να δει τις νέες μπάντες. «Στα 20 μας ήμασταν αλητάμπουρες στις παραλίες του Άσμπουρι. Μας πλήρωναν ένα δολάριο και το χωρίζαμε διά επτά. Για πόσο μπορείς να ζήσεις έτσι; Για πάντα, φίλε μου, για πάντα». «Για πάντα»: Θα μπορούσε να ισχύει και για την αγαπημένη του. Η Πάτι Σιάλφα, μέλος της μπάντας από τα 80’s, είναι η επί 20 χρόνια σύζυγός του και μητέρα των τριών παιδιών του. «Πείτε με συντηρητικό, αλλά, ναι, ήθελα να την παντρευτώ. Ήθελα να πω τους όρκους».
Όταν πριν από δύο χρόνια η μπάντα ήρθε αντιμέτωπη με τον πρώτο θάνατο (του οργανίστα, Ντάνι Φεντερίτσι, που έχασε τη μάχη με τον καρκίνο), ο Σπρίνγκστιν είπε τα πράγματα με το όνομά τους: «Νομίζεις ότι απλώς κάνεις μια δουλειά. Όταν, όμως, επί χρόνια μοιράζεσαι τη σκηνή με τους κολλητούς σου, τότε το νιώθεις: Μοιάζει με rock ‘n’ roll, αλλά τελικά είναι αγάπη».