Ομολογώ πως διάβασα με αρκετό ενδιαφέρον ένα άρθρο στο Linux Insider σχετικά με τον χαμό που έχει γίνει στον κόσμο του Linux εξαιτίας του τελευταίου Ubuntu και της απόφασης των δημιουργών του (της Canonical) να αγοράσει άδεια χρήσης του H.264 codec για αυτό. Ναι, ξέρω, αν δεν γνωρίζετε «για τι μιλάω», μάλλον ήδη έχετε… χαθεί. Ας πάρουμε λοιπόν τα πράγματα από την αρχή.
Το H.264 είναι ένας αλγόριθμος συμπίεσης βίντεο που, όλως τυχαίως, πρωτοχρησιμοποιήθηκε «επίσημα» στα δισκάκια blu-Ray, αν και είχε κάνει την εμφάνιση του πολύ νωρίτερα στο Internet. Σύντομα βρέθηκε να αποτελεί τον προτιμώμενο τρόπο συμπίεσης για πολλά (αν όχι τα περισσότερα) βίντεο στο Internet, λόγω του ότι συνδυάζει εξαιρετική ποιότητα με μικρό μέγεθος αρχείων και πολύ καλές δυνατότητες streaming.
Ουσιαστικά, ο H.264 μπορεί να θεωρηθεί “η εξέλιξη του MPEG4″ ή, για όσους δεν γνωρίζουν τι είναι αυτό, των γνωστότερων (και επίσης “βασισμένων στο MPEG4″) DivX και XviD. Δεν σας λένε τίποτα και αυτές οι λεξούλες; Μήπως αν αναφέρω πως το DivX γνώρισε επιτυχία κυρίως ως “ο τρόπος με τον οποίο συμπιέζονταν τα περισσότερα DVDs για να διατίθονται παράνομα στο Internet μέσω P2P”, και πως οι 9 στις 10 πειρατικές ταινίες που βρίσκει κανείς online είναι κωδικοποιημένες είτε με αυτό, είτε με το XviD, θα βοηθήσω τη μνήμη σας; Ναι, μάλλον…
Θέμα διάδοσης
Το DivX και το XviD, λοιπόν, υποστηρίζονταν και από αρκετά κινητά, ενώ υπήρχε τρόπος να προβληθούν και από το PSP, το Xbox, το Playstation 2 και, τώρα πια, τις σύγχρονες κονσόλες, Xbox 360 και Playstation 3. Όχι μόνο μπορεί κανείς να βρει στο εμπόριο DivX players (και, κατ’ επέκταση, “MPEG4 players”, αφού όπως είπα το DivX είναι βασισμένο σε αυτό – και άρα αυτές οι συσκευές παίζουν “σχεδόν οτιδήποτε MPEG4″), που μπορούν να παίζουν βίντεο συμπιεσμένα με αυτό τον τρόπο, αλλά ακόμη και… τηλεοράσεις, που μπορούν να προβάλλουν απευθείας βίντεο που έχει αποθηκεύσει ο χρήστης σε ένα USB Flash Drive. Ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλο μας – ο βασικότερος λόγος της επιτυχίας του ήταν και είναι η πειρατεία.
Είναι πολύ βολικό για έναν χρήστη να κατεβάσει πειρατικές ταινίες, να τις σώσει σε ένα “φλασάκι”, να το “χώσει” στην τηλεόραση και, άμεσα, να βλέπει την ταινιούλα του με μηδενικό κόστος στην άνεση του σαλονιού του. Κάντε ένα γκάλοπ: πόσοι γνωστοί σας γνωρίζουν “πως να συμπιέσουν ένα βίντεο σε MPEG4″; Μετά, κάντε ένα παραπλήσιο γκάλοπ: “πόσοι έχουν κατεβάσει και δει μια πειρατική ταινία”;
Όσο εξαιρετικό και αν ήταν το MPEG4, όμως, και όσο πιο αποδοτικό και αν ήταν από το MPEG2 (που χρησιμοποιείται για τη συμπίεση βίντεο στα DVDs), είχε ένα σημαντικό μειονέκτημα: δεν υποστήριζε εξαρχής streaming, δηλαδή, “μεταφορά μέσω Internet ενώ το βίντεο παίζει
”. Ναι μεν βρέθηκαν λύσεις και πατέντες για να είναι και αυτό εφικτό, αλλά το H.264 είχε εξαρχής ως σκοπό ύπαρξης να συμπεριλάβει αυτή τη δυνατότητα στο δυναμικό του. Και όχι μόνο το κατάφερε, αλλά ξεπέρασε σε επίπεδα συμπίεσης και ποιότητας το MPEG4 κατά… έτη φωτός! Για να καταλάβετε, ένα αρχείο βίντεο συμπιεσμένο με MPEG4 μπορεί να παρουσιάζει πολύ καλή ποιότητα σε 700MBs μεγέθους (ένα CD). Το ίδιο αρχείο συμπιεσμένο με H.264 μπορεί να “πέσει” στα… 150-200MBs!
Δεν είναι όλα ανοιχτά
Ένα μικρό προβληματάκι με το H.264, όμως, είναι πως δεν διατίθεται ελεύθερα για εμπορική χρήση. Είναι ένας “κλειστός” αλγόριθμος, που δημιουργήθηκε για να χρησιμοποιείται σε εμπορικές λύσεις. Ναι, “κυκλοφορεί” και “ανοιχτός”, ναι, μπορεί κανείς να βρει πειρατικές ταινίες που έχουν συμπιεστεί με αυτόν, ναι, υπάρχουν “τσάμπα” λύσεις συμπίεσης με αυτόν, αλλά όλες είναι “ανεπίσημες”. Εταιρείες όπως η Sony, η Microsoft, η Google δεν θα μπορούσαν να τον χρησιμοποιούν δωρεάν. Άλλο “εταιρεία”, άλλο “ο Μπάμπης που συμπιέζει κόπιες στο υπόγειο των γονιών του”. Και εδώ έρχεται το πρόβλημα με το Linux…
Όπως και το DivX, που αρχικά γνώρισε επιτυχία λόγω πειρατείας και, με την πάροδο του χρόνου, “νομιμοποιήθηκε” και άρχισε να χρησιμοποιείται και από εμπορικές λύσεις, έτσι και το H.264 αρχικά “έπαιξε” πολύ στον κόσμο της πειρατείας και γνώρισε σημαντική επέκταση. Με τον καιρό, υϊοθετήθηκε και από εταιρείες, “επισημοποιήθηκε” και μετατράπηκε στην προτιμώμενη, για πολλούς, λύση συμπίεσης βίντεο. Αποτέλεσμα; Υπάρχουν άπειρα βίντεο συμπιεσμένα με αυτό. Και αν θέλει κανείς να τα δει, πρέπει η συσκευή που χρησιμοποιεί, το κινητό του, ο υπολογιστής του, η παιχνιδομηχανή του, να το υποστηρίζουν.
Στην περίπτωση των PC υπάρχουν και “ανεξάρτητες” λύσεις που επιτρέπουν την αναπαραγωγή του. Ναι, υπάρχουν και απολύτως νόμιμες και δωρεάν λύσεις που επιτρέπουν τόσο τη συμπίεση όσο και την αναπαραγωγή του – όπως το X.264 και το FFDShow. Τώρα, όμως, που “επισημοποιήθηκε”, έρχεται και η ώρα να πληρώσει κανείς άδεια χρήσης αν θέλει να το χρησιμοποιεί. Και εδώ έρχονται τα προβλήματα στον κόσμο του Linux.
Το Linux έπαιζε και παίζει πάντα με τη λογική του «ανοιχτού κώδικα», της “ελεύθερης τροποποίησης”, της “συλλογικής εργασίας ανάμεσα στους χρήστες”. Η άδεια χρήσης του, GPL, προϋποθέτει πως θα πρέπει να ισχύουν αυτά, και όποιος χρησιμοποιεί μια “ανοιχτή” εφαρμογή, θα μπορεί και να την μετατρέψει, αλλάξει, διαθέσει ως “δικιά του”. Αυτό ΔΕΝ επιτρέπεται στην περίπτωση του H.264, και άρα, θεωρητικά, ο αλγόριθμος ΔΕΝ μπορεί να ενσωματωθεί σε μια διανομή Linux.
Έλα μου, όμως, που αν δεν ενσωματωθεί σε αυτήν, ο κάτοχος της δεν θα μπορεί να δει τα… μιλιούνια βίντεο που προαναφέραμε! Η Canonical, λοιπόν, έχοντας “πίσω” της τις “τσέπες” του εκατομμυριούχου Mark Shuttleworth, αποφάσισε να αγοράσει άδεια χρήσης του H.264 για τη διανομή της, το Ubuntu. Έτσι, οι κάτοχοι αυτής της διανομής θα έχουν νομιμότατη άδεια χρήσης αυτού του αλγόριθμου και θα μπορούν να δουν όλα τα βίντεο που είναι συμπιεσμένα με αυτόν, αλλά και να δημιουργήσουν δικά τους. Οι υπόλοιποι, όμως… “δεν”.
Πιο ίσοι από τους ίσους
Fedora, Gentoo, Sabayon και λοιπές διανομές, θεωρητικά, ΔΕΝ μπορούν να παράσχουν “επίσημη υποστήριξη H.264″ αν δεν “τα σκάσουν” στους δημιουργούς του αλγόριθμου. Και το πρόβλημα γίνεται πιο εμφανές στις διανομές που βασίζονται στο ίδιο το Ubuntu: στο Mint Linux, στο Element Linux κ.λπ. Η άδεια που απέκτησε η Canonical αφορά στο Ubuntu, στο “παιδί” της, και όχι και σε όσους “βασίζονται” σε αυτό για να δημιουργήσουν τις δικές τους διανομές. Μπορεί η άδεια χρήσης του Linux, GPL, την οποία υϊοθετεί ΚΑΙ το Ubuntu, να δηλώνει πως “οποιοσδήποτε μπορεί να τσιμπήσει τον κώδικα και να βγάλει
τη δική του διανομή”, αλλά σε αυτό τον κώδικα ΔΕΝ θα συμπεριλαμβάνεται το H.264. Αποτέλεσμα; Ένας μικρός διχασμός στο χώρο του Linux, με το Ubuntu να εμπεριέχει και “κλειστό κώδικα” – κάτι που θεωρείται αντίθετο με την “ιδεολογία” του Linux.
Αρκετοί οπαδοί του Linux έσπευσαν να κατακρίνουν την κίνηση της Canonical και έφτασαν σε σημείο να την… κράζουν, να την χαρακτηρίζουν ως “απαράδεκτη” και να αναρωτιούνται γιατί δεν προτίμησε να υποστηρίξει έναν “ανοιχτό” αλγόριθμο συμπίεσης βίντεο. Οι ίδιοι… “κολλημένοι” αγνοούν πως οποιοσδήποτε “ανοιχτός” αλγόριθμος βίντεο ΔΕΝ έχει τη διάδοση του H.264, ΔΕΝ έχει τις επιδόσεις του, ΔΕΝ έχει την ποιότητα του. Πολλοί επεσήμαναν πως θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ο αλγόριθμος VP8, που πια ανοίκει στην Google, που η ίδια διέθεσε πρόσφατα “για ελεύθερη χρήση”, “ανοίγοντας” των κώδικα του για να μπορεί να συνεργαστεί με την HTML5 – στην οποία, σιγά-σιγά, θα μεταβούν όλα τα sites του Internet. Και ήδη ο VP8 έχει και την υποστήριξη της Mozilla, αλλά και της Adobe και πολλών άλλων εταιρειών.
Και πάλι, όμως, ισχύουν αυτά που προανέφερα: ο VP8 ΔΕΝ έχει τη διάδοση του H.264, ΔΕΝ έχει την ίδια ποιότητα, ΔΕΝ έχει την ίδια αποτελεσματικότητα. Σε άμεση σύγκριση με το H.264, μπορεί να χαρακτηριστεί απλά ως “ένα χάλι”, όσο καλό και άγιο και αν είναι το ότι διατίθεται ως “open source”. Δεν μιλάμε για σύγκριση ποιότητας/επιδόσεων Microsoft Office με OpenOffice.org (όπου ναι μεν υπερέχει το πρώτο, μα το δεύτερο “αρκεί για τους περισσότερους χρήστες”), αλλά για σύγκριση επιπέδου Word με… Notepad!
Το σίγουρο είναι πως, με τέτοια ονόματα “πίσω” του, ο VP8 μάλλον σύντομα θα παρουσιάσει σημαντική βελτίωση και θα αρχίσει να αναπτύσσεται γρηγορότερα. Η τωρινή πραγματικότητα, όμως, είναι πως δεν μπορεί να αντικαταστήσει επάξια τον H.264. Όχι τώρα. Όχι σε μια εβδομάδα ή ένα μήνα. Ο H.264 αναπτύσσεται εδώ και χρόνια ως εμπορική λύση, και αποτελεί το αντίστοιχο του Final Cut Pro σε σχέση με το… Movie Maker των Windows. Ο H.264 χρησιμοποιείται στα blu Ray, σε κάμερες, σε επαγγελματικό εξοπλισμό. Ο VP8 χρησιμοποιείται “από κάποιους στο Internet”. Έχει μια… “μικρούλα” διαφορά. Να, “τόση δα”…
Άλλο η θεωρία, άλλο η πράξη
Μπορεί, λοιπόν, από… ιδεολογικής άποψης οι οπαδοί του Linux να έχουν δίκιο, και να συμφωνώ μαζί τους στο ότι η ενσωμάτωση του H.264 “σπάει” την άδεια χρήσης του Ubuntu, αλλά οι πιο φανατικοί πρέπει να αναγνωρίσουν πως, και σε αυτή την περίπτωση, ο χώρος του Open Source υστερεί σημαντικά σε σχέση με το closed source, “εμπορικό” λογισμικό. Όπως ΔΕΝ υπάρχει open source Photoshop (όχι, μην μου ξαναπεί κανείς “το GIMP κάνει την ίδια δουλειά μια χαρά”, ΔΕΝ την κάνει), όπως ΔΕΝ υπάρχει open source Final Cut Pro, όπως ΔΕΝ υπάρχει open source Lightwave ή Maya, ή ακόμη και… Camtasia Studio, έτσι δεν υπάρχει και open source αντίστοιχο του H.264. Υποκατάστατα, ναι. Αντίστοιχα και ισάξια, όχι. Τουλάχιστον, όχι ακόμα.
Το Ubuntu έφτασε, πια, στο στάδιο όπου διαφοροποιείται σημαντικά από τις υπόλοιπες διανομές. Παρέχει μια πλήρη desktop εμπειρία και, μόνο του, κατάφερε “να φέρει το Linux στο desktop”, όταν όλες οι άλλες διανομές… πλακώνονταν μεταξύ τους για το “ποιά θα παράσχει τα καλύτερα εργαλεία δικτύωσης σε περιβάλλον κονσόλας” (και άλλα χαριτωμένα παραπλήσια), που διόλου ενδιέφεραν τον απλό χρήστη. Το Ubuntu κατάφερε να κάνει, ως ένα σημείο, το Linux απλό, εύχρηστο και μια βιώσιμη επιλογή, ανάμεσα στα Windows και το Mac OS X. Και όπως και το Mac OS X βασίζεται στο BSD αλλά ΔΕΝ είναι BSD, “χτίζοντας” επάνω σε αυτό με κλειστό κώδικα της Apple για να παράσχει μια καλύτερη εμπειρία στο desktop, έτσι και το Ubuntu φαίνεται πως, σιγά-σιγά, θα αρχίσει να αναγνωρίζει πως δεν υπάρχει λύση πέρα από την υιοθέτηση κλειστού κώδικα για κάποιες λειτουργίες.
Το Ubuntu μετά το Linux
Σκεφθείτε το αλλιώς: ξεχάστε, για μια στιγμή, πως το Ubuntu “είναι μια διανομή Linux” και αντιμετωπίστε το σαν κάτι εντελώς διαφορετικό, αυτόνομο και ξεχωριστό. Αν θα μπορούσε κανείς να το εγκαταστήσει και να τρέχει, σε λίγα δευτερόλεπτα, τα προαναφερθέντα Photoshop, Microsoft Office, Final Cut Pro, αλλά και παιχνίδια όπως το Crysis, το Call of Duty, το Bioshock και το Assassin’s Creed, θα φαινόταν σαν μια άσχημη επιλογή; Ή σαν μια πραγματική εναλλακτική λύση σε σχέση με τα Windows και το Mac OS X; Ναι, “δεν θα ήταν Linux”. θα ήταν “κάτι άλλο”. Αυτό δεν θα ήταν κατ΄ ανάγκη κακό, ειδικά αν… συνέχιζε να διατίθεται δωρεάν (που, από ό,τι φαίνεται, θα συνεχίσει, τουλάχιστον για αρκετό καιρό ακόμη).
Αυτοί, λοιπόν, που θα πρέπει να… κλαίγονται, αλλά και να αναθεωρήσουν την προσέγγιση τους, είναι οι δημιουργοί και συντελεστές των υπόλοιπων διανομών. Κάποια πράγματα σε αυτό τον κόσμο κοστίζουν. Δεν ζούμε σε ένα ιδανικό, παραδεισένιο κοινόβιο, όπου βρέχει μέλι και στα δέντρα φυτρώνουν μπέργκερς. Όπως είμαστε αναγκασμένοι να εργαζόμαστε για να ζήσουμε, έτσι και κάποιοι “φτιάχνουν software” για να ζήσουν. Software που το πουλάνε για να έχουν έσοδα, γιατί το μπεργκερόδεντρο δεν “έπιασε” στην αυλή τους (καταραμένε Δάκε, ανάθεμα στη Μουχρίτσα)… Δεν μπορείς να τους αποκόψεις, να τους απαγορέψεις να διαθέσουν το λογισμικό τους στη διανομή σου επειδή “θέλεις τα πάντα να είναι ανοιχτά”, ενώ, παράλληλα, απαιτείς αμοιβή για την εργασία σου. Δεν μπορείς το πρωί να το παίζεις τίμιος εργαζόμενος και το βράδυ underground επαναστάτης, με διπλά μέτρα και σταθμά.
Αν θέλεις “όλα να είναι τσάμπα”, δεν πρέπει να ξεκινήσεις κράζοντας τους άλλους, αλλά τον ίδιο τον εαυτό σου. Αγαπητέ “κολλημένε λινουξά”, “φανατικέ οπαδέ του Open Source”, που πιστεύεις πως “το software πρέπει να διατίθεται δωρεάν”, έλα το Σαββατοκύριακο από το σπίτι να μου στήσεις έναν server χωρίς να πάρεις δεκάρα τσακιστή. Χάρισε το ψωμί που φτιάχνεις στο φούρνο σου σε όποιον στο ζητήσει, χωρίς να ζητήσεις αμοιβή. Ξεκίνα, πρώτος, να διαθέτεις δωρεάν τα προϊοντα και τις υπηρεσίες σου. Δεν έχει σημασία αν δεν θα μπορέσεις να ζήσεις, και σε ένα, άντε δυο μήνες, θα ζητάς ελεημοσύνη… Είναι “θέμα ιδεολογίας”, σωστά; Αλλιώς είσαι, απλά, υποκριτής, που διαφοροποιεί το software από τα υπόλοιπα αγαθά επειδή “δεν είναι απτό”, “δεν το κρατάς στο χέρι”.
Όπως “δεν είναι απτά” και τα τραγούδια, οι ταινίες, τα βιβλία, τα comics, όσα κατεβάζει κανείς πειρατικά. Είναι μηδενικά και άσσοι στο αχανές ιντερνέτι. Και οι δημιουργοί τους θα πρέπει το πρωί να δουλεύουν στο νταμάρι για να ζήσουν και μετά, στον ελεύθερο χρόνο τους, να βγάζουν ταινίες, μουσική, βιβλία, προγράμματα και παιχνίδια, δίχως να αμοίβονται, “διότι αυτά δεν είναι απτά
και άρα δεν θα πρέπει να πωλούνται”. Άσχετα αν χρειάζεται ο ίδιος κόπος για να φτιάξει κανείς μια ντουλάπα ή ένα bittorrent client, ένα υπερωκεάνιο ή έναν αλγόριθμο συμπίεσης βίντεο. Σωστά;
Πέρνα, λοιπόν, μια από το σπίτι, γιατί θέλει και σφουγγάρισμα, και εγώ δεν προλαβαίνω. Έχω να γράψω κάτι κείμενα (για τα οποία, mind you, πληρώνομαι, ο αχρείος, άσχετα αν και αυτά “είναι άϋλα”). Και ΑΦΟΥ το κάνεις λαμπίκο (πρόσεξε και πίσω από το ψυγείο – πιάνει χνούδι και έχει και κάτι ενοχλητικά καλώδια), θα κάτσουμε να συζητήσουμε “γιατί δεν πρέπει να υπάρχει closed source λογισμικό”, πίνοντας ένα φραπεδάκι. Το οποίο, όλως περιέργως, θα έχω φτιάξει με… closed source υλικά που θα έγω αγοράσει από το super market.
Διευκρινίζω πως το κάπως «επιθετικό» ύφος ΔΕΝ απευθύνεται στους οπαδούς του Linux και του open source (στους οποίους εντάσσομαι), αλλά στους πλέον “κολλημένους” που δεν αναγνωρίζουν με τίποτα πως ΚΑΙ το “closed source” λογισμικό έχει τη θέση του και καλύπτει κάποιες ανάγκες. Παρακαλώ αυτομάτως όποιος εντάσσεται σε αυτούς και θέλει να μου αποδείξει πως οι open source λύσεις καλύπτουν όλες, μα όλες τις ανάγκες, να μου δείξει open source λογισμικό στα επίπεδα των προαναφερθέντων εφαρμογών και κυρίως (για να γίνει πιο ορατό το “τι εννοώ”) των προαναφερθέντων παιχνιδιών. Open source Crysis κανείς; Κανένας; Πουθενά;