Όσο κι αν ακούγεται περίεργο, δύο ίδιοι επεξεργαστές Tiger Lake 11ης γενιάς της Intel σε δύο διαφορετικούς φορητούς υπολογιστές μπορεί να παρουσιάζουν διάφορα επιδόσεων που αγγίζει της τάξεως του 37%, δηλαδή μία ιδιομορφία που προκαλεί εντύπωση.
Αρχικά είναι απαραίτητο να εξηγήσω σε όσους δεν έχω γνώση επί του αντικειμένου, ό,τι η συγκεκριμένη κατασκευάστρια εταιρεία microchip δημιούργησε αυτούς τους επεξεργαστές με τέτοιο τρόπο ώστε να τρέχουν αυτόματα σε διαφορετικά επίπεδα ταχύτητας, ανάλογα με τις περιστάσεις, κάτι που εκ των πραγμάτων παρεμποδίζει το χρήστη να δει σε πραγματικό χρόνο την αληθινή απόδοση την δεδομένη χρονική στιγμή.
Το περίεργο στοιχείο της υπόθεσης είναι ό,τι η ίδια η Intel έβαλε το χεράκι της, ηθελημένα για να συμβεί αυτό περίεργο φαινόμενο, και ο λόγος είναι σχετικά απλός. Το πρόβλημα είναι ότι η Intel σχεδιάζει μικροεπεξεργαστές, όπως το Tiger Lake για να επιτρέπει στους κατασκευαστές φορητών υπολογιστών να έχουν μεγαλύτερη ευελιξία στον τρόπο με τον οποίο επιλέγουν να τρέχουν τα μηχανήματα τους, αναφορικά με την ταχύτητα και τη συχνότητα τους.
Ένας φορητός υπολογιστής που χρησιμοποιεί τον συγκεκριμένο επεξεργαστή θα μπορούσε να τρέχει 37% πιο γρήγορα από έναν δεύτερο φορητό υπολογιστή που περιλαμβάνει ακριβώς το ίδιο τσιπ, λένε τα στελέχη της Intel. Αυτή η κατάσταση δεν συνέβαινε στους επεξεργαστές 10ης γενιάς.
Επεξεργαστές χωρίς σταθερές συχνότητες
Παραδοσιακά, σχεδόν όλα τα τσιπ φέρουν την τεχνολογία Thermal Design Power (TDP) ούτως ώστε να καθορίζεται η ταχύτητα ισχύος στην οποία το τσιπ μπορεί να λειτουργήσει με ασφάλεια, χωρίς υπερθέρμανση. Έτσι επιτρέπει στους φορητούς υπολογιστές να διαχειριστούν και να ελέγχουν την επεξεργαστική ισχύ, δηλαδή να αυξομειώνεται η δύναμη για να διατηρηθεί το τσιπ εντός ορισμένων θερμικών ορίων. Αφού σε διαφορετική περίπτωση, λόγω της υπερβολικής υψηλής θερμοκρασίας μπορεί να πάρει φωτιά και το μηχάνημα.
Με την πάροδο του χρόνου, η Intel (όπως και η AMD) άρχισαν να προσθέτουν δυνατότητες «turbo», επιτρέποντας στο chip να υπερβεί την ονομαστική του τάση μέσω overclocking για μικρό χρονικό διάστημα, έως ότου ο κίνδυνος υπερθέρμανσης το εξαναγκάσει να επιβραδύνει ξανά. Οι επεξεργαστές τις Intel παρέχουν συνήθως τυπικές λειτουργίες single-core, all-core turbo modes, ακόμη και cherry-pick select core για εργασίες overclocking.
Οι φορητοί υπολογιστές συνήθως δεν λειτουργούν με σταθερή συχνότητα, αντιθέτως ανεβαίνουν ή κατεβαίνουν προς τα πάνω ή προς τα κάτω ανάλογα με τις απαιτήσεις που δουλεύει κάποιος χρήστης το μηχάνημα. Και πιο συγκεκριμένα, όταν τρέχει προς τα κάτω αυτό το τυπικό επίπεδο ονομάζεται PL1, ενώ όταν τρέχει προς τα πάνω turbo mode PL2. Και τα δύο επίπεδα δίνουν έναν τρίτο αριθμό, το «tau», ως χρόνο που μπορεί να αντέξει ένας μονός πυρήνας επεξεργαστή σε ενισχυμένη κατάσταση.
Με το Tiger Lake, η Intel έχει σταματήσει να ορίζει τα τσιπ της, από άποψη θερμικής σχεδίασης, ορίζοντας τώρα μόνο ένα «εύρος λειτουργίας» σε watts, εξήγησε ο Ryan Shrout, ο οποίος είναι ανώτερος διευθυντής στο τμήμα μάρκετινγκ της Intel. Τα τσιπ Tiger Lake της Intel που έχουν σχεδιαστεί για φορητούς υπολογιστές (η οικογένεια UP3), ώστε να έχουν τώρα λειτουργικό εύρος από 12 έως 28 watt. Αυτό δίνει την επιλογή στον κατασκευαστή φορητών υπολογιστών το μηχάνημα του να δουλεύει στα 15W, πιάνοντας χαμηλές επιδόσεις, για να δίνει έμφαση στη μεγάλη διάρκεια ζωής της μπαταρίας ή τη λειτουργία του στα 28W, με μικρότερη διάρκεια μπαταρίας, αλλά μεγαλύτερη απόδοση.
Κάτω από αυτά τα νέα εύρη λειτουργίας, είπε ο Shrout, θα μπορούσατε να αγοράσετε έναν φορητό υπολογιστή με ένα τσιπ Core i7-1185G7 στο εσωτερικό του, που έχει διαμορφωθεί από τον προμηθευτή για να καταναλώνει 15 watt. Αλλά ένας δεύτερος φορητός υπολογιστής με το ίδιο τσιπ Core i7-1185G7 στο εσωτερικό του, να είναι διαμορφωμένος να λειτουργεί στα 28 watt, για να τρέχει ένα βιντεοπαιχνίδι 33% πιο τάχιστα.