Είναι γεγονός πως οι τρομοκρατικές επιθέσεις προκαλούν μεγαλύτερο κακό με τους τραυματισμούς στους περισσότερους ανθρώπους, από ό, τι εάν θα σκοτώνονταν, αφήνοντας τα θύματα με κομμένα άκρα, απώλεια ακοής, αναπνευστικές νόσους, κατάθλιψη και άλλα σοβαρά ζητήματα.
Αλλά ελάχιστες επιστημονικές έρευνες έχουν αναλύσει διεξοδικά την επίδραση αυτών των ζημιών, πέρα από τον αριθμό των ανθρώπων που απλά τραυματίζονται.
Μια νέα έρευνα που διεξήχθη από το Πανεπιστήμιο του Τέξας στο Ντάλλας παρέχει μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα των δεινών που προκαλούνται από τις τρομοκρατικές επιθέσεις. Η μελέτη, δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Public και διενεργήθηκε από τον Δρ. Daniel G. Arce και τον καθηγητή Ashbel Smith.
«Με την ενδελεχή εξέταση των τρομοκρατικών επιθέσεων μέσω των θανάτων και των τραυματισμών, μπορούμε να κατανοήσουμε καλύτερα τις καταστροφικές επιπτώσεις που έχουν στους επιζώντες», δήλωσε ο Arce, ο οποίος ειδικεύεται στην τρομοκρατία «Οι πληροφορίες αυτές μπορούν να μας βοηθήσουν να καθορίσουμε με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο την κατάσταση και κατά συνέπεια να δαπανήσουμε λιγότερους πόρους για την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας».
Κατά μέσο όρο, 8.338 άνθρωποι χάνουν τη ζωή τους και 10.785 τραυματίζονται κάθε χρόνο σε εγχώριες και διεθνείς τρομοκρατικές επιθέσεις μεταξύ 1970 και 2016, σύμφωνα με την διεθνή βάση δεδομένων για την τρομοκρατία που χρησιμοποίησε ο Arce για την ανάλυση του.
Ο Arce ανέλυσε το ποσοστό των επιθέσεων που ήταν βομβιστικές, εκείνους που προέρχονταν από μαζικούς πυροβολισμούς, την εκ προθέσεως επίθεση με όχημα και μία σωρεία άλλου τύπου επιθέσεων. Εξέτασε επίσης τις κατανομές και τους τύπους των τραυματισμών με βάση τις εισαγωγές στο νοσοκομείο.
Χρησιμοποιώντας αυτά τα δεδομένα, ο Arce εφάρμοσε μια μεθοδολογία που αναπτύχθηκε και χρηματοδοτήθηκε από τον Παγκόσμιο Οργανισμό υγείας και την Παγκόσμια Τράπεζα για να ταξινομήσει τους τραυματισμούς και τους θανάτους. Η μεθοδολογία του επέτρεψε να χρησιμοποιήσει μία μέτρηση για να εκτιμήσει με ποιο σαφέστερο τρόπο το συνολικό αντίκτυπο της τρομοκρατίας από τους θανάτους, συν τις απώλειες από τους τραυματισμούς.
Συγκεκριμένα, η έρευνα είχε ως κύριο συλλογισμό πως οι άνθρωποι που σκοτώθηκαν, εάν ζούσαν θα έφταναν τα 70 χρόνια, και επομένως βγήκε το συμπέρασμα πως χάθηκαν 12.628 χρόνια ζωής από την τρομοκρατία.
Επίσης ο μαθηματικός τύπος εφαρμόστηκε αποδίδει διαφορετικές τιμές για να αντικατοπτρίσει την επίδραση των διαφόρων τύπων τραυματισμών στα θύματα. Για παράδειγμα, ένα άτομο με βαθιά απώλεια ακοής χάνει το 77% της βέλτιστης υγείας, ενώ ένα άτομο με μεγάλη καταθλιπτική διαταραχή χάνει το 35%.
Ο Arce υπολόγισε επίσης τα χρόνια ζωής που χάθηκαν σε εκείνα τα άτομα που σκοτώθηκαν στο βομβαρδισμό της Οκλαχόμα το 1995, τους μαζικούς πυροβολισμούς της Νορβηγίας το 2011 και τις επιθέσεις στο Ισραήλ.
Ένας από τους στόχους της έρευνας ήταν να βοηθήσει τους υπεύθυνους λήψης αποφάσεων, τους θεσμικούς παράγοντες και τους πολιτικούς να κατανοήσουν καλύτερα το κόστος που προκύπτει από την τρομοκρατία σε σύγκριση με άλλους θανάτους.
Η μελέτη συνέκρινε τον αριθμό των υγιών χρόνων ζωής που χάθηκαν εξαιτίας της τρομοκρατίας σε σχέση με διάφορες ασθένειες και άλλες αιτίες θανάτου. Οι καρδιακές παθήσεις ήταν η κορυφαία αιτία θανάτου σε χρόνια απώλειας υγιεινής ζωής. Αντίθετα, η τρομοκρατία κατατάσσεται στο στην κατώτατη θέση της λίστας, υπογραμμίζοντας τη χαμηλή πιθανότητα να γίνει κάποιος θύμα επίθεσης.
Η έρευνα μπορεί επίσης να βοηθήσει τα νοσοκομεία και γενικότερα τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης να προετοιμαστούν καλύτερα, αφού θα γνωρίζουν εκ των προτέρων πως σε ενδεχόμενη τρομοκρατική επίθεση θα ξέρουν ποιου είδους τραυματισμούς θα έχουν να αντιμετωπίσουν. Η ανάλυσή του περιλαμβάνει ευρήματα σχετικά με τους τύπους τραυματισμών που προκαλούνται από διαφορετικούς τύπους επιθέσεων.