Κινέζοι ερευνητές ανέπτυξαν μια τεχνική εντοπισμού και παρακολούθησης αμερικανικών πολεμικών πλοίων χρησιμοποιώντας δορυφορικές εικόνες χαμηλής ανάλυσης.
Τα κύματα αποκαλύπτουν πλοία ακόμα και πολύ μετά την διέλευσή τους: Μια κινεζική ερευνητική ομάδα υπό την ηγεσία του Hong Jun από την Ναυτική Ακαδημία Dalian ισχυρίζεται ότι εντόπισε συγκεκριμένα πλοία του αμερικανικού ναυτικού με τη χρήση δορυφορικών φωτογραφιών ανάλυσης δέκα ή εκατό μέτρων. Η είδηση δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα South China Morning Post.
Η μέθοδος εστιάζει στην ανάλυση μοτίβων κυμάτων που δημιουργούνται από τα πλοία, τα οποία οι ερευνητές χαρακτηρίζουν μοναδικά, όπως τα δακτυλικά αποτυπώματα.
Η ομάδα αναφέρει ότι εντόπισε εικόνες από ένα αεροπλανοφόρο κλάσης Nimitz, ένα καταδρομικό κλάσης Ticonderoga και ένα αντιτορπιλικό κλάσης Arleigh-Burke, παρόλο που η ανάλυση είναι τόσο χαμηλή σε ένα μεγάλο πλοίο που καταλαμβάνει μόλις ένα πίξελ ή και λιγότερο και είναι αόρατο στο γυμνό μάτι.
Η ερευνητική ομάδα δημοσίευσε τα ευρήματα της τον Απρίλιο σε ένα άρθρο που κρίθηκε ως αξιόπιστο από ομοτίμους στο κινεζικό επιστημονικό περιοδικό Computer Simulation.
Οι ερευνητές προτείνουν ότι η μέθοδος τους να μπορεί να αξιοποιηθεί από διάφορες χώρες ή οργανισμούς με πρόσβαση σε δορυφορικές εικόνες. Ωστόσο, επισημαίνουν περιορισμούς στην προσέγγιση τους: Η τεχνική ενδέχεται να μην λειτουργεί όταν τα πλοία κινούνται με ταχύτητα άνω των 20 κόμβων. Επιπλέον, οι ισχυροί άνεμοι μπορούν να επηρεάσουν σημαντικά τα αποτελέσματα.
Απαιτούνται περαιτέρω δοκιμές και βελτιώσεις με πραγματικά δεδομένα για να εξαχθούν ακριβέστερα συμπεράσματα και να αυξηθεί η πιθανότητα σωστής ταυτοποίησης των πλοίων.
Η χρήση δορυφορικών εικόνων χαμηλής ανάλυσης για την ανίχνευση και παρακολούθηση πλοίων αποτελεί μια καινοτόμο προσέγγιση στην θαλάσσια επιτήρηση. Αντί να στηρίζονται αποκλειστικά σε οπτική ανάλυση υψηλής ανάλυσης, οι ερευνητές χρησιμοποιούν τα μοτίβα των κυμάτων που δημιουργούνται από τα πλοία ως ένα είδος «θαλάσσιου αποτυπώματος». Αυτή η μέθοδος παρέχει τη δυνατότητα εντοπισμού πλοίων ακόμη και όταν είναι δύσκολο να τα διακρίνει κανείς με το μάτι. Η εφαρμογή της θα μπορούσε να έχει σημαντική επίδραση στην ασφάλεια των θαλάσσιων περιοχών, ιδιαίτερα σε περιόδους αυξημένης γεωπολιτικής έντασης.
Επιπλέον, η τεχνική αυτή ενσωματώνει προηγμένες αλγοριθμικές μεθόδους και μηχανική μάθηση για την ανάλυση των κυμάτων, προσφέροντας νέες δυνατότητες στην παρακολούθηση ναυτικών δραστηριοτήτων. Η αναγνώριση και ανίχνευση πλοίων με τέτοιες τεχνολογίες μπορεί να οδηγήσει στη δημιουργία πιο αποδοτικών και αποτελεσματικών συστημάτων θαλάσσιας επιτήρησης, που θα συμβάλουν στη βελτίωση της ασφάλειας και της προστασίας των εθνικών και διεθνών θαλάσσιων οδών.
Παρά τις προκλήσεις και τους περιορισμούς που αντιμετωπίζουν, οι προοπτικές για την περαιτέρω ανάπτυξη αυτής της μεθόδου είναι ελπιδοφόρες, ανοίγοντας το δρόμο για νέες εφαρμογές και καινοτομίες στον τομέα της θαλάσσιας ασφάλειας.