Οι παραδόσεις του κάθε τόπου. Τα «παραμύθια» της γιαγιάς που η μητέρα διδάσκει ως αρχές ζωής. Όλα όσα διευθετούν ανάγκες και επιθυμίες των ατόμων μιας ολόκληρης εποχής.
Τα γονιδια παράγουν, γεννούν ζωή. Υπάρχουν, ωστόσο, και άλλες δυνάμεις, οι αρχιτέκτονες, οι «καλλωπιστές» της ζωής. Τα πρώτα μας οδηγούν, σχεδόν υποχρεωτικά, στο βιολογικό προορισμό μας. Τα δεύτερα, τα οποία αυθαίρετα και υποθετικά ονομάζουμε «μιμητίδια», μας δίνουν την ευκαιρία να οδηγηθούμε σε απάγκιο λιμάνι (οικογένεια, κοινωνία, θρησκεία, πολιτισμός). Στην ουσία, η ζωή μας οριοθετείται από τα γονίδια και τα μιμητίδια. Τα τελευταία χειραφετούν συμπεριφορές. Γονίδια και μιμητίδια: Οι δύο πόλοι της ζωής.
Οι γιαγιάδες μας, με τις προφορικές εντολές τους, προαιώνια φρόντιζαν να εκπαιδεύσουν τα μιμητίδιά μας, την τάση για μίμηση. Μας τραγουδούσαν –κάθε τόπος και ζακόνι (έθιμο), κάθε μαχαλάς κι αντέτι (συνήθεια). Και μας καθοδηγούσαν προς τη σωστή ηλικία γάμου, λέγοντάς μας «ή μικρός μικρός παντρέψου ή μικρός καλογερέψου». Ενώ το αστικό δίκαιο δεν κάνει μνεία για την ηλικία ούτε και σε περίπτωση όπου το προχωρημένο γήρας δεν διασφαλίζει ευγονία. Ο νόμος, δηλαδή, επιτρέπει το αφύσικο, ένα νεογέννητο να έχει πατέρα 65 ετών και μητέρα 45. Το έθιμο θέτει, ωστόσο, λογικά όρια.
Τα έθιμα προκύπτουν από παγιωμένες συνήθειες, πράξεις μια κοινωνικής ομάδας που καθιερώθηκαν διαχρονικά επειδή αποδείχθηκαν λειτουργικές και χρήσιμες για την επιβίωση της ομάδας. Η επανάληψη τις μετουσίωσε σε ασυνείδητες και ταυτόχρονα τις έκανε αποδεκτές. Το εθιμοτυπικό δίκαιο, πολύ πριν από τη θρησκευτική ηθική και το νομοθετημένο δίκαιο περιφρουρούσε και όριζε το συμπεριφορισμό στην ομάδα.
Καθημερινές αναγκαίες λειτουργίες έγιναν συνήθειες. Αυτές έθιμα και αργότερα ήθη. Αισθήματα, αντιλήψεις, πράξεις, νοοτροπίες που χαρακτηρίζουν μια εποχή και έναν τόπο. Ενα έθιμο στην αρχαία Σπάρτη και τα ήθη της έκαναν τον Λεωνίδα να πει «Μολών λαβέ», παράγοντας τον ισχυρότερο ανθρώπινο νόμο: Ταν ή επί τας.
Οι παραδόσεις με μετέτρεψαν τον πρωτόγονο sapiens από όχλο σε ομάδα. Η ανάγκη έγινε σύνθημα: Αγάπα τον πλησίον σου!
Ως αναγκαία «συνήθεια» προέκυψε και ο αδιαπραγμάτευτος ποινικός: Μάχαιραν έδωκας, μάχαιραν θα λάβεις. Εως ότου εκφραστεί αντίστροφα ως κοινωνικοθρησκευτική εντολή: «Αγαπάτε αλλήλους».
Σε όλες αυτές τις εκπληκτικές κοινωνικές αλλαγές τα γονίδια δεν συμμετέχουν. Οι κοινωνικές μετεξελίξεις μας, π.χ. από συνειδητών ανθρωποφάγων σε συνειδητούς χορτοφάγους, από κεφαλοκυνηγών σε καλούς Σαμαρείτες, προέκυψαν από την εκπαίδευση των μιμητιδίων μας. Η μίμηση είναι μια φυσική συνειδητή ή ασυνείδητη προσπάθεια να αναπαραγάγουμε –δηλαδή, να μάθουμε– σκέψεις ή συμπεριφορές βάσει προτύπων, σκέψεων και συμπεριφορών άλλων. Οι κινήσεις μας, τα ρούχα μας, ό,τι ονομάζουμε μόδα, τέχνη, θέατρο (η Tραγωδία κατά τον Αριστοτέλη) είναι εκφράσεις μίμησης. Οι συμπεριφορές των λαών έχουν πρότυπα που είναι «μιμητικά αντίγραφα» των προγόνων τους. Οι Σκωτσέζοι είναι «εθιμοτυπικά» τσιγκούνηδες επειδή η άγονη γη και το σκληρό κλίμα δεν τους χάρισε ποτέ πλούσια σοδειά.
Θυμάστε τη θαυματουργή αγχολυτική δράση που ασκούσε πάνω σας το αρκουδάκι σας; Το αρκουδάκι είχε ταυτιστεί με την ασφαλή σας συναισθηματική βάση (γονέας), και αυτό σας επέτρεπε να ανοίγετε τα φτερά σας στον κόσμο και καθησύχαζε τις αγωνίες σας. Έτσι, τα αρκουδάκια έγιναν οικογενειακό έθιμο. Το έθιμο παράδοση. Και το αρκουδάκι το αγχολυτικό σας «φάρμακο» ή ο φίλος. Η δράση αυτή είναι «μιμητιδιακή».
Ο πρωτόγονος Sapiens επρεπε να επιλύσει άμεσα προβλήματα επιβίωσης. Αναγκαστικά, σχημάτισε κοινότητες. Η εμπειρία αρχικά διαμόρφωσε συμπεριφορές απαραίτητες για το συλλογικό συμφέρον της ομάδας. Τα άτομα, ωστόσο, ήταν απαραίτητο να παραμένουν συμφιλιωμένα και συνεργάσιμα. Η ανάγκη έγινε σύνθημα: Αγάπα τον πλησίον σου. Ταυτόχρονα, παρατηρήθηκε ότι τα παιδιά πίστευαν στα παραμύθια της γιαγιάς για τους καλούς ή κακούς δράκους του δάσους. Είχε ανακαλυφθεί η «μαμή των κοινωνιών». Η δύναμη της κατήχησης ατόμων και ομάδων.