Αν και τελειώσαμε με τις βιογραφίες προσωπικοτήτων που είχαν λοξά με τις γυναίκες, κατά την οποία αποκτήσαμε ανοσία στο γυμνό, στην διαστροφή και παίξαμε με το πραγματάκι που βρίσκεται ανάμεσα από τα πόδια μας περισσότερο απ’ ότι συνήθως. Τώρα γυρνάμε στην ξενέρωτη πραγματικότητα, ρίχνουμε την λίμπιντο μας υπό του μηδενός και ανοίγουμε τα στοματάκια μας να παραπονεθούμε για τα σκουπίδια που μας σερβίρουν και μετά τα τρώμε. Έτσι λέω και ‘γω να γυρίσω στις παλιές μου, αγαπημένες, συνήθειες.
Πάλι, καλοί μου αναγνώστες θα σας σερβίρω λιγάκι διαστροφή, απλά θα γίνει με καλλιτεχνικό τρόπο ! Ας ρίξουμε όλοι ένα χειροκρότημα στον Friedrich Schröder Sonnenstern!
Παρόλο που οι λεπτομέρειες για την ζωή του είναι κάπως δυσεύρετες, εγώ μπήκα στον κόπο να σου βρω ότι υπάρχει εύκαιρο και να στο παρουσιάσω με αγάπη και περιοδοζούμι. Η σημερινή μας βιογραφία λοιπόν περιέχει βόλτες σε ψυχιατρικά ιδρύματα, σχιζοφρένεια, καλλιτεχνικές ανησυχίες, ξυλομπογές και παρανοϊκές εμπνεύσεις.
Πάμε χωρίς καθυστερήσεις να κάνουμε χάζι στον παλίκαρο!
Ο Friedrich Schröder Sonnenstern γεννήθηκε κοντά στο Tilsit της Λιθουανίας στις 11 Σεπτεμβρίου του 1892. Ήταν το δεύτερο από τα δεκατρία κουτσούβελα που αμόλησε η νευρωτική μάνα του με τον αλκοολικό του πατέρα. Και ξέρεις πως ερμηνεύονται τα χαρακτηριστικά “νευρωτική” και “αλκοολικός”. Ξυλοδαρμός, κακομεταχείρηση και παιδική ηλικία βουτηγμένη σε άθλιες καταστάσεις.
Εξαιτίας αυτής της “οικογενειακής θαλπωρής” ο μικρός Friedrich απέκτησε από νωρίς προβλήματα συμπεριφοράς. Καθ’ όλη την διάρκεια της εφηβείας του τον τρέχαν στα αναμορφωτήρια, ενώ όταν με το καλό πάτησε τα 20 του χρόνια, διαγνώστηκε με σχιζοφρένεια.
Οπότε μετά το αναμορφωτήριο ήρθε η ψυχιατρική κλινική. Δεν ξέρουμε πότε βγήκε από εκεί, πάντως το 1917 μπήκε στην στενή για μικροψιρίσματα και λαθρεμπόριο. Μετά από δύο χρόνια, το 1919, τον βρίσκουμε να περιφέρεται στο Βερολίνο παριστάνοντας τον θεραπευτή. Εκείνη την περίοδο πλάσαρε τον εαυτό του ως “Dr. Eliot Gnass Von Sonnenstern” και έλεγε πως είναι απόφοιτος ψυχολόγος από το University of Sciences.
Μια δεκαετία αργότερα άρχισε να ασχολείται με τον αποκρυφισμό, τον “θεραπευτικό μαγνητισμό” και ίδρυσε μια δική του σέχτα. Πέρα αυτών πουλούσε ματζούνια και διάβαζε παλάμες, τσεπώνοντάς τα από διάφορους εύπιστους.
Και τώρα θα βιαστείς να τον χαρακτηρίσεις “λαμόγιο” και “απατεώνα”. ΟΚ, ήταν και τα δύο, αλλά παράλληλα μπορούμε να πούμε πως ήταν μία λίγο πιο ψυχωτική version του Ρομπέν των Δασών. Ότι κονόμαγε από τους εύπιστους πελάτες του το έδινε στους φτωχούς και άστεγους που περιφέρονταν στους δρόμους του Βερολίνου και είχε καταφέρει να γίνει γνωστός ως “The Bread Roll Prince of Schoneberg“.
Α, και το Sonnenstern δεν είναι κανονικό επίθετο. Σημαίνει “Ήλιος – Άστρο”. Πες τον “Ηλιάστρη“, “Ηλιαστέρη” ή όπως θέλεις, οι Γερμανοί απ’ όσο ξέρω έχουν ένα χούι να κολλάνε τις λέξεις μεταξύ τους. Αυτό το ονοματάκι το υιοθέτησε όταν ίδρυσε την περίφημη σέκτα του. Ενδιαφέρουσα περίπτωση δείχνει ο μπάρμπας μέχρι τώρα, δεν μπορείς να πεις.
Βέβαια δεν πίστευαν το ίδιο και οι αρχές. Το 1933 τον έκλεισαν σε ένα ίδρυμα στο Neustadt, επειδή με τις λαμογιές του, τους μπήκε στο μάτι. Εκεί γνώρισε τον εξπρεσιονιστή Hans Ralfs, ο οποίος τον ώθησε για πρώτη φορά στο να πιάσει μολύβι και να επιχειρήσει να ζωγραφίσει. Δεν ξέρουμε τι κατάφερε τότε, αλλά έκανε καιρό να ξανασχοληθεί με το άθλημα.
Μετέπειτα τον βγάλαν από το ίδρυμα, εκποίησε ποινή τριών ετών στην φυλακή, και μετά υπηρέτησε για πολύ μικρό χρονικό διάστημα στην αεροπορία — για φαντάσου τον ψύχη να πετάει αεροπλάνο! Αλλά όταν είσαι μια φορά social outcast, η ρετσινιά σου μένει για καιρό και δη στην ναζιστική Γερμανία. Οπότε ο Friedrich βρέθηκε να εκτελεί καταναγκαστικά έργα σε ένα στρατόπεδο στο Quickborn.
Από εκεί δραπέτευσε το 1942 και γύρισε στο Βερολίνο. Όχι πως εκεί τα πράγματα ήταν καλύτερα, αλλά τι να το κάνεις. Από την μία οι καταστάσεις φρίκης μέσα σε μια πόλη που βιώνει τον πόλεμο και από την άλλη καταναγκαστικά έργα κάτω από το λιοπύρι για τους Ναζίδες. Υπέροχες επιλογές! Δεν ξέρεις τι να πρωτοδιαλέξεις! Βέβαια, παρά την φρίκη τέτοιων καταστάσεων, το να μην έχεις έναν Γερμανό να σε τρέχει όλη μέρα είναι μια πρόοδος. Στο κάτω κάτω τρέχεις μονάχος σου, θέλεις δεν θέλεις.
Εκείνη την περίοδο μάλιστα ο Ηλιαστέρης βρήκε ξανά την χαμένη του σύντροφο, Marthe Moller την οποία φώναζε “Aunt Martha” — βλέπεις και εσύ τα άλυτα φροϊδικά issues;
Μαζί, αυτά τα δύο ψυχάκια, όσο ακόμα κρατούσε ο πόλεμος, αλλά και όταν τελείωσε, πουλούσαν ξυλεία που έβρισκαν στα συντρίμμια των βομβαρδισμένων σπιτιών. Όταν θέλεις να σώσεις τον κώλο σου γίνεσαι εφευρετικός μάνα μου.
Τέσσερα χρόνια μετά την λήξη του πολέμου, το 1949 δηλαδή, σε ηλικία 57 χρονών ξεκίνησε τελικά να ζωγραφίζει. Αρχικά χρησιμοποιώντας μόνο γραφίτη, μετά εμπλουτίζοντας το οπλοστάσιο του με ξυλομπογές και παστέλ.
Τι αποτύπωνε λοιπόν αυτός ο προφανώς ανισόρροπος και ταλαιπωρημένος μπάρμπας στο χαρτί; Παράνοια, και μάλιστα με πολύ πάθος.
Συμβολικές παραστάσεις βγαλμένες από αρρωστημένους ονειρότοπους. Ματάκια, αστεράκια, καρδούλες, μαγικές ακτίνες, γυμνές γκόμενες, δαιμόνια, μάγοι , ανθρωπόμορφα πλάσματα, όλα βρισκόταν χωμένα μέσα στα έργα του Friedrich Schröder Sonnenstern.
Οι δουλειές του έχουν έντονα σατυρικά στοιχεία, αλλά ώρες ώρες σου βγάζουν και μια αίσθηση απόκρυφου και μαγικού. Επίσης, παρά το πόσο κουλές και καθαρά παρανοϊκές είναι οι δημιουργίες του, λόγω χρωματικής παλέτας τείνουν να είναι αρκετά ελκυστικές. Παρδαλοσύνη όμορφη! Είναι σαν να βλέπεις σχιζαρισμένο πιτσιρίκι που το τάισαν μαγικά μανιτάρια να ζωγραφίζει.
Λόγω του τυχοδιωκτικού του χαρακτήρα, βρήκε εύκολα άκρες στην καλλιτεχνοτέτοια σκηνή. Όλοι οι καλλιτεχνάδες του Βερολίνου ασχολούνταν με την πάρτη του. Ανερχόμενος αστέρης ο Friedrich! Συμμετείχε σε εκθέσεις, εντυπωσίαζε τους σουρεαλιστές, το έπαιζε ψυχωτικός ενώ δεν ήταν — λίγο βαρεμένος ίσως, ψυχωτικός όχι.
Μέσα σε μια 10ετία κέρδιζε αρκετό παρά από την δουλειά του, αλλά η αλήθεια είναι πως, ποτέ δεν τα πήγαινε καλά με την διαχείριση των οικονομικών του. Άσε που καβάλησε την καλάμα και άνοιξε δικό του εργαστήρι, όπου έβαζε τους μαθητές του να κάνουν τη βρωμοδουλειά στις παραγγελίες που του ανέθεταν. Αυτός έβαζε μόνο τα τελευταία “touches”. Αταβισμός του κερατά, τέτοια καμώματα τα κάναν οι ζωγράφοι μέχρι την εποχή του Μπαρόκ — ίσως και λίγο μεταγενέστερα, δεν θα μαλώσουμε για αυτό.
Βέβαια, το μεγάλο downfall ξεκίνησε το 1964, όταν πέθανε η θεία Μάρθα. Άρχισε να σκοτώνει ότι λεφτά είχε στα μπαρ του Βερολίνου, πίνοντας τα κέρατα του. Τα έργα του άρχισαν να παρακμάζουν, οι καλλιτέχνες φίλοι του να τον παρατούν, η ιστορία να τον αφήνει στο περιθώριο. Για να μπορεί να τα σκάει σε αλκοόλ αναγκάστηκε να ξεπουλήσει ότι έργο είχε και δεν είχε σε εξευτελιστικές τιμές.
Το περίεργο είναι πως κατάφερε και έζησε σε αυτήν την κατάσταση παρακμής και απελπισίας για περίπου μία 20ετία. Στις 20 Μαΐου του 1982 μας άφησε χρόνους, καμένος και κατακαημένος. Τα κόκαλα του πρέπει να βρίσκονται ακόμα στο νεκροταφείο των Δώδεκα Αποστόλων στο Βερολίνο.
Meh, ήταν μια ιδιαίτερη μορφή και είναι κρίμα που δεν ξέρουμε και άλλες γαργαλιστικές λεπτομέρειες για την πάρτη του, πέρα των αυτοκαταστροφικών του τάσεων. Μπορούμε όμως να χαζέψουμε το έργο του προσπαθώντας να βγάλουμε μια άκρη για το τι έπαιζε μέσα στο κεφάλι του.
Η δουλειά του, όπου χαρακτηρίζεται ως “Art Brut” (ελληνικά: ωμή τέχνη), είναι ότι πρέπει για να σκαλώσεις όσους μουρμουράνε άσκοπα για εννοιολογικές σαχλαμάρες. Όχι πως έχει κάτι κακό σαν δουλειά, κάθε άλλο είναι αρκετά ειλικρινής και πηγαία. Απλά περιέχει τόσο συμβολισμό, που άσχετα αν είναι αρκετά ξεκάθαρος, σε ωθεί να αρχίσεις το περιττό “μπλα μπλα” αν είσαι επιρρεπής σε κάτι τέτοιο.
Όπως και να ‘χει θα σας πρότεινα να του δώσετε μια ευκαιρία, γιατί μπορεί να ήταν ότι ήταν, αλητάμπουρας, τρελός, απατεωνάκος και καμένος, αλλά είχε μια ειλικρίνεια σε όλα αυτά και η ειλικρίνεια είναι ένα πολύ σπάνιο πραγματάκι στους ανθρώπους — δες αυτούς που μας κυβερνάν ας πούμε.
Αυτά για τον Friedrich Schröder Sonnenstern. Εμείς τα λέμε στο επόμενο αφιέρωμα κάποιου σπουδαίου ανθρώπου, μέχρι τότε καλά κουράγια, με όση λιγότερη παράνοια γίνεται