Υπόθεση: Όταν ο πλούσιος μπαμπάς πεθαίνει, τα δύο κορίτσια του (η παρθενόπη και η παρτόλα) θα αναγκαστούν να εγκαταλείψουν το πατρικό τους παλάτι στο Μπέβερλι Χίλς και να καταφύγουν στη θειά τους την προλετάρια στο δυτικό Λος Άντζελες. Εκεί θα βρούν τον έρωτα, μα πάνω από όλα την αυτογνωσία και την ευτυχία, γιατί όπως είπε και ο φίλος μου ο Σάκης, αν θες να κάνεις κάποιον πλουσιότερο, μην του προσθέτεις αγαθά, αφαίρεσε του επιθυμίες.
Είμαι έξω φρενών με τον Γιάννη και τον Σάκη· ο πρώτος έθαψε το “From Prada to nada” και ο δεύτερος δε λογόκρινε καν την κριτική. Θα μπορούσα να του αποδείξω σκηνή προς σκηνή, ατάκα την ατάκα πόσο σπουδαία καλλιτεχνικά είναι η ταινία αλλά δε θα το κάνω. Θα γράψω μια ιστοριούλα βγαλμένη από τη ζωή και ας την αναλογίζονται αμφότεροι ανάμεσα στα φεστιβάλ και τις συνεντεύξεις.
Ο πατέρας μπήκε αναστατωμένος στο χώρο της υπόγειας πισίνας όπου ο αδερφός μου κι εγώ κολυμπούσαμε αμέριμνοι. Τα νέα δεν ήταν ευχάριστα: τα αδαμαντορυχεία μας στη Μποτσουάνα τα εθνικοποίησε η νεοεκλεγείσα κυβέρνηση των κομμουνιστών για να χρηματοδοτήσει την κατασκευή υδραγωγείων, σχολείων, σπιτιών, νοσοκομείων, δρόμων κτλ. τα οποία εμείς δεν καταλαβαίναμε τι θα τα κάνουν μαύροι άνθρωποι.
Φυσικά, το ΝΑΤΟ επενέβη και αποκατέστησε τη δημοκρατία δια των F16 αλλά τα ορυχεία μας τα πήραν κάτι Αμερικάνοι με πλούσια φιλανθρωπική δράση. Ήμασταν λοιπόν φτωχοί. Ο πατέρας έμεινε στη Νέα Υόρκη για να διεκδικήσει το ιερό δικαίωμά του να καταπιέζει μέχρι θανάτου αυτός τους ιθαγενείς και όχι κάποιος άλλος και εγώ με τον αδερφό μου πήγαμε στο χωριό στην Άρτα στον παππού μου.
Μετά από πολλή σκέψη αποφασίσαμε ότι ο αδερφός μου θα έκανε μεροκάματα στα πορτοκάλια και τις ελιές κι εγώ θα παντρευόμουν μια τσελιγκοπούλα με δυο χιλιάδες πρόβατα κι εφτά χιλιάδες γίδια.
Ο αδερφός μου για να βρει δουλειά άκουσε τη συμβουλή του παππού: “θα πας στο καφενείο που μαζεύονται οι εργάτες στις 5:30 το πρωί, θα παραγγείλεις έναν καφέ και δύο τσιπράκια (τσιπουράκια για τους μη Αρτινούς), θα σκύψεις το κεφάλι και ούτε θα κοιτάς, ούτε θα μιλάς σε κανέναν. Μια στιγμή θα έρθει ένας βλάχος κοντός και γατομούστακος, θα σε πιάσει απ’ τον ώμο και θα πει: ιεεεεπ, ισί θανάρθεις στου δκομ του σινιργίου”. Όπερ και εγένετο.
Εγώ με τον παππού μου επισκεφτήκαμε τρείς νύφες: τη Βασίλω του Πανοντερέκα στη Μαυροράχη που το Μεγασάββατο μετά από 40 μέρες νηστεία είναι 147 οκάδες, την Αφρούλα της Βλαχοδημητράκαινας στην Αετοράχη που όταν ήταν 11 χρονών την κουτούλησε ένα κριάρι σιούτο και σταμάτησε την ψυχοπνευματική της ανάπτυξη και τη Ρίνα του Τσελιγκοκώστα στην Ανεμοράχη που έπεσε απ’ τον γάιδαρο μικρή και για να μη σπάσει το χέρι της επέλεξε να πέσει με το κεφάλι της κι έκτοτε το κεφάλι της είναι σα μυστρί. Με τα πολλά, καταλήξαμε στη Βασίλω.
Οι διαπραγματεύσεις ήταν σκληρές και επίμονες και διεξήχθησαν πάνω από ένα σπερμοδιάγραμμα που προσκόμισα – ακολούθησε μία τεχνικής φύσεως συζήτηση για την ταχύτητα των σπερματοζωαρίων, την ποσότητα του σπέρματος, την πυκνότητα, το pΗ και λοιπές λεπτομέρειες που αρμόζουν σε συνέδριο της Ελληνικής Σεξολογικής Εταιρείας και όχι σε cineκριτική και ως εκ τούτου θα τις παραλείψω.
Θα γινόμουν λοιπόν πασάς στα Γιάννενα (έστω στην ορεινή Άρτα) με τα τουλουμοτύρια μου, με τα τσαλαφούτια μου και με τις πρέντζες αλλά η μοίρα είχε άλλα σχέδια: η Βασίλω κλέφτηκε λίγο πριν το γάμο με έναν Ρουμάνο βοσκό που δούλευε για τον πατέρα της, εγώ αποζημιώθηκα πλουσιοπάροχα για την προσβολή που μου έγινε με τα μισά γιδοπράιτα, μια στάνη και το βουνό που δεν πρόκαμε να δει στις ράχες του Λιαπατάκια να περιφέρονται σαν ηλεκτρόνια.
Με τα λεφτά από την πώληση των ζώων αγόρασα ομόλογα του ελληνικού δημοσίου (μιλάμε για εγγυημένη απόδοση) και διάγω τον πλούσιο βίο που ζηλεύει ο Γιάννης και για αυτό μου πάει κόντρα στις κριτικές. Λέτε τώρα με τη χρεωκοπία η ιστορία να επαναληφθεί σα φάρσα για τον Πουλάκο και τραγωδία για μένα; Μωρέ η Αφρούλα να’ ναι αστεφάνωτη και ας γίνει και στάση πληρωμών.
Την ταινία επιβάλλεται να τη δουν όσοι γεννήθηκαν στα πλούτη και κακόπεσαν· οι υπόλοιποι που φτωχοί γεννήθηκαν και φτωχοί παραμένουν μπορούν να την αγνοήσουν. Μπορούν επίσης να την αγνοήσουν αυτοί που γεννήθηκαν πλούσιοι και παραμένουν πλούσιοι και αυτοί που γεννήθηκαν φτωχοί και πλούτισαν μετά. Τώρα φυσικά με τα μνημόνια και με το μεσοπρόθεσμο όλοι θα γίνετε φτωχότεροι (ως και πάμφτωχοι) οπότε ή αποφασίστε να απεργήστε και να κατεβείτε στους δρόμους ή πάτε να δείτε αυτή την προφητική ταινία.
Αντί επιλόγου θα ήθελα να ξεκαθαρίσω πως αν και η ιστορία έχει μια απειροελάχιστη δόση μυθοπλασίας (νομίζω πως δεν ήταν Ρουμάνος ο γκόμενος), η συμβουλή του παππού στον αδερφό μου υπήρξε πραγματικά και την παρέθεσα αυτολεξεί ενώ και ο πατέρας μου ως υποψήφιος γαμπρός σε κάποιο συνοικέσιο άκουσε το μέλλοντα πεθερό του να του ζητάει να γεμίσει μια πλαγιά με Λιαπατάκια.
Δείτε παρακάτω το τρέιλερ της ταινίας From Prada to Nada που προβλήθηκε για πρώτη φορά στις κινηματογραφικές αίθουσες το 2011: