Λίγο μετά την ιταλική συνθηκολόγηση (Οκτώβριος 1943), στην περιοχή της Λιουμπλιάνα, στη Σλοβενία, εμφανίσθηκε η μυστηριώδης αντικομμουνιστική οργάνωση «Μαύρο Χέρι» υπό γερμανική προστασία.
Τα μέλη της συνελάμβαναν πολίτες αριστερών φρονημάτων ή υπόπτους για παροχή υποστήριξης προς τους παρτιζάνους και τους δολοφονούσαν. Ετσι, μέσα σε λίγους μήνες το «Μαύρο Χέρι» έγινε συνώνυμο της τρομοκρατίας και της ωμής βίας.O κτώβριος 1943 στη Λιουμπλιάνα.
Οι λιγοστοί διαβάτες που κυκλοφορούσαν τη νύκτα στους δρόμους της σλοβενικής πρωτεύουσας έτρεχαν βιαστικά να καλυφθούν από τη δυνατή βροχή που έπεφτε. Στην αριστοκρατική συνοικία της πόλης, στο εστιατόριο «Σέστικα», βρίσκονταν τρεις άνδρες.
Ο «Μπράτκο», διοικητής της Σλοβενικής Μυστικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (DOS) και άμεσος συνεργάτης της GESTAPO, ο οποίος στην πραγματικότητα ονομαζόταν Ντούσαν Πλένικαρ, είχε καλέσει δύο πράκτορές του οι οποίοι δεν γνωρίζονταν μεταξύ τους μέχρι τότε. Ο πρώτος ήταν ένας μελαχρινός άνδρας 26 ετών, φοιτητής από την πόλη Λιτίγια, ο οποίος είχε αποκτήσει τη φήμη ενός από τους πιο φανατικούς αντιπάλους των κομμουνιστών και θεωρείτο ένας από τους πιο επικίνδυνους άνδρες στη Σλοβενία.
Ο δεύτερος ήταν ένας υπάλληλος 31 ετών, με πιο ευγενικά χαρακτηριστικά και με μεγαλύτερη εμπειρία σε θέματα κατασκοπίας. Οι τρεις άνδρες παρήγγειλαν ένα μπουκάλι κόκκινο κρασί και άρχισαν να συζητούν για την πολιτική και στρατιωτική κατάσταση της Σλοβενίας. Η Ιταλία είχε ήδη συνθηκολογήσει, γεγονός που προκαλούσε πολλά προβλήματα στις αντικομμουνιστικές δυνάμεις της Σλοβενίας. Κατά τη διάρκεια της συζήτησης, ο φοιτητής από τη Λιτίγια έγραφε κάποιους αριθμούς με το μολύβι σε ένα τετράδιο.
Ο «Μπράτκο» αρχικά δεν του έδωσε σημασία και συνέχισε να μιλά με τον δεύτερο πράκτορα. Όταν, όμως, παρατήρησε ότι σε ολόκληρο το τετράδιο είχε γραφεί ο αριθμός 100, τον ρώτησε:
«Τι σημαίνει αυτός ο αριθμός; Μήπως σου λείπουν χρήματα;» (Ο τρίτος της παρέας χαμογέλασε). «Θα μπορούσα να σου δανείσω κάποια χρήματα, αν τα έχεις ανάγκη». «Δεν υπάρχει κανένα τέτοιο πρόβλημα», απάντησε ο πρώτος πράκτορας, κτυπώντας ελαφρά το χέρι του στο τραπέζι, και συνέχισε: «Μαντέψτε! Κερνάω ένα μπουκάλι κρασί σε όποιον καταφέρει να βρει τι σημαίνει ο αριθμός αυτός».
Ο «Μπράτκο» και ο άλλος συνομιλητής προσπάθησαν να μαντέψουν, αλλά χωρίς επιτυχία. Στη συνέχεια ο πρώτος πράκτορας έγραψε σε μία σελίδα με τεράστια γράμματα τον αριθμό 100 και τους είπε: «Θα σκοτώσω 100 από αυτούς. Λίγες μέρες πριν, οι παρτιζάνοι εκτέλεσαν τον φίλο μου Ντράγκο Τόμαζιτς στο Κοσέβγιε. Ήμαστε μαζί στους Τσέτνικ. Τον αγαπούσα σαν αδελφό μου. Τώρα θα εκδικηθώ για τον θάνατό του. Εγώ προσωπικά θα σκοτώσω 100 κομμουνιστές και τους υποστηρικτές τους». Ο «Μπράτκο» και ο τρίτος άνδρας της παρέας άκουγαν, γνωρίζοντας πως αργά ή γρήγορα θα πραγματοποιούσε την απειλή του. «Μέχρι τον Δεκέμβριο θα έχουμε κάνει μία λίστα με όλους τους ανθρώπους για ξεκαθάρισμα», τον καθησύχασε ο «Μπράτκο». «Δεν είναι ανάγκη να βιάζεσαι». Ο δεύτερος άνδρας συμπλήρωσε: «Θα ήταν συνετό να αρχίσουμε από την Τζέσενις στην Ανω Καρνιόλα.
Εκεί υπάρχουν πολλοί κομμουνιστές και αρκετοί υποστηρικτές τους. Νομίζω πως πρέπει να ξεκινήσουμε από εκεί».
Έτσι γεννήθηκε το «Μαύρο Χέρι», μια φθινοπωρινή βροχερή νύκτα μέσα στη δίνη του πολέμου, από τον διοικητή της Σλοβενικής Μυστικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (DOS) και δύο πράκτορές του, τους Μίλουτιν Λουντβίγκερ και Γιάνκο Σόκλιτς. Δύο μήνες μετά τη συνάντηση στο εστιατόριο «Σέστικα», στις 22 Δεκεμβρίου 1943, ακριβώς στις 16.20, έπεφτε νεκρό το πρώτο θύμα της νέας οργάνωσης.
Ήταν ένας 28χρονος κομμουνιστής, ο Γκουστέλγι Στραβς από την Τζέσενις. Επάνω στο άψυχο πτώμα του υπήρχε ένα φυλλάδιο στο οποίο ήταν ζωγραφισμένο ένα μαύρο χέρι. Την επόμενη ημέρα δολοφονήθηκε και άλλος ένας υποστηρικτής του Τίτο, ο Βίκτωρ Σβέτινα από το Κορόσκα Μπέλα. Στις 14 Ιανουαρίου 1944, λίγο μετά τα μεσάνυκτα, η Τζόζικα Κουνστέλγι απήχθη και δολοφονήθηκε. Στις 19 Ιανουαρίου το πτώμα της βρέθηκε στον ποταμό Σάβα. Είχε πυροβοληθεί στο κεφάλι.
Πολύ σύντομα το «Μαύρο Χέρι» θα γινόταν το σύμβολο του τρόμου και του θανάτου σε ολόκληρη τη Σλοβενία.
Ο κύκλος της βίας
Η οργάνωση αποτελείτο ως επί το πλείστον από νεαρούς Σλοβένους φοιτητές, φανατικούς αντικομμουνιστές. Τα μέλη της εκπαιδεύονταν και χρηματοδοτούντο από τις Μυστικές Υπηρεσίες της χώρας και συνεργάζονταν με Γερμανούς αξιωματικούς της GESTAPO. Στο πλαίσιο της αντικομμουνιστικής συνεργασίας το «Μαύρο Χέρι» έδινε πληροφορίες σε μία άλλη βίαιη αντικομμουνιστική οργάνωση, τη «Ραζτράνσκι», η οποία δρούσε αποκλειστικά υπό τον έλεγχο των Γερμανών.
Τα μέλη της οργάνωσης μάχονταν για «την πατρίδα και τη θρησκεία», για μια Σλοβενία που δεν θα αισθανόταν καμία κομμουνιστική απειλή. Ωστόσο, ο πληθυσμός φοβόταν τα φυλλάδια με ζωγραφισμένο το μαύρο χέρι και είχε τρομοκρατηθεί από τα βίαια εγκλήματα τα οποία διαπράττονταν από το «Μαύρο Χέρι» κατά τις νυκτερινές ώρες.
Οι εκτελεστές δρούσαν είτε με πολιτική περιβολή είτε φορώντας στρατιωτικές στολές. Τα πρόσωπά τους ήταν αλειμμένα με φούμο και καλυμμένα με μαύρες μάσκες. Μερικές φορές, μάλιστα, φορούσαν και στολές παρτιζάνων με το χαρακτηριστικό δίκοχο, για να προκαλούν σύγχυση στους πραγματικούς αντάρτες και τα θύματά τους.
Δεν αποκάλυπταν ποτέ την πραγματική τους ταυτότητα. Συνήθως δρούσαν τις νυκτερινές ώρες και κυρίως όταν προβλέπονταν καταιγίδες και γενικά δυσμενή καιρικά φαινόμενα. Πάντοτε άφηναν ένα φυλλάδιο με ένα μαύρο χέρι ή ένα κρανίο. Μερικές φορές έστελναν αυτά τα φυλλάδια πριν σκοτώσουν κάποιον, για να τρομοκρατήσουν τους πολίτες. Μέσα σε μερικές εβδομάδες το όνομά τους άρχισε να λαμβάνει θρυλικές διαστάσεις για τους υποστηρικτές τους και να προκαλεί τρόμο στους αντιπάλους τους.
Στις 21 Φεβρουαρίου 1944 πέντε μέλη της οικογένειας Χότκο (ο πατέρας, η μητέρα και τρεις κόρες) βασανίσθηκαν και δολοφονήθηκαν στο Ζούζεμπρεκ. Κατηγορήθηκαν ότι εφοδίαζαν μυστικά τους αντάρτες και ότι τους έδιναν πληροφορίες. Εχει υπολογισθεί ότι το «Μαύρο Χέρι» δολοφόνησε 56 πολίτες στο Ζούζεμπρεκ. Τη νύκτα της 1ης Απριλίου 1944 δολοφονήθηκαν στην Τσέσενις έξι άτομα (οι Φρανκ Μ., Γκουστ και Λεοπόλδος Π., Μάρακ Κ., Αδόλφος Ο. και Οβάνκα Ο.).
Την 4η Νοεμβρίου 1944 η Αμαλίγια Ζ. από το χωριό Ρομπ, κοντά στο Βέλικε Λάσκε, εκτελέσθηκε μπροστά στα παιδιά της. Στις 22 Ιουνίου 1944 ο Στέφαν και η Ελενα Ο., από τη Μίρνα Πεκ, δολοφονήθηκαν από τρία μέλη (τοπικά) της οργάνωσης «Μαύρο Χέρι». Ο γιος τους ήταν παρτιζάνος. Τη νύκτα της 16ης με 17η Μαϊου 1944 τρεις άνδρες, ο Μάρτιν Ο., ο Γιόσιπ Α. και ο Αντόν Κ., δολοφονήθηκαν μέσα στα σπίτια τους.
Η οργάνωση φάντασμα κτυπούσε αμείλικτα. Συνολικά 1.000 περίπου άτομα βασανίσθηκαν ή εκτελέσθηκαν από το «Μαύρο Χέρι» στην περιοχή γύρω από τη Λιουμπλιάνα. Την άνοιξη του 1945, όμως, οι Γερμανοί έχαναν τον πόλεμο και κατά τη διάρκεια της ματωμένης υποχώρησής τους από τα Βαλκάνια ελάχιστα τους ενδιέφερε να προσφέρουν προστασία στους παλαιούς συνεργάτες τους. Τα περισσότερα στελέχη της οργάνωσης, ανάμεσά τους και ο αρχιεκτελεστής της Γιάνεζ Μαρν, σφαγιάσθηκαν μαζί με 80.000 Κροάτες από τους νέους κυρίαρχους, τους Γιουγκοσλάβους κομμουνιστές.
Ο Γιάνκο Σόκλιτς, ο δεύτερος πράκτορας του ηγετικού πυρήνα της οργάνωσης, συνελήφθη το φθινόπωρο του 1945 από τις Γιουγκοσλαβικές Υπηρεσίες Ασφαλείας και, αφού βασανίσθηκε, εκτελέσθηκε το καλοκαίρι του 1948. Οι άλλοι δύο υπήρξαν πιο τυχεροί! Ο Μίλουτιν Λουντβίγκερ από τη Λιτίγια διέφυγε στην Ιταλία όπου τα ίχνη του χάθηκαν. Ο «Μπράτκο» κατέφυγε με μερικούς Σλοβένους φασίστες στην Τεργέστη και από εκεί στο Βατικανό.
Οι Γιουγκοσλαβικές Υπηρεσίες Ασφαλείας δεν τον συνέλαβαν ποτέ. Μια πληροφορία ενός Γιουγκοσλάβου πράκτορα, το 1960, ανέφερε πως ο πρώην διοικητής της DOS βρισκόταν στην Αργεντινή, το καταφύγιο των απανταχού Ναζί…