Όταν πολλές δυτικές εταιρείες (πριν από 1-2 δεκαετίες) μετέφεραν τα εργοστάσια παραγωγής τους στην Κίνα, ήταν καθαρά για την ελαχιστοποίηση του κόστους των προϊόντων τους προς το ευρύ καταναλωτικό κοινό.
Η Κίνα μέχρι πριν 10 με 15 χρόνια ήταν μια αναπτυσσόμενη χώρα με φθηνά εργατικά χέρια, μεταξύ των χαμηλότερων στον κόσμο. Παρείχε επίσης τεράστιες επιδοτήσεις στις επιχειρήσεις και τις έκλεινε το μάτι ακόμα και όταν παραβιάζονταν οι εργασιακές συνθήκες ή όταν τα εργοστάσια τους υποβάθμιζαν το περιβάλλον, δηλαδή ευκαιρίες που κανένας επιχειρηματίας δεν θα τις έβρισκε πουθενά στον κόσμο.
Σήμερα, η Κίνα είναι η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο και έχει φιλοδοξίες να ξεπεράσει ακόμα και τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής που είναι η πρώτη. Εν τούτοις τη σήμερον ημέρα αυξήθηκε το κόστος εργασίας, η ακίνητη περιουσία και η ενέργεια, και μάλιστα τόσο πολύ που είναι σχεδόν συγκρίσιμο με εκείνο σε ορισμένες Πολιτείες των ΗΠΑ.
Σύμφωνα με την Boston Consulting Group, μέχρι το 2014, το πλεονέκτημα παραγωγής της Κίνας έναντι των ΗΠΑ μειώθηκε σε λιγότερο από 5%, δηλαδή εξαφανίστηκε το χάσμα της διαφοράς που τους χώριζε. Εάν προσθέσουμε σε αυτό την κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας και τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές στις οποίες εμπλέκεται η Κίνα, τότε Προφανώς γίνεται σαφές γιατί είναι λογικό οι Αμερικανικές επιχειρήσεις να επιστρέφουν ξανά πίσω στην πατρίδα τους.
Τα ρομπότ έχουν προχωρήσει τόσο πολύ ώστε να μπορούν να αναλάβουν το έργο των Κινέζων εργαζομένων. Η ανακοίνωση της Foxconn τον Αύγουστο του 2011 ότι θα αντικαταστήσει 1 εκατομμύριο εργαζόμενους με ρομπότ στα κινεζικά εργοστάσια της, δεν κατέστη ποτέ καρποφόρα κίνηση, επειδή τα ρομπότ εκείνης της εποχής δεν ήταν σε θέση να εκτελούν με ιδιαίτερη ικανότητα τα καθήκοντα τους, όπως η συναρμολόγηση πολύπλοκων συστημάτων σε ηλεκτρονικά είδη και δεν μπορούσαν να λειτουργήσουν με ασφάλεια παράλληλα με τους ανθρώπους.
Σήμερα, τα βιομηχανικά ρομπότ μπορούν να κατασκευάζουν περίπλοκα πράγματα και να δουλεύουν χέρι-χέρι με τους ανθρώπους, επίσης μπορούν σε πρακτικό επίπεδο να διεξάγουν κάθε εργασία συναρμολόγησης, καθώς και να συσκευάζουν τα κιβώτια για να αποσταλούν τα εμπορεύματα.
Η συναρμολόγηση αυτοκινήτων είναι ένα από τα πιο δύσκολα από όλα τα καθήκοντα κατασκευής. Αλλά με τη βοήθεια μιας νέας γενιάς ρομπότ, η Tesla μπόρεσε να αυξήσει την παραγωγή στο εργοστάσιο της στο Fremont της Καλιφόρνια για να παράγει περισσότερα από 100.000 αυτοκίνητα ανά τρίμηνο. Μάλιστα κατέβασε τόσο πολύ το κόστος παραγωγής σε μια περιοχή που έχει ένα από τα υψηλότερα κόστη εργασίας στον κόσμο.
Η χαμηλής αξίας κατασκευή ηλεκτρονικών ειδών και προϊόντων πλέον αρχίζει και μεταφέρεται από την Κίνα σε γειτονικές χώρες σχετικά εύκολα, μέσω της ανάθεσης εργολαβίας, όπως το Βιετνάμ, την Ταϊλάνδη και την Ινδονησία. Δηλαδή οι Κινέζοι μπορούν και εκμεταλλεύονται κάθε πτυχή του οποιουδήποτε εμπορικού τομέα με την προοπτική να κερδοφορήσουν και να κερδοσκοπήσουν, κάτι που είναι απολύτως λογικό στην ανοιχτή οικονομία του καπιταλισμού, άσχετα αν αυτοί έχουν κομμουνιστικό καθεστώς.
Υπάρχει ένα εξελιγμένο δίκτυο αλυσίδων εφοδιασμού εξαρτημάτων που έχουν αναπτυχθεί στην Κίνα για ηλεκτρονικά προϊόντα. Προϊόντα όπως το iPhone που κατασκευάζεται στη συγκεκριμένη ασιατική χώρα αποτελούνται από εκατοντάδες εξαρτήματα, όπως η οθόνη, τα ολοκληρωμένα κυκλώματα, οπτικές μονάδες, αισθητήρες και εσωτερική μνήμη, τα οποία προέρχονται από προμηθευτές σε όλο τον κόσμο.
Το 2015, σύμφωνα με την Seamus Grimes του Εθνικού Πανεπιστημίου της Ιρλανδίας και το Yutao Sun του Πανεπιστημίου του Dalian της Κίνας, η αλυσίδα εφοδιασμού των προϊόντων της Apple αποτελούταν από 198 παγκόσμιες εταιρείες και 759 θυγατρικές σε 16 διαφορετικές χώρες.
Για να το πούμε με απλά λόγια, τα περισσότερα από τα μισά από τα εξαρτήματα των προϊόντων της Apple εισάγονται στην Κίνα και πρακτικά καμία από τις σημαντικές βασικές τεχνολογίες δεν είναι κατασκευασμένες από κινεζικές εταιρείες. Σχεδόν το σύνολο της πνευματικής ιδιοκτησίας στα προϊόντα της Apple προέρχεται από έξω από την Κίνα. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι λίγες θυγατρικές εταιρείες που εδρεύουν στην Κίνα παράγουν τις βασικές συνιστώσες των νέων τεχνολογιών.
Η Κίνα σίγουρα δεν είναι ικανοποιημένη με αυτή την κατάσταση. Έχοντας ξοδέψει δισεκατομμύρια δολάρια σε κρατικές επενδύσεις, η εγχώρια παραγωγή τσιπ και επεξεργαστών αντιπροσωπεύει μόλις το 13% της ζήτησης της χώρας και η ικανότητά να αυξήσει αυτό το ποσοστό φαντάζει επί του παρόντος και εκ των πραγμάτων λιγάκι δύσκολο, διότι αν μπορούσε θα το έπραττε ήδη.